ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΘεσ 11798/2024

 

 

Μη νόμιμος περιορισμός απαίτησης σε διαταγή πληρωμής -.

 

 

Ο περιορισμός του αιτούμενου ποσού με την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής επιχειρήθηκε αορίστως χωρίς να εξειδικεύονται τα επιμέρους κονδύλια, από τα οποία απαρτίζεται το μέρος της συνολικής απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής και χωρίς να γίνεται περιορισμός της συνολικής απαιτήσεως κατά ορισμένο ποσοστό, με αποτέλεσμα η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε να είναι αόριστη και να μην δύναται να επιτελέσει τον σκοπό της ως εκτελεστός τίτλος. Τούτο διότι, όταν η συνολική απαίτηση απαρτίζεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους, τόκους τόκων, έξοδα κ.λπ., πρέπει, κατά τον περιορισμό του συνολικού αιτήματος, να διευκρινίζεται στην αίτηση για ποια κονδύλια ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής και αντίστοιχα να αναφέρονται στην τελευταία τα κονδύλια αυτά, τα οποία εξοπλίζονται με εκτελεστό τίτλο ή έστω να γίνεται αναλογικός περιορισμός της συνολικής απαιτήσεως, που θα οδηγήσει σε σύμμετρη ποσοστιαία μείωση εκάστου κονδυλίου, διαταγή πληρωμής απαίτηση. Δέχεται ανακοπή, ακυρώνει διαταγή πληρωμής και επιταγή προς πληρωμή.

 

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Προξενίας Καρτσωνάκη)

 

 

 

 

Αριθμός απόφασης 11798/2024

(Αριθμός έκθεσης κατάθεσης ανακοπής: ./2024)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αικατερίνη Καραϊνδρου, Πρωτοδίκη, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Κυριακή Κυκερίδου

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 25η Σεπτεμβρίου 2024, για να δικάσει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./2024 ανακοπή με αντικείμενο την ακύρωση διαταγής πληρωμής και πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης

 

ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΕΣ: 1) ., κάτοικος Σίνδου, 2) . κάτοικος Τρικάλων, οδός ., που παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Προξενιάς Καρτσωνάκη (AM ΔΣΑ 31259), η οποία κατέθεσε προτάσεις και προκατέβαλε τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013

 

ΚΑΘΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue Greece», ως μετονομάσθη η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «EUROBANK FPS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», κάτοχος του Α.Φ.Μ. ., η οποία εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής, επί της συμβολής των οδών Κύπρου αρ. 27 και Αρχιμήδους, και εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσα υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «FRONTIER ISSUER DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», που εδρεύει στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας (οδός Fenian, 2ος όροφος, Palmerston House, Δουβλίνο 2), και εκπροσωπείται νόμιμα, ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Φραντζή Φραντζίδη (Α.Μ.Δ.Σ.Θ. 5739), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις και προκατέβαλε τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013,

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι που παραστάθηκαν ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και στις έγγραφες προτάσεις.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Οι ανακόπτοντες ζητούν με την υπό κρίση ανακοπή τους να ακυρωθούν για τους λόγους που ειδικότερα εκθέτουν α) η με αριθμό ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, β) η από 5-2-2024 επιταγή προς πληρωμή, η οποία συντάχθηκε κάτω από το αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της εν λόγω διαταγής πληρωμής και να καταδικαστεί η καθης στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης.

