ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΕφ(Ασφ.Μ.)Αθ 654/2025
Άρση της χρηματικής ποινής ύψους χιλίων πεντακοσίων [1.500] ευρώ που επιβλήθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση στον αιτούντα, κατ' άρθρο 205 του Κ.Πολ.Δ., γιατί δεν αποδείχθηκε άμεσος δόλος του εκκαλούντος κατά την άσκηση της ένδικης αιτήσεως, ούτε ότι αυτή ήταν προφανώς αβάσιμη, ούτε όμως αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών έχοντας άμεσο δόλο ενήργησε παρελκυστικά ή δεν τήρησε τους κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή ενήργησε κατά παράβαση του καθήκοντος
αληθείας κατά τη διεξαγωγή της δίκης.
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ
ΜΕΤΡΩΝ
Αριθμός 654/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 9°
Αποτελούμενο από τη Δικαστή
Μαρία I. Παπαδοπούλου, Εφέτη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης
του Εφετείου Αθηνών και το Γραμματέα Μιχάλη Αλεξάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριο του στις 12 Δεκεμβρίου 2024, για να δικάσει την υπόθεση:
Του καλούντος-εκκαλούντος:
., κατοίκου Ελληνικού Αττικής, οδός . και ήδη προσωρινά διαμένοντος στην Λεμεσό
Κύπρου, ., με ΑΦΜ ., ο οποίος εκπροσωπήθηκε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στο
ακροατήριο, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Γεωργίου (ΑΜ/ΔΣΑ 12180).
Της καθ
'ης η κλήση-εφεσίβλητης: ., κατοίκου Αμπού Ντάμπι
Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (HAE.), . street ., . και
προσωρινά διαμένουσας στην Άνω Γλυφάδα Αττικής, οδός ., με ΑΦΜ ., η οποία δεν
εκπροσωπήθηκε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στο ακροατήριο από πληρεξούσιο
δικηγόρο.
Ο αιτών-ήδη εκκαλών κατέθεσε
εις βάρος της καθ'ης η αίτηση, ενώπιον του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών την από 24-03-2023 (αρ.εκθ.καταθ.
./04-04-2023) αίτηση του. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε
την ένδικη αίτηση με την από 03-07-2023 (αρ.εκθ.καταθ.
./05-07-2023) αίτηση της εδώ εφεσίβλητης (που δεν είναι αντικείμενο της
παρούσας δίκης), αντιμωλία των διαδίκων, με την 4239/2023 οριστική απόφαση του,
απέρριψε την ένδικη αίτηση ως αβάσιμη κατ'ουσίαν και
έκανε εν μέρει δεκτή την αίτηση της εδώ εφεσίβλητης ως βάσιμη κατ'ουσίαν.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο αιτών-ήδη εκκαλών με την από 22-09-2023 (αρ.εκθ.καταθ../25-09-2023) έφεση του, η συζήτηση της οποίας
προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 16ης-1 1-2023 και κατόπιν αναβολής για τη
δικάσιμο της 07ης-03-2024, οπότε και συζητήθηκε και εκδόθηκε επ'αυτής η 1890/2024 μη οριστική απόφαση αυτού του
Δικαστηρίου που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της. Ήδη με την από 20-06-2024 (αρ.εκθ.καταθ../25-06-2024) κλήση του ο εκκαλών επανέφερε προς συζήτηση την ένδικη έφεση, η οποία
προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και
εγγράφηκε στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη
σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε ερήμην της εφεσίβλητης. Ο
πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε όπως ανωτέρω
μνημονεύεται, κατέθεσε έγγραφες προτάσεις, στις οποίες αναφέρθηκε και ζήτησε
όσα σε αυτές εκτίθενται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου
524 παρ. 4 του ΚΠολΔ «Σε περίπτωση ερημοδικίας του
εφεσίβλητου ως προς την έφεση η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός
παρών. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος ως προς την αντέφεση. Ο παριστάμενος διάδικος υποχρεούται μέσα σε πέντε
ημέρες από τη συζήτηση να προσκομίσει αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και
των προτάσεων του αντιδίκου του, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς
και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που λήφθηκαν κατ' αυτήν. Διαφορετικά
κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση.». Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 524 παρ. 4 του
ΚΠολΔ, έχει εφαρμογή και όταν το δικαστήριο
επιλαμβάνεται της εκδίκασης εφέσεως κατά απόφασης ασφαλιστικών μέτρων.
