ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΔΠρΑθ 15625/2023

 

Απαλλαγή ρυμοτομουμένων εκτάσεων από (κύριο και συμπληρωματικό) ΕΝ.Φ.Ι.Α. -.

 

Το επίδικο οικόπεδο, ως απαλλοτριωθέν διά ρυμοτομίας, υπάγεται στο κανονιστικό πεδίο εφαρμογής της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 4223/2013, σύμφωνα με το οποίο απαλλάσσονται από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. (κύριο και συμπληρωματικό φόρο) τα εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων για τα οποία υφίσταται απαγόρευση χρήσης λόγω, μεταξύ άλλων, ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης για κοινωφελή ή κοινόχρηστο σκοπό.

 

 

 

Αριθμός Απόφασης Α15625/31-10-2023

Αριθμός Εισαγωγής: ΠΡ./10.2.2021

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

ΤΜΗΜΑ 3ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 15 Φεβρουαρίου 2023, με δικαστή τη Βασιλική Κολιγλιάτη, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα τον Νικόλαο Γερνά, δικαστικό υπάλληλο,

 

για να δικάσει την προσφυγή με ημερομηνία κατάθεσης 10.2.2021,

 

του ., κατοίκου Κηφισιάς Αττικής (οδός .), ο οποίος δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο αλλά παρέστη με δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Νικολάου Δημητρολόπουλου,

 

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται νομίμως από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και δεν παρέστη.

 

Αφού μελέτησε τη δικογραφία

 

Σκέφτηκε κατά το νόμο

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε αναλογικό παράβολο ποσού 8,50 ευρώ (βλ. το με κωδικό πληρωμής . ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων) και δικαστικό ένσημο ποσού 8,61 ευρώ (βλ. το με κωδικό παραβόλου . δικαστικό ένσημο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων), ζητείται, κατ΄ εκτίμηση του περιεχομένου του δικογράφου, η ακύρωση, άλλως η μεταρρύθμιση, της σιωπηρής απόρριψης της ./27.10.2020 ενδικοφανούς προσφυγής που άσκησε ο προσφεύγων κατά α) της με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου του ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), έτους 2015, β) της με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου του ν. 4223/2013, έτους 2016, γ) της με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου του ν. 4223/2013, έτους 2017, δ) της με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου του ν. 4223/2013, έτους 2018 και ε) της με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου του ν. 4223/2013, έτους 2019, καθ’ ο μέρος του επιβλήθηκε (με τις ως άνω πράξεις) συμπληρωματικός φόρος και προσαυξήσεις. Επιπλέον, ο προσφεύγων ζητεί να του επιστραφεί το ποσό των 812,54 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθέν, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή του ποσού (26.10.2020), το οποίο αίτημα περιορίζει με το νομίμως κατατεθέν στις 30.11.2022 υπόμνημά, ζητώντας το νόμιμο τόκο από την κατάθεση της προσφυγής.

 

2. Επειδή, νομίμως χωρεί η συζήτηση της προσφυγής παρά την απουσία του καθ’ ου, το οποίο κλητεύθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως να παραστεί (σχ. το από 12.9.2022 αποδεικτικό επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων . σε συνδυασμό με τα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της 7ης.12.2022).

 

3. Επειδή, εν προκειμένω, δεν συντελέστηκε σιωπηρή απόρριψη της ενδικοφανούς προσφυγής του προσφεύγοντος, δεδομένου ότι πριν τη λήξη της προβλεπόμενης από την παρ. 5 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α΄170) προθεσμίας των 120 ημερών από την υποβολή της εκδόθηκε η 637/19.2.2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Α.Α.Δ.Ε, με την οποία απορρίφθηκε ρητώς η ως άνω ενδικοφανής προσφυγή, η οποία απεστάλη στον προσφεύγουσα με συστημένη επιστολή στις 3.3.2021 (σχ. το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ./10.3.2021 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας). Συνεπώς, η κρινόμενη προσφυγή στρέφεται κατά ανύπαρκτης σιωπηρής πράξης, ενώ η ως άνω ρητή απορριπτική απόφαση, ως μη εκδοθείσα μετά τη συντέλεση σιωπηρής απόρριψης, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως συμπροσβαλλόμενη σύμφωνα με το εδάφιο α΄ της παρ. 6 του άρθρου 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α΄97), (πρβλ. ΣτΕ 2992/2006). Ωστόσο, ενόψει του ότι κατά το εδάφιο β΄ της ίδιας παραγράφου η εν λόγω ρητή απορριπτική πράξη μπορεί να προσβληθεί και αυτοτελώς και λαμβανομένης υπόψη της αρχής της οικονομίας της δίκης, πρέπει να θεωρηθεί ότι η κρινόμενη προσφυγή στρέφεται παραδεκτώς μόνο κατά της ως άνω ρητής απορριπτικής απόφασης (βλ. ΔΕφΠειρ 1749/2022, ΔΕφΠατ 663/2016, πρβλ. ΣτΕ 3492/2011 7μ.).

