ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑθ 2038/2024

 

Απορρίπτει αγωγή ασφαλιστικής εταιρείας κατά ασφαλισμένου, για επανείσπραξη τεράστιων ποσών που κατέβαλλε στους τρίτους, λόγω εξαίρεσης μέθης.

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΤΜΗΜΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

 

 

Αριθμός Απόφασης 2038/2024

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

 

      Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Φωτεινή Μπέκου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Ευαγγελία Ανδριοπούλου.

 

      Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Ιανουάριου 2024 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

      Α. Της ενάγουσας: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «ERGO Ασφαλιστική Μονοπρόσωπη ΑΕ», ως οιονεί καθολικής διαδόχου της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΕ», λόγω συγχώνευσης των δύο εταιρειών και απορρόφησης της δεύτερης από την πρώτη, που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη Αττικής, Λεωφόρος Συγγρού αριθμ. 173, νομίμως εκπροσωπούμενης, με ΑΦΜ ... Δ’.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιώς, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Δημητρίου Ντανάκα (ΑΜ ΔΣΑ 4863).

 

      Των εναγόμενων: 1) ., κατοίκου Κορωπίου Αττικής, οδός . και 2) ., κατοίκου ομοίως ως άνω, που παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ανδρέα Τσώκου (ΑΜ ΔΣΑ 8766).

 

      Β. Της ενάγουσας: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «ERGO Ασφαλιστική Μονοπρόσωπη ΑΕ», ως οιονεί καθολικής διαδόχου της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΕ», λόγω συγχώνευσης των δύο εταιρειών και απορρόφησης της δεύτερης από την πρώτη, που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη Αττικής, Λεωφόρος Συγγρού αριθμ. 173, νομίμως εκπροσωπούμενης, με ΑΦΜ . Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιώς, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Δημητρίου Ντανάκα (ΑΜ ΔΣΑ 4863).

 

      Των εναγόμενων: 1) ., κατοίκου Κορωπίου Αττικής, οδός . και 2) ., κατοίκου ομοίως ως άνω, που παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ανδρέα Τσώκου (ΑΜ ΔΣΑ 8766).

 

      Η ενάγουσα της υπό εδώ στοιχ. Α' αγωγής ζητεί να γίνει δεκτή η εν λόγω από 25-7-2022 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ ./2022, προσδιορίστηκε για την δικάσιμο της 19-12-2022, οπότε αναβλήθηκε για την ανωτέρω αναφερόμενη δικάσιμο, γράφτηκε δε στο πινάκιο.

 

      Η ενάγουσα της υπό εδώ στοιχ. Β' αγωγής ζητεί να γίνει δεκτή η εν λόγω από 25-7-2022 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με ΓΑΚ/ΕΑΚ ./2022, προσδιορίστηκε για την δικάσιμο της 19-12-2022, οπότε αναβλήθηκε για την ανωτέρω αναφερόμενη δικάσιμο, γράφτηκε δε στο πινάκιο.

 

      Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά και στις κατατεθείσες προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

      I. Εισάγονται για συζήτηση: Α) η από 25-7-2022 αγωγή της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «ERGO Ασφαλιστική Μονοπρόσωπη ΑΕ» κατά των ... για την εκ μέρους των τελευταίων καταβολή του αναφερόμενου ποσού, το οποίο έχει η ίδια ήδη καταβάλει, δυνάμει της παρατιθέμενης τελεσίδικης απόφασης, στα αναφερόμενα πρόσωπα και ως εκ του από 24-11-2002 τροχαίου ατυχήματος, λόγω δε συνδρομής της αναφερόμενης περίπτωσης εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη και Β) η από 25-7-2022 αγωγή της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «ERGO Ασφαλιστική Μονοπρόσωπη ΑΕ» κατά των ... για την εκ μέρους των τελευταίων καταβολή του αναφερόμενου ποσού, το οποίο έχει η ίδια ήδη καταβάλει, δυνάμει των παρατιθέμενων τελεσίδικων αποφάσεων, στα αναφερόμενα πρόσωπα και ως εκ του από 24-11-2002 τροχαίου ατυχήματος, λόγω δε συνδρομής της αναφερόμενης περίπτωσης εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη. Οι αγωγές αυτές, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο κυρίως την εξ αναγωγής αξίωση καταβολής των ειδικότερα διαλαμβανόμενων και ήδη καταβληθέντων, ένεκα δε του ίδιου παρατιθέμενου τροχαίου ατυχήματος εκ μέρους της ανωτέρω ασφαλιστικής εταιρείας χρηματικών ποσών, λόγω της προκείμενης συνδρομής της ίδιας περίπτωσης εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη, πρέπει να συνεκδικαστούν, αφού υπάγονται στην ίδια ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 ΚΠολΔ), είναι μεταξύ τους συναφείς και, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης με ταυτόχρονη μείωση των εξόδων (άρθρα 31 παρ. 3,2 και 246 ΚΠολΔ).

 