Περαιτέρω, κατ' εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν
ακρόασης και της τήρησης προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 του ΚΠολΔ), σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε διαδίκου,
εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο αν νόμιμα φέρεται προς συζήτηση η
υπόθεση στο Δικαστήριο, η οποία μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης
συντελείται, κατά το άρθρο 498 του ΚΠολΔ, με κλήση,
κατά την προσδιορισθείσα με επιμέλεια του διαδίκου δικάσιμο, η οποία επιδίδεται
στον αντίδικο και δεν αρκεί μόνο ο προσδιορισμός δικασίμου, αλλά απαιτείται και
επίδοση της κλήσης, η οποία* έχει τα ίδια αποτελέσματα και για εκείνον, με
παραγγελία του οποίου έγινε, και υποδηλώνει τη βούληση του ότι επιθυμεί την
εκδίκαση της. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, στην περίπτωση της ερημοδικίας του
εφεσίβλητου, αν τη συζήτηση επισπεύδει ο εκκαλών και απουσιάζει ο εφεσίβλητος,
το δικαστήριο οφείλει να εξετάσει το νομότυπο της κλήτευσης του εφεσίβλητου και
σε περίπτωση απουσίας του παρά τη νόμιμη κλήτευση του να προχωρήσει στη
συζήτηση σαν να ήταν και αυτός παρών.
Στην προκειμένη περίπτωση,
ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αρμοδίως κατ' άρθρο 19 του ΚΠολΔ,
φέρεται προς συζήτηση με την από 20-06-2024 (αρ. εκθ.καταθ../25-06-2024) κλήση η από 22-09-2023 (αρ.εκθ.καταθ../25-09-2023) έφεση κατά της 4239/2023
οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που συνεκδίκασε
κατ' αντιμωλία των διαδίκων, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα
2,7,8,11 Συμβάσεως Χάγης για αστικά θέματα διεθνούς απαγωγής παιδιών που
κυρώθηκε με το Ν.2102/1992 και 682 επ. του ΚΠολΔ), την από 24-03-2023 (αρ.εκθ.καταθ../04-04-2023)
αίτηση του εδώ εκκαλούντος και την από 03-07-2023 (αρ.εκθ.καταθ.
./05-07-2023) αίτηση της εδώ εφεσίβλητης (που δεν αποτελεί αντικείμενο της
παρούσας δίκης) και δη μετά την έκδοση της 1890/2024 μη οριστικής απόφασης του
παρόντος Δικαστηρίου, η οποία κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της ένδικης
εφέσεως. Έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τα άρθρα 495, 511,
513 παρ. 1 εδ. β', 516 παρ. 1, 517 εδ. α', 518 παρ.2 σε συνδ. με άρθρα 144 επ.,
καθώς και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ, προ πάσης επιδόσεως
της εκκαλουμένης οριστικής αποφάσεως, καθόσον από τα προσκομιζόμενα από τον
εκκαλούντα έγγραφα δεν προκύπτει το αντίθετο και εντός της καταχρηστικής
προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης αποφάσεως
(20-07-2023) κατ' άρθρο 518 παρ.2 του ΚΠολΔ, ενώ για
το παραδεκτό της δεν απαιτείται από τον εκκαλούντα η κατάθεση παράβολου του
Δημοσίου, διότι εισάγεται υπόθεση του άρθρου 592 αρ.
3 περ. α, β του ΚΠολΔ, που εξαιρείται της σχετικής
υποχρέωσης κατ' άρθρο 495 παρ. 3 τελ. εδ. του ιδίου
ως άνω Κώδικα. Πρέπει, επομένως, η ανωτέρω ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή
και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, ήτοι ως προς
το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ερήμην
της εφεσίβλητης. Ειδικότερα, σύμφωνα με την υπ'αριθμόν
./29-09-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του
Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ., που επικαλείται και
προσκομίζει ο εκκαλών, προέκυψε ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της
κρινόμενης έφεσης με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για
την αρχική δικάσιμο της 16ης-11-2023 επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην
αντίκλητο δικηγόρο της εφεσίβλητης, Ελένης Κουτσουλέλου.
