ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΕφΚακΑθ 384/2025
Προσβολή Προσωπικών Δεδομένων εντολέα από δικηγόρο
του -.
Παράνομη
χρήση προσωπικών δεδομένων εντολέα από δικηγόρο του στα πλαίσια έγκλησης που
άσκησε η δικηγόρος εις βάρος του εντολέως του για
συκοφαντική δυσφήμιση της μέσω
διαδικτύου. Πλήρωση αντικειμενικής υπόστασης άρθρου 38 παρ. 2 Ν 4624/2019.
Άρθρο 25 Ν 4624/2019. Περίπτωση συνδρομής υπέρτερου εννόμου συμφέροντος
συνιστά, ιδίως, η περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία που ζητούνται για την
αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου, είναι απολύτως
αναγκαία και πρόσφορα για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος
ενώπιον δικαστηρίου (αρχή της αναγκαιότητας) και δη ενόψει της συγκεκριμένης
δίκης που εκκρεμεί. Η προσκόμιση των εν λόγω εγγράφων-προσωπικών δεδομένων του εντολέως ήταν απολύτως αναγκαία για την υπεράσπιση των
δικαστικών αξιώσεων της δικηγόρου στα πλαίσια της δίκης για τη συκοφαντική δυσφήμιση είς βάρος
της από τον εντολέα. Τηρήθηκε το αναγκαίο μέτρο της αναλογικότητας από τη
δικηγόρο. Αθώωση κατηγορούμενης δικηγόρου.
(Η απόφαση
δημοσιεύεται επιμελεία της
δικηγόρου Αθηνών Άννας Κορσάνου, Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας)
AΠΟΦΑΣΗ 384/2025
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Γ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ
Πρόεδρος Βήλη
Χρηστίδου
Αντεισαγγελεας
Καλλιρόη Νταικου
Πραξη
Προσβολή Προσωπικών Δεδομένων
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ NOMO
1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 22 παρ.4
του ν. 2472/1997 "Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα", που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την οδηγία 95/46/ΕΚ
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24/10/1995 και όπως ισχύει
μετά τις τροποποιήσεις του με το άρθρο 8 του Ν. 2819/2000 και το άρθρο 34 του
Ν. 2915/2001, «όποιος χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο σε αρχείο
δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών ή τα
αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, καταστρέφει, επεξεργάζεται, μεταδίδει,
ανακοινώνει, τα καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα ή επιτρέπει στα
πρόσωπα αυτά να λάβουν γνώση των εν λόγω δεδομένων ή τα εκμεταλλεύεται με
οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή και αν πρόκειται
για ευαίσθητα δεδομένα με φυλάκιση τουλάχιστον εντός (1) έτους και χρηματική
ποινή τουλάχιστον εντός εκατομμυρίου (1.000.000) έως δέκα εκατομμυρίων
(10.000.000) δραχμών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλες διατάξεις».
2. Περαιτέρω με το άρθρο 84 του ν.
4624/2019 "Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μέτρα εφαρμογής
του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της
27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της
επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ενσωμάτωση στην εθνική
νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και άλλες διατάξεις", που επακολούθησε,
"Ο ν. 2472/1997 "Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα", με την επιφύλαξη των ορισμών του άρθρου 2, όπου
γίνεται ρητή παραπομπή σε αυτούς σε σχετική με τα προσωπικά δεδομένα νομοθεσία,
του δεύτερου έως και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β' του άρθρου 2 για
την ανακοίνωση και δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του εδαφίου
β' της παραγράφου 2 του άρθρου 3, μόνο ως προς τα αδικήματα που περιγράφονται
σε αυτό, του τρίτου έως και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β' της παραγράφου
2 του άρθρου 3 του ανώτερου νόμου για την εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων
επιτήρησης, του άρθρου 13 παράγραφος 3, της σύστασης της Αρχής με την παράγραφο
1 του άρθρου 15, του άρθρου 18 παράγραφοι 2 και 3 και του άρθρου 21 που αφορά
την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 4 του ν.
3471/2006 (Α' 133) τα οποία διατηρούνται σε ισχύ, καταργείται".