       II. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 περ. β' Ν. 489/1976, όπως κωδικοποιήθηκε με το ΠΔ 237/1986, «Ασφαλισμένος είναι το πρόσωπο του οποίου η ευθύνη καλύπτεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.», ενώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 Ν. 489/1976, όπως κωδικοποιήθηκε με το ΠΔ 237/1986, «Ο κύριος ή κάτοχος αυτοκινήτου που κυκλοφορεί μέσα στην Ελλάδα επί οδού υποχρεούται να έχει καλύψει με ασφάλιση την εκ τούτου έναντι τρίτων αστική ευθύνη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.». Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 εδ. α' Ν. 489/1976, όπως κωδικοποιήθηκε με το ΠΔ 237/1986, «Η ασφάλιση πρέπει να καλύπτει την αστική ευθύνη του κυρίου, του κατόχου και κάθε οδηγού ή προστηθέντος για την οδήγηση ή υπευθύνου του ασφαλισμένου αυτοκινήτου.», ενώ, κατά τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 Ν. 489/1976, όπως κωδικοποιήθηκε με το ΠΔ 237/1986 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 3 Ν. 2170/1993, «1. Ο ασφαλιστής δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του προσώπου που ζημιώθηκε, όταν τούτο ασκεί την κατ’ άρθρο 10 παράγραφο 1 αξίωση, ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση, επιφυλασσόμενου σ’ αυτόν του δικαιώματος αγωγής κατά του ασφαλισμένου, του αντισυμβαλλόμενου και του οδηγού.». Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ «Για τη σύσταση ή αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά.». Από την τελευταία αυτή διάταξη, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 2 Ν. 2496/1997, όπου ορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο της ασφαλιστικής σύμβασης, αλλά και 11 παρ. 1 Ν. 489/1976, όπως η τελευταία αναφέρθηκε παραπάνω, προκύπτει ότι μπορεί εγκύρως να συμφωνηθεί ο αποκλεισμός από τον ασφαλιστή της κάλυψης των ζημιών που προκαλούνται από την κυκλοφορία του αυτοκινήτου, όταν ο οδηγός του, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, «...ετέλει υπό την επίδρασιν οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών, κατά την έννοιαν και τας προϋποθέσεις του άρθρου 42 του Κ.Ο.Κ. (Νόμος 614/1977)...», σύμφωνα με τον οικείο περιορισμό της ευθύνης του ασφαλιστή της διάταξης του άρθρου 25 περ. 8 της ήδη καταργηθείσας με τη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 1 στοιχ. γ' Ν. 3557/2007, ισχύουσας, όμως, κατά τον χρόνο του ένδικου ατυχήματος (24-11-2002) με αριθμό Κ4/585/1978 απόφασης του Υπουργού Εμπορίου "ΠΕΡΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΏΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΟΣ ΤΗΝ ΕΞ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΝ ΕΥΘΥΝΗΝ", η οποία (διάταξη) ναι μεν ήταν ανίσχυρη, ως ευρισκόμενη εκτός της νομοθετικής εξουσιοδότησης της διάταξης του άρθρου 6 Ν. 489/1976, όπως ίσχυε κατά τον ως άνω χρόνο, αφού με αυτήν δεν καθοριζόταν κάποιος γενικός όρος του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, αλλά επιβαλλόταν περιορισμός της ευθύνης του ασφαλιστή, πλην όμως τέτοια απαλλακτική ρήτρα μπορούσε να συμπεριληφθεί ως συμβατικός όρος στην ασφαλιστική σύμβαση και δη είτε με ενσωμάτωση αυτούσιων των όρων στη σύμβαση ασφάλισης είτε με παραπομπή της σύμβασης στους όρους της προαναφερθείσας με αριθμό Κ4/585/1978 απόφασης του Υπουργού Εμπορίου, χωρίς να είναι απαραίτητο για τη δεσμευτικότητα του ασφαλισμένου από τους ενσωματωμένους στο ασφαλιστήριο όρους να υπογράφεται το ασφαλιστήριο και από αυτόν, αφού η αποδοχή των όρων του μπορεί να γίνει και σιωπηρώς, όπως για παράδειγμα με την καταβολή του ασφαλίστρου, την παραλαβή του ασφαλιστηρίου, καθώς και τη δήλωση του επιγενόμενου ατυχήματος. Επιπροσθέτως, από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι, όταν υπάρχει λόγος απαλλαγής του ασφαλιστή έναντι του ασφαλισμένου, ο πρώτος δύναται να μετακυλήσει στον δεύτερο τη ζημία του τρίτου, αφού ικανοποιηθεί ο τελευταίος. Δηλαδή, έναντι του τρίτου δεν απαλλάσσεται ο ασφαλιστής και υπεισέρχεται στη θέση του ο ασφαλισμένος, ο οποίος κατά κανόνα ήδη ευθύνεται από την αδικοπραξία σε βάρος τρίτου. Η μετακύλιση αυτή επιδιώκεται μέσω της αναγωγής. Ειδικότερα, το δικαίωμα αναγωγής του ασφαλιστή κατά του ασφαλισμένου στηρίζεται στην αναγκαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 Ν. 489/1976, που αποκλείει στον ασφαλιστή να επικαλεσθεί την ασφαλιστική σύμβαση, προκειμένου να αρνηθεί την ασφαλιστική κάλυψη και συγκεκριμένα προκειμένου να αντιτάξει κατά του ζημιωθέντος τρίτου ένσταση εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη, της ασφαλιστικής περίπτωσης που προήλθε κατόπιν παραβίασης ασφαλιστικού βάρους εκ μέρους του αδικοπραγήσαντος ασφαλισμένου του, του επιβάλλει την καταβολή του ασφαλίσματος και την αποκατάσταση της ζημίας, παρά την εξαίρεση από την ασφαλιστική κάλυψη, και ταυτόχρονα η ίδια αυτή διάταξη επιφυλάσσει στον ασφαλιστή δικαίωμα άσκησης αναγωγής. Η αναγωγή αποτελεί ιδιαίτερη και αυτοτελή αξίωση που παράγεται απευθείας από τον νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 Ν. 489/1976) και όχι από αδικοπραξία ή τη σύμβαση. Παθητικά υποκείμενα του δικαιώματος αναγωγής του ασφαλιστή, όταν συντρέχει περίπτωση αποκλεισμού της ευθύνης του τελευταίου, είναι ο υπαίτιος οδηγός, ο αντισυμβαλλόμενος, ανεξάρτητα εάν έχει ή όχι παράλληλα και την ιδιότητα του ασφαλισμένου, δηλαδή του κυρίου, κατόχου ή οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, αλλά και ο ασφαλισμένος, δηλαδή ο κύριος ή κάτοχος του αυτοκινήτου, έστω κι εάν δεν οδηγεί το ασφαλισμένο αυτοκίνητο. Εξάλλου, οι ως άνω περιπτώσεις αποκλεισμού της ευθύνης του ασφαλιστή και εξαίρεσης αυτού από την ασφαλιστική κάλυψη αποτελούν στην πραγματικότητα καλυμμένο ασφαλιστικό βάρος, το οποίο απευθύνεται και αφορά σε κάθε ασφαλιζόμενο πρόσωπο, δηλαδή όχι μόνο στον οδηγό, αλλά και στον ιδιοκτήτη ή κάτοχο του οχήματος, όταν οι τελευταίοι είναι πρόσωπα διαφορετικά από τον οδηγό, των περισσότερων υπόχρεων ευθυνόμενων εις ολόκληρον (ΑΚ 926), το δε δεδικασμένο της δίκης μεταξύ ασφαλιστή και ζημιωθέντος τρίτου δεν επιδρά στη δίκη μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου. Περαιτέρω, τα ως άνω πρόσωπα δεν έχουν ευθύνη εξ αναγωγής από μόνον το γεγονός ότι φέρουν την ως άνω ιδιότητα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μπορεί η εν λόγω παράβαση να αποδοθεί σε υπαιτιότητα ενός εκάστου από τα ως άνω πρόσωπα, δηλαδή του οδηγού, του ασφαλισμένου και του αντισυμβαλλόμενου, ζήτημα που έχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία εάν τα δύο τελευταία πρόσωπα είναι διαφορετικά από τον οδηγό. Ειδικότερα, το ζήτημα της ως άνω υπαιτιότητας δεν ρυθμίζεται (γενικά ή ειδικά) στο Ν. 2496/1997 (περί ασφαλιστικής συμβάσεως κ.λπ.), ούτε στο Ν. 3557/ 2007, (ούτε στα άρθρα 25 και 26 της ήδη καταργηθείσας Κ4/585/1978 ΑΥΕ). Όμως, από την προσφυγή στις γενικές διατάξεις του ΑΚ, που ρυθμίζουν την περίπτωση της ομαλής εξέλιξης της σύμβασης, (άρθρα 330, 335, 336, 337 ΑΚ) και καθιερώνουν την αρχή της τεκμαιρομένης υπαιτιότητας, συνάγεται ότι, κατ’ αρχήν υπάρχει αυτή και στο πρόσωπο του ιδιοκτήτη του οχήματος, ο οποίος παραχωρεί την οδήγησή του σε πρόσωπο, το οποίο τελεί υπό την επήρεια οινοπνεύματος και δεν απαιτείται να το επικαλεσθεί στη σχετική αγωγή του ο ασφαλιστής (δεν αποτελεί στοιχείο της βάσης της). Αντιθέτως, ο εναγόμενος - ιδιοκτήτης για να καταρρίψει το εις βάρος του τεκμήριο υπαιτιότητας, πρέπει, κατ’ ένσταση, να επικαλεσθεί (και να αποδείξει) ότι δεν βαρύνεται με υπαιτιότητα, διότι δεν γνώριζε, ούτε μπορούσε να γνωρίζει, ότι το πρόσωπο στο οποίο παραχώρησε την οδήγηση δεν είναι ικανό προς οδήγηση, επειδή τελεί υπό την επίδραση οινοπνεύματος. Εξάλλου, δεν αποτελεί, επίσης, στοιχείο της βάσης της εξ’ αναγωγής αγωγής του ασφαλιστή το οποίο, τεκμαίρεται, κατ’ αρχήν, ότι υπάρχει, το στοιχείο της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράβασης του όρου της απαλλαγής του ασφαλιστή και της πρόκλησης του τροχαίου ατυχήματος. Κατά συνέπεια, ο ιδιοκτήτης ασφαλισμένος ή ο λήπτης της ασφάλισης, πρέπει, κατ’ ένσταση να επικαλεσθεί και να αποδείξει την έλλειψη αιτιώδους συνάφειας (ή) και την έλλειψη υπαιτιότητας, ώστε να μην τελεσφορήσει η εναντίον του αναγωγή του ασφαλιστή. Το δικαίωμα αναγωγής του ασφαλιστή κατά του ασφαλισμένου, το οποίο, κατά τα προαναφερθέντα, στηρίζεται στην αναγκαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 Ν. 489/1976, υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή της διάταξης του άρθρου 249 ΑΚ, που προβλέπει ότι «Εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, οι αξιώσεις παραγράφονται σε είκοσι χρόνια.», διότι δεν υπάρχει διάταξη που να προβλέπει συντομότερη παραγραφή του δικαιώματος αυτού. Τέλος, η παραγραφή της διάταξης του άρθρου 10 Ν. 2496/1997 που ορίζει ότι «Αξιώσεις που πηγάζουν από την ασφαλιστική σύμβαση παραγράφονται, στις ασφαλίσεις ζημιών μετά από τέσσερα (4) χρόνια και στις ασφαλίσεις προσώπων μετά από πέντε (5) χρόνια, από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκαν.», αφορά στις απαιτήσεις και αξιώσεις του ασφαλιστή και του ασφαλισμένου που ιδρύονται από την ασφαλιστική σύμβαση και όχι από τον νόμο, όπως για παράδειγμα η αξίωση του ασφαλιστή προς καταβολή του συμφωνηθέντος ασφαλίστρου. Και ναι μεν οι περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 10 Ν. 2496/1997 τυγχάνουν εφαρμογής στις διατάξεις περί υποχρεωτικής ασφάλισης του άρθρου 26 Ν. 2496/1997, πλην όμως δεν τυγχάνουν εφαρμογής στις διατάξεις του Νόμου 489/1976 και, συνεπώς, ούτε στην περί αναγωγής ασφάλιση της διάταξης του άρθρου 11 παρ. 1 Ν. 489/1976, δεδομένου ότι οι διατάξεις του άρθρου 26 του Νόμου 2496/1997, κατά ρητή επιταγή της παραγράφου 6 του εν λόγω άρθρου του Νόμου αυτού, δεν εφαρμόζονται στην υποχρεωτική ασφάλιση ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων (βλ. για τις ανωτέρω σκέψεις ΑΠ 678/2021 Νόμος, ΑΠ 165/2021 Νόμος, ΑΠ 86/2019 ΕπισκΕΔ 2019.398ΑΠ 1673/2017 Νόμος, ΑΠ 1221/2015 Νόμος, ΑΠ 847/2015 Νόμος).