 

4. Επειδή, ενόψει του αντικειμένου της προκείμενης διαφοράς, όπως τούτο προκύπτει από το σύνολο των παρατιθέμενων στην πρώτη σκέψη της παρούσας και αμφισβητούμενων με την κρινόμενη προσφυγή ποσών φόρου, το οφειλόμενο για το παραδεκτό της άσκησης αυτής αναλογικό παράβολο ανέρχεται, σύμφωνα με το άρθρο 277 παρ. 3 του, Κ.Δ.Δ., όπως ισχύει, στο ποσό των 8,13 (812,54 Χ 1%) ευρώ. Εν προκειμένω δε, ο προσφεύγων κατέβαλε ποσό παραβόλου ύψους 8,50 ευρώ, και επομένως, το υπερβάλλον ποσό παραβόλου ύψους 0,37 ευρώ πρέπει να επιστραφεί σε αυτόν ως αχρεωστήτως καταβληθέν, ανεξαρτήτως της έκβασης της δίκης, κατ’ άρθρο 277 παρ. 11 του Κ.Δ.Δ. Περαιτέρω, το δικαστικό ένσημο που ο προσφεύγων κατέβαλε για την κρινόμενη προσφυγή, χωρίς να υπάρχει προς τούτο νόμιμη υποχρέωση για την παραδεκτή άσκηση του δικογράφου αυτού, πρέπει να επιστραφεί σε αυτόν ως αχρεωστήτως καταβληθέν, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 277 παρ. 11 του Κ.Δ.Δ. (πρβλ. ΣτΕ 660/2016, 3410/2014 7μ., 2607/2013 7μ.).

 

5. Επειδή, στο άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.» και στο άρθρο 78 παρ. 1 αυτού ορίζεται ότι: «Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος». Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι ο νομοθέτης είναι, κατ’ αρχήν, ελεύθερος να καθορίζει τις διάφορες μορφές των οικονομικών επιβαρύνσεων για τη δημιουργία δημοσίων εσόδων προς κάλυψη των δαπανών του Κράτους, που δύνανται να επιβληθούν στους βαρυνόμενους πολίτες με διάφορους τρόπους, περιορίζεται, όμως, από ορισμένες γενικές αρχές, με τις οποίες επιδιώκεται από τον συνταγματικό νομοθέτη η πραγμάτωση των κανόνων της φορολογικής δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου γενικότερα. Οι αρχές αυτές είναι συγκεκριμένα η καθολικότητα της επιβάρυνσης και η ισότητα αυτής έναντι των βαρυνομένων, εξειδικευομένη με τον, κατ’ αρχήν, βάσει ορισμένης φοροδοτικής ικανότητας, καθορισμό του φορολογικού βάρους, το οποίο, πάντως, επιβάλλεται επί συγκεκριμένης και εξ αντικειμένου οριζομένης φορολογητέας ύλης, που μπορεί, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος, να είναι το εισόδημα, η περιουσία, οι δαπάνες ή οι συναλλαγές. (βλ. ΣτΕ 166/2016 Ολ., 1972/2012 Ολ., ΣτΕ 518/2021 7μ. κ.ά.).