3. Σύμφωνα δε με το άρθρο 38 παρ. 1 και
2 του ίδιου νόμου (4624/2019), "1. Όποιος, χωρίς δικαίωμα: α) επεμβαίνει
με οποιονδήποτε τρόπο σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
και με την πράξη του αυτή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών, β) τα αντιγράφει,
αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, συλλέγει, καταχωρεί, οργανώνει, διαρθρώνει,
αποθηκεύει, προσαρμόζει, μεταβάλλει, ανακτά, αναζητεί πληροφορίες, συσχετίζει,
συνδυάζει, περιορίζει, διαγράφει, καταστρέφει, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι
ενός (1) έτους, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. 2. Όποιος
χρησιμοποιεί, μεταδίδει, διαδίδει, κοινολογεί με διαβίβαση, διαθέτει,
ανακοινώνει ή καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα δεδομένα προσωπικού
χαρακτήρα, τα οποία απέκτησε σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 ή
επιτρέπει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα να λάβουν γνώση των δεδομένων αυτών,
τιμωρείται με φυλάκιση, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη..”.
4. Κατά την αιτιολογική έκθεση του εν
λόγω νόμου (4624/2019) στην παράγραφο 1 του άνω άρθρου (38) τυποποιούνται δύο
αυτοτελή ποινικά αδικήματα. Στο πρώτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 38 ν.
4624/2019 τυποποιείται ένα έγκλημα βλάβης της ιδιωτικότητας,
τελούμενο με δύο τρόπους : α) ο πρώτος συνίσταται στην «χωρίς δικαίωμα επέμβαση
στο σύστημα αρχειοθέτησης» δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και στη μέσω της
επέμβασης αυτής λήψη γνώσης του περιεχομένου των δεδομένων. Η επέμβαση
προϋποθέτει θετική ενέργεια, ως μια μορφή «από έξω εισχώρησης/επέμβασης», σε
συστήματα αρχειοθέτησης, η οποία να έχει ως συνέπεια την λήψη γνώσης του
περιεχομένου των δεδομένων, με οποιοδήποτε τρόπο. Δεδομένου δε ότι η λήψη
γνώσης, κατά κανόνα, επέρχεται μέσω προηγηθείσας
"επέμβασης" στο σύστημα αρχειοθέτησης των δεδομένων, καθίσταται
εύκολα αντιληπτός ο λόγος για τον οποίο ο νομοθέτης πρόβλεψε σωρευτικά με την
"επέμβαση" και τη λήψη γνώσης στη νέα νομοτυπική
μορφή του αδικήματος του άρθρου 38 παρ. 1α', ώστε να πληρούνται όλοι οι όροι του
και όχι διαζευκτικά όπως στην περίπτωση του προϊσχύοντος
άρθρου 22 παρ. 4 Ν. 2472/97 (ΑΠ 686/2021 ΤΝΠ
ΝΟΜΟΣ). Αν δεν λάβει χώρα
τέτοια "εισβολή" ή "είσοδος" και ο δράστης τυχόν γνώριζε τα
δεδομένα αυτά από μόνος του ή χωρίς αυθαίρετη έρευνα, παρέμβαση ή διείσδυση,
τότε δεν πληρούται η νομοτυπική
μορφή του αδικήματος (ΑΠ 686/2021, ΑΠ 96/2020, ΑΠ 180/2018, ΑΠ 474/2016 ΤΝΠ
ΝΟΜΟΣ). Αρκεί δε, η επέμβαση αυτή να έχει ως υλικό αντικείμενό της ένα σύστημα
αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ο υπαίτιος να μην έχει
δικαίωμα επεξεργασίας των δεδομένων αυτών, ήτοι τα δεδομένα να αφορούν σε τρίτο
φυσικό πρόσωπο και να μην εμπίπτει ο δράστης σε μία από τις εξαιρέσεις των
άρθρων 21-36 του Ν.4624/2019 και του Κανονισμού 2016/679 Ε.Ε., ώστε να μην έχει
εκ του νόμου δικαίωμα επεξεργασίας και λήψης γνώσης των δεδομένων. Ο όρος
επομένως, "χωρίς δικαίωμα" πληρούται σε
κάθε περίπτωση, όταν η περιγραφόμενη πράξη τελείται με παραβίαση των
προϋποθέσεων που τίθενται στον νόμο (ΑΠ 686/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). β) ο δεύτερος
