ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΠεντΝαυτΠειρ 52/2023

 

Συκοφαντική δυσφήμιση μέσω διαδικτύου εις βάρος δικηγόρου από πρώην εντολέα του. Εγκλήματα μέσω διαδικτύου. Συκοφαντική δυσφήμηση δικηγόρου. Καταδίκη κατηγορουμένου – αντιπλοιάρχου του Πολεμικού Ναυτικού για συκοφαντική δυσφήμιση δημόσια μέσω διαδικτύου κατ’ εξακολούθηση. Έγκληση δικηγόρου κατά πρώην εντολέα της. Ο καταδικασθείς θέλησε να πλήξει το επαγγελματικό status της εγκαλούσας γνωρίζοντας το ψεύδος των ισχυρισμών που διατύπωσε στο διαδίκτυο. Μεγάλη βαρύτητα της πράξης λόγω της τέλεσης δημοσίως μέσω διαδικτύου. Κακόβουλα και ανώνυμα σχόλια στο διαδίκτυο 2 έτη μετά τη λήξη της συνεργασίας. ΠΚ 363 σε συνδυασμό με ΠΚ 362 και 98 παρ.1. Ύπαρξη άμεσου δόλου – ΠΚ 27. Αναγνώριση ελαφρυντικού άρθρου ΠΚ 84 παρ. 2 περ. α’. Απόρριψη ελαφρυντικών άρθρου ΠΚ 84 παρ. 2 περ. γ’ και δ’. Προσχηματική επίδειξη μετάνοιας.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Άννας Κορσάνου, Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας

 

 

 

Αριθμός Απόφασης: 52/2023

 

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

ΤΟΥ ΠΕΝΤΑΜΕΛΟΥΣ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

 

Το Δικαστήριο που συγκροτήθηκε από τους Δικαστές:

1. Τσιλιγγίρη Σιμέλα, Στρατιωτική Δικαστή Α', Πρόεδρο του Ναυτοδικείου Πειραιά,

2. Αντωνακοπούλου Χρυσή, Στρατιωτική Δικαστή Γ',

3. Λευτάκη Αναστασία, Στρατιωτική Δικαστή Δ', που ορίσθηκαν από την Πρόεδρο του Ναυτοδικείου Πειραιά και τους Ναυτοδίκες:

4. Σταθούλια Βασίλειο, Πλοίαρχο ΠΝ και

5. Καβαλαράκη Εμμανουήλ, Πλοίαρχο (ΥΙ) ΠΝ,

που κληρώθηκαν με την υπ’ αριθ. 24/23 απόφαση του Πενταμελούς Ναυτοδικείου Πειραιώς, συνεδρίασε δημόσια στον Πειραιά και στην αίθουσα που έχει καθορισθεί για τις συνεδριάσεις του σήμερα, την  2η του μηνός Μαρτίου του έτους δύο χιλιάδες είκοσι τρία (2023), ημέρα Πέμπτη και ώρα 09.00'. Στη συνεδρίαση παρέστησαν η Αντεισαγγελέας Κλειτσάκη Παναγιώτα, Στρατιωτική Δικαστής Γ', που αναπληρώνει, κατ’ άρθρο 174 ΣΠΚ, την Εισαγγελέα και τις αρχαιότερες Αντεισαγγελείς, επειδή κωλύονται και η Γραμματέας Βαρζακάκου Μαρία, Ανθυπολοχαγός (ΣΔΓ), που ορίσθηκε από τον Γραμματέα του Ναυτοδικείου Πειραιά.

 

Κατά την έναρξη της συνεδρίασης, οι προαναφερόμενοι Ναυτοδίκες έδωσαν, ύστερα από πρόσκληση της Προέδρου, τον προβλεπόμενο στο άρθρο 183 ΣΠΚ όρκο.

 

Στη συνέχεια, προσκλήθηκε για να δικασθεί ο Μ.Ε. του Γ. και της A., ο οποίος παραπέμφθηκε σε δίκη με το υπ’ αριθ. …../22 κλητήριο θέσπισμα του Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά, κατηγορούμενος για συκοφαντική δυσφήμηση δημόσια μέσω του διαδικτύου κατ’ εξακολούθηση (μερικότερες πράξεις 2). Ο κατηγορούμενος παρουσιάσθηκε αυτοπροσώπως και όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για τα στοιχεία της ταυτότητάς του κ.τ.λ., αποκρίθηκε ότι: ονομάζεται Μ. Ε. του Γ. και της Α., γεννήθηκε στις …….. στο ……………. και κατοικεί στο ………. …………. (οδός: ……….., αρ.: …….), Αντιπλοίαρχος ΠΝ, με AM: ………., υπηρετεί στην ……….., κάτοχος του υπ’ αριθ. ……………….. Δελτίου Ταυτότητας, εκδοθέντος από το ΓΕΝ, με τηλέφωνο επικοινωνίας …………… και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: ……………… με Α.Φ.Μ.: ………….. και Δ.Ο.Υ.: ……………..

 

Η Πρόεδρος συνέστησε στον κατηγορούμενο να προσέχει την κατηγορία και τη σχετική με αυτή συζήτηση, τον κάλεσε να διατυπώσει συνοπτικά τη θέση του επί της κατηγορίας, παράλληλα δε τον πληροφόρησε ότι έχει δικαίωμα να αντιτάξει στην κατηγορία όλους τους ισχυρισμούς του, καθώς επίσης να υποβάλει ερωτήσεις στους μάρτυρες και να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του, μετά την εξέταση κάθε μάρτυρα ή την έρευνα οποιουδήποτε αποδεικτικού μέσου, τον ρώτησε τέλος εάν έχει διορίσει συνήγορο.

 

Ο κατηγορούμενος δήλωσε ότι είναι αθώος των πράξεων για τις οποίες κατηγορείται και έχει διορίσει συνήγορο για την υπεράσπισή του τον παρόντα δικηγόρο Τσιρώνη Κωνσταντίνο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (AM: 23…….9), ο οποίος κατέθεσε το υπ’ αριθ. …………………. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.

 

Στο σημείο αυτό, εμφανίστηκε η Άννα Κορσάνου του Παναγιώτη η οποία δήλωσε ότι παρίσταται για την υποστήριξη της κατηγορίας της συκοφαντικής δυσφήμησης δημόσια μέσω του διαδικτύου κατ’ εξακολούθηση (μερικότερες πράξεις 2), που διέπραξε σε βάρος της ο κατηγορούμενος και για την οποία παραπέμπεται αυτός να δικασθεί σήμερα, ως δικαιούμενη χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που έχει υποστεί, καθώς και ότι δεν διορίζει πληρεξούσιο συνήγορο της, καθόσον έχει την ιδιότητα της δικηγόρου, ενώ έχει ήδη κατατεθεί το υπ’ αριθμόν ……………. ηλεκτρονικό παράβολο αξίας σαράντα (40) ευρώ, ως τέλος παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας.