Κατά την ανωτέρω δικάσιμο η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο
της 07ης-03-2024, κατά την οποία η εφεσίβλητη παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων
δικηγόρων της, η δε υπόθεση συζητήθηκε και εκδόθηκε επ' αυτής η 1890/2024 μη
οριστική απόφαση αυτού του Δικαστηρίου που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της.
Ακολούθως, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμόν .Γ/02-08-2024 έκθεση επίδοσης του
ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κλήσης
-επανάληψης της συζήτησης της ένδικης εφέσεως, με πράξη προσδιορισμού δικασίμου
και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας,
επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην ίδια ως άνω αντίκλητο δικηγόρο της
εφεσίβλητης, Ελένη Κουτσουλέλου [βλ. την από
29-05-2024 εξώδικη δήλωση της εφεσίβλητης που επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις
03-06-2024, με την οποία του γνωστοποιεί ότι έχει διορίσει ως αντικλήτους και
δεκτικές κοινοποιήσεων και επιδόσεων, την ανωτέρω δικηγόρο, καθώς και τη
δικηγόρο Αθηνών, Λήδα Καπαγιαννίδου, είτε από κοινού
είτε στην κάθε μία ξεχωριστά]. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του
οικείου πινακίου, η εφεσίβλητη δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από
πληρεξούσιο δικηγόρο και συνεπώς πρέπει να δικασθεί ερήμην, όπως ελέχθη ανωτέρω, πλην όμως, η διαδικασία θα προχωρήσει σαν
να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρο 524 παρ. 4 εδ. α' του
ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι ο παριστάμενος, δια του
πληρεξούσιου δικηγόρου του, εκκαλών, προσκομίζει, για το παραδεκτό της
συζητήσεως της εφέσεως, κατ' άρθρο 524 παρ. 4 εδ. γ'
και δ' του ΚΠολΔ, αντίγραφα του εισαγωγικού
δικογράφου, που κατατέθηκε στην πρωτοβάθμια δίκη και του δικογράφου των
προτάσεων (σημειώματος) της αντιδίκου του.
Με την ένδικη αίτηση του ο
αιτών-ήδη εκκαλών εξέθετε ότι από το γάμο του με την καθ'ης
η αίτηση-ήδη εφεσίβλητη, απέκτησε στις 25-09-2020 ένα άρρεν τέκνο, τον ., που
γεννήθηκε στο Αμπού Ντάμπι Η.Α.Ε., την επιμέλεια του
οποίου ασκούσαν από κοινού. Ότι στις 25-08-2022, η καθ'ης,
αφού απέσπασε μία έγγραφη συναίνεση του για να επισκεφθεί τους γονείς της στο
Αμπού Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, όπου
διαμένουν μόνιμα, μαζί με το ανήλικο τέκνο τους, απομάκρυνε αυτό από τον τόπο
της κοινής κατοικίας τους στην Ελλάδα και το μετέφερε στο Αμπού Ντάμπι. έκτοτε δε εξαφανίσθηκε, αποστερώντας του το ανήλικο
τέκνο του και συνακόλουθα το δικαίωμα συνάσκησης της
γονικής μέριμνας του προσώπου του. Ότι η καθ'ης
αδυνατεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της ως μητέρας. Με βάση αυτά τα
πραγματικά περιστατικά ζητούσε να υποχρεωθεί η καθ'ης
να επιστρέψει το ανήλικο τέκνο τους στον τόπο της κύριας και συνήθους διαμονής
τους στην Ελλάδα, να του ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια του προσώπου του και να
υποχρεωθεί η καθ'ης να του το παραδώσει με απειλή εις
βάρος της προσωπικής κράτησης μέχρι [6] μηνών και χρηματική ποινή [1.000] ευρώ
για κάθε παράβαση της εκδοθεισομένης αποφάσεως. Το
πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε την ένδικη
αίτηση με την από 03-07-2023 (αρ.εκθ.καταθ.