τρόπος (άρθρο 38 παρ.1β) συνίσταται σε μια ομάδα πράξεων «χρήσης» που
θεωρούνται «επεξεργασία». Οι πράξεις αυτές είναι οι ακόλουθες: αντιγραφή,
αφαίρεση, αλλοίωση, βλάβη, συλλογή, καταχώρηση, οργάνωση, διάρθρωση,
αποθήκευση, προσαρμογή, μεταβολή, ανάκτηση, αναζήτηση πληροφοριών, συσχέτιση,
συνδυασμός, περιορισμός, διαγραφή ή καταστροφή των δεδομένων. Η παραπάνω
περιγραφόμενη συμπεριφορά μπορεί να οδηγεί και στη λήψη γνώσης των δεδομένων,
οι δε παραπάνω πράξεις, δεν συνιστούν απαραίτητα επέμβαση, ήτοι δεν
προϋποθέτουν απαραίτητα, για την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του
αδικήματος, θετική χωρίς δικαίωμα ενέργεια έξωθεν εισβολής-εισχώρησης, που να
επιφέρει με οποιονδήποτε τρόπο υλική επενέργεια σε σύστημα αρχειοθέτησης
δεδομένων. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι δυνατή και η μετά από νόμιμη κατοχή των
δεδομένων, χρήση και επεξεργασία τους, χωρίς δικαίωμα, με έναν από τους
αναφερόμενους στο άρθρο 38 παρ. 1 β' του Ν. 4624/2019 τρόπους. Στην παράγραφο 2
του άνω άρθρου 38 του Ν. 4624/2019, τυποποιείται ένα ξεχωριστό έγκλημα βλάβης,
αλλά μεγαλύτερης απαξίας της ιδιωτικότητας.
Συγκεκριμένα τυποποιούνται πράξεις επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων που
εντάχθηκαν ή πρόκειται να ενταχθούν σε υπάρχον σύστημα αρχειοθέτησης με τη
μορφή της διάθεσης/κοινοποίησης σε μη δικαιούμενα πρόσωπα ως ένα «έγκλημα
χρήσης» των ίδιων δεδομένων, υπό την έννοια της αξιοποίησης των παραπάνω πληροφοριών
με τη διάθεσή τους σε μη δικαιούμενα πρόσωπα. Στην πραγματικότητα, η άνω
προϋπόθεση λειτουργεί, όπως η αντίστοιχη στο έγκλημα «χρήσης» του προϊόντος
τηλεφωνικής υποκλοπής στο άρθρο 370 παρ.3 ΠΚ. Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος να
έχει συλλέξει νομίμως και να έχει στην κατοχή του δεδομένα σε σύστημα
αρχειοθέτησης, αλλά είτε να τα επεξεργάζεται παράνομα εντός της σφαίρας
εξουσίας του, είτε να τα διαθέτει σε τρίτους παρανόμως, δηλαδή χωρίς νόμιμη
βάση επιτρεπτής επεξεργασίας σύμφωνα με τον ΓΚΠΔ (Γ. Νούσκαλης Ποινική
Δικαιοσύνη 2022 σελ. 354).
5. Κατά την ίδια Αιτιολογική Έκθεση
"χωρίς δικαίωμα ενεργεί ο δράστης των αδικημάτων των παραγράφων 1, 2, 3
όταν τελεί τις παραπάνω πράξεις χωρίς να υφίσταται σχετική διάταξη νόμου που να
του το επιτρέπει ή ενεργεί καθ' υπέρβαση άλλης νομικής πράξης (λχ. εσωτερικού
κανονισμού λειτουργίας, σύμβασης κ.ο.κ.). Κατά τον
τρόπο αυτόν, καλύπτονται νομοθετικά και οι περιπτώσεις παράνομης επεξεργασίας
δεδομένων τα οποία νομίμως έχει στην κατοχή του ο δράστης - αυτουργός του
αδικήματος (λχ. λόγω συγκατάθεσης του υποκειμένου τους ή λόγω επεξεργασίας
αυτών για άλλον σκοπό), αλλά τα επεξεργάζεται για διαφορετικό σκοπό από αυτόν
που συναίνεσε το υποκείμενό τους ή εν αγνοία του τελευταίου (ΑΠ 686/2021 ΤΝΠ
ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κάθε φορά που κάποιος αλλάζει παράνομα το σκοπό επεξεργασίας
δεδομένων που είτε κατέχει νόμιμα, είτε παράνομα, η πράξη του αυτή θεωρείται
όχι μόνο ως «παράνομη επεξεργασία», αλλά και και ως
«επέμβαση» σε σύστημα αρχειοθέτησης κατά το άρθρο 38 παρ.1 ν. 4624/2019 (ΑΠ
505/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ", Γ. Νούσκαλης ο.π. σελ.