 

Κατά της ανωτέρω δήλωσης παράστασης για την υποστήριξη της κατηγορίας δεν προβλήθηκε αντίρρηση.

 

Ύστερα, η Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο, απήγγειλε συνοπτικά την κατηγορία, του αναφέρεται στο υπ’ αριθ. ………/2022 κλητήριο θέσπισμα.

 

Ακολούθως, η Πρόεδρος κάλεσε τον κατηγορούμενο να διατυπώσει συνοπτικά τη θέση του επί της κατηγορίας και του υπενθύμισε ότι η απολογία του θα γίνει στο τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας.

 

Σύμφωνα με τη του άρθρου 362 ΠΚ (Ν. 4619/2019) όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή. Αν η πράξη τελέστηκε δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω διαδικτύου, επιβάλλεται φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή. Σύμφωνα εξάλλου με τη διάταξη του άρθρου 363 ΠΚ, αν στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου (ήτοι του 362 ΠΚ που αφορά στη δυσφήμηση), το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος ότι γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή και αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή. Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης, απαιτείται α) ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου για κάποιο άλλο πρόσωπο γεγονότος, που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη αυτού, β) το γεγονός αυτό να ήταν ψευδές και ο δράστης να τελεί εν γνώσει της αναλήθειας και γ) δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέλησή του να ισχυρισθεί ή διαδώσει αυτό το βλαπτικό γεγονός. Ως ισχυρισμός θεωρείται ανακοίνωση που προέρχεται εξ ιδίας πεποιθήσεως ή γνώμης ή από μετάδοση εκ τρίτου προσώπου, ενώ διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της από άλλον γενομένης ανακοίνωσης (ΑΠ 72/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν ή παρελθόν, υποπίπτον στις αισθήσεις και δυνάμενο να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια (ΑΠ 855/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Όμως, δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν και η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης, ακόμη δε και χαρακτηρισμός, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται, συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία, στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικούς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά το άρθρο 361 του ΠΚ (ΑΠ 1025/2016, ΑΠ 956/2019, 1069/2019, όλες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Περαιτέρω, ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου και το έγκλημα θεωρείται τετελεσμένο μόλις γίνει ο, ενώπιον τρίτου, ισχυρισμός του δυσφημιστικού γεγονότος. Υποκειμενικά απαιτείται δόλος και μάλιστα άμεσος (όχι ενδεχόμενος), δηλαδή γνώση και θέληση των στοιχείων που απαρτίζουν την αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω εγκλήματος, αφού στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασής της είναι «η εν γνώσει της αναλήθειας» τέλεση της πράξης (άρθρο 27 παρ. 2 εδ. α' ΠΚ). Περιεχόμενο του δόλου πρέπει να είναι η γνώση ότι το γεγονός που ισχυρίζεται ή διαδίδει ο δράστης δύναται να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του φορέα της τιμής, αλλά και ότι το γεγονός αυτό δεν είναι αληθινό. Επίσης πρέπει να περιέχεται η βούληση να ισχυριστεί ή να διαδώσει το γεγονός αυτό (βλ. Δ. Σπινέλλη, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος - Εγκλήματα κατά της τιμής, 1982, σελ. 54, ΑΠ 168/2017, 1518/2008 δη μ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 368 ΠΚ για την ποινική δίωξη των πράξεων των άρθρων 361, 362, 363 και 365 απαιτείται έγκληση.

 

Επιπλέον, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 98 ΠΚ, αν περισσότερες από μία πράξεις του ίδιου προσώπου συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, το δικαστήριο μπορεί, αντί να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 94 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 96 Α παρ. 1 ΠΚ, να επιβάλει μία και μόνη ποινή, για την επιμέτρηση της οποίας λαμβάνει υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το κατ’ εξακολούθηση έγκλημα αποτελεί μία ιδιάζουσα περίπτωση ομοειδούς πραγματικής συρροής εγκλημάτων, που συνέχονται μεταξύ τους λόγω της ενότητας του δόλου του δράστη και της μορφής του εγκλήματος που επαναλαμβάνεται από τον ίδιο αυτουργό, στην οποία συρροή το δικαστήριο δύναται να καταγνώσει ενιαία ποινή στο δράστη, λαμβάνοντας υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων, μέσα στο πλαίσιο ποινής του οικείου εγκλήματος.

 

Στην προκειμένη περίπτωση από την αποδεικτική διαδικασία στο ακροατήριο και συγκεκριμένα από τις μαρτυρικές καταθέσεις, από τα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν και αναφέρονται αναλυτικά στα πρακτικά της παρούσας αποφάσεως, σε συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

 

Την 08-10-2021 αναρτήθηκε στη σελίδα ………..της καταγγέλουσας δικηγόρου Αννας Κορσάνου το εξής σχόλιο: «Μακριά!!! Μου έταζε θεαματικά αποτελέσματα, κούρεμα οφειλής κ.λπ. κ.λπ. Ακόμα κλαίω τα ……. χιλιάρικα που μου πήρε για 2 ώρες δουλειά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα». Ως συντάκτης του εν λόγω σχολίου εμφαινόταν ο «Μ…… Μ.», χωρίς άλλα στοιχεία προσδιοριστικά της ταυτότητάς του. Συνδυάζοντας γεγονότα, η εγκαλούσα κατέληξε στο πρόσωπο του κατηγορουμένου, υπόθεση του οποίου είχε χειριστεί κατά το έτος 2019. Έτσι, απάντησε κάτω από το παραπάνω σχόλιο ότι το σχόλιο αυτό είναι κακόβουλο, ότι δεν του είχε τάξει τίποτα και ότι θα ενημέρωνε την υπηρεσία του και το Ναυτοδικείο για την συμπεριφορά του, υπαινισσόμενη ότι είχε αντιληφθεί την ταυτότητά του συντάκτη.