./05-07-2023) αίτηση της εδώ εφεσίβλητης (που δεν αποτελεί αντικείμενο της
παρούσας δίκης), αντιμωλία των διαδίκων, με την 4239/2023 οριστική απόφαση του,
απέρριψε την ένδικη αίτηση ως αβάσιμη κατ'ουσίαν.
Από το συνδυασμό των
διατάξεων των άρθρων 294, 297 και 299 του ΚΠολΔ, τα
οποία εφαρμόζονται και στην κατ' έφεση δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 του
ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο εκκαλών μπορεί να παραιτηθεί
από το δικόγραφο της έφεσης. Η παραίτηση γίνεται με δήλωση του εκκαλούντος που
καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον εφεσίβλητο ή με
τις προτάσεις του (άρθρο 297 του ΚΠολΔ, ως ισχύει
μετά το Ν. 4335/2015). Η ως άνω παραίτηση έχει ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με την
διάταξη του άρθρου 295 παρ. 1 του ΚΠολΔ που ορίζει
ότι η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή
θεωρείται πως δεν ασκήθηκε και ότι ο περιορισμός του αιτήματος θεωρείται ως
μερική παραίτηση από το δικόγραφο, ότι το ένδικο μέσο της έφεσης θεωρείται πως
δεν ασκήθηκε κατά το μέρος που υπάρχει παραίτηση από το δικόγραφο αυτής [βλ.
και ΕφΑΘ 1033/2023, ΕφΑνΚρητ
70/2017, ΕφΑΘ 1739/2002, ΕφΑΘ
3041/1994, ΕφΑΘ 7821/1984 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Στην
προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών, με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του που
καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και με
τις προτάσεις του, παραιτήθηκε από όλους τους λόγους της ένδικης έφεσης που
άσκησε κατά της ανωτέρω αποφάσεως, πλην του έκτου λόγου, με τον οποίο διατύπωσε
παράπονα για την χρηματική ποινή του άρθρου 205 του ΚΠολΔ,
ύψους 1.500 ευρώ, που του επέβαλε η εκκαλουμένη απόφαση, δεχόμενη κατ'εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των
αποδείξεων ότι από άμεσο δόλο παραβίασε το καθήκον αληθείας και άσκησε προφανώς
αβάσιμη αίτηση. Πρέπει, συνεπώς, μετά τη γενομένη νομότυπη [μερική] παραίτηση,
σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, να θεωρηθεί ως μη ασκηθείσα
η έφεση ως προς τους πέντε πρώτους λόγους της (άρθρα 295 παρ. 1, 299 του ΚΠολΔ) και να εξεταστεί μόνο ως προς τον έκτο λόγο της, τον
οποίο ο εκκαλών ζητεί να γίνει δεκτός ως βάσιμος και να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη απόφαση προκειμένου να αρθεί η
ανωτέρω χρηματική ποινή και τέλος να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των
διαδίκων.
Κατά τη διάταξη του άρθρου
205 του ΚΠολΔ, το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, με την
οριστική απόφαση του, επιβάλλει στο διάδικο ή το νόμιμο αντιπρόσωπο του ή στο
δικαστικό του πληρεξούσιο, ανάλογα με την ευθύνη του καθενός, χρηματική ποινή
από χίλια [1000] ευρώ] έως δύο χιλιάδες πεντακόσια [2500] ευρώ, που περιέρχεται
στο Δημόσιο, ως δημόσιο έσοδο, αν προκύπτει από τη δίκη που έγινε, ότι αν και
γνώριζαν: 1] άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή ή παρέμβαση ή προφανώς
αβάσιμο ένδικο μέσο ή 2] διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους
κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή το καθήκον αληθείας. Με τη
διάταξη αυτή η οποία εναρμονίζεται με το άρθρο 116 του ΚΠολΔ.