353).
6. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου
25 του ν. 4624/2019 επιτρέπεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
από ιδιωτικούς φορείς για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν
συλλεχθεί, εφόσον είναι απαραίτητη, μεταξύ άλλων, (περ. β') για τη δίωξη
ποινικών αδικημάτων, (περ. γ) για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών
αξιώσεων, εκτός εάν υπερτερεί το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων να μην
τύχουν επεξεργασίας τα δεδομένα αυτά. Κατά πάγια νομολογία, «τέτοια περίπτωση
συνδρομής υπέρτερου εννόμου συμφέροντος συνιστά, ιδίως, η περίπτωση κατά την
οποία τα στοιχεία που ζητούνται για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση
δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου, είναι απολύτως αναγκαία και πρόσφορα για την
αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου (αρχή της
αναγκαιότητας) και δη ενόψει της συγκεκριμένης δίκης που εκκρεμεί. Όπως δε,
κατ' επανάληψη, έχει κρίνει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων - έστω και υπό το
καθεστώς του προηγούμενου νόμου, το οποίο κατά παρόμοιο τρόπο όριζε (άρθρα 5
και 7 του ν. 2472/1997) ότι «κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς
τη συγκατάθεση, όταν, ε) Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για ικανοποίηση
του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι
τρίτοι, στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο
υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία
αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών"
(8/2005, 9/2005 και 57/2009) η χρήση ενώπιον Δικαστηρίου προσωπικών δεδομένων
που έχουν συλλεγεί χωρίς προηγούμενη συναίνεση του ενδιαφερομένου είναι θεμιτή,
αν ο επιδιωκόμενος σκοπός της προάσπισης των δικαιωμάτων δε μπορεί να
επιτευχθεί με άλλα ηπιότερα μέσα (ΟλΑΠ 1/2017, ΑΠ
79/2020, ΑΠ 813/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
7. Τέλος, το παραπάνω έγκλημα τελείται
μόνο εκ δόλου, έστω και ενδεχόμενου, ενώ οι διατάξεις του ν. 4624/2019 που
ισχύει από 29 Αυγούστου 2019, με τον οποίο όπως προεκτέθηκε
καταργήθηκε ο νόμος 2472/1997 (άρθρο 84 ν. 4624/2019 με την επιφύλαξη των σ'
αυτό αναφερομένων διατάξεων, περιέχουν ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο
μεταχείριση, όπως προκύπτει από την απλή επισκόπηση των διατάξεων των άρθρων 22
παρ.4 ν. 2472/1997 και 38 παρ.1 και 2 του ν. 4624/2019, αφού με το άρθρο 38
παρ. 1 του τελευταίου νόμου για την βασική μορφή του αδικήματος προβλέπεται
ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους, ενώ με το άρθρο 38 παρ. 2 του ιδίου νόμου,
προβλέπεται μόνο ποινή φυλάκισης και όχι και χρηματική ποινή. Εκτός τούτου, το
έγκλημα που προβλεπόταν από το άρθρο 22 του Ν. 2472/97 τιμωρούνταν και στην εξ
αμελείας τέλεσή του, ενώ στο νέο νόμο 4624/19 δεν προβλέπεται έγκλημα και
τιμωρία σε εξ αμελείας τέλεση.
Στην προκειμένη περίπτωση από την
αποδεικτική διαδικασία, που έγινε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και
ειδικότερα, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, από όλα τα
έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, σε συνδυασμό με την απολογία της
κατηγορουμένης, εκτιμωμένων σύμφωνα με την αρχή της ηθικής αποδείξεως (άρθρο
177 Κ.Π.Δ.) και γενικά από όλη τη συζήτηση της υποθέσεως αποδείχθηκαν τα
ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο Ε.Μ., μόνιμος αξιωματικός του Πολεμικού
Ναυτικού, ο οποίος είχε λάβει στεγαστικό δάνειο από την Τράπεζα …………., το έτος
2014, λόγω της οικονομικής στενότητας που αντιμετώπιζε, επεδίωξε την υπαγωγή
του στο ν. 3869/2010, που αφορά τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών
προσώπων, υποβάλλοντας, μέσω του τότε πληρεξουσίου δικηγόρου του, σχετική
αίτηση στο αρμόδιο κατά τόπο Ειρηνοδικείο. Ήδη, από τις αρχές του έτους του
2019, και ενώ η ανωτέρω αίτηση δεν είχε ακόμη εκδικαστεί, ο Μ. επιχείρησε να
έλθει σε εξωδικαστική συμφωνία με την Τράπεζα για τη ρύθμιση της οφειλής του.