 

Ο κατηγορούμενος, ο οποίος πράγματι ήταν ο συντάκτης του σχολίου, την επόμενη ημέρα αντικατέστησε την αξιολόγηση ως εξής: «Δεν έμεινα ευχαριστημένος από τις υπηρεσίες. Το κόστος δυσανάλογο του αποτελέσματος». Η καταγγέλλουσα, αυτή τη φορά, κάλεσε με προσωπικό μήνυμα στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο την 10-10-2021 τον πρώην πελάτη της, να διαγράψει και αυτήν την αρνητική κριτική. Στο εν λόγω μήνυμα, της απάντησε ο κατηγορούμενος ότι είχε προβεί σε διαγραφή της δημοσίευσής του, ζητώντας συγνώμη από την Κορσάνου, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειές του «απερισκεψία της στιγμής» αποδεχόμενος έτσι, ότι ήταν ο συντάκτης των επίμαχων αξιολογήσεων (βλ. το από 10-10-2021 απαντητικό μήνυμα του κατηγορουμένου προς την εγκαλούσα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου).

 

Για την πληρέστερη κατανόηση της συμπεριφοράς του κατηγορουμένου κρίνεται αναγκαίο να γίνει μνεία στο πλαίσιο της επαγγελματικής συνεργασίας του Αντιπλοιάρχου με την παριστάμενη προς υποστήριξη της κατηγορίας. Η πρώτη συνάντηση μεταξύ τους έλαβε χώρα στο …………… την 29η Μαρτίου 2019 (βλ. το εκτυπωμένο από 20-03-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της καταγγέλλουσας προς τον κατηγορούμενο). Παρών στη συζήτηση, ως παθητικός ακροατής, ήταν και ο συνάδελφος του κατηγορουμένου, Ανθυποπλοίαρχος Π.Ν. Μ.Ν.  Το νομικό θέμα που αντιμετώπιζε ο κατηγορούμενος ήταν η διευθέτηση του στεγαστικού του δανείου, την εξόφληση του οποίου όφειλε προς την τράπεζα ………….. από κοινού με τη σύζυγό του. Ο Αντιπλοίαρχος εξέθεσε στην δικηγόρο ότι είχε αιτηθεί την υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 (νόμος Κατσέλη). Είχε ήδη μάλιστα λάβει μια αναβολή εκδίκασης της υποθέσεώς του για τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2020 (βλ. το από 20-03-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του κατηγορουμένου προς την Άννα Κορσάνου).

 

 Η εγκαλούσα λοιπόν τον ενημέρωσε ότι, για την περίπτωσή του, οι διαθέσιμες δυνατότητες ήταν τρείς: Πρώτον, η εκδίκαση της αιτήσεώς του περί υπαγωγής του στο νόμο Κατσέλη. Λύση, κατά την άποψή της, αρκούντως επισφαλής, λόγω των αυξημένων οικογενειακών του εισοδημάτων και των μειωμένων εξόδων του, λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την επίμαχη χρονική περίοδο διέμενε σε παραχωρημένο από το Π.Ν. κατάλυμα στην ναυτική βάση της ………. καταβάλλοντας μειωμένα χρηματικά ποσά έναντι των υπηρεσιών κοινής ωφελείας που απολάμβανε αυτός και η οικογένειά του και εισπράττοντας παράλληλα ενοίκια από την εκμίσθωση της ιδιόκτητης κατοικίας του στην ………., Εξάλλου, το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος επιθυμούσε να αποφύγει την εκδίκαση της αιτήσεώς του γνωρίζοντας το αμφίβολο αποτέλεσμα της δικαστικής προσφυγής του στο Ν. 3869/2010 επιβεβαιώνεται από την επιδίωξη του να συναντήσει την δικηγόρο Κορσάνου πριν την μετ’ αναβολή δικάσιμο της αιτήσεώς του.

Δεύτερον, Eξωδικαστική επίλυση της διαφοράς κατόπιν συνεννόησης του ίδιου του κατηγορουμένου απ’ ευθείας με υπαλλήλους του τραπεζικού ιδρύματος. Την εν λόγω δυνατότητα, είχε ήδη εξαντλήσει ο Αντιπλοίαρχος καθώς είχε ήδη αιτηθεί από την τράπεζα τη ρύθμιση του δανείου του λαμβάνοντας την υπ’ αριθμ. πρωτ. …………../25-02-2019 απάντηση της πιστώτριας, με την οποία του παρασχέθηκε η δυνατότητα ευνοϊκής ρύθμισης της οφειλής του. Σύμφωνα με την εν λόγω πρόταση της τράπεζας ………., τα πρώτα οκτώ χρόνια της ρύθμισης η δόση θα ανερχόταν σε ποσό ύψους μόλις 97,00 ευρώ το μήνα και το κεφάλαιο θα παρέμενε άτοκο. Το κεφάλαιο τότε ήταν 45.000 ευρώ και η επιβολή του τόκου θα εκκινούσε μετά τα οκτώ χρόνια, όπως εξήγησε κατά την απολογία του ο ίδιος ο κατηγορούμενος. Πλην όμως, ούτε η εν λόγω ρύθμιση ικανοποιούσε τον Αντιπλοίαρχο, ο οποίος επιζητούσε ακόμα επωφελέστερη λύση για εκείνον και την συνοφειλέτη σύζυγό του και γι’ αυτό άφησε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποδοχής της (ενν. της προαναφερθείσας ρύθμισης), ήτοι η 22η Μαρτίου 2019.

Τρίτον, η τραπεζική διαμεσολάβηση. Δηλαδή, μια νομοθετημένη διαδικασία διεπόμενη από τις διατάξεις του Ν. 4640/2019 κατά την οποία μεθοδεύεται συνάντηση του δανειολήπτη με ανώτερα στελέχη της τράπεζας παρουσία διαπιστευμένου διαμεσολαβητή. Η δικηγόρος ενημέρωσε τον πελάτη της ότι διέθετε εμπειρία στον τομέα της διαμεσολάβησης και μάλιστα είχε πετύχει θεαματικά αποτελέσματα σε υποθέσεις υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων που είχε χειριστεί στο παρελθόν. Ωστόσο, ουδέποτε του υποσχέθηκε ότι θα έχει θεαματικά αποτελέσματα και στην δική του περίπτωση αλλά τον διαβεβαίωσε ότι θα κατέβαλε την προσπάθειά της ως νομική του παραστάτρια.