 

      III. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση υπό στοιχ. Α' (αν)αγωγή αποζημίωσης από αυτοκινητικό ατύχημα, η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, ενεργούσα εν προκειμένω ως καθολική διάδοχος της απορροφηθείσας από την ίδια ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΕ» και επικαλούμενη τον κάτωθι ειδικότερα αναφερόμενο λόγο εξαίρεσης της ευθύνης της έναντι, αφενός, του πρώτου εναγομένου - ασφαλισμένου, λήπτη της ασφάλισης, συγκατόχου σε ποσοστό 80% και οδηγού του αναφερόμενου ζημιογόνου οχήματος, αφετέρου, της δεύτερης εναγομένης- ασφαλισμένης, συγκατόχου σε ποσοστό 20% του εν λόγω οχήματος και προστήσασας στην οδήγηση αυτού τον πρώτο εναγόμενο, ζητεί, όπως το αγωγικό αίτημα παραδεκτά περιορίστηκε σε έντοκο αναγνωριστικό με τις κατατεθείσες προτάσεις, αλλά και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου (άρθρο 223 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 του ίδιου κώδικα), να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να της καταβάλουν, σε ολόκληρο καθένας από αυτούς, το συνολικό ποσό των 383.047,89 ευρώ, το οποίο εκείνη κατέβαλε σε εκτέλεση της 1660/2007 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, συνδυαστικά με την 345/2005 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στα αναφερόμενα πρόσωπα ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ως έξοδα κηδείας, για την ολική καταστροφή του παρατιθέμενου αυτοκινήτου, σύμφωνα δε με τις ειδικότερα διαλαμβανόμενες στην αγωγή διακρίσεις, δοθέντος ότι ο (εδώ) πρώτος εναγόμενος κρίθηκε αποκλειστικά υπαίτιος του οικείου αυτοκινητικού ατυχήματος, συνεπεία του οποίου επήλθε, μεταξύ άλλων, ο θάνατος της αναφερόμενης ., ενώ, επικουρικώς στα ανωτέρω, ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγόμενων να της καταβάλουν, σε ολόκληρο καθένας από αυτούς, το ίδιο ανωτέρω ποσό σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Επίσης, η ενάγουσα ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των εν γένει δικαστικών εξόδων της. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, κατά το σκέλος της που αφορά στην διωκόμενη επιδίκαση του ανωτέρω ποσού επί τη βάση της επικαλούμενης (ως συμφωνηθείσας) απαλλακτικής ρήτρας υπέρ της ασφαλιστικής εταιρείας, αφορώσασας στην οδήγηση του ασφαλισμένου αυτοκινήτου από οδηγό που τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος, κατά παράβαση του ισχύοντος κατά το χρόνο του ατυχήματος (24-11-2002) Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρα 14 παρ. 2, 16 αρ. 11 και 22 ΚΠολΔ) εισάγεται για να συζητηθεί στο Δικαστήριο αυτό, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 ΚΠολΔ), επισημαινόμενου, εντούτοις, ότι αναφορικά με το σκέλος της (αγωγής) που διώκεται η επιδίκαση του ανωτέρω ποσού επί τη βάση των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω εσφαλμένης εισαγωγής της με την ως άνω ειδική διαδικασία, δοθέντος ότι η εν λόγω αξίωση υπάγεται στην τακτική διαδικασία (πρβλ. σχετ. ΕφΘεσσαλ 1/2021 ΕλλΔνη 2022.253, ΜΠρΑθ 585/2023 Νόμος). Ωστόσο, καθ’ ο μέρος η αγωγή ορθώς εισήχθη εν προκειμένω προς εκδίκαση κατά την προεκτιθέμενη ειδική διαδικασία και αναφορικά με την οποία (αγωγή), σημειωτέον, έχει πραγματοποιηθεί η κατ’ άρθρο 3 παρ. 2 Ν. 4640/2019 ενημέρωση της ενάγουσας (βλ. το από 24-11-2020 ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση, το οποίο προσκομίζεται με τις κατατεθείσες προτάσεις), η δε δεύτερη εναγομένη, παρά τις αντίθετες περί τούτου αιτιάσεις των εναγομένων, νομιμοποιείται παθητικά στην άσκησή της ως, κατά τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, συγκάτοχος του οικείου ασφαλισμένου (ζημιογόνου) οχήματος, σύμφωνα δε με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. II νομική σκέψη της απόφασης, (η αγωγή) τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία και, ειδικότερα, η απορροφηθείσα από την τελευταία ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΕ», συνήψε με τον πρώτο εναγόμενο το ./23-5-2002 ασφαλιστήριο συμβόλαιο, προβαίνοντας με αυτό στην ασφάλιση της αστικής ευθύνης του ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκινήτου συγκατοχής του πρώτου εναγόμενου σε ποσοστό 80% και της δεύτερης εναγόμενης σε ποσοστό 20%, για το χρονικό διάστημα από 17-5-2002 έως 17-5-2003. Επιπλέον, με το άρθρο 3 του ανωτέρω ασφαλιστηρίου συμβολαίου συμφωνήθηκε ότι το τελευταίο θα διέπετο από τις διατάξεις του Ν. 489/1976 και Ν. 1569/1985, από τους όρους του εγκεκριμένου με τη διαδικασία του άρθρου 30 ΝΔ 400/1970 υποχρεωτικού τιμολογίου ασφαλίστρων αυτοκινήτου και τους ενιαίους γενικούς όρους ασφαλιστηρίων αστική ευθύνης αυτοκινήτων, όπως καθορίστηκαν με την Κ4/585/8-4-1978 απόφαση του Υπουργείου Εμπορίου, καθώς και τις οικείες καθορισθείσες εξαιρέσεις τους, που αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα ο πρώτος εναγόμενος, ενώ, μεταξύ των όρων, συμφωνήθηκε όπως εξαιρούνται της ασφαλιστικής κάλυψης οι προξενούμενες σε τρίτους ζημίες, όταν το ασφαλισμένο όχημα οδηγείται από οδηγό, τελούντα υπό την επίδραση οινοπνεύματος κατά την έννοια του άρθρου 42 ΚΟΚ. Περαιτέρω, η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία ισχυρίζεται ότι κατά το χρονικό διάστημα ισχύος του ανωτέρω ασφαλιστηρίου συμβολαίου και, ειδικότερα, στις 24-11-2002 και περί ώρα 05:30 π.μ., ο πρώτος εναγόμενος οδηγώντας το ανωτέρω ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκίνητο συγκατοχής του, με συνεπιβαίνουσα την ., «...έβαινε με μεγάλη ταχύτητα, υπερβαίνουσα κατά πολύ το ανώτατο επιτρεπόμενο εκεί όριο των 60 χιλιομέτρων την ώρα... αφού αυτή υπολογίστηκε ...βάσει των επί του οδοστρώματος ανευρεθέντων ιχνών ...σε 72 χιλιόμετρα ανά ώρα κατ’ ελάχιστον. Στο προαναφερθέν ύψος του 28ου χιλιομέτρου της ανωτέρω οδού, ο ασφαλισμένος... ., λόγω της μέθης του, από απροσεξία, αδέξιο χειρισμό, μη άσκηση από αυτόν του επιβαλλόμενου ελέγχου και εποπτείας του οχήματος του και εκ του λόγου ότι δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητά του αναλόγως των επικρατουσών συνθηκών ... και εξαιτίας της υπερβολικής ταχύτητας την οποία είχε αναπτύξει, κατά τα άνω, εξετράπη της πορείας του προς τ’ αριστερά και αφού διήλθε τη διπλή διαχωριστική γραμμή του άξονα του οδοστρώματος, της οποίας απαγορεύεται η διάβαση, εισήλθε ανεπιτρέπτως στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας... το οποίο διέσχισε διαγωνίως, παρά την εκ μέρους του πραγματοποιηθείσα τροχοπέδηση...που δεν κατέστη δυνατό να ακινητοποιήσει το όχημά του, με συνέπεια να αποκλείσει ξαφνικά τη διέλευση του εκεί κανονικά κινούμενου αυτοκινήτου του ., το οποίο επέπεσε με το εμπρόσθιο τμήμα του στη δεξιά πλευρά του παρεμβληθέντος κατά τα άνω στην πορεία του αυτοκινήτου του .. Το τελευταίο...εξήλθε του οδοστρώματος του αντίθετου προς την αρχική πορεία του ρεύματος κυκλοφορίας ...όπου τελικώς ακινητοποιήθηκε...Αποτέλεσμα του πιο πάνω αυτοκινητικού ατυχήματος υπήρξε ...τραυματισμός της συνεπιβάτιδας του ., . ...απεβίωσε στις 28-11-2002...Η προπεριγραφόμενη σύγκρουση οχημάτων και ο εξ αυτής θανάσιμος τραυματισμός της . ...οφείλονται ...σε αποκλειστική υπαιτιότητα του εναγόμενου ., ο οποίος, λόγω της μέθης του, προκάλεσε το θανατηφόρο ατύχημα...ώρα 06:21 της 24ης-11-2002, ήτοι πενήντα (50) λεπτά μετά το ατύχημα, έγινε εξέταση αλκοτέστ εκπνοής, η οποία απέβη θετική, αφού ανιχνεύτηκαν ποσοστά οινοπνεύματος 0,48%ο στην πρώτη εκπνοή και 0,33 %ο στην δεύτερη εκπνοή...Από τον πρώτο εναγόμενο ελήφθησαν δύο (2) φιαλίδια αίματος ...Όπως αποδεικνύεται από την από 19-12-2002 έκθεση εξέτασης αίματος του πρώτου εναγομένου, του Τμήματος Χημείου της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, η πρώτη εργαστηριακή εξέταση έγινε στις 11-12-2002 ... και προέκυψε ότι η περιεκτικότητα του αίματος σε οινόπνευμα είναι: Δώδεκα εκατοστά του γραμμαρίου (0,12 gr) κατά λίτρο αίματος ή 0,12 %ο. Η έκθεση εξετάσεως αίματος έχει ακολούθως τις εξής παρατηρήσεις: ...