 

6. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 17 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. 2. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση …». Εξάλλου, στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.), που κυρώθηκε μαζί με τη Σύμβαση με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α΄ 256), όπως αποδόθηκε στη δημοτική γλώσσα με το π.δ. 76/2022 (ΦΕΚ Α΄ 205), ορίζεται ότι: «Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της περιουσίας του. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί την περιουσία του παρά μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους όρους που προβλέπουν ο νόμος και οι γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι προαναφερόμενες διατάξεις δεν θίγουν το δικαίωμα των Κρατών να θέτουν σε ισχύ νόμους που κρίνουν αναγκαίους για τη ρύθμιση της χρήσης αγαθών σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή για την εξασφάλιση της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων». Με τις διατάξεις αυτές, με τις οποίες κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας του προσώπου, αναγνωρίζεται παράλληλα η εξουσία των Κρατών προς επιβολή φόρων και θέσπιση μέτρων προς εξασφάλιση της καταβολής τους. Τα Κράτη διαθέτουν ευρύτατη εξουσία ως προς τον προσδιορισμό των φόρων και τους τρόπους είσπραξής τους κατ’ εκτίμηση των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων τους. Όμως, εφόσον η επιβολή φορολογίας αποτελεί επέμβαση στην περιουσία του προσώπου, πρέπει η σχετική ρύθμιση να αποτελεί μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του δημοσίου συμφέροντος και των επιταγών προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπό την έννοια της ύπαρξης αναλογίας μεταξύ χρησιμοποιούμενων μέσων και επιδιωκόμενων σκοπών. Ως εκ τούτου, επιβολή φορολογικής υποχρέωσης που συνιστά υπερβολικό βάρος για τα πρόσωπα που βαρύνονται με αυτήν ή κλονίζει ριζικά την οικονομική τους κατάσταση αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. (βλ. ΣτΕ 2318/2018 Ολ., 166/2016 Ολ., 532/2015 Ολ., 3342-3349/2013 Ολ., 1972/2012 Ολ., 1312/2023 7μ., κ.α.)

 