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση ανακοπή, στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτώς σωρεύονται (άρθρ. 218§ 1 και 632§6 ΚΠολΔ) α) ανακοπή του άρθρου 632§1 ΚΠολΔ, με την οποία πλήττεται η διαταγή πληρωμής και έχει ως αίτημα την ακύρωση της διαταγής πληρωμής ως εκτελεστού τίτλου και β) ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, η οποία βάλλει κατά της προσβαλλόμενης πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης και έχει ως αίτημα την ακύρωση της πράξης αυτής, παραδεκτά εισάγονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρα 7, 9, 14 § 2, 625, 632§1 εδ. α, 633§2, 933§§1 εδ. α και 3, 584 και 22 ΚΠολΔ) για να συζητηθεί κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ (άρθρ. 632 § 2 εδ. β και 937 § 3 ΚΠολΔ). Έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα α) εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 633§2 ΚΠολΔ προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη δεύτερη επίδοσή της σε κάθε οφειλέτη, στην οποία δεν υπολογίζονται κατ' άρθρο 144§3 ΚΠολΔ οι ημέρες του Σαββάτου που μεσολαβούν (βλ. τη με αριθμό ./12-3-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ., καθώς και τη με αριθμό .Γ/21-2-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης . και τη με αριθμό 11998/22-2-2024 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Λάρισας . ), β) πριν την έναρξη της προβλεπόμενης στο άρθρο 934§1 εδ.α' ΚΠολΔ προθεσμίας αναφορικά με το δεύτερο ανακόπτοντα, δοθέντος ότι δεν αποδεικνύεται ότι ακολούθησε άλλη πράξη εκτέλεσης μετά την επίδοση της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή και πριν την άσκηση της ανακοπής γ) εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 934§ 1 εδ.α' ΚΠολΔ προθεσμίας των σαράντα πέντε (45) ημερών από την επομένη της ημερομηνίας επίδοσης της προσβαλλόμενης έκθεσης κατάσχεσης στην πρώτη ανακόπτουσα (βλ. ./12-3-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών . σε συνδυασμό με τη με αριθμό με αριθμό ./27-2-2024 κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης .). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω η νομική και η ουσιαστική βασιμότητα των λόγων τους.

 

Με τον πρώτο λόγο της ένδικης ανακοπής οι ανακόπτοντες ζητούν την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης τόσο της εταιρίας ειδικού σκοπού όσο και της εταιρίας διαχείρισης. Ειδικότερά ισχυρίζονται ότι η απαίτηση της καθής, δυνάμει της οποίας επισπεύδεται η επίμαχη αναγκαστική εκτέλεση τυγχάνει τιτλοποιηθείσα, δυνάμει των διατάξεων του ν. 3156/2003, από τον οποίο δεν παρέχεται σε εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεως του ν. 4354/2015 η δικονομική εξουσία να ενεργήσουν ως μη δικαιούχοι διάδικοι διαδικαστικές πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης για λογαριασμό της αναθέτουσας τη διαχείριση εταιρίας ειδικού σκοπού, καθώς οι διατάξεις του ν. 4354/2015 δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος διότι κατά την παράλληλη και συνδυαστική εφαρμογή των ν. 4354/2015 και ν. 3156/2003, οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις έχουν την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση του άρθρου 2 § 4 του ν. 4354/2015, προς άσκηση κάθε ένδικου βοηθήματος και κάθε άλλης δικαστικής ενέργειας προς είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από το ειδικότερο νομικό πλαίσιο, με βάση το οποίο συντελείται η μεταβίβαση των υπό διαχείριση απαιτήσεων, δηλαδή ακόμη και όταν η μεταβίβαση των απαιτήσεων και η ανάθεση της διαχείρισής τους στις εν λόγω εταιρείες συντελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3156/2003 για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων (ΟλΑΠ 1/2023 ΕλλΔνη 2023, σελ 161 = ΕπΑκ 2023, 313 με σχόλιο Ε. Λανταβού, ΕΠολΔ 2023, σελ 177 με σχόλιο Κ. Καλαβού, ΑΠ 687/2023, ΑΠ 490/2023, ΑΠ 302/2023 σε ΤΝΠ Sakkoulas online, ΑΠ 1871/2022 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ως άνω θέση ήδη επιβεβαιώθηκε και νομοθετικά με τις προβλέψεις του άρθρου 115§ 1 και 3 του ν. 5072/2023 (ΦΕΚ Α’ 198/05.12.2023), σύμφωνα με το οποίο οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις νομιμοποιούνται ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκούν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, αφερεγγυότητας και διευθέτησης οφειλών ακόμη και στις περιπτώσεις που ο διαχειριστής πιστώσεων, αναλαμβάνει τη διαχείριση απαιτήσεων που έχουν τιτλοποιηθεί σύμφωνα με τον ν. 3156/2003.