Σύμφωνα με τη ανωτέρω αναφορά του Τ.Ο.Τ.Α. Αθηνών μεταξύ του χρόνου τραυματισμού και της στιγμής αιμοληψίας του ... μεσολάβησαν 315 λεπτά. Θα πρέπει να τονισθεί ότι: Η αιθανόλη στο αίμα ενός ανθρώπου μεταβολίζεται με μία ταχύτητα η οποία επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες (βάρος ατόμου, ηλικία, κατάσταση υγείας κ.α.) Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ένας συντελεστής ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/lt/h. Αμέσως μετά τη χρήση οινοπνευματωδών ποτών η συγκέντρωση της αιθανόλης στο αίμα αυξάνεται για χρονικό διάστημα περίπου μιας ώρας ενώ μετά αρχίζει ο μεταβολισμός της από τον οργανισμό και κατά συνέπεια η ελάττωση της περιεκτικότητας στο αίμα του εξεταζόμενου. Σε περίπτωση που κατά τη στιγμή του ελέγχου είχε αρχίσει ο μεταβολισμός της αιθανόλης από τον οργανισμό του ... τότε η περιεκτικότητα σε οινόπνευμα στο αίμα του ανωτέρω εξεταζόμενου θα πρέπει να κυμαινόταν μεταξύ 0,90 gr/lt και 1,06 gr/lt (0,90 %ο και 1,06 %ο) στις 05:30 δηλ. τριακόσια δεκαπέντε λεπτά πριν από την στιγμή της αιμοληψίας». Με βάση όλα τα ανωτέρω εκτιθέμενα, για τη θεμελίωση της ένδικης εξ αναγωγής αγωγής επί τη βάση της επικαλούμενης συμβατικής, επιστηριζόμενης δε στην ισχύουσα κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος (24-11-2002) διάταξη του άρθρου 25 παρ. 8 της με αριθμό Κ4/585/1978 απόφασης του Υπουργού Εμπορίου, εξαίρεσης της κάλυψης των ασφαλισμένων εναγόμενων έναντι της ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία επικαλείται μεν ότι ο σχετικός όρος είχε ενταχθεί με τον προπεριγραφόμενο νόμιμο τρόπο στην προαναφερόμενη ./23-5-2002 σύμβαση ασφάλισης του με αριθμό κυκλοφορίας ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκινήτου, εντούτοις, α) ισχυρίζεται καθ’ υποφορά - αφού, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχ. II νομική σκέψη της απόφασης, το ακολούθως αναφερόμενο στοιχείο τεκμαίρεται κατ’ αρχήν στην εξ αναγωγής αγωγή του ασφαλιστή ότι υπάρχει-, αναφορικά με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παραβίασης του οικείου λόγου εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη και της πρόκλησης του ένδικου ατυχήματος, ότι το τελευταίο ήταν αποτέλεσμα της μέθης (...λόγω της μέθης του...) του πρώτου εναγομένου, της αμελούς εκ μέρους του τελευταίου (...από απροσεξία, αδέξιο χειρισμό, μη άσκηση από αυτόν του επιβαλλόμενου ελέγχου και εποπτείας του οχήματος του και εκ του λόγου ότι δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητά του αναλόγως των επικρατουσών συνθηκών ... και εξαιτίας της υπερβολικής ταχύτητας την οποία είχε αναπτύξει...) οδήγησης του προαναφερόμενου οχήματος, παραθέτοντας ακολούθως περισσότερες παραβάσεις των κανόνων κυκλοφορίας (διέλευση διπλής διαχωριστικής γραμμής, είσοδος στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας) που είχαν ως συνέπεια την πρόκληση της οικείας θανατηφόρας σύγκρουσης οχημάτων, επισημαινόμενου επίσης ότι σε έτερο σημείο της αγωγής αναφέρεται ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια αφού ήταν αδύνατο να ελέγξει το όχημά του λόγω της ποσότητας οινοπνεύματος στο αίμα του (...Δηλαδή, ο οδηγός δεν μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια το αυτοκίνητο, αφού η ποσότητα οινοττνεύματος στο αίμα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο του αυτοκινήτου του...), χωρίς, εντούτοις, να εμπεριέχεται στο δικόγραφο οποιαδήποτε ειδικότερη επεξήγηση της εν λόγω διατύπωσης, με αναφορά σε συγκεκριμένη παραβίαση κανόνα κυκλοφορίας από τον εν λόγω τελούντα υπό την επίδραση οινοπνεύματος οδηγό, επισημαινόμενου ότι, σε κάθε περίπτωση, μια συνήθης τυπική παράβαση των θεμελιούμενων στον ΚΟΚ υποχρεώσεων από τον τελευταίο .δεν σημαίνει αναγκαίως ότι το ατύχημα οφείλεται στην επίδραση της μέθης. Συνεπεία του ότι ουδόλως προσδιορίζεται με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο ότι οι εν λόγω παραβάσεις και, ακολούθως, η πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης οφείλονται στη μέθη του πρώτου εναγόμενου, ως αποτελούσα το αποκλειστικό ή τουλάχιστον κυρίαρχο αίτιο του ατυχήματος, δεν δύναται να συναχθεί με βεβαιότητα ότι η ένδικη εξ αναγωγής αξίωση εδράζεται στην, κατά τα προεκτιθέμενα, τεκμαιρόμενη αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παράβασης του επί θέματι λόγου εξαίρεσης (μέθη) και της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης (τροχαίο ατύχημα) και όχι σε μια οδηγική συμπεριφορά που συγκεντρώνει τα οικεία στοιχεία και τα χαρακτηριστικά, με τα οποία σκιαγραφείται ένας αμελής τρόπος οδήγησης, τελών σε αιτιώδη συνάφεια με την οικεία θανατηφόρα σύγκρουση οχημάτων, β) σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, από την από 19-12-2002 έκθεση εξέτασης αίματος του πρώτου εναγομένου, προέκυψε ότι η περιεκτικότητα του αίματός του σε οινόπνευμα ήταν 0,12 gr/lt ή 0,12 %ο, ωστόσο, επικαλούμενη η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία ότι, σύμφωνα με την προεκτεθείσα σχετική παρατήρηση της συντάκτριας της έκθεσης, ήτοι, της .- χημικού/Π.Υ. : «Σύμφωνα με τη ανωτέρω αναφορά του Τ.Ο.Τ.Α. Αθηνών μεταξύ του χρόνου τραυματισμού και της στιγμής αιμοληψίας του . μεσολάβησαν 315 λεπτά. Θα πρέπει να τονισθεί ότι: Η αιθανόλη στο αίμα ενός ανθρώπου μεταβολίζεται με μία ταχύτητα η οποία επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες (βάρος ατόμου, ηλικία, κατάσταση υγείας κ.α.) Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ένας συντελεστής ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/l/h/. Αμέσως μετά τη χρήση οινοπνευματωδών ποτών η συγκέντρωση της αιθανόλης στο αίμα αυξάνεται για χρονικό διάστημα περίπου μιας ώρας, ενώ μετά αρχίζει ο μεταβολισμός της από τον οργανισμό και κατά συνέπεια η ελάττωση της περιεκτικότητας στο αίμα του εξεταζόμενου. Σε περίπτωση που κατά τη στιγμή του ελέγχου είχε αρχίσει ο μεταβολισμός της αιθανόλης από τον οργανισμό του . τότε η περιεκτικότητα σε οινόπνευμα στο αίμα του ανωτέρω εξεταζόμενου θα πρέπει να κυμαινόταν μεταξύ 0,90 gr/lt και 1,06 gr/lt (0,90 %ο και 1,06 %ο) στις 05:30 δηλ. τριακόσια δεκαπέντε λεπτά πριν από την στιγμή της αιμοληψίας», επιχειρεί να προβεί σε αναδρομικό υπολογισμό της συγκέντρωσης οινοπνεύματος στον οργανισμό του πρώτου εναγόμενου κατά το χρόνο του ατυχήματος, χωρίς, εντούτοις, να επικαλείται τον χρόνο που ο πρώτος εναγόμενος έπαυσε να πίνει ή το χρόνο έναρξης του μεταβολισμού της αιθανόλης από τον οργανισμό του τελευταίου, ούτε (οποιαδήποτε) συγκεκριμένη μεταβολισθείσα ποσότητα οινοπνεύματος από το σώμα του εν λόγω οδηγού μεταξύ του χρόνου του ατυχήματος και της προς εξέτασή του αιμοληψίας. Επικαλείται δε η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία την ανωτέρω παρατήρηση της χημικού ., χωρίς η τελευταία να έχει συμπεριλάβει σαφώς εξατομικευμένο, ήτοι, σε αναφορά με τον πρώτο εναγόμενο, προσδιορισμό των παραγόντων που επηρέασαν την ταχύτητα μεταβολισμού της αιθανόλης στο αίμα εκείνου, ούτε οποιοδήποτε προς τούτο αριθμητικό τύπο υπολογισμού του προπαρατιθέμενου συμπεράσματος της, αρκούμενη στην παράθεση από τη βιβλιογραφία, την οποία επίσης ουδόλως προσδιορίζει, ενός συντελεστή ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/lt/h, με συνέπεια να μην υποδηλώνεται με σαφήνεια ότι ο πρώτος εναγόμενος οδηγός τελούσε, κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος και σύμφωνα με τη ρύθμιση του Νόμου (άρθρο 42 παρ. 1 ΚΟΚ), υπό την επίδραση οινοπνεύματος. Κατ’ ακολουθία όλων των ανωτέρω, η υπό στοιχ. Α' αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, τα δε δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν εν όλω μεταξύ των διαδίκων, ενόψει του δυσερμήνευτου χαρακτήρα των εφαρμοσθέντων στην κριθείσα διαφορά κανόνων δικαίου (άρθρο 179 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 του ίδιου κώδικα), σύμφωνα με το διατακτικό.