7. Επειδή, o ν. 4223/2013 «Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 287), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, όριζε, στο άρθρο 1, ότι: «1. Από το έτος 2014 και για κάθε επόμενο έτος επιβάλλεται Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) στα δικαιώματα της παραγράφου 2 του παρόντος, σε ακίνητα που βρίσκονται στην Ελλάδα και ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή κάθε είδους νομικές οντότητες την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους. 2. Ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. επιβάλλεται στα εμπράγματα δικαιώματα της πλήρους κυριότητας, της ψιλής κυριότητας, της επικαρπίας, της οίκησης και της επιφάνειας επί του ακινήτου … 3. Ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. ισούται με το άθροισμα του κύριου φόρου επί του κάθε ακινήτου και του συμπληρωματικού φόρου επί της συνολικής αξίας των δικαιωμάτων επί των ακινήτων του υποκειμένου στο φόρο. 4. Τα δικαιώματα επί των οποίων επιβάλλεται ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. ετησίως είναι αυτά που υπάρχουν την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, ανεξάρτητα από μεταβολές που τυχόν επέρχονται κατά τη διάρκεια του έτους αυτού και ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του τίτλου κτήσης. 5. …», στο άρθρο 2, ότι: «1. Υποκείμενο του ΕΝ.Φ.Ι.Α. είναι κάθε πρόσωπο ή οντότητα του άρθρου 1, ανάλογα με το δικαίωμα και το ποσοστό του, ... 2. … 3. Ο πλήρης κύριος υποχρεούται στην καταβολή του συνολικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. που βαρύνει το ακίνητο κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας του. 4. ... 9. [όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 41 του ν. 4916/2022 (ΦΕΚ Α΄ 65)] Για το συμπληρωματικό ΕΝ.Φ.Ι.Α, όπως ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 5, εφαρμόζονται ανάλογα τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 έως και 8 του παρόντος», στο άρθρο 3, ότι: «1. … 2. Απαλλάσσονται από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. και τα δικαιώματα στα ακίνητα για τα οποία: α) Υφίσταται απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσης, σύμφωνα με τον ισχύοντα Πολεοδομικό Σχεδιασμό, ιδίως ρυμοτομικό βάρος, ρυμοτομική απαλλοτρίωση, δέσμευση ακινήτου για κοινωφελή ή κοινόχρηστο σκοπό ή για λόγους προστασίας μνημείων και αρχαιοτήτων, ιδίως αρχαιολογική δέσμευση για ανασκαφές, κήρυξη αρχαιολογικού χώρου, καθώς και για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, που έχει επιβληθεί από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, αποκλειστικά κατά το μέρος για το οποίο υφίσταται η ως άνω απαγόρευση. Σε περίπτωση μερικής απαγόρευσης χρήσης ακινήτου εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. μειώνεται κατά τριάντα τοις εκατό (30%). Σε περίπτωση μερικής απαγόρευσης χρήσης ακινήτου εντός σχεδίου πόλης ή οικισμού, ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. μειώνεται κατά εξήντα τοις εκατό (60%). Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων μπορεί να καθορίζονται περιπτώσεις οι οποίες υπάγονται στα προηγούμενα εδάφια [το τελευταίο εδάφιο προστέθηκε με το άρθρο δέκατο όγδοο παρ. 2 του ν. 4286/2014 (ΦΕΚ Α΄ 194) και ισχύει, σύμφωνα με τη παρ. 12 του αυτού άρθρου και νόμου, από 1.1.2014]. β) Έχει διαταχθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση η αποδέσμευση από απαλλοτρίωση ή ρυμοτομικό βάρος ή δέσμευση κάθε είδους και δεν έχει εκδοθεί σχετική πράξη της Διοίκησης για την ως άνω αποδέσμευση. γ) Έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή οριστική διοικητική πράξη αποζημίωσης για απαλλοτρίωση ή ρυμοτομικό βάρος ή δέσμευση κάθε είδους και δεν έχει καταβληθεί η αποζημίωση μετά από ένα (1) έτος από το έτος έκδοσης της παραπάνω απόφασης. ...», στο άρθρο 5 ότι: «1. Στην αξία των δικαιωμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 επιβάλλεται συμπληρωματικός ΕΝ.Φ.Ι.Α, ο οποίος υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων του παρόντος. Η αξία των δικαιωμάτων αυτών υπολογίζεται κατά τα ποσοστά που προκύπτουν από την ανάλογη εφαρμογή των παραγράφων 3 έως και 7 του άρθρου 2 [το τελευταίο εδάφιο προστέθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 52 του ν. 4276/2014 (ΦΕΚ Α΄ 155) και ισχύει, σύμφωνα με την παράγραφο 16α΄ του αυτού άρθρου και νόμου, από 1.1.2014]. 2. [όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με τον ν. 4389/2016, ΦΕΚ Α΄94] Για κάθε φυσικό πρόσωπο ο συμπληρωματικός φόρος επιβάλλεται και υπολογίζεται στο μέρος της συνολικής αξίας των δικαιωμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1, σύμφωνα με τα κλιμάκια και τους συντελεστές του παρακάτω πίνακα: ΚΛΙΜΑΚΙΟ (€) Συντελεστής 0,01 - 300.000 0,0% 300.000,01 - 400.000 0,1% 400.000,01 - 500.000 0,2% 500.000,01 - 600.000 0,3% 600.000,01 - 700.000 0,6% 700.000,01 - 800.000 0,7% 800.000,01 - 900.000 0,8% 900.000,01 -1.000.000 0,9% Υπερβάλλον 1,0% Στη συνολική αξία των δικαιωμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 κατά το προηγούμενο εδάφιο δεν συνυπολογίζεται η αξία των δικαιωμάτων επί των γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού σύμφωνα με την παράγραφο Β.2 του παρόντος. Στη συνολική αξία του πρώτου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται η αξία των δικαιωμάτων επί των κτιρίων που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό (100) ετών και τα οποία, έχουν χαρακτηριστεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή ως έργα τέχνης, καθώς και των τυχόν αναλογούντων σε αυτά ποσοστών των επί των γηπέδων ή οικοπέδων στα οποία βρίσκονται. 3. … 4. Κατά τα λοιπά, για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού φόρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 32 του ν. 3842/2010, όπως ισχύει κάθε φορά …» και στο άρθρο 6 ότι: «1. Ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. προσδιορίζεται με πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου που εκδίδεται από τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με το άρθρο 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013, Α΄ 170). 2. …». Εξάλλου, με την παρ. 2 του άρθρου 50 του ν.4389/2016 αντικαταστάθηκε από 1.1.2016 σύμφωνα με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου, η παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4223/2013 ως εξής: «Για κάθε φυσικό πρόσωπο ο συμπληρωματικός φόρος επιβάλλεται και υπολογίζεται στη συνολική αξία των δικαιωμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1, σύμφωνα με τα κλιμάκια και τους συντελεστές του παρακάτω πίνακα: ΚΛΙΜΑΚΙΟ (€) Συντελεστής 0,01 - 200.000 0,0% [...] 800.000,01 - 900.000 1,00% 900.000,01 - 1.000.000 1,05% 1.000.000,01 - 2.000.000 1,10% Υπερβάλλον 1,15% Στη συνολική αξία του πρώτου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται η αξία των δικαιωμάτων επί των κτιρίων που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό (100) ετών και τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή ως έργα τέχνης, καθώς και των τυχόν αναλογούντων σε αυτά ποσοστών επί των γηπέδων ή οικοπέδων στα οποία βρίσκονται.». Τέλος, με το άρθρο 126 παρ. 3 του ν. 4549/2018 (ΦΕΚ Α΄105) ορίστηκε ότι: «Ο πίνακας της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4223/2013 αντικαθίσταται ως εξής: ΚΛΙΜΑΚΙΟ (€) Συντελεστής 0,01 - 250.000 0,0% [...] 800.000,01 - 900.000 1,00% 900.000,01 - 1.000.000 1,05% ...».