 

Με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής οι ανακόπτοντες διώκουν την ακύρωση της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή, ισχυριζόμενοι ότι κατά τη διαδικασία έκδοσης της υπ’ αριθμ. ./2023 διαταγής πληρωμής, δυνάμει της οποίας επισπεύδεται η ένδικη αναγκαστική εκτέλεση, η δικηγόρος που κατέθεσε τη σχετική αίτηση, δεν προσκόμισε έγγραφα από τα οποία να προκύπτει πληρεξουσιότητα της καθής η ανακοπή προς το πρόσωπο της για τη διενέργεια της εν λόγω διαδικαστικής πράξης, ούτε απέδειξε την πληρεξουσιότητά του ο δικηγόρος που τους επέδωσε την από 22-3-2023 επιταγή προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου απογράφου εκτελεστού της άνω διαταγής πληρωμής Ο λόγος αυτός, κατά το μέρος με το οποίο οι ανακόπτουσες επικαλούνται ακυρότητα της διαταγής πληρωμής λόγω μη προσκόμισης κατά την έκδοσή της εγγράφου πληρεξουσιότητας του υπογράφοντος την αίτηση για την έκδοσή της δικηγόρου από την καθής, είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθόσον δεν προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 626§3 ΚΠολΔ η υποχρεωτική προσαγωγή για την έκδοση της διαταγής πληρωμής πληρεξούσιου εγγράφου του δικηγόρου που την υπογράφει. Κατά τα λοιπά είναι απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος, καθόσον οι ανακόπτουσες δεν επικαλούνται την πρόκληση συγκεκριμένης βλάβης από την έλλειψη πληρεξουσιότητας που επικαλούνται, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την απαγγελία της ακυρότητας των πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης (βλ. ΜΕφΑιγ 154/2019 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε περίπτωση από την επισκόπηση των εγγράφων κρίνεται ότι ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθόσον ακόμα κι αν θεωρηθεί ότι κατά τις παραπάνω ενέργειες (έκδοση διαταγής πληρωμής, σύνταξη και επίδοση επιταγής) ο επιληφθείς δικηγόρος στερείτο και δεν προσκόμισε σχετική πληρεξουσιότητα, με δεδομένη τη χορήγηση νομότυπης πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του δικηγόρου που παρίσταται για λογαριασμό της καθης στην παρούσα δίκη κατά της επισπευδόμενης βάσει της εν λόγω διαταγής πληρωμής αναγκαστικής εκτέλεσης, δυνάμει του υπ’ αριθμ. ./4-3-2022 της συμβολαιογράφου Αθηνών ., η υποβολή της σχετικής αίτησης για την έκδοση της εν λόγω διαταγή πληρωμής, η επίδοση της αναφερόμενης επιταγής και η εντολή προς εκτέλεση προς τον δικαστικό επιμελητή έχουν εγκριθεί (βλ. σχ. ΜΕφΠειρ 425/2021, ΜΠρΠατρ 682/2022 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καλυπτόμενης και δη αναδρομικά της έλλειψης της εν προκειμένω αναγκαίας γενικής πληρεξουσιότητας, κατ’ άρθρ. 96§1, 97§1, 98, 104, 105, 159, 160§§1 και 2, 544 αρ. 4 ΚΠολΔ, 211, 229 και 238 ΑΚ (ΟλΑΠ 17/2013, ΟλΑΠ 626/1980, ΑΠ 46/2022, ΑΠ 78/2022, ΑΠ 221/2020, ΑΠ 938/2018, ΑΠ 318/2017, ΕφΠειρ 362/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), και μάλιστα είναι αδιάφορο αν η καθης η ανακοπή παρίσταται με τον ίδιο ή άλλο δικηγόρο, αφού η έγκριση αφορά τις πράξεις και όχι το πρόσωπο (ΑΠ 818/2017, ΑΠ 1787/2014, ΑΠ 932/2014, ΑΠ 683/2013, ΑΠ 36/2006, ΑΠ 203/2003, ΑΠ 1085/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 623 ΚΠολΔ, μπορεί, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του Κώδικα, να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Η απαίτηση, που μπορεί να αποδεικνύεται και από συνδυασμό περισσότερων τέτοιων εγγράφων, πρέπει, κατά το άρθρο 624§1 του ίδιου Κώδικα, να μην εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και να είναι ορισμένο το οφειλόμενο ποσό χρημάτων ή χρεογράφων, (βλ ΑΠ 1349/2013 σε ΤΝΠ). Κατά το άρθρο 626§2 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της