 

       IV. Με την υπό κρίση υπό στοιχ. Β' (αν)αγωγή αποζημίωσης από αυτοκινητικό ατύχημα, η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, ενεργούσα εν προκειμένω ως καθολική διάδοχος της απορροφηθείσας από την ίδια ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΕ» και επικαλούμενη τον κάτωθι ειδικότερα αναφερόμενο λόγο εξαίρεσης της ευθύνης της έναντι, αφενός, του πρώτου εναγομένου - ασφαλισμένου, λήπτη της ασφάλισης, συγκατόχου σε ποσοστό 80% και οδηγού του αναφερόμενου ζημιογόνου οχήματος, αφετέρου, της δεύτερης εναγομένης - ασφαλισμένης, συγκατόχου σε ποσοστό 20% του εν λόγω οχήματος και προστήσασας στην οδήγηση αυτού τον πρώτο εναγόμενο, ζητεί, όπως το αγωγικό αίτημα παραδεκτά περιορίστηκε σε έντοκο αναγνωριστικό με τις κατατεθείσες προτάσεις, αλλά και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου (άρθρο 223 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 του ίδιου κώδικα), επισημαινόμενης και της παραδεκτής, με τις κατατεθείσες προτάσεις (άρθρα 591, 294 και 297 ΚΠολΔ), παραίτησης της ενάγουσας από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής ως προς το παρεπόμενο αίτημα κήρυξης της παρούσας προσωρινά εκτελεστής, με συνακόλουθη συνέπεια η αγωγή να θεωρείται ως μη ασκηθείσα ως προς αυτό (άρθρα 591,295 ΚΠολΔ), να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να της καταβάλουν, σε ολόκληρο καθένας από αυτούς, το συνολικό ποσό των 260.822,64 ευρώ, το οποίο εκείνη κατέβαλε σε εκτέλεση των 40399/2013 και 4395/2015 αποφάσεων του Εφετείου Αθηνών, συνδυαστικά με τις 808/2011 και 2921/2012 αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στα αναφερόμενα πρόσωπα ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, σύμφωνα δε με τις ειδικότερα διαλαμβανόμενες στην αγωγή διακρίσεις, δοθέντος ότι ο (εδώ) πρώτος εναγόμενος κρίθηκε αποκλειστικά υπαίτιος του οικείου αυτοκινητικού ατυχήματος, συνεπεία του οποίου επήλθε, μεταξύ άλλων, ο θάνατος της αναφερόμενης ., ενώ, επικουρικώς στα ανωτέρω, ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να της καταβάλουν, σε ολόκληρο καθένας από αυτούς, το ίδιο ανωτέρω ποσό σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Επίσης, η ενάγουσα ζητεί να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των εν γένει δικαστικών εξόδων της. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, κατά το σκέλος της που αφορά στην διωκόμενη επιδίκαση του ανωτέρω ποσού επί τη βάση της επικαλούμενης (ως συμφωνηθείσας) απαλλακτικής ρήτρας υπέρ της ασφαλιστικής εταιρείας, αφορώσασας στην οδήγηση του ασφαλισμένου αυτοκινήτου από οδηγό που τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος, κατά παράβαση του ισχύοντος κατά το χρόνο του ατυχήματος (24-11-2002) Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρα 14 παρ. 2, 16 αρ. 11 και 22 ΚΠολΔ) εισάγεται για να συζητηθεί στο Δικαστήριο αυτό, κατά την-προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 ΚΠολΔ), επισημαινόμενου εντούτοις ότι αναφορικά με το σκέλος της (αγωγής) που διώκεται η επιδίκαση του ανωτέρω ποσού επί τη βάση των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω εσφαλμένης εισαγωγής της με την ως ανωτέρω ειδική διαδικασία, δοθέντος ότι η εν λόγω αξίωση υπάγεται στην τακτική διαδικασία (πρβλ. σχετ. ΕφΘεσσαλ 1/2021 ΕλλΔνη 2022.253, ΜΠρΑθ 585/2023 Νόμος). Ωστόσο, καθ’ ο μέρος η αγωγή ορθώς εισήχθη εν προκειμένω προς εκδίκαση κατά την προεκτιθέμενη ειδική διαδικασία και αναφορικά με την οποία (αγωγή), σημειωτέον, έχει πραγματοποιηθεί η κατ’ άρθρο 3 παρ. 2 Ν. 4640/2019 ενημέρωση της ενάγουσας (βλ. το από 24-11-2020 ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση, το οποίο προσκομίζεται με τις κατατεθείσες προτάσεις), η δε δεύτερη εναγομένη, παρά τις αντίθετες περί τούτου αιτιάσεις των εναγόμενων, νομιμοποιείται παθητικά στην άσκησή της ως, κατά τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, συγκάτοχος του οικείου ασφαλισμένου (ζημιογόνου) οχήματος, σύμφωνα δε με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. Π νομική σκέψη της απόφασης, η αγωγή τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία και, ειδικότερα, η απορροφηθείσα από την τελευταία ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΕ», συνήψε με τον πρώτο εναγόμενο το ./23-5-2002 ασφαλιστήριο συμβόλαιο, προβαίνοντας με αυτό στην ασφάλιση της αστικής ευθύνης του ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκινήτου συγκατοχής του πρώτου εναγομένου σε ποσοστό 80% και της δεύτερης εναγομένης σε ποσοστό 20%, για το χρονικό διάστημα από 17-5-2002 έως 17-5-2003. Επιπλέον, με το άρθρο 3 του ανωτέρω ασφαλιστηρίου συμβολαίου συμφωνήθηκε ότι το τελευταίο θα διέπετο από τις διατάξεις του Ν. 489/1976 και Ν. 1569/1985, από τους όρους του εγκεκριμένου με τη διαδικασία του άρθρου 30 ΝΔ 400/1970 υποχρεωτικού τιμολογίου ασφαλίστρων αυτοκινήτου και τους ενιαίους γενικούς όρους ασφαλιστηρίων αστική ευθύνης αυτοκινήτων, όπως καθορίστηκαν με την Κ4/585/8-4-1978 απόφαση του Υπουργείου Εμπορίου, καθώς και τις οικείες καθορισθείσες εξαιρέσεις τους, που αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα ο πρώτος εναγόμενος, ενώ, μεταξύ των όρων, συμφωνήθηκε όπως εξαιρούνται της ασφαλιστικής κάλυψης οι προξενούμενες σε τρίτους ζημίες, όταν το ασφαλισμένο όχημα οδηγείται από οδηγό, τελούντα υπό την επίδραση οινοπνεύματος κατά την έννοια του άρθρου 42 ΚΟΚ. Περαιτέρω, η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία ισχυρίζεται ότι κατά το χρονικό διάστημα ισχύος του ανωτέρω ασφαλιστηρίου συμβολαίου και, ειδικότερα, στις 24-11-2002 και περί ώρα 05:30 π.