 

Περαιτέρω, τον ενημέρωσε για την αμοιβή της στην περίπτωση που επέλεγε την λύση της διαμεσολάβησης. Πράγματι, ο κατηγορούμενος θεωρώντας την τραπεζική διαμεσολάβηση ως τη βέλτιστη λύση για την περίπτωσή του, ανέθεσε την πραγματοποίησή της στην εγκαλούσα όπως αποδεικνύεται από το από 07.04.2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που της απέστειλε, αποδεχόμενος να της καταβάλει το ποσό των …….. που του είχε ζητηθεί από την δικηγόρο. Η εργασία της καταγγέλλουσας ως νομικής παραστάτριας του Αντιπλοιάρχου περιελάμβανε όπως η ίδια αναλυτικά εξήγησε κατά την επ’ ακροατηρίω κατάθεσή της, τις παρακάτω, γνωστές στον κατηγορούμενο ενέργειες: την επικοινωνία της με τα εξουσιοδοτημένα στελέχη της τράπεζας, την υποβολή αιτήματος διαμεσολάβησης, την αποστολή των οικονομικών στοιχείων των δανειοληπτών (ήτοι του κατηγορουμένου και της συζύγου του), την οργάνωση-συντονισμό της διαμεσολάβησης δηλαδή, την εύρεση διαμεσολαβητή, την εύρεση χώρου στο ………………… για τη διενέργεια της διαδικασίας, την παράστασή της κατά την ορισθείσα ημερομηνία διαμεσολάβησης στο …….., δηλαδή μακριά από τον τόπο κατοικίας της στην Αθήνα και τέλος την σύνταξη πρακτικού διαμεσολάβησης. Κατόπιν ανταλλαγής πολλαπλών μηνυμάτων τελικά καθορίστηκε ως ημερομηνία διεξαγωγής της διαμεσολάβησης η ….η Ιουλίου 2019.

 

 Έναν μήνα πριν την εν λόγω ημερομηνία, η δικηγόρος πληροφορήθηκε την πρόταση της τράπεζας και την απέστειλε, μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον κατηγορούμενο. Στο εν λόγω μήνυμα της 10ης Ιουνίου 2019, του ανέφερε με σαφήνεια τα εξής: «στη διαμεσολάβηση μου είπαν ότι θα έχετε διαγραφή 19.000,00 ευρώ. Χωρίζεται σε δύο μέρη το δάνειο δόση 169,00 ευρώ για 420 μήνες το πρώτο μέρος και διαγραφή 19.009,00 ευρώ. Πείτε μου αν σας ενδιαφέρει να γίνει τη διαμεσολάβηση διότι θα πρέπει να παραιτηθεί από την αίτηση στο ειρηνοδικείο». Ο κατηγορούμενος, καίτοι δεν ικανοποιήθηκε από την προπαρατεθείσα πρόταση της τράπεζας, πλην όμως, θεωρώντας ότι θα έχει περαιτέρω περιθώριο διαπραγμάτευσης με το πιστωτικό ίδρυμα, επέλεξε με ελεύθερη βούληση, να παραιτηθεί της αιτήσεώς του περί υπαγωγής του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία της διαμεσολάβησης [βλ. την από …/06/2019 δήλωση παραίτησης του κατηγορουμένου και της συζύγου του από την με ημερομηνία …./…./2014 αίτησή τους για υπαγωγή στο Ν. 3869/2010, η οποία (παραίτηση) κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο ……….. την …..-06-2019].

 

 Κατά την ορισθείσα ημερομηνία της διαμεσολάβησης οι εκπρόσωποι της τράπεζας ενέμειναν στην πρότασή τους, που είχε μεταφέρει η δικηγόρος του κατηγορουμένου σε αυτόν έναν μήνα νωρίτερα, όπως επιβεβαιώνεται από τις συγκλίνουσες επ’ ακροατηρίω καταθέσεις της εγκαλούσας, του κατηγορουμένου και της συζύγου του, που ήταν παρούσα στη διαδικασία. Κατ’ αποτέλεσμα, ο Αντιπλοίαρχος ήταν υποχρεωμένος να αποδεχθεί την πρόταση της τράπεζας (βλ. το από ……-07-2019 πρακτικό διαμεσολάβησης), Γι’ αυτό το λόγο, όντας βαθύτατα δυσαρεστημένος με την νομική του παραστάτρια, δυο ολόκληρα χρόνια αργότερα, ανήρτησε στο διαδίκτυο στον ιστότοπο ………. της δικηγόρου, τις συκοφαντικές φράσεις που αναφέρονται ανωτέρω, γνωρίζοντας ότι διαδίδει ψεύδη και επιδιώκοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο να την πλήξει προσωπικά και κυρίως επαγγελματικά. Απολογούμενος ο κατηγορούμενος από τη μία πλευρά υποστήριξε ότι δεν ήθελε να συκοφαντήσει την εγκαλούσα, ότι οι αναρτήσεις του ήταν μια απερισκεψία της στιγμής για την οποία, της ζήτησε συγγνώμη. Από την άλλη πλευρά όμως, ανέφερε ότι παρασύρθηκε και ότι δέχτηκε χειραγώγηση από εκείνη, η οποία κατά την διαμεσολάβηση δεν κατέβαλε την παραμικρή προσπάθεια να προασπίσει τα συμφέροντά του.

 

Υπάγοντας τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, όπως έγιναν δεκτά από το Δικαστήριο, στους παραπάνω νομικούς κανόνες, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα: Είναι βέβαιο το γεγονός ότι οι αναρτήσεις του κατηγορουμένου στο επαγγελματικό διαδικτυακό προφίλ της εγκαλούσας: «Μακριά!!! Μου έταζε θεαματικά αποτελέσματα, κούρεμα οφειλής κλπ κλπ. Ακόμα κλαίω τα ……… χιλιάρικα που μου πήρε για 2 ώρες δουλειά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα» και «Το κόστος δυσανάλογο του αποτελέσματος» διαλαμβάνουν απαξιωτικούς και μειωτικούς ισχυρισμούς εμπεριέχοντες κοινωνικοηθική απαξία για την παθούσα, καθώς πλήττουν την κοινωνική παράσταση και την υπόληψή της ως επαγγελματία και επιστήμονα. Προσέτι, οι εν λόγω δυσφημιστικοί ισχυρισμοί αποτυπώθηκαν στην επαγγελματική ιστοσελίδα της δικηγόρου Άννας Κορσάνου, καθιστάμενοι έτσι γνωστοί σε αόριστο, πλην όμως μεγάλο αριθμό προσώπων που επισκέφθηκαν τον σχετικό ιστότοπο, συνήθως με σκοπό την ανεύρεση νομικού συμβούλου-παραστάτη.