αιτήσεως για έκδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή των χρεογράφων, κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της. Από τις διατάξεις αυτές, που δεν περιλαμβάνουν παραπομπή στο άρθρο 216§ 1 περ. α ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 623 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι στο δικόγραφο της αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής, για τον προσδιορισμό της χρηματικής απαιτήσεως, για την οποία ζητείται η έκδοσή της, δεν απαιτείται να παρατίθεται το σύνολο των γενεσιουργών της απαιτήσεως περιστατικών, αλλά αρκεί η παράθεση πραγματικών περιστατικών που εξατομικεύουν την απαίτηση από πλευράς αντικειμένου, είδους και τρόπου γενέσεώς της και που δικαιολογούν συμπέρασμα αντίστοιχης συγκεκριμένης οφειλής εκείνου, κατά του οποίου απευθύνεται η αίτηση, έναντι του αιτούντος και, περαιτέρω, απαιτείται να επισυνάπτονται στην αίτηση τα έγγραφα εκείνα, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της, (βλ. ΑΠ 1369/2022, ΑΠ 1268/2022, ΑΠ 1071/2017 σε ΤΝΠ του Αρείου Πάγου). Επειδή η διαταγή πληρωμής δεν είναι δικαστική απόφαση, δεν έχει ανάγκη από πλήρεις αιτιολογίες, αλλά αρκεί να αναφέρει την αιτία της πληρωμής, δηλαδή το είδος της δικαιοπραξίας, από την οποία γεννήθηκε η απαίτηση, έστω και συνοπτικά, εφόσον δεν δημιουργείται καμία αμφιβολία ως προς την αιτία της πληρωμής και δεν είναι αναγκαίο να περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αιτία αυτή, αρκεί η απαίτηση να εξατομικεύεται και να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητά της. Απαιτείται ακόμη να αναφέρεται το καταβλητέο ποσό χρημάτων, προκειμένου η απαίτηση να είναι εκκαθαρισμένη κατά την έννοια του άρθρου 916 ΚΠολΔ και να μπορεί έτσι η διαταγή πληρωμής να λειτουργήσει πράγματι ως εκτελεστός τίτλος, είναι δε εκκαθαρισμένη η απαίτηση του τίτλου, εάν μπορεί να καθορισθεί κατά ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στον τίτλο στοιχεία, όπως όταν υπάρχει καταδίκη σε τόκους ορισμένου κεφαλαίου, των οποίων η έναρξη και το ποσοστό ορίζεται από τον τίτλο ή από το, νόμο, (ΑΠ 368/2019 σε ΤΝΠ του Αρείου Πάγου, ΑΠ 1349/2013 ό.π., ΑΠ 330/2012 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ενσωμάτωση στην επιδικασθείσα με τη διαταγή πληρωμής απαίτηση κονδυλίων που δεν στηρίζονται στον νόμο, δεν θίγει την απόδειξη της απαιτήσεως με έγγραφα, ούτε αυτή καθίσταται ανεκκαθάριστη, αλλά συνεπάγεται ακυρότητα του αντιστοίχου ποσού της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής, (βλ ΑΠ 1133/2022 σε ΤΝΠ του Αρείου Πάγου). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 216 παρ. 1,217,632 παρ. 1 και 633 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι κατά της εκδοθείσας διαταγής πληρωμής ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή, η οποία υπόκειται και στη ρύθμιση των άρθρων 583 επ. του ίδιου Κώδικα, προβάλλοντας λόγους που αφορούν είτε στο κύρος της διαταγής πληρωμής για έλλειψη διαδικαστικής προϋποθέσεως, δηλαδή την τυπική ακυρότητα της διαταγής πληρωμής, με την έννοια ότι δεν τηρήθηκαν οι όροι και οι διατυπώσεις που απαιτούνται για την έκδοσή της, κατά τα άρθρα 623 επ. ΚΠολΔ, είτε στην ουσιαστική ακυρότητα αυτής, με την έννοια ότι ο οφειλέτης αμφισβητεί την ύπαρξη της οφειλής του, προβάλλοντας ανατρεπτικές ή διακωλυτικές ενστάσεις για τη γένεση της απαιτήσεως του καθ’ ου η ανακοπή. Η ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ ασκείται όπως και η αγωγή και πρέπει στο δικόγραφό της να περιέχονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, όλοι οι λόγοι κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής, (βλ ΑΠ 1443/2017, ΑΠ 245/2016, ΑΠ 1652/2014 σε