 

8. Επειδή, εξάλλου, στην διάταξη της παρ. 1 εδάφ. α' του άρθρου 2 του ν.δ/τος της 17.7/16.8.1923 [= άρθρο 153 παρ. 1 εδαφ. α' του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας – Κ.Β.Π.Ν., Δ' 580/1999] ορίζεται ότι τα σχέδια πόλεων καθορίζουν, πλην των άλλων, και: «α) τας οδούς και πλατείας, τους κοινοχρήστους κήπους, πρασιάς και άλση και εν γένει τους προς κοινωφελείς σκοπούς αναγκαιούντας κοινοχρήστους χώρους […]». Στην δε διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 23 του ιδίου ν.δ/τος [= άρθρο 246 παρ. 1 Κ.Β.Π.Ν.] ορίζεται ότι: «Απαγορεύεται απολύτως η καθ’ οιονδήποτε τρόπον ανέγερσις οικοδομών περιτοιχισμάτων, φρακτών και εν γένει η τέλεσις οιωνδήποτε εργασιών δομήσεως και οιαδήποτε προσωρινή ή μόνιμος εγκατάστασις: α) Επί των οικοπέδων των περιλαμβανομένων εντός του όλου εγκεκριμένου σχεδίου και καταλαμβανομένων υπό των εν άρθρω 2 παρ. 1 υπό στοιχείον α' αναφερομένων χώρων και γενικώς υπέρ ή υπό τους χώρους τούτους». Περαιτέρω, στο άρθρο 30 παρ. 1 [= άρθρο 276 παρ. 1 Κ.Β.Π.Ν.] ορίζεται ότι: «1. Ο εν τω εγκεκριμένω σχεδίω καθορισμός των εν τη παραγράφω 1 του άρθρου 2 υπό στοιχεία α' και β' αναφερομένων εν γένει χώρων και οικοπέδων χορηγεί δικαίωμα αναγκαστικής απαλλοτριώσεως λόγω δημοσίας ωφελείας των υπό των χώρων τούτων καταλαμβανομένων ακινήτων». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χαρακτηρισμός ακινήτων ως προοριζομένων για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων με πράξη έγκρισης, αναθεώρησης, τροποποίησης ή επέκτασης ρυμοτομικού σχεδίου, που επέχει θέση κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των ιδιοκτησιών αυτών, συνεπάγεται, ανεξάρτητα από την προώθηση της διαδικασίας συντέλεσης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, την απαγόρευση ανοικοδόμησης τους και εν γένει χρησιμοποίησής τους για σκοπό διαφορετικό από εκείνον για τον οποίο προορίσθηκαν με το ρυμοτομικό σχέδιο (βλ. ΣτΕ 166/2016 Ολομ., 520/2014 Ολομ., 219/1987 Ολομ. κ.ά.).

 

9. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι ο ν. 4223/2013, θεσπίζοντας τον ΕΝ.Φ.Ι.Α., απέβλεψε στον καθορισμό της πραγματικής αγοραίας αξίας των ακινήτων ως βάσης επιβολής του φόρου. Για τον λόγο αυτό, στη φορολογητέα περιουσία δεν περιλαμβάνονται ακίνητα που τελούν υπό ειδικές συνθήκες από άποψη πολεοδομικών βαρών και περιορισμών, όπως ακίνητα τα οποία έχουν κηρυχθεί αναγκαστικώς απαλλοτριωτέα, δεδομένου ότι ο ιδιοκτήτης στερείται του δικαιώματος χρήσης και εκμετάλλευσης αυτών κατά τον προορισμό τους, που είναι, καταρχήν, η δόμηση, και, συνακόλουθα, της διάθεσης αυτών στην πραγματική τους (αγοραία) αξία, εξουσίες που αναμφισβήτητα έχει ο ιδιοκτήτης ακινήτων που δεν βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση. Ως εκ τούτου, σε μια τέτοια περίπτωση, που οι συνέπειες της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης του ακινήτου έχουν καταστήσει ουσιαστικά αδύνατη την κατά προορισμό χρήση και εκμετάλλευσή του για τον ιδιοκτήτη αυτού, η επιβολή φόρου με συνυπολογισμό της αξίας του ρυμοτομικώς απαλλοτριωθέντος ακινήτου, θα ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, καθόσον, υπό τις συνθήκες αυτές, η κυριότητα του ακινήτου δεν αντανακλά αντίστοιχη επαύξηση της φοροδοτικής ικανότητας του ιδιοκτήτη του, διασφαλίζοντας, όπως θα έπρεπε, τη φορολόγησή του «ανάλογα με τις δυνάμεις του». Εξάλλου, η υπαγωγή ενός τέτοιου ακινήτου σε φόρο ακίνητης περιουσίας θα συνιστούσε υπέρμετρη επιβάρυνση της ιδιοκτησίας, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτόκολλου της Ε.Σ.Δ.Α. (πρβλ. ΣτΕ 166/2016 Ολ., 520/2014 Ολ.).

 

10. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Την 1η.10.2020, κατόπιν υποβολής των οικείων τροποποιητικών δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9), με τις οποίες δηλώθηκε από τον προσφεύγοντα το με Α.Τ.ΑΚ. . οικόπεδο, ευρισκόμενο στο Δημοτικό Διαμέρισμα Αδάμαντος Μήλου της νήσου Μήλου Κυκλάδων, επιφάνειας 762,90 τ.μ., επί του οποίου διατηρεί συνιδιοκτησία σε ποσοστό 37,5%, και το οποίο δηλώθηκε ως οικόπεδο που τελεί υπό αναγκαστική απαλλοτρίωση (κωδικός «2» στη στήλη «10 ΕΙΔΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ») και υπό καθεστώς ολικής απαγόρευσης χρήσης (κωδικός «1» στη στήλη «32 ΕΙΔΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ»), εκδόθηκαν οι ακόλουθες Πράξεις Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου του ν. 4223/2013 της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς: α) η με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α., έτους 2015, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ποσού 3.292,12 ευρώ και συμπληρωματικός φόρος ποσού 7.283,67 ευρώ, ήτοι συνολική φορολογική επιβάρυνση ποσού 10.575,79 ευρώ (έναντι 10.441,36 ευρώ της αρχικής οφειλής), επί της συνολικής ακίνητης περιουσίας του, αξίας 1.383.992,75 ευρώ, β) η με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α, έτους 2016, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ποσού 2.557,08 ευρώ και συμπληρωματικός φόρος ποσού 4.505,19 ευρώ, ήτοι συνολική φορολογική επιβάρυνση ποσού 7.062,27 ευρώ (έναντι 6.933,88 ευρώ της αρχικής οφειλής), επί της συνολικής ακίνητης περιουσίας του, αξίας 937.494,24 ευρώ, γ) η με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α., έτους 2017, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ποσού 2.557,08 ευρώ και συμπληρωματικός φόρος ποσού 4.505,19 ευρώ, ήτοι συνολική φορολογική επιβάρυνση ποσού 7.062,27 ευρώ (έναντι 6.933,88 ευρώ της αρχικής οφειλής), επί της συνολικής ακίνητης περιουσίας του, αξίας 937.494,24 ευρώ, δ) η με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α., έτους 2018, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ποσού 2.553,85 ευρώ και συμπληρωματικός φόρος ποσού 4.062,48 ευρώ, ήτοι συνολική φορολογική επιβάρυνση ποσού 6.616,33 ευρώ (έναντι 6.482,12 ευρώ της αρχικής οφειλής), επί της συνολικής ακίνητης περιουσίας του, αξίας 900.341,13 ευρώ και ε) η με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020 Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α., έτους 2019, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ποσού 2.553,85 ευρώ και συμπληρωματικός φόρος ποσού 4.062,48 ευρώ και συνολική φορολογική επιβάρυνση (κατόπιν έκπτωσης ύψους 1.323,27 ευρώ) ποσού 5.293,06 ευρώ (έναντι 5.185,70 ευρώ της αρχικής οφειλής), επί της συνολικής ακίνητης περιουσίας του, αξίας 900.341,13 ευρώ. Με τις ως άνω πράξεις επιβλήθηκε μηδενικός κύριος φόρος επί του ανωτέρω οικοπέδου, ενώ η αξία αυτού υπολογίστηκε και προστέθηκε στη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του προσφεύγοντος. Κατά των πράξεων αυτών, ο προσφεύγων άσκησε την ./27.10.2020 ενδικοφανή προσφυγή, ενώπιον της Δ.Ε.Δ., με την οποία προέβαλε ότι κατά παράβαση του νόμου συνυπολογίστηκε η αξία του ανωτέρω ακινήτου στο σύνολο της υπόλοιπης περιουσίας του με αποτέλεσμα να του επιβληθεί διαφορά συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. και προσαυξήσεις, συνολικού ποσού 812,54 ευρώ, για τα φορολογικά έτη 2015 έως και 2019, καθότι το εν λόγω ακίνητο απαλλάσσεται της επιβολής ΕΝ.Φ.Ι.Α., δεδομένου ότι έχει επιβληθεί σε αυτό, κατ’ εφαρμογή εγκεκριμένου σχεδίου πόλης, ρυμοτομική απαλλοτρίωση, η οποία δεν έχει, άλλωστε, συντελεστεί και τελεί υπό καθεστώς ολικής απαγόρευσης χρήσης. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι με την προσθήκη της αξίας του ως άνω ακινήτου στο σύνολο της αξίας της ακίνητης περιουσίας του επιβάλλεται εμμέσως συμπληρωματικός φόρος επί των απαλλασσόμενων από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. ακινήτων, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4223/2013. Η ενδικοφανής αυτή προσφυγή του προσφεύγοντος απορρίφθηκε με την ./19.2.2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ. της Α.Α.Δ.Ε.