Στις 25.02.2019, μετά από διαπραγματεύσεις, η Τράπεζα του πρότεινε μια συμφωνία
με «κούρεμα» της οφειλής του κατά 20.000 ευρώ και διευθέτηση του υπολοίπου
χρέους του δανείου.
Τον Μάρτιο του ιδίου έτους,
ο Μ., θέλοντας να εξεύρει μία ακόμα καλύτερη λύση για τη ρύθμιση του δανείου
του, απευθύνθηκε στην κατηγορουμένη, έμπειρη δικηγόρο, με εξειδίκευση σε
υποθέσεις υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, η οποία, αρχικά, του συνέστησε να αιτηθεί
μόνος του τη ρύθμιση της οφειλής του. Όταν όμως της γνώρισε ότι είχε ήδη λάβει
την πρωτοβουλία αυτή και ότι η Τράπεζα του είχε υποβάλει την ανωτέρω πρόταση, η
οποία δεν τον ικανοποιούσε, του ανέφερε τη δυνατότητα της τραπεζικής
διαμεσολάβησης, στην οποία θα είχε η ίδια ενεργό ρόλο. Σχετικά δε με την
εκκρεμούσα αίτηση για υπαγωγή στον άνω νόμο των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων,
η κατηγορουμένη επισήμανε στον Μ. ότι δεν υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες
ευδοκίμησής της διότι τα εισοδήματα που εμφάνιζε στη φορολογική του δήλωση ήταν
υψηλά και δεν ανταποκρινόταν στο προφίλ των προσώπων που στόχευε να διευκολύνει
ο συγκεκριμένος νόμος. Έτσι, από κοινού συμφώνησαν να προωθήσουν τη λύση της
διαμεσολάβησης, καθώς η προηγούμενη προσφορά της Τράπεζας είχε πλέον λήξει, με
αποτέλεσμα η κατηγορουμένη να ξεκινήσει την εργασία της, ώστε να σχηματιστεί
και να κατατεθεί στα αρμόδια διαμεσολαβητικά όργανα της Τράπεζας ο φάκελος του.
Μετά τη διαμεσολάβηση που έλαβε χώρα παρουσία τόσο του Μ., όσο και της
κατηγορουμένης, στις …...07.2019, η Τράπεζα προέβη σε μια πρόταση, που
προέβλεπε διαγραφή χρέους της τάξης των 19.000 ευρώ περίπου, συνιστάμενη,
αφενός σε κούρεμα εξωλογιστικών τόκων ύψους 7.102
ευρώ και αφετέρου σε περαιτέρω διαγραφή χρέους ύψους 11.894,98 ευρώ, εάν ο Μ.
παρέμενε συνεπής στην καταβολή των δόσεων του δανείου. Την πρόταση αυτή ο
τελευταίος τη θεώρησε κατώτερη των προσδοκιών του, καθώς ο ίδιος, χωρίς τη
διαμεσολάβηση της κατηγορουμένης, είχε επιτύχει συμφερότερη
συμφωνία, χρεώνοντας στην τελευταία αδιαφορία και ανεπάρκεια στην υπεράσπιση
των συμφερόντων του.
Επιπλέον, θεώρησε τον εαυτό
του εξαπατημένο, καθώς, όπως ισχυρίζεται, η κατηγορουμένη του είχε υποσχεθεί
πολύ ευνοϊκότερους όρους ρύθμισης της οφειλής του, ενώ με το επαγγελματικό
προφίλ όπου εμφανίστηκε ως ειδήμων σε τέτοιου είδους υποθέσεις, τον έπεισε να
προχωρήσει στην ανωτέρω διαδικασία, λαμβάνοντας μάλιστα, ως αμοιβή, το ποσό των
3.000 ευρώ, χωρίς να του έχει παράσχει αντίστοιχης αξίας εργασία και με πενιχρά
οικονομικά αποτελέσματα. Την άποψή του αυτή ο Μ. την ανήρτησε
στις 08.10.2021, στην επαγγελματική ιστοσελίδα της κατηγορουμένης,
προβαίνοντας, ανωνύμως, σε αξιολόγησή της, υπό το ακόλουθο περιεχόμενο: «Μακρυά!!! Μου έταζε θεαματικά αποτελέσματα, κούρεμα οφειλής
κλπ. Ακόμα κλαίω τα τρία χιλιάρικα που μου πήρε για 2 ώρες δουλειά χωρίς το
αναμενόμενο αποτέλεσμα».