καθιερώνεται αποκλειστικά για την εξασφάλιση της διαδικαστικής τάξης, χωρίς
καμία επίδραση στο περιεχόμενο της απόφασης, η υποχρέωση του δικαστηρίου και
όχι η διακριτική ευχέρεια αυτού, για την επιβολή χρηματικής ποινής, που
περιέρχεται στο Δημόσιο, εφόσον διαπιστωθεί δικονομική συμπεριφορά, η οποία
έχει αρνητική επενέργεια στην απονομή της δικαιοσύνης. Κύρια προϋπόθεση για την
επιβολή της ποινής τάξης του άρθρου 205 του ΚΠολΔ,
αποτελεί το στοιχείο της υπαιτιότητας με τη μορφή άμεσου δόλου, χωρίς να αρκεί
ενδεχόμενος δόλος ή αμέλεια [ΑΠ 1211/2021, ΑΠ 489/2016, ΑΠ 1443/2014]. Η
απαρίθμηση περί προφανώς αβάσιμης αγωγής, ανταγωγής ή παρέμβασης ή προφανώς
αβάσιμου ενδίκου μέσου είναι ενδεικτική και πρέπει να γίνει δεκτό ότι από το
όλο πνεύμα και το σκοπό της διάταξης, καταλαμβάνει κάθε μορφής αίτηση παροχής
έννομης προστασίας. Ως προφανώς αβάσιμο, κατά την έννοια της διάταξης αυτής,
νοείται το μέσο προστασίας που ασκήθηκε ενώ ήταν απαράδεκτο ή νομικώς ή
ουσιαστικώς αβάσιμο ή ο ισχυρισμός που προτάθηκε ήταν αναληθής. Η απόρριψη της
αγωγής ή του ενδίκου μέσου ως νόμω ή κατ' ουσίαν αβάσιμου δεν υποδηλώνει και παράβαση της παραπάνω
διάταξης [ΑΠ 1211/2021, ΑΠ 738/2012].
Από όλα τα έγγραφα που
προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο αιτών-ήδη εκκαλών για να ληφθούν υπόψη είτε προς
άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία
γίνεται ειδική μνεία χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κανένα από αυτά, και από τα
διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία αυτεπαγγέλτως λαμβάνονται υπόψη, κατ' άρθρον 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ,
αποδείχθηκαν, ως προς το ενδιαφέρον την παρούσα δίκη ζήτημα της επιβολής
χρηματικής ποινής, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο
θρησκευτικό γάμο στις 29-12-2019 από τον οποίο απέκτησαν ένα άρρεν ανήλικο
εισέτι τέκνο τον ., που γεννήθηκε στις 25-09-2020 στο Αμπού Ντάμπι
των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Η έγγαμη συμβίωση τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και
ο γάμος τους λύθηκε οριστικά με την 2052/2024 απόφαση του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία δεν έχει καταστεί ακόμη αμετάκλητη. Σύμφωνα με το
από 27-11-2024 πρακτικό επιτυχούς διαμεσολάβησης που προσκόμισε μετ' επικλήσεως
ο εκκαλών, οι διάδικοι συμφώνησαν την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας
του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους και περαιτέρω, την ανάθεση της επιμέλειας
του προσώπου του αποκλειστικά στη μητέρα του-εφεσίβλητη. Ως τόπος κατοικίας του
ανηλίκου ορίστηκε η εκάστοτε κατοικία της μητέρας, που κατά την υπογραφή του
ανωτέρω πρακτικού ήταν το Αμπού Ντάμπι Ηνωμένων
Αραβικών Εμιράτων και διεύθυνση η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας, όπου και
διατηρεί τη μόνιμη κατοικία της, ενώ σε περίπτωση αλλαγής διεύθυνσης κατοικίας
έκαστος γονέας οφείλει αμελλητί να ενημερώνει τον άλλο γονέα προς τούτο άμεσα
και χωρίς χρονοτριβή. Με το ίδιο πρακτικό ρυθμίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας
του εκκαλούντος με το ανήλικο τέκνο του, καθώς και η υποχρέωση του εκκαλούντος
προς καταβολή διατροφής για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου του. Ένεκα της
συμβιβαστικής επίλυσης όλων των θεμάτων που αφορούν τους διαδίκους, οι
τελευταίοι παραιτήθηκαν από τα δικόγραφα των αγωγών και των εκατέρωθεν μηνύσεων
που έχουν ασκήσει, με σκοπό την κατάργηση των μεταξύ τους δικών (αστικών και
ποινικών). Περαιτέρω, στο ως άνω πρακτικό οι διάδικοι δήλωσαν ότι, απαλλαγμένοι
από τις αγκυλώσεις και παλινωδίες του παρελθόντος και με αποκλειστικό γνώμονα
το συμφέρον του τέκνου τους, εφόσον η εν λόγω συμφωνία τους είναι σε ισχύ, δεν
διατηρούν ούτε έχουν ουδεμία αξίωση ο ένας έναντι του άλλου, παρούσα,-
παρελθούσα ή μέλλουσα, ενώ επιπλέον συμφώνησαν να παρασταθεί ο εκκαλών στην
παρούσα δίκη προκειμένου να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, μόνο κατά το
μέρος της που του επέβαλε χρηματική ποινή, καθόσον όπως αμφότεροι δήλωσαν
κατωτέρω, έκαστος πλέον αμφιβάλλει περί τον δόλο του άλλου και για τις
προθέσεις και το σκοπό του, λόγω παρερμηνείας των γεγονότων, αφού δόθηκαν από
αμφότερους εκατέρωθεν διευκρινήσεις και εξηγήσεις επί των πραγματικών γεγονότων
και περιστατικών, που δικαιολογημένα δεν γνώριζαν και ούτε μπορούσαν να
γνωρίζουν ή είχαν εσφαλμένη αντίληψη των γεγονότων αυτών και των νομικών
διατάξεων που έπρεπε να εφαρμοστούν.