 

11. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αναπτύσσεται με τα νομίμως κατατεθέντα στις 30.11.2022 και 10.2.2023 υπομνήματα, ο προσφεύγων επιδιώκει την ακύρωση της ανωτέρω απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ., επαναλαμβάνοντας τους προβληθέντες με την ενδικοφανή προσφυγή ισχυρισμούς του και ζητεί την επιστροφή του ποσού των 812,54 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθέντος με το νόμιμο τόκο από την κατάθεση της προσφυγής. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του, ο προσφεύγων επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, σε ακριβή φωτοαντίγραφα α) την ./22.10.2020 βεβαίωση της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Μήλου, στην οποία αναφέρεται ότι: «… τα διατάγματα ρυμοτομίας και οι όροι δόμησης που ισχύουν για το ακίνητο ιδιοκτησίας σας, συνημμένο τοπογραφικό διάγραμμα, είναι τα ΦΕΚ 41/Δ/1965, 195/Δ1969, 582/Δ/1980 και 673/Δ/1999 και εξακολουθούν να ισχύουν έως σήμερα. Η επιφάνεια των ρυμοτομούμενων τμημάτων, όπως αυτά αποτυπώνονται στο συνημμένο τοπογραφικό διάγραμμα είναι, Ε(IV)= 762,90 τ.μ., Ε(V)= 662,06 τ.μ., Ε(VI)= 1852,90 τ.μ. και Ε(VII)= 1925,80 τ.μ. Για το οικοδομικό τετράγωνο που ανήκει η εν λόγω ιδιοκτησία δεν έχει εκδοθεί πράξη αναλογισμού αποζημίωσης, ούτε πράξη εφαρμογής. Στα ρυμοτομούμενα τμήματα ισχύει ολική απαγόρευση χρήσης, σύμφωνα με την ισχύουσα ρυμοτομία, από την έκδοση των διαταγμάτων ένταξης της περιοχής στο σχέδιο πόλης, έως και σήμερα. …» και β) το από 17.2.2020 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού, ., στο οποίο αποτυπώνεται το επίδικο οικόπεδο του προσφεύγοντος.

 

12. Επειδή, το καθ’ ου η προσφυγή Ελληνικό Δημόσιο ζητεί, με την από 24.11.2022 έκθεση απόψεων, την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής, υποστηρίζοντας ότι για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού φόρου σε απαλλασσόμενα κατά το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 4223/2013 ακίνητα, ο φόρος υπολογίζεται επί τη βάσει της συνολικής φορολογητέας αξίας των δηλωθέντων δικαιωμάτων και στη συνέχεια αφαιρείται το ποσό του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. που αναλογεί στο εκάστοτε απαλλασσόμενο ακίνητο.