ΤΝΠ Αρείου Πάγου). Στη δίκη επί της ανακοπής η υπόθεση εξετάζεται μόνο στο μέτρο των υποβαλλόμενων λόγων ανακοπής και των τυχόν πρόσθετων λόγων αυτής, με το περιεχόμενο των οποίων, σε συνδυασμό και με το αίτημα αυτής, οριοθετείται το αντικείμενο της δίκης. Αν ο λόγος της ανακοπής είναι τυπάκος, όπως συμβαίνει με αυτόν της μη έγγραφης αποδείξεως της απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και του ποσού αυτής, τότε αντικείμενο της δίκης της ανακοπής δεν καθίσταται και το ζήτημα της υπάρξεως ή μη της απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, αφού, με μόνη τη διαπίστωση της βασιμότητας του τυπικού αυτού λόγου της ανακοπής, γίνεται δεκτό το αίτημα αυτής και ακυρώνεται άνευ ετέρου η διαταγή πληρωμής, (βλ. ΑΠ 1432/2022 σε ΤΝΠ Αρείου Πάγου). Όταν ο ανακόπτων αμφισβητεί την ύπαρξη της οφειλής του, προβάλλοντας ενστάσεις κατά της απαιτήσεως, είτε καταχρηστικές, (εφόσον τα σχετικά δικαιοκωλυτικά ή δικαιοφθόρα γεγονότα δεν προκύπτουν από τα υποβαλλόμενα στον δικαστή στοιχεία), είτε γνήσιες, οι λόγοι αυτοί δεν αφορούν στην απαιτούμενη, κατά το 624§1 ΚΠολΔ βεβαιότητα της αξιώσεως και συνεπώς δεν αναιρείται η δυνατότητα εκδόσεως διαταγής πληρωμής, αφού την έκδοση αυτής δεν εμποδίζει οποιαδήποτε ένσταση που μπορεί να επικαλεσθεί ο οφειλέτης. Για το ορισμένο λόγου της ανακοπής, που δεν έχει αρνητικό απλώς χαρακτήρα, αλλά χαρακτήρα ενστάσεως, δεν αρκεί η γενική αμφισβήτηση της ορθότητας του λογαριασμού και του ύψους της απαιτήσεως, αλλά θα πρέπει να προσδιορίζονται συγκεκριμένα κατ' ιδίαν κονδύλια του λογαριασμού, δεδομένου ότι, κατά την αληθή έννοια της διατάξεως του άρθρου 633§ 1 ΚΠολΔ, εάν ο λόγος της ανακοπής είναι βάσιμος κατά ένα μέρος ή εάν με αυτόν βάλλεται βασίμως μερικότερο κονδύλιο της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, αυτή δεν είναι άκυρη στο σύνολό της, αφού δεν συντρέχει νόμιμος λόγος για την ολική ακύρωσή της, αλλά μόνον κατά το μέρος, κατά το οποίο ευδοκιμεί η ανακοπή και κατά το οποίο πρέπει να μειωθεί η οφειλή του ανακόπτοντος, (βλ. ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1349/2013, ό.π. ΑΠ 339/2019 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106 και 626 παρ 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο αϊτών την έκδοση διαταγής πληρωμής μπορεί να περιορίσει το ποσό, για το οποίο ζητεί την έκδοση, σε μέρος μόνο της απαιτήσεώς του ή των τόκων, έστω και εάν τα προσκομιζόμενα έγγραφα αποδεικνύουν το σύνολο της απαιτήσεώς, ο περιορισμός δε του αιτήματος σε μέρος του κεφαλαίου ή της παρεπόμενης απαιτήσεώς των τόκων αποτελεί άσκηση δικονομικής ευχέρειας του δανειστή και δεν απαιτείται να αιτιολογείται, (βλ ΑΠ 206/2023, ΑΠ 1512/2006 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 112/2023 στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς, ΕφΠειρ 256/2014 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, με τον ανωτέρω περιορισμό δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της απαιτήσεώς, για το οποίο ζητείται η έκδοση εκτελεστού τίτλου. Ειδικότερα, όταν η απαίτηση συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους συμβατικούς, τόκους υπερημερίας, έξοδα, εισφορά Ν. 128/1975 κ.