 

Ο Αντιπλοίαρχος, ως προς τη λέξη «μακριά!!!», με την οποία εκκινεί η ανάρτησή του, επιχειρώντας να αποσείσει τις ευθύνες του, υποστήριξε ότι εννοούσε μακριά από εκείνον, υπό την έννοια ότι δεν ήθελε να συνεργαστεί ξανά μαζί της. Το επιχείρημά του όμως αυτό δεν έπεισε το Δικαστήριο. Για τον μέσο αναγνώστη της δημοσίευσης- κριτικής η χρησιμοποιηθείσα από τον κατηγορούμενο λέξη δεν μπορεί παρά να εκληφθεί ως προτροπή για αποφυγή της επαγγελματία. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι επίδικοι ισχυρισμοί του Αντιπλοιάρχου ήταν ψευδείς και παρά το γεγονός ότι το στέλεχος του Π.Ν. γνώριζε άριστα το ψεύδος τους, δεν δίστασε να τους διαδώσει μέσω διαδικτύου. Ειδικότερα, προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία ότι η παθούσα ουδέποτε του έταξε εντυπωσιακά αποτελέσματα. Κατά την απολογία του ο ίδιος ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι η εγκαλούσα ουδέποτε του ανέφερε ποσοστό κουρέματος. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο μάρτυρας υπεράσπισης του κατηγορουμένου, Μ.Ν., ο οποίος ήταν παρών κατά την πρώτη επαφή της δικηγόρου με τον κατηγορούμενο και κατέθεσε με ειλικρίνεια στο ακροατήριο ότι ουδέποτε του έταξε θεαματικά αποτελέσματα.

 

Επιπλέον, το ποσό των …….. χιλιάδων ευρώ που κατέβαλε ο Μ…….. στην εγκαλούσα αποτέλεσε αντικείμενο προηγούμενης και ξεκάθαρης μεταξύ τους συμφωνίας. Ο Αντιπλοίαρχος γνώριζε ότι το εν λόγω ποσό δεν αντιστοιχεί σε δυο ώρες δουλειάς αλλά αφορούσε σε ολόκληρη την προετοιμασία του φακέλου της υπόθεσής του, την επικοινωνία της με τα στελέχη της τράπεζας, την σύνταξη του πρακτικού διαμεσολάβησης αλλά και τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής της δικηγόρου Αθηνών στο ……………, στην οποία ο ίδιος επέλεξε να απευθυνθεί.

 

 Εξάλλου, η αμοιβή της δικηγόρου συμφωνήθηκε να καταβληθεί προκαταβολικά και το ύψος της ουδόλως είχε συμφωνηθεί να τελεί σε συνάρτηση με το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης. Επομένως, αποδείχθηκε ότι με τις αναρτήσεις του ο κατηγορούμενος θέλησε να πλήξει το επαγγελματικό status της εγκαλούσας γνωρίζοντας το ψεύδος των ισχυρισμών που διατύπωσε στο διαδίκτυο. Συνεπώς, κατά την πλειοψηφούσα γνώμη των μελών του Δικαστηρίου πληρούται η αντικειμενική και η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης και θα πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη για την οποία κατηγορείται. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι όσον αφορά στην από 9-10-2021 ανάρτηση του κατηγορουμένου ότι δεν έμεινε ευχαριστημένος από τις υπηρεσίες (ενν. της δικηγόρου Άννας Κορσάνου), αυτή διαλαμβάνει έκφραση της προσωπικής του γνώμης, η οποία ουδόλως υποκρύπτει συμβάντα που συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας της εγκαλούσας και γι’ αυτό το Δικαστήριο ομόφωνα απαλείφει την προαναφερθείσα έκφραση από το ένδικο κατηγορητήριο.

 

Κατά τη γνώμη όμως των ναυτοδικών Σταθούλια Βασιλείου και Καβαλαράκη Εμμανουήλ ο κατηγορούμενος προέβη στις επίμαχες αξιολογήσεις επειδή δεν ήταν ευχαριστημένος από τις υπηρεσίες της εγκαλούσας, χωρίς όμως να επιθυμεί να την συκοφαντήσει και γι’ αυτό το λόγο ο Αντιπλοίαρχος κατά την άποψή τους πρέπει να αθωωθεί ελλείψει δόλου.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Αφού έλαβε υπόψη και τα άρθρα: 193 παρ. 1, 194 παρ. 1 περ. β', 198 παρ. 1, 199 παρ. 1 και 213 παρ. 1 ΣΠΚ, 339, 340, 342, 343, 344, 350, 351, 357, 358, 362, 364, 365, 366, 367, 368, 369, 370 και 372 του ΚΠΔ.

 

Δικάζει τον παρόντα κατηγορούμενο Μ.Ε. του Γ. και της Α., που γεννήθηκε το έτος ……. στο ……… και κατοικεί στο ………… (οδός: ……, αρ: …..), Αντιπλοίαρχο ΠΝ, με AM:, που υπηρετεί στην ………..

 

Κηρύσσει, κατά πλειοψηφία, διά ψήφων τριών έναντι δύο (3-2). Τον ανωτέρω κατηγορούμενο ένοχο για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης δημόσια μέσω του διαδικτύου κατ' εξακολούθηση (μερικότερες πράξεις 2), που τελέσθηκαν στην Αθήνα, την 8-10-2021 και 9-10-2021, με απάλειψη από το κατηγορητήριο της φράσης «Δεν είμαι ευχαριστημένος από τις υπηρεσίες» και, συγκεκριμένα, ένοχο του ότι, ενώ ήταν στρατιωτικός, δηλαδή Αντιπλοίαρχος της δυνάμεως του ΝΣ/ΔΔ, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος (μερικότερες πράξεις 2), ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων για άλλον δημόσια μέσω του διαδικτύου γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του και τα οποία ήταν ψευδή, αν και γνώριζε ότι τα γεγονότα αυτά ήταν ψευδή.