Όταν η κατηγορουμένη ταυτοποίησε
το πρόσωπο του Μ. στην ανωτέρω αξιολόγηση, την 01.12.2021, κατέθεσε σε βάρος
του έγκληση ενώπιον του Ναυτοδικείου Πειραιώς για συκοφαντική σε βάρος της
δυσφήμιση μέσω διαδικτύου. Μαζί με την έγκληση, ως συνημμένα σχετικά έγγραφα,
υπέβαλε το εκκαθαριστικό του σημείωμα του έτους 2017, όπου αναφέρονται τα
ετήσια εισοδήματά του, καθώς επίσης μια βεβαίωση του Υποπλοιάρχου Π.Ν. ………. ότι
διαμένει στον οικισμό του Ναυστάθμου της ……… Κρήτης, έναντι μηνιαίου μισθώματος
65 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται τα έξοδα του νερού και του ηλεκτρισμού,
τα οποία (έγγραφα) είχαν περιέλθει στην κατοχή της από τον ίδιο τον Μ., στο
πλαίσιο της εκπροσώπησης που της είχε αναθέσει με την προαναφερθείσα τραπεζική
διαμεσολάβηση.
Η υπόθεση εκδικάστηκε στις
02.03.2023 και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 52/2023 απόφαση,
με την οποία ο Μ. καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 8 μηνών για το ανωτέρω
αδίκημα. Ωστόσο, παράλληλα με την έκδοση της απόφασης, παραγγέλθηκε από την
Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου έρευνα σε βάρος της (κατηγορουμένης) για το εάν, με
την προσκόμιση των ανωτέρω συνημμένων της εγκλήσεως εγγράφων, παραβίασε τις
διατάξεις του άρθρου 38 παρ. 2 του ν. 4624/2019. Μετά την ως άνω έρευνα ο
εισαγγελέας πλημμελειοδικών άσκησε σε βάρος της αυτεπαγγέλτως την παρούσα
ποινική δίωξη, καθόσον εκτιμήθηκε ότι προέκυψαν ενδείξεις ότι με την
κοινοποίηση των εν λόγω εγγράφων, αυτή (κατηγορουμένη) προσέβαλε
τα προσωπικά δεδομένα του Μ., καθώς αυτά δεν ήταν απολύτως αναγκαία και
πρόσφορα για την υπεράσπιση της τιμής και υπόληψής της, την οποία επεδίωξε με
την έγκληση που είχε υποβάλει ενώπιον του Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιώς
και παραπέμφθηκε για να δικαστεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου.
Κατά την διεξαχθείσα
ακροαματική διαδικασία, η κατηγορουμένη, προέβαλε
νομότυπα τους κάτωθι αυτοτελείς ισχυρισμούς: α) ότι δεν συντρέχει η πλήρωση της
αντικειμενικής υπόστασης του άρθρου 38 παρ. 2 του ν. 4624/2019, υπό την οποία
διώκεται, καθόσον αυτή προϋποθέτει «επέμβαση» στο αρχείο δεδομένων προσωπικού
χαρακτήρα του εγκαλούντος, την οποία ουδέποτε
διέπραξε, β) συντρέχει ειδικός λόγος άρσης του αδίκου, κατ' άρθρο 25 του ιδίου
νόμου, γ) δεν υφίσταται το στοιχείο της εναντίωσης του Μ. σε βάρος της.