λπ., ο περιορισμός του ποσού, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, επιχειρείται παραδεκτώς, μόνον εφόσον διευκρινίζεται από τον αιτούντα σε ποια επιμέρους κονδύλια αφορά ή όταν η απαίτηση περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του συνόλου της και επέρχεται, κατά τον τρόπο αυτό, αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων, διότι διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η απαίτηση, για την οποία έχει ζητηθεί η έκδοση εκτελεστού τίτλου, (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 30/2007 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 652/2023, ΑΠ 31/2021, ΑΠ 965/2021 δημοσιευμένες στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου και ΕφΘεσ 123/2024 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω διευκρίνιση ως προς τον περιορισμό του ποσού είναι αναγκαία, διότι ο καθ' ου η διαταγή πληρωμής, αμυνόμενος κατά του κύρους της, με άσκηση ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, φέρει, όπως προεκτέθηκε, το δικονομικό βάρος να μην αμφισβητήσει γενικώς την απαίτηση ως προς το ύψος της, αλλά να προσδιορίσει συγκεκριμένα τα κατ' ιδίαν κονδύλια που προσβάλλει, εφόσον η ευδοκίμηση κάποιου λόγου ανακοπής θα επιφέρει ακυρότητα της διαταγής πληρωμής κατά το αντίστοιχο μέρος, κατά το οποίο θα μειωθεί η οφειλή. Η προσβολή όμως με λόγο ανακοπής συγκεκριμένων κονδυλίων της απαιτήσεώς, που απαρτίζεται από κεφάλαιο, τόκους, έξοδα κλπ., δεν είναι δυνατή εάν δεν προκύπτει σαφώς, από το περιεχόμενο της διαταγής πληρωμής, ποια είναι τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια που απαρτίζουν την απαίτηση, μετά τον περιορισμό της από τον δανειστή. Επιπρόσθετα, εάν δεν υπάρχει εξειδίκευση ως προς τα κονδύλια που απαρτίζουν την απαίτηση, όπως περιορίστηκε, δεν μπορεί να κριθεί από το Δικαστήριο εάν οι προβαλλόμενοι λόγοι ανακοπής είναι λυσιτελείς, (δηλαδή προσβάλλουν κονδύλια που περιλαμβάνονται στην απαίτηση), ώστε να κριθεί περαιτέρω εάν οι λόγοι αυτοί είναι νόμιμοι και βάσιμοι κατ’ ουσίαν. Εξάλλου, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως κατ’ ουσίαν κάποιου λόγου ανακοπής, που πλήττει συγκεκριμένο κονδύλιο της συνολικής οφειλής ως προς τη νομιμότητα ή το ύψος του, (π.χ. τόκοι ή έξοδα), δεν μπορεί το Δικαστήριο να ακυρώσει αντίστοιχα τη διαταγή πληρωμής, διότι δεν μπορεί να προβεί σε αφαίρεση ολοκλήρου του κονδυλίου από την απαίτηση, όπως αυτή περιορίστηκε, εφόσον δεν είναι σαφές εάν περιλαμβάνεται σε αυτήν (και σε ποια έκταση) το πληττόμενο κονδύλιο, ούτε μπορεί να προβεί αυθαιρέτως σε αναλογική μείωση κατά κλάσμα ή εκατοστιαίο ποσοστό του ποσού της επιδικασθείσας απαιτήσεως, εάν ο αϊτών δεν έχει διευκρινίσει ότι περιορίζει τη συνολική απαίτησή του σε συγκεκριμένο ποσοστό του συνόλου της. Η ίδια δυσχέρεια προκύπτει, όταν στη συνολική οφειλή περιλαμβάνονται τόκοι και ο ανακόπτων ισχυρίζεται, με τρόπο συγκεκριμένο, ότι επήλθε παραγραφή μέρους αυτών, διότι πρέπει να είναι σαφές εάν στην περιορισμένη απαίτηση περιλαμβάνονται οι τόκοι και, λόγω της περιοδικότητάς τους, η χρονική περίοδος που αυτοί γεννήθηκαν (για τα ως άνω βλ. ΕφΘεσ 123/2024 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Με τον τρίτο λόγο της υπό κρίση ανακοπής οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι με την υπ’ αρ. ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο της επισπευδόμενης εκτέλεσης, υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθης η ανακοπή το ποσό των 50.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, που, όπως αναφέρεται στη διαταγή πληρωμής, αποτελεί μέρος της απορρέουσας από τη σύμβαση δανείου, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 131.796,76 ευρώ, το οποίο συντίθεται από επιμέρους κονδύλια κεφαλαίου, τόκων και εξόδων, ο εν λόγω όμως περιορισμός της απαίτησης είναι αόριστος, καθώς έλαβε χώρα χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των κονδυλίων, που αφορά, γεγονός που καθιστά την επιδικασθείσα απαίτηση μη εκκαθαρισμένη. Ο λόγος αυτός τυγχάνει νόμω βάσιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 624 § 1, 630 στοιχ. δ, 916, 924 και 933 ΚΠολΔ, και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν.