μ., ο πρώτος εναγόμενος οδηγώντας το ανωτέρω ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκίνητο συγκατοχής του, με συνεπιβαίνουσα την ..., «... έβαινε με μεγάλη ταχύτητα, υπερβαίνουσα κατά πολύ το ανώτατο επιτρεπόμενο εκεί όριο των 60 χιλιομέτρων την ώρα ... αφού αυτή υπολογίστηκε ... βάσει των επί του οδοστρώματος ανευρεθέντων ιχνών ...σε 72 χιλιόμετρα ανά ώρα κατ' ελάχιστον. Στο προαναφερθέν ύψος του 28ου χιλιομέτρου της ανωτέρω οδού, ο ασφαλισμένος . ...., λόγω της μέθης του, από απροσεξία, αδέξιο χειρισμό, μη άσκηση από αυτόν του επιβαλλόμενου ελέγχου και εποπτείας του οχήματος του και εκ του λόγου ότι δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητά του αναλόγως των επικρατουσών συνθηκών ... και εξαιτίας της υπερβολικής ταχύτητας την οποία είχε αναπτύξει, κατά τα άνω, εξετράπη της πορείας του προς τ' αριστερά και αφού διήλθε τη διπλή διαχωριστική γραμμή του άξονα του οδοστρώματος, της οποίας απαγορεύεται η διάβαση, εισήλθε ανεπιτρέπτως στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας ... το οποίο διέσχισε διαγωνίως, παρά την εκ μέρους του πραγματοποιηθείσα τροχοπέδηση ... που δεν κατέστη δυνατό να ακινητοποιήσει το όχημά του, με συνέπεια να αποκλείσει ξαφνικά τη διέλευση του εκεί κανονικά κινούμενου αυτοκινήτου του ., το οποίο επέπεσε με το εμπρόσθιο τμήμα του στη δεξιά πλευρά του παρεμβληθέντος κατά τα άνω στην πορεία του αυτοκινήτου του . . Το τελευταίο ... εξήλθε του οδοστρώματος του αντίθετου προς την αρχική πορεία του ρεύματος κυκλοφορίας ... όπου τελικώς ακινητοποιήθηκε... Αποτέλεσμα του πιο πάνω αυτοκινητικού ατυχήματος υπήρξε ...τραυματισμός της συνεπιβάτιδας του ., ...... απεβίωσε στις 28-11-2002...Η προπεριγραφόμενη σύγκρουση οχημάτων και ο εξ αυτής θανάσιμος τραυματισμός της . ... οφείλονται ... σε αποκλειστική υπαιτιότητα του εναγομένου ..., ο οποίος, λόγω της μέθης του, προκάλεσε το θανατηφόρο ατύχημα... ώρα 06:21 της 24ης-11-2002, ήτοι πενήντα (50) λεπτά μετά το ατύχημα, έγινε εξέταση αλκοτέστ εκπνοής, η οποία απέβη θετική, αφού ανιχνεύτηκαν ποσοστά οινοπνεύματος 0,48%ο στην πρώτη εκπνοή και 0,33 %ο στην δεύτερη εκπνοή...Από τον πρώτο εναγόμενο ελήφθησαν δύο (2) φιαλίδια αίματος ...Όπως αποδεικνύεται από την από 19-12-2002 έκθεση εξέτασης αίματος του πρώτου εναγομένου, του Τμήματος Χημείου της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, η πρώτη εργαστηριακή εξέταση έγινε στις 11-12- 2002 ... και προέκυψε ότι η περιεκτικότητα του αίματος σε οινόπνευμα είναι: Δώδεκα εκατοστά του γραμμαρίου (0,12 gr) κατά λίτρο αίματος ή 0,12 %ο. Η έκθεση εξετάσεως αίματος έχει ακολούθως τις εξής παρατηρήσεις: Σύμφωνα με τη ανωτέρω αναφορά τον Τ.Ο.Τ.Α. Αθηνών μεταξύ του χρόνου τραυματισμού και της στιγμής αιμοληψίας του ... μεσολάβησαν 315 λεπτά. Θα πρέπει να τονισθεί ότι: Η αιθανόλη στο αίμα ενός ανθρώπου μεταβολίζεται με μία ταχύτητα η οποία επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες (βάρος ατόμου, ηλικία, κατάσταση υγείας κ.α.) Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ένας συντελεστής ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/l/h/.. Αμέσως μετά τη χρήση οινοπνευματωδών ποτών η συγκέντρωση της αιθανόλης στο αίμα αυξάνεται για χρονικό διάστημα περίπου μιας ώρας ενώ μετά αρχίζει ο μεταβολισμός της από τον οργανισμό και κατά συνέπεια η ελάττωση της περιεκτικότητας στο αίμα του εξεταζόμενου. Σε περίπτωση που κατά τη στιγμή του ελέγχου είχε αρχίσει ο μεταβολισμός της αιθανόλης από τον οργανισμό του ... τότε η περιεκτικότητα σε οινόπνευμα στο αίμα του ανωτέρω εξεταζόμενου θα πρέπει να κυμαινόταν μεταξύ 0,90 gr/lt και 1,06 gr/lt (0,90 %ο και 1,06 %ο) στις 05:30 δηλ. τριακόσια δεκαπέντε λεπτά πριν από την στιγμή της αιμοληψίας». Με βάση όλα τα ανωτέρω εκτιθέμενα, για τη θεμελίωση της ένδικης εξ αναγωγής αγωγής επί τη βάση της επικαλούμενης συμβατικής, επιστηριζόμενης δε στην ισχύουσα κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος (24-11-2002) διάταξη του άρθρου 25 παρ. 8 της με αριθμό Κ4/585/1978 απόφασης του Υπουργού Εμπορίου, εξαίρεσης της κάλυψης των ασφαλισμένων εναγομένων έναντι της ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία επικαλείται μεν ότι ο σχετικός όρος είχε ενταχθεί με τον προπεριγραφόμενο νόμιμο τρόπο στην προαναφερόμενη ./23-5-2002 σύμβαση ασφάλισης του με αριθμό κυκλοφορίας ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκινήτου, εντούτοις, α) ισχυρίζεται καθ’ υποφορά - αφού, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχ. II νομική σκέψη της απόφασης, το ακολούθως αναφερόμενο στοιχείο τεκμαίρεται κατ’ αρχήν στην εξ αναγωγής αγωγή του ασφαλιστή ότι υπάρχει-, αναφορικά με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παραβίασης του οικείου λόγου εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη και της πρόκλησης του ένδικου ατυχήματος, ότι το τελευταίο ήταν αποτέλεσμα της μέθης (...λόγω της μέθης του...) του πρώτου εναγομένου, της αμελούς εκ μέρους του τελευταίου (...από απροσεξία, αδέξιο χειρισμό, μη άσκηση από αυτόν του επιβαλλόμενου ελέγχου και εποπτείας του οχήματος του και εκ του λόγου ότι δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητά του αναλόγως των επικρατουσών συνθηκών ... και εξαιτίας της υπερβολικής ταχύτητας την οποία είχε αναπτύξει...) οδήγησης του προαναφερόμενου οχήματος, παραθέτοντας ακολούθως περισσότερες παραβάσεις των κανόνων κυκλοφορίας (διέλευση διπλής διαχωριστικής γραμμής, είσοδος στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας) που είχαν ως συνέπεια την πρόκληση της οικείας θανατηφόρας σύγκρουσης οχημάτων, επισημαινόμενου επίσης ότι σε έτερο σημείο της αγωγής αναφέρεται ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια αφού ήταν αδύνατο να ελέγξει το όχημά του λόγω της ποσότητας οινοπνεύματος στο αίμα του (...