 

Συγκεκριμένα,

α) στην Αθήνα την 08-10-2021 συνέταξε και δημοσίευσε ο ίδιος με την ιδιότητα του ως ιδιοκτήτης και χρήστης προσωπικού λογαριασμού ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον ιστότοπο της …………. με το όνομα «Μ……. Μ.» σχόλιο κειμένου στη σελίδα  της δικηγόρου Άννας Κορσάνου, με την οποία είχε επαγγελματική συνεργασία το 2019, στο οποίο ανέφερε, επί λέξει: «Μακριά!!! Μου έταζε θεαματικά αποτελέσματα, κούρεμα οφειλής κλπ κλπ. Ακόμα κλαίω τα ……… χιλιάρικα που μου πήρε για 2 ώρες δουλειά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα», γεγονότα που αναφέρονταν στην νομική παράσταση δικηγόρου στην υπόθεση διαμεσολάβησης σε διαπραγμάτευση δανείου του με τράπεζα και ήταν άπαντα ψευδή, καθόσον η εν λόγω δικηγόρος δεν υποσχέθηκε κάτι που δεν μπορούσε να εγγυηθεί, ενώ η αμοιβή της συμφωνήθηκε με τον κατηγορούμενο και δεν ανταποκρίνονταν σε δίωρη εργασία, ενώ ο κατηγορούμενος όλα τα ανωτέρω τα ισχυρίστηκε μέσω του διαδικτύου και των ιστότοπων της …………… , εν γνώσει της αναλήθειάς των, καθώς και της δυνατότητας αυτών να βλάψουν την τιμή, την αξιοπρέπεια και την κοινωνική και επαγγελματική υπόσταση της δικηγόρου Άννας Κορσάνου, εμφανίζοντας αυτήν ως αναξιόπιστη επαγγελματία που εξαπατά τους εντολείς της, και

 

β) Στην Αθήνα την 9-10-2021 συνέταξε και δημοσίευσε ο ίδιος με την ιδιότητα του ως ιδιοκτήτης και χρήστης προσωπικού λογαριασμού ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον ιστότοπο της ……………. και με το όνομα «Μ……. Μ.» σχόλιο κειμένου στη σελίδα ………………… της δικηγόρου Άννας Κορσάνου, με την οποία είχε επαγγελματική συνεργασία το έτος 2019, στο οποίο ανέφερε επί λέξει: «Το κόστος δυσανάλογο του αποτελέσματος», γεγονός που αναφέρονταν στην νομική παράσταση της δικηγόρου στην υπόθεση διαμεσολάβησης σε διαπραγμάτευση δανείου του με τράπεζα και ήταν ψευδές, καθόσον η εν λόγω δικηγόρος του παρείχε υπηρεσίες με συμφωνημένο μεταξύ τους κόστος, ενώ ο κατηγορούμενος όλα τα ανωτέρω τα ισχυρίστηκε μέσω του διαδικτύου και των ιστότοπων της ………… , εν γνώσει της αναλήθειάς των, καθώς και της δυνατότητας αυτών να βλάψουν την τιμή, αξιοπρέπεια και την κοινωνική και επαγγελματική υπόσταση της δικηγόρου Άννας Κορσάνου, εμφανίζοντας αυτήν ως αναξιόπιστη και ακατάλληλη επαγγελματία.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου σε δημόσια συνεδρίαση.

 

Πειραιάς, 2 Μαρτίου 2023

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Μετά την απαγγελία της απόφασης αυτής, η Πρόεδρος αποσφράγισε τον φάκελο, εντός του οποίου φυλάσσεται το αντίγραφο ποινικού μητρώου του κατηγορουμένου για δικαστική χρήση και ανέγνωσε αυτό. Συγκεκριμένα, ανέγνωσε το υπ’ αριθμ. πρωτ. ……/…..-2023 Αντίγραφο Ποινικού Μητρώου για δικαστική χρήση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών ……….., από την ανάγνωσή του δε, προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος έχει λευκό ποινικό μητρώο.

 

Η Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο, πρότεινε, αφού αναγνωριστούν υπέρ του κατηγορουμένου, που κηρύχθηκε ένοχος, οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2α' ΠΚ, να επιβληθεί σε αυτόν ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης δημόσια μέσω του διαδικτύου κατ’ εξακολούθηση, η οποία να ανασταλεί για τρία (3) έτη.

 

Ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, αφού έλαβε τον λόγο, δήλωσε ότι συντάσσεται με την εισαγγελική πρόταση ως προς την αναγνώριση των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α' ΠΚ και ζήτησε, επίσης, την αναγνώριση των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 περ. γ’ και δ’ ΠΚ, καθώς το ελάχιστο της εφέσιμης ποινής.

 

Η Εισαγγελέας, αφού έλαβε εκ νέου τον λόγο, πρότεινε να μην αναγνωριστούν τα ελαφρυντικά του άρθρου 84 §2 περ. γ' και δ' ΠΚ που προβλήθηκε από το συνήγορο υπεράσπισης του κατηγορουμένου.

 

Αφού το Δικαστήριο διασκέφθηκε μυστικά, σύμφωνα με τον νόμο, με παρούσα τη Γραμματέα, κατήρτισε την απόφασή του, την οποία η Πρόεδρος δημοσίευσε αμέσως σε δημόσια συνεδρίαση και η οποία έχει ως εξής:

 

Η πράξη, για την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, προβλέπεται και τιμωρείται από τη διάταξη του άρθρου 363 ΠΚ σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1, 14, 16, 17, 18 εδ. γ', 26 εδ. α', 27, 51, 53, 98 παρ.1, 362 ΠΚ.

 

Επειδή, από τον συνδυασμό των άρθρων 84 παρ. 1 και 83 περ. ζ ΠΚ, συνάγεται ότι αν το δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις, μπορεί να μειώσει την ποινή που απειλείται για ένα έγκλημα ως το ελάχιστο όριο του είδους της ποινής. Οι περιστάσεις αυτές απαριθμούνται ενδεικτικά στην παρ. 2 του άρθρου 84 ΠΚ. Ως τέτοιες περιστάσεις θεωρούνται, μεταξύ άλλων, το ότι ο υπαίτιος έζησε σύννομα, έως τον χρόνο που έγινε το έγκλημα, περίσταση που δεν αποκλείεται από μόνη την προηγούμενη καταδίκη του για ελαφρό πλημμέλημα (περ. α'), το ότι στην πράξη του ωθήθηκε από μη ταπεινά αίτια ή από μεγάλη ένδεια ή από την επιβολή προσώπου στο οποίο αυτός οφείλει αυτός υπακοή ή με το οποίο βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης (περ. β'), το ότι στην πράξη του ωθήθηκε από ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος ή παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του προκάλεσε άδικη εναντίον του πράξη (περ. γ'), το ότι επέδειξε ειλικρινή μετάνοια και επιδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξης του (περ. δ'), το ότι συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του, ακόμα και κατά την κράτησή του (περ. ε').