Εξετάζοντας την πράξη της κατηγορουμένης με βάση τις εφαρμοστέες διατάξεις του
ν. 4624/2019, λεκτέα τα ακόλουθα: Η κατηγορουμένη
ήλθε σε νόμιμη γνώση των ανωτέρω εγγράφων του Μ. που αποτελούν δεδομένα
προσωπικού χαρακτήρα σε αρχείο, στο πλαίσιο της σύμβασης εντολής που είχε λάβει
από τον τελευταίο, για να προστατεύσει τα συμφέροντά του έναντι της Τράπεζας,
επιδιώκοντας το «κούρεμα» της δανειακής του οφειλής. Ως εκ τούτου, η
οποιαδήποτε επεξεργασία από την κατηγορουμένη και διάχυση των πληροφοριών αυτών
σε τρίτους οριοθετείται από τον παραπάνω σκοπό, τον
οποίο και έπρεπε να υπηρετεί. Στην προκειμένη όμως περίπτωση η κατηγορουμένη
μετέβαλε τον σκοπό επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων του Μ. που είχε στα
χέρια της και, στο πλαίσιο της έγκλησης που κατέθεσε σε βάρος του Μ. για
συκοφαντική δυσφήμιση μέσω διαδικτύου, τα κοινοποίησε σε τρίτα μη δικαιούμενα
πρόσωπα, ως τέτοια νοούμενα όλα τα δικαστικά πρόσωπα που έλαβαν γνώση της
ανωτέρω ποινικής δικογραφίας. Η πράξη αυτή της κατηγορουμένης, σύμφωνα με τις
υπ' αριθμ. 4 και 5 προαναφερόμενες μείζονες σκέψεις,
συνιστά «παράνομη επέμβαση» στο σύστημα αρχειοθέτησης του Μ., κατ' άρθρο 38
παρ. 1 α του ν. 4624/2019, και όχι απλώς «παράνομη επεξεργασία» των προσωπικών
του δεδομένων, κατ' άρθρο 38 παρ. 1β του ιδίου νόμου. Ακολούθως δε, εφόσον τα
στοιχεία αυτά, τα οποία η κατηγορουμένη απέκτησε κατά την περ. 1 του άρθρου 38
του άνω νόμου, τα κοινοποίησε σε μη δικαιούμενους τρίτους, όπως είναι οι
δικαστές, οι υπάλληλοι, οι επιμελητές και οι εισαγγελείς που ασχολήθηκαν με την
υπόθεσή της, συντρέχει, καταρχήν, και προσβολή, που συντελέστηκε με τη «χρήση»
σε τρίτους των προσωπικών δεδομένων του Μ., κατ' άρθρο 2 του άρθρου 38 του
ιδίου νόμου. Η πράξη αυτή της «χρήσης» των προσωπικών δεδομένων του Μ., από
πλευράς ποινικής απαξίας, είναι βαρύτερη των περιπτώσεων «επέμβασης» και
«επεξεργασίας» του αρχείου, δικαιολογείται δε από τον κίνδυνο που εγκυμονεί η
ανεξέλεγκτη «κυκλοφορία» των δεδομένων. Ενόψει τούτου, η παραπάνω διάταξη, λόγω
της βαρύτερης προβλεπόμενης ποινής (φυλάκιση από 10 ημέρες έως 5 έτη αντί
φυλάκιση έως 1 έτος), απορροφά τις παραβάσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου
38 του ιδίου νόμου (Νούσκαλης, σε Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι, Σαλτάνης/Μαργαρίτης/Ναζίρης, 2024, σελ. 598). Συνεπώς, ο πρώτος ισχυρισμός της
κατηγορουμένης ότι δεν πληρούνται οι αντικειμενικές προϋποθέσεις του άρθρου
38παρ. 2 του ν. 4624/2019, κρίνεται απορριπτέος.
Ωστόσο, βάσιμος πρέπει να
θεωρηθεί ο δεύτερος αυτοτελής ισχυρισμός περί συνδρομής επιτρεπτής συνδρομής
επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του Μ., κατ' άρθρο 25 του ιδίου
ως άνω νόμου. Και τούτο διότι η προσκομιδή των εγγράφων αυτών στο Δικαστήριο,
για την ποινική καταδίκη του εκεί κατηγορουμένου για συκοφαντική δυσφήμιση σε
βάρος της μέσω διαδικτύου, ήταν απολύτως αναγκαία. Ειδικότερα, για να
θεμελιώσει η κατηγορουμένη το ψεύδος της απαξιωτικής
για την επαγγελματική της υπόσταση φράσης «Μακρυά!!!