Κατ'ακολουθίαν των
ανωτέρω και δη από το σύνολο των προσκομιζόμενων μετ'επικλήσεως
αποδεικτικών μέσων, δεν αποδείχθηκε άμεσος δόλος του εκκαλούντος κατά την
άσκηση της ένδικης αιτήσεως, ούτε ότι αυτή ήταν προφανώς αβάσιμη, ούτε όμως
αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών έχοντας άμεσο δόλο ενήργησε παρελκυστικά ή δεν τήρησε
τους κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή ενήργησε κατά παράβαση του
καθήκοντος αληθείας, σύμφωνα με όσα ελέχθησαν και
στην πιο πάνω νομική σκέψη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που με την
εκκαλουμένη απόφαση, έκανε δεκτό το αίτημα που υπέβαλε η καθ'ης
η αίτηση-ήδη εφεσίβλητη και επέβαλε στον αιτούντα-ήδη εκκαλούντα χρηματική
ποινή ύψους [1.500] ευρώ, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις
αποδείξεις και ο σχετικός έκτος λόγος εφέσεως, που υποστηρίζει τα ίδια, πρέπει
να γίνει δεκτός ως βάσιμος. Ακολούθως, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως
προς έρευνα, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως βάσιμη κατ'ουσίαν,
να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς το μέρος της μόνο που αφορά την
επιβολή χρηματικής ποινής στον εκκαλούντα ύψους [1.500] ευρώ και αφού κρατηθεί
η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και δικαστεί εκ νέου η αίτηση ως προς το ίδιο
μέρος (άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ), πρέπει να αρθεί η
χρηματική ποινή ύψους [1.500] ευρώ που επιβλήθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση
στον αιτούντα-εκκαλούντα. Τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας
πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολο τους μεταξύ των διαδίκων, επειδή ο γάμος τους
δεν έχει λυθεί εισέτι αμετάκλητα (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ),
όπως ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ
ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της
εφεσίβλητης την από 22-09-2023 (αρ.εκθ. καταθ../25-09-2023) έφεση κατά της 4239/2023 οριστικής
απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Δέχεται την ως άνω έφεση
τυπικά και κατ'ουσίαν, όπως αυτή παραδεκτά
περιορίστηκε.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη 4239/2023
οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μόνο κατά το μέρος της που
αφορά την επιβληθείσα εις βάρος του αιτούντος
χρηματική ποινή των [1.500] ευρώ.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει κατ' ουσίαν
την από 24-03-2023 (αρ.
εκθ. καταθ../04-04-2023)
αίτηση, κατά το ίδιο μέρος.
Αίρει τη χρηματική ποινή
ύψους χιλίων πεντακοσίων [1.500] ευρώ που επιβλήθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση
στον αιτούντα.
Συμψηφίζει στο σύνολο τους
τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και
δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στην Αθήνα και στο ακροατήριο του,
χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, παρουσία
και του γραμματέα στις 6-02-2025.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