 

Σύμφωνα, εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 79 ΠΚ, με την επιμέτρηση της ποινής καθορίζεται η ανάλογη και δίκαιη τιμωρία του εγκλήματος με βάση τη βαρύτητα της πράξης και το βαθμό ενοχής του υπαιτίου γι’ αυτή. Το δικαστήριο σταθμίζει τα στοιχεία που λειτουργούν υπέρ και σε βάρος του υπαιτίου και συνεκτιμά τις συνέπειες της ποινής για τον ίδιο και τους οικείους του. Για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του: α) τη βλάβη που προξένησε το έγκλημα ή τον κίνδυνο που προκάλεσε, β) τη φύση, το είδος και το αντικείμενο του εγκλήματος, καθώς επίσης όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και τρόπου που συνοδευσαν την προπαρασκευή ή την εκτέλεσή του. Για την εκτίμηση του βαθμού ενοχής του υπαιτίου, το δικαστήριο εξετάζει: α) την ένταση του δόλου ή το βαθμό της αμέλειάς του, β) τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση του εγκλήματος, την αφορμή που του δόθηκε και τον σκοπό που επιδίωξε, γ) τον χαρακτήρα του και τον βαθμό της ανάπτυξής του που επηρέασαν την πράξη, δ) τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του στο μέτρο που σχετίζονται με την πράξη, ε) τον βαθμό της δυνατότητας και της ικανότητάς του να πράξει διαφορετικά, στ) τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια της πράξης και μετά την πράξη και ιδίως τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία του να επανορθώσει τις συνέπειες της πράξης του. Στοιχεία που λειτουργούν υπέρ του υπαιτίου θεωρούνται ιδίως: α) το ότι αυτός διαδραμάτισε έναν σαφώς υποδεέστερο ρόλο σε πράξη που τελέστηκε από πολλούς, β) το ότι τέλεσε την πράξη σε δικαιολογημένη συναισθηματική φόρτιση, γ) το ότι έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση των αρχών χωρίς σημαντική καθυστέρηση, ενώ μπορούσε να διαφύγει, δ) το ότι διευκόλυνε ουσιωδώς την εξιχνίαση του εγκλήματος. Στοιχεία που λειτουργούν σε βάρος του υπαιτίου θεωρούνται ιδίως: α) η κατ’ επάγγελμα τέλεση της πράξης, β) η ιδιαίτερη σκληρότητα, γ) η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του θύματος, δ) το γεγονός ότι το θύμα δεν μπορούσε να προστατεύσει τον εαυτό του, ε) το ότι ο υπαίτιος διαδραμάτισε ιθύνοντα ρόλο σε πράξη που τελέστηκε με συμμετοχή πολλών. Στοιχεία που έχουν αξιολογηθεί από τον νομοθέτη για τον προσδιορισμό της απειλούμενης ποινής δεν λαμβάνονται από το δικαστήριο επιπροσθέτως υπόψη κατά την επιμέτρησή της. Στην απόφαση αναφέρονται ρητά οι λόγοι που δικαιολογούν την κρίση του δικαστηρίου για την επιμέτρηση της ποινής που επέβαλε.

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 98 παρ. 1 του ΠΚ, αν περισσότερες από μία πράξεις του ίδιου προσώπου συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, το δικαστήριο μπορεί, αντί να εφαρμόσει τη διάταξη των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 96 Α παρ. 1, να επιβάλει μία και μόνο ποινή, για την επιμέτρηση της οποίας λαμβάνει υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων.

 

Κατά δε το άρθρο 372 του ΚΠΔ με την τελειωτική απόφαση το δικαστήριο επιβάλλει στους διαδίκους που ηττήθηκαν τα έξοδα, τα οποία περιλαμβάνουν και τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 577 ΚΠΔ), το ύψος των οποίων για τα Στρατοδικεία - Ναυτοδικεία - Αεροδικεία προσδιορίζεται στα διακόσια (200,00) ευρώ (άρθρο 3 παρ. 7 του Ν. 663/1977 και υπ’ αριθμ. 123827/23-12-2010 ΚΥΑ Υπουργών Οικονομικών - Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ΦΕΚ Β', 1991/23-12-2010).

 

Έχοντας όλα τα παραπάνω στοιχεία υπόψη, το Δικαστήριο κρίνει ομόφωνα ότι συντρέχουν υπέρ του κατηγορουμένου, που κηρύχθηκε ένοχος, οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α' ΠΚ, για τον λόγο ότι ο υπαίτιος έζησε σύννομα έως το χρόνο που έγινε το έγκλημα, όπως προκύπτει από τα αναγνωσθέντα έγγραφα και ιδίως από το αντίγραφο του ποινικού μητρώου του για δικαστική χρήση, το οποίο είναι λευκό, όχι όμως και οι ελαφρυντικές περιστάσεις της περίπτωσης γ’ και δ’ της παραγράφου 2 της ιδίας διάταξης του άρθρου 84 ΠΚ, τις οποίες, επίσης, ζήτησε να αναγνωριστούν ο συνήγορος του κατηγορουμένου. Συγκεκριμένα, αν και ο εν λόγω αυτοτελής ισχυρισμός υπεβλήθη αορίστως, χωρίς δηλαδή επίκληση συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών που να τον στοιχειοθετούν, το Δικαστήριο ομόφωνα κρίνει ότι δεν προέκυψε ούτε κατ’ ελάχιστον προηγούμενη ανάρμοστη συμπεριφορά της παθούσας, δηλαδή προκλητική, χλευαστική, απρεπής, ανάρμοστη συμπεριφορά πολλώ δε μάλλον άδικη πράξη αυτής σε βάρος του καταδικασθέντος, όταν μάλιστα ο κατηγορούμενος προέβη σ’ αυτήν μετά την πάροδο πλέον των δύο ετών από το πέρας της επαγγελματικής συνεργασίας τους, ώστε να δικαιολογείται η αναγνώριση του ελαφρυντικού της περίπτωσης γ' της παρ. 2 του άρθρου 84 ΠΚ. Επιπλέον η ελαφρυντική περίσταση της έμπρακτης μετάνοιας (περ. δ'), προϋποθέτει έμπρακτη εκδήλωση της μετάνοιας και πρέπει να εκτίθενται και να αποδεικνύονται συγκεκριμένα περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος επιζήτησε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξεώς του, χωρίς να αρκεί η απλή συγγνώμη. Εν προκειμένω, ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου να του αναγνωριστεί η ελαφρυντική περίσταση της περ. δ' δεν προβλήθηκε με τρόπο σαφή και ορισμένο, δηλαδή με αναφορά και θεμελίωση σε όλα τα πραγματικά περιστατικά, αντιθέτως εμφανίστηκε ως προσχηματική, αφού αφενός η διαγραφή της πρώτης αξιολόγησης δεν έγινε επειδή ο ίδιος μετάνιωσε και επεδίωξε να άρει με οιονδήποτε τρόπο τις συνέπειες των πράξεών του αλλά αντίθετα κατόπιν προειδοποίησης από την παθούσα ότι θα ακολουθήσει τις νόμιμες οδούς, την επόμενη δε ημέρα, επανήλθε με νέα συκοφαντική ανάρτηση. Για τους λόγους αυτούς το Δικαστήριο απορρίπτει παμψηφεί τον αυτοτελή ισχυρισμό περί συνδρομής των ελαφρυντικών περιστάσεων των περιπτώσεων γ' και δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 84 ΠΚ.