Δηλαδή, ο οδηγός δεν μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια το αυτοκίνητο, αφού η ποσότητα οινοπνεύματος στο αίμα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο του αυτοκινήτου του...), χωρίς, εντούτοις, να εμπεριέχεται στο δικόγραφο οποιαδήποτε ειδικότερη επεξήγηση της εν λόγω διατύπωσης, με αναφορά σε συγκεκριμένη παραβίαση κανόνα κυκλοφορίας από τον εν λόγω τελούντα υπό την επίδραση οινοπνεύματος οδηγό, επισημαινόμενου ότι, σε κάθε περίπτωση, μια συνήθης τυπική παράβαση των θεμελιούμενων στον ΚΟΚ υποχρεώσεων από τον τελευταίο δεν σημαίνει αναγκαίως ότι το ατύχημα οφείλεται στην επίδραση της μέθης. Συνεπεία του ότι ουδόλως προσδιορίζεται με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο ότι οι εν λόγω παραβάσεις και, ακολούθως, η πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης οφείλονται στη μέθη του πρώτου εναγόμενου, ως αποτελούσα το αποκλειστικό ή τουλάχιστον κυρίαρχο αίτιο του ατυχήματος, δεν δύναται να συναχθεί με βεβαιότητα ότι η ένδικη εξ αναγωγής αξίωση εδράζεται στην, κατά τα προεκτιθέμενα, τεκμαιρόμενη αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παράβασης του επί θέματι λόγου εξαίρεσης (μέθη) και της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης (τροχαίο ατύχημα) και όχι σε μια οδηγική συμπεριφορά που συγκεντρώνει τα οικεία στοιχεία και τα χαρακτηριστικά, με τα οποία σκιαγραφείται ένας αμελής τρόπος οδήγησης, τελών σε αιτιώδη συνάφεια με την οικεία θανατηφόρα σύγκρουση οχημάτων, β) σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, από την από 19-12-2002 έκθεση εξέτασης αίματος του πρώτου εναγομένου- οδηγού, προέκυψε ότι η περιεκτικότητα του αίματός του σε οινόπνευμα ήταν 0,12 gr/lt ή 0,12 %ο, ωστόσο, επικαλούμενη η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία ότι σύμφωνα (και) με προπαρατεθείσα σχετική παρατήρηση της συντάκτριας της έκθεσης, ήτοι, ...- χημικού/ΠΎ.: «Σύμφωνα με τη ανωτέρω αναφορά Τ.Ο.Τ.Α. Αθηνών μεταξύ του χρόνου τραυματισμού και της στιγμής αιμοληψίας του ... μεσολάβησαν 315 λεπτά. Θα πρέπει να τονισθεί ότι: Η αιθανόλη στο αίμα ενός ανθρώπου μεταβολίζεται με μία ταχύτητα η οποία επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες (βάρος ατόμου, ηλικία, κατάσταση υγείας κ.α.) Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ένας συντελεστής ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/ly/h και 0,18 gr/l/h/.. Αμέσως μετά τη χρήση οινοπνευματωδών ποτών η συγκέντρωση της αιθανόλης στο αίμα αυξάνεται για χρονικό διάστημα περίπου μιας ώρας, ενώ μετά αρχίζει ο μεταβολισμός της από τον οργανισμό και κατά συνέπεια η ελάττωση της περιεκτικότητας στο αίμα του εξεταζόμενου. Σε περίπτωση που κατά τη στιγμή του ελέγχου είχε αρχίσει ο μεταβολισμός της αιθανόλης από τον οργανισμό του . τότε η περιεκτικότητα σε οινόπνευμα στο αίμα του ανωτέρω εξεταζόμενου θα πρέπει να κυμαινόταν μεταξύ 0,90 gr/lt και 1,06 gr/lt (0,90 %ο και 1,06 %ο) τις 05:30 δηλ τριακόσια δεκαπέντε λεπτά πριν από την στιγμή της αιμοληψίας», επιχειρεί να προβεί σε αναδρομικό υπολογισμό της συγκέντρωσης οινοπνεύματος στον οργανισμό του πρώτου εναγομένου κατά τον χρόνο του ατυχήματος, χωρίς, εντούτοις, να επικαλείται τον χρόνο που ο πρώτος εναγόμενος έπαυσε να πίνει ή το χρόνο έναρξης του μεταβολισμού της αιθανόλης από τον οργανισμό του τελευταίου, ούτε (οποιαδήποτε) συγκεκριμένη μεταβολισθείσα ποσότητα οινοπνεύματος από το σώμα του εν λόγω οδηγού μεταξύ του χρόνου του ατυχήματος και της προς εξέτασή του αιμοληψίας. Επικαλείται δε η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία την ανωτέρω παρατήρηση της χημικού ., χωρίς η τελευταία να έχει συμπεριλάβει σαφώς εξατομικευμένο, ήτοι, σε αναφορά με τον πρώτο εναγόμενο, προσδιορισμό των παραγόντων που επηρέασαν την ταχύτητα μεταβολισμού της αιθανόλης στο αίμα εκείνου, ούτε οποιοδήποτε προς τούτο αριθμητικό τύπο υπολογισμού του προπαρατιθέμενου συμπεράσματος της, αρκούμενη στην παράθεση από τη βιβλιογραφία, την οποία επίσης ουδόλως προσδιορίζει, ενός συντελεστή ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/lt/h, με συνέπεια να μην υποδηλώνεται με σαφήνεια ότι ο πρώτος εναγόμενος οδηγός τελούσε, κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος και σύμφωνα με τη ρύθμιση του Νόμου (άρθρο 42 παρ. 1 ΚΟΚ), υπό την επίδραση οινοπνεύματος. Κατ’ ακολουθία όλων των ανωτέρω, η υπό στοιχ. Β' αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, τα δε δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν εν όλω μεταξύ των διαδίκων, ενόψει του δυσερμήνευτου χαρακτήρα των εφαρμοσθέντων στην κριθείσα διαφορά κανόνων δικαίου (άρθρο 179 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 του ίδιου κώδικα), σύμφωνα με το διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Συνεκδικάζει την από 25-7-2022 αγωγή με την από 25-7-2022 αγωγή αντιμωλία των διαδίκων.

 

Απορρίπτει την ως άνω από 25-7-2022 αγωγή.

 

Συμψηφίζει εν όλω τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

Απορρίπτει την ως άνω από 25-7-2022 αγωγή.

 

Συμψηφίζει εν όλω τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 2024, απάντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η Δικαστής                Η Γραμματέας