Μου έταζε θεαματικά αποτελέσματα, κούρεμα οφειλής κλπ. Ακόμα κλαίω τα τρία
χιλιάρικα που μου πήρε για 2 ώρες δουλειά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα», που
διέρρευσε ο Μ. σε βάρος της στην ιστοσελίδα της στο διαδίκτυο και η οποία
αναφέρεται στο ότι του υποσχέθηκε, μέσω νομικών ενεργειών, σημαντικό «κούρεμα»
της τραπεζικής του οφειλής, ήταν αναγκαίο να αποδείξει ότι αυτή ουδέποτε του
υποσχέθηκε τέτοια μείωση του χρέους του, καθόσον ο ίδιος δεν πληρούσε τα
εισοδηματικά κριτήρια, για να τελεσφορήσει η ένταξή του στο νόμο περί
υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, την οποία εκκίνησε με τη συμβουλή και προτροπή
άλλου δικηγόρου, και η οποία θα ήταν ο μόνος τρόπος δραστικής διαγραφής του
δανείου του, όπως επεδίωκε ο ίδιος.
Τα έγγραφα αυτά ελήφθησαν
υπόψη από το Δικαστήριο στην με αριθμό 52/2023 απόφασή του, με την οποία
καταδίκασε τον εκεί κατηγορούμενο για το παραπάνω αδίκημα, καθώς πράγματι από
τα έγγραφα αυτά αποδεικνύονται τα υψηλά εισοδήματα του τελευταίου, τα οποία, σε
συνδυασμό με τις ελάχιστες δαπάνες διαβίωσής του, δοθέντος ότι διέμενε στο
Ναύσταθμο της …….. με ελάχιστη οικονομική επιβάρυνση, δεν θα μπορούσαν να
δικαιολογήσουν την υπαγωγή του στο νόμο των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων.
Συνεπώς, με τον τρόπο αυτό η κατηγορουμένη απέδειξε ότι ουδεμία επαγγελματική
ανεπάρκεια την βάρυνε στον τρόπο εκτέλεσης της εντολής του Μ., η δε
επιτευχθείσα με τη διαμεσολάβηση μείωση του χρέους του ήταν η πλέον
ενδεδειγμένη νομική ενέργεια, την οποία όφειλε και πράγματι εκτέλεσε επαρκώς
για τα συμφέροντα του εντολέα της και άρα τα όσα περιστατικά διέλαβε ο Μ. στο απαξιωτικό του σχόλιο ήταν ψευδή. Επιπλέον, τα έγγραφα αυτά
ήταν απολύτως αναγκαία για την θεμελίωση των ισχυρισμών της κατηγορουμένης,
γεγονός που επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι αυτή δεν προσκόμισε άλλα
προσωπικά έγγραφα του, τα οποία είχε στην κατοχή της από την προηγούμενη αιτία
και τα οποία δεν θα είχαν κάποια ουσιώδη επιρροή στη δίκη εκείνη. Από την άλλη
μεριά η προσκόμιση των εγγράφων αυτών δεν έθιξε κάποιο υπέρτερο δικαίωμα του
Μ., όπως και ο ίδιος κατά την κατάθεσή του στο παρόν Δικαστήριο επιβεβαίωσε,
παρέχοντας μάλιστα, έστω και εκ των υστέρων, ρητά τη συγκατάθεσή του για την
προσκομιδή τους στο Ναυτοδικείο. Κατά συνέπεια, τηρήθηκε από την κατηγορουμένη
το αναγκαίο μέτρο αναλογικότητας που, κατά τα προεκτεθέντα
στη σχετική μείζονα σκέψη, οφείλει να έχει όποιος επιχειρεί επιτρεπτή επέμβαση
στο αρχείο προσωπικών δεδομένων τρίτου προσώπου. Κατ' ακολουθία, πρέπει, για το
λόγο αυτό, να κηρυχθεί αθώα της αποδιδόμενης σ' αυτήν πράξης παράβασης της
παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 4624/2019, όπως η πράξη της περιγράφεται στο
διατακτικό, καθώς είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το
διατακτικό της απόφασης, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο (ΑΠ 452/2022).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ παρούσα την
κατηγορουμένη Ά Κ
ΚΗΡΥΣΣΕΙ αυτήν ΑΘΩΑ του ότι:
Στην Αθήνα την 1.12.2021 με πρόθεση
αφαίρεσε χωρίς δικαίωμα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα άλλου από σύστημα
αρχειοθέτησης, τα χρησιμοποίησε και τα κατέστησε γνωστά σε μη δικαιούμενα
πρόσωπα………………………………
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και
δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριό του σε δημόσια συνεδρίαση.
Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 2025
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΦΕΤΩΝ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