 

Από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν αίτησης της καθης η ανακοπή, ενεργούσας υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «FRONTIER ISSUER DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», εκδόθηκε η υπ’ αρ. ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου επισπεύδεται η ένδικη αναγκαστική εκτέλεση, και με την οποία οι ανακόπτοντες υποχρεώθηκαν να της καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό πόσο των 50.000 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας από την 11-4-2023 (επόμενη της επίδοσης της εξώδικης καταγγελίας), με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας και εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων, μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, αποτελούν μέρος της συνολικής εκ της υπ’ αρ. ./15-7-2010 σύμβασης καταναλωτικού δανείου και των πρόσθετων αυτής πράξεων απορρέουσας απαίτησης, καθώς και το ποσό των 1000 ευρώ για δικαστικά έξοδα. Εν συνεχεία η καθης η ανακοπή, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της, επέσπευσε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των ανακοπτόντων, επιδίδοντας προσβαλλόμενη από 5-2-2024 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας αντιγράφου εξ απογράφου της υπ’ αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και προβαίνοντας, δυνάμει της ( μη προσβαλλόμενης με την ένδικη ανακοπή) με αριθμό ./27-2-2024 κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης ., στην κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας της. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι η ανωτέρω υπ’ αρ. ./2023 διαταγή πληρωμής εκδόθηκε επί τη βάσει: α) της υπ’ αρ. ./15-7-2010 σύμβασης καταναλωτικού δανείου μετά των από 27-4-2011 και 25-4-2012 πρόσθετων αυτής πράξεων, η οποία συνήφθη μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ PROBANK Α.Ε.» ως πιστώτριας, ειδική διάδοχος της οποίας τύγχανε αρχικά η «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ» και κατόπιν η ως άνω εταιρία ειδικού σκοπού και πρώτης ανακόπτουσας ως πρωτοφειλέτριας, β) της από 26-6-2014 πρόσθετης πράξης και της από 28-2-2020 για τη ρύθμιση της οφειλής, συμβληθέντος στην τελευταία του δεύτερου ανακόπτοντος ως εγγυητή, ευθυνόμενου ως αυτοφειλέτη, γ) της από 4-4-2023 εξώδικης καταγγελίας της ανωτέρω σύμβασης πίστωσης και των υπ’ αρ. ./10-4-2023 και ./7-4-2023 εκθέσεων επίδοσης των δικαστικών επιμελητών του . και ., γ) αποσπάσματος της κίνησης του λογαριασμού, που τηρήθηκε για την εξυπηρέτηση της ένδικης σύμβασης και εξήχθη από τα εμπορικά βιβλία της καθης, το οποίο αποτελεί, βάσει ρητού όρου της σύμβασης, πλήρη απόδειξη της οφειλής των ανακοπτόντων και συγκεκριμένα του υπ' αριθμ. . λογαριασμού και δ) των σχετικών νομιμοποιητικών εγγράφων της καθ’ ης η ανακοπή. Από το περιεχόμενο του με ημερομηνία 31-3-2023 αντίγραφο κίνησης λογαριασμού, που προσκόμισε η καθής η ανακοπή τόσο στην έκδοση αίτησης της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, όσο και στη συζήτηση της ένδικης ανακοπής αποδεικνύεται ότι η συνολική οφειλή των ανακοπτόντων ανέρχεται στο ποσό των 131.796,766. Ωστόσο, με την από 30-5-2023 αίτησή της, η καθης η ανακοπή, όπως προκύπτει από το κείμενο της άνω διαταγής πληρωμής, αιτήθηκε την έκδοση διαταγής πληρωμής για το ποσό των 50.000 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας από την 11-4-2023 (επόμενη της επίδοσης της εξώδικης καταγγελίας), με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας και εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων, μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, με