 

Εξάλλου, με βάση τη βαρύτητα της πράξης, η οποία είναι μεγάλη διότι το αδίκημα τελέστηκε δημόσια μέσω διαδικτύου με αποτέλεσμα να πληγεί με δυο εξακολουθητικές πράξεις η επαγγελματική υπόσταση της παθούσας ενώπιον αορίστου αριθμού προσώπων και το βαθμό της ενοχής του υπαιτίου, ο οποίος είναι ομοίως επαυξημένος αφού ο καταδικασθείς γνωρίζοντας το ψεύδος των ισχυρισμών του δεν δίστασε να προβεί στις δυσφημιστικές αναρτήσεις σε βάρος της παθούσας, ανώνυμα και μάλιστα δυο ολόκληρα χρόνια μετά τη λήξη της συνεργασίας τους, στοιχεία τα οποία αποτυπώνονται στα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν κατά την αποδεικτική διαδικασία και αξιολογούνται υπό το πρίσμα όσων αναπτύσσονται πιο πάνω κατά την ανάλυση των σχετικών διατάξεων, το Δικαστήριο κρίνει ομόφωνα ότι πρέπει να επιβληθεί στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης οκτώ (8) μηνών για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης δημόσια μέσω του διαδικτύου κατ' εξακολούθηση (μερ.πρ.2), καθώς επίσης και να καταδικασθεί αυτός στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, το ποσό των οποίων ορίζει στα διακόσια (200) ευρώ.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 99 παρ. 1 εδ. α’ του ΠΚ, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 9 του ν. 4855/2021: «Αν κάποιος καταδικαστεί σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, το δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για διάστημα από ένα έως τρία έτη, εκτός αν κρίνει, με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία στοιχεία, ότι η εκτέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον καταδικασθέντα από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων». Η εν λόγω διάταξη δεν εξαρτά τη χορήγηση αναστολής από προηγούμενες καταδίκες. Προσέτι, κατά το άρθρο 99 παρ. 1 εδ. α’ και β’ του ΠΚ, όπως ισχύει κατόπιν της αντικατάστασής του με το άρθρο 9 του ν. 4855/2021 (έναρξη ισχύος σύμφωνα με το άρθρο 203 αυτού: 12-11-2021): «Αν κάποιος που δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για εγκλήματα δόλου σε στερητική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη από τρία (3) έτη με μία ή με περισσότερες αποφάσεις, που οι ποινές τους δεν υπερβαίνουν συνολικά το πιο πάνω όριο, καταδικαστεί σε τέτοια ποινή που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη, το δικαστήριο με απόφασή του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από ένα (1) και ανώτερο από τρία (3) έτη. Αν το δικαστήριο κρίνει, με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία της απόφασης στοιχεία, ότι η εκτέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων, εφαρμόζει το άρθρο 104 Α ΠΚ, εκτός αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του, οπότε διατάσσει την εκτέλεση μέρους ή ολόκληρης της ποινής». Εν προκειμένω, για τον κατηγορούμενο που δεν έχει ξανακαταδικαστεί αμετάκλητα, ευμενέστερη διάταξη είναι αυτή του άρθρου 99 παρ. 1 του ΠΚ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 9 του ν. 4855/2021, εφόσον παρέχει τη δυνατότητα ακόμα και όταν η εκτέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία, να εφαρμοστεί το άρθρο 104 Α ΠΚ (μετατροπή της φυλάκισης σε κοινωφελή εργασία).

 

Επομένως, κατά την ομόφωνη γνώμη των μελών του Δικαστηρίου, θα πρέπει να ανασταλεί η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο για διάστημα τριών (3) ετών, σύμφωνα με το άρθρο 99 παρ. 1 του ΠΚ, όπως ισχύει κατόπιν αντικατάστασής του με το άρθρο 9 του ν. 4855/2021.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Αφού έλαβε υπόψη και τα άρθρα 213 παρ.1 ΣΠΚ, 369, 372 και 577 ΚΠΔ

 

Δέχεται, ομόφωνα, ότι συντρέχουν υπέρ του κατηγορουμένου, που κηρύχθηκε ένοχος, οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α' του ΠΚ.

 

Απορρίπτει, ομόφωνα, τον υποβληθέντα υπό του συνηγόρου υπερασπίσεως ισχυρισμό περί αναγνώρισης των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 περ. γ’ και δ’ του ΠΚ.

 

Καταδικάζει, παμψηφεί, τον κατηγορούμενο που κηρύχθηκε ένοχος σε ποινή φυλακίσεως οχτώ (8) μηνών.

 

Καταδικάζει, παμψηφεί, τον κατηγορούμενο στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, το ποσό των οποίων ορίζεται στα διακόσια (200,00) ευρώ.

 

Διατάσσει, παμψηφεί, την αναστολή εκτελέσεως της επιβληθείσας ως άνω ποινής φυλακίσεως για τρία (3) έτη.

 

Κατόπιν, η Πρόεδρος, αφού δημοσίευσε την ίδια ημέρα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου την πιο πάνω απόφαση, ενημέρωσε τον καταδικασθέντα ότι έχει δικαίωμα από τον νόμο να ασκήσει κατά της απόφασης το ένδικο μέσο της έφεσης, σύμφωνα με τους ειδικούς ορισμούς του νόμου γι’ αυτό.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, σε δημόσια συνεδρίαση.

 

Πειραιάς, 2 Μαρτίου 2023

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