ρητή επιφύλαξη για το υπόλοιπο της συνολικής οφειλής, μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, η δε διαταγή πληρωμής εκδόθηκε με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο και διατακτικό. Πλην όμως, ο περιορισμός του αιτούμενου ποσού επιχειρήθηκε αορίστως χωρίς να εξειδικεύονται τα επιμέρους κονδύλια, από τα οποία απαρτίζεται το μέρος της συνολικής απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής και χωρίς να γίνεται περιορισμός της συνολικής απαιτήσεως κατά ορισμένο ποσοστό, με αποτέλεσμα η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε να είναι αόριστη και να μην δύναται να επιτελέσει τον σκοπό της ως εκτελεστός τίτλος. Τούτο διότι, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, όταν η συνολική απαίτηση απαρτίζεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους, τόκους τόκων, έξοδα κ.λπ., πρέπει, κατά τον περιορισμό του συνολικού αιτήματος, να διευκρινίζεται στην αίτηση για ποια κονδύλια ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής και αντίστοιχα να αναφέρονται στην τελευταία τα κονδύλια αυτά, τα οποία εξοπλίζονται με εκτελεστό τίτλο ή έστω να γίνεται αναλογικός περιορισμός της συνολικής απαιτήσεως, που θα οδηγήσει σε σύμμετρη ποσοστιαία μείωση εκάστου κονδυλίου, διαταγή πληρωμής απαίτηση. Η καθης η ανακοπή ισχυρίζεται ότι έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την έκδοση διαταγής πληρωμής όχι μόνο για τη συνολική απαίτησή της, αλλά και για μέρος αυτής, χωρίς να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση. Ο ισχυρισμός αυτός είναι βάσιμος, πλην όμως η ως άνω δικονομική ευχέρεια της καθης να ζητήσει (για λόγους περιορισμού των εξόδων) την έκδοση διαταγής πληρωμής για μέρος της απαιτήσεώς της, δεν αναιρεί την υποχρέωσή της να προσδιορίσει, κατά τρόπο συγκεκριμένο, ποιο είναι το είδος και το ύψος των επιμέρους κονδυλίων εκ της συνολικής απαιτήσεως, για τα οποία ζητεί την έκδοση εκτελεστού τίτλου. Κατά συνέπεια, η υπ’ αρ. ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης τυγχάνει ακυρωτέα, μη δυνάμενη να στηρίξει εγκύρως την επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του ανακόπτοντος και συνακόλουθα ακυρωτέες τυγχάνουν και οι πληττόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, δεκτού γενομένου του τρίτου λόγου της υπό κρίση ανακοπής και ως κατ’ ουσίαν βάσιμου.

 

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, κατά παραδοχή του τρίτου λόγου της υπό κρίση ανακοπής ως κατ’ ουσίαν βάσιμου, πρέπει η υπό κρίση ανακοπή να γίνει εν μέρει δεκτή και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας, παρελκούσης της εξέτασης της βασιμότητας των λοιπών λόγων της ανακοπής ως άνευ αντικειμένου, εφόσον κατατείνουν στην ακύρωση των αυτών πράξεων (ΕφΑΘ 4490/2021, ΕφΑΘ 4359/2021, ΕφΑιγ 125/2019, ΕφΘεσ 2175/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, πρβλ. και ΑΠ 1054/1999 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, ενόψει της ιδιαιτέρως δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν (άρθρο 179 εδ. α ΚΠολΔ, ως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 8Ν. 4842/2021).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ την ανακοπή.

 

ΑΚΥΡΩΝΕΙ α) τη με αριθμό ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και β) την από 5-2-2024 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας αντιγράφου εξ απογράφου της υπ’ αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.

 

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στη Θεσσαλονίκη, την 27η Σεπτεμβρίου 2024.

 

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