 

13. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις παρατεθείσες διατάξεις, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι επί χαρακτηρισμού ακινήτου ως προοριζόμενου για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων με πράξη έγκρισης, αναθεώρησης, τροποποίησης ή επέκτασης ρυμοτομικού σχεδίου, που επέχει θέση κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των ιδιοκτησιών αυτών, ανεξάρτητα από την προώθηση της διαδικασίας συντέλεσης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, απαγορεύεται η ανοικοδόμηση του ακινήτου αυτού και εν γένει η χρησιμοποίησή του για σκοπό διαφορετικό από εκείνον για τον οποίο προορίστηκε με το ρυμοτομικό σχέδιο, η δε κατά προορισμό χρήση των εντός σχεδίου οικοπέδων είναι η επ’ αυτών δόμηση. Στην προκειμένη περίπτωση, το επίδικο ακίνητο με Α.Τ.ΑΚ. ., το οποίο είναι οικόπεδο ευρισκόμενο εντός του σχεδίου πόλης του Δήμου Μήλου, έχει ρυμοτομηθεί και ισχύει ολική απαγόρευση χρήσης αυτού. Κατόπιν τούτου, το Δικαστήριο κρίνει ότι το επίδικο οικόπεδο, ως απαλλοτριωθέν διά ρυμοτομίας, υπάγεται στο κανονιστικό πεδίο εφαρμογής της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 4223/2013, σύμφωνα με το οποίο απαλλάσσονται από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. (κύριο και συμπληρωματικό φόρο) τα εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων για τα οποία υφίσταται απαγόρευση χρήσης λόγω, μεταξύ άλλων, ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης για κοινωφελή ή κοινόχρηστο σκοπό, και άρα μη νομίμως, με τις με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020 Πράξεις Διορθωτικού Προσδιορισμού του ν. 4223/2013 της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, φορολογικών ετών 2015 έως και 2019, επιβλήθηκε συμπληρωματικός φόρος με συνυπολογισμό της προσδιορισθείσας από τη φορολογική αρχή, αξίας του ακινήτου αυτού, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, απορριπτομένων των περί αντιθέτου ισχυρισμών του καθ’ ού. Συνακόλουθα, μη νομίμως με την προσβαλλόμενη ./19.02.2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ. της Α.Α.Δ.Ε. απορρίφθηκε η ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος, η οποία παρίσταται για τον λόγο αυτό ακυρωτέα, δεκτής γενομένης της υπό κρίση προσφυγής. Περαιτέρω, πρέπει να υποχρεωθεί η Φορολογική Διοίκηση να διενεργήσει νέα εκκαθάριση του οφειλόμενου φόρου και να επιστρέψει στον προσφεύγοντα τα ποσά που αυτός κατέβαλε αχρεωστήτως από την ως άνω αιτία, με τον νόμιμο τόκο από την κατάθεση της προσφυγής (10.2.2021), μέχρι την εξόφληση.

 

14. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η προσφυγή, να ακυρωθεί η ./19.2.2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ. της Α.Α.Δ.Ε, με την οποία απορρίφθηκε η ./27.10.2020 ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος κατά των με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020 Πράξεων Διορθωτικού Προσδιορισμού του ν. 4223/2013 της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, φορολογικών ετών 2015 έως και 2019, κατά το μέρος που συμπεριέλαβαν την αξία του με Α.Τ.ΑΚ. . ακινήτου στη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του, επί της οποίας επιβλήθηκε συμπληρωματικός φόρος του ΕΝ.Φ.Ι.Α. και αφού διενεργηθεί νέα εκκαθάριση, να επιστραφούν σε αυτόν τα ποσά που κατέβελε αχρεώστητα για την ως άνω αιτία. Περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στον προσφεύγοντα του νομίμως καταβληθέντος παραβόλου, κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α΄ του Κ.Δ.Δ., κατ’ εκτίμηση, όμως, των περιστάσεων να απαλλαγεί το καθ’ ου Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα αυτού, κατ’ άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε΄ του Κ.Δ.Δ.

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

Δέχεται την προσφυγή.

 

Ακυρώνει την ./19.2.2021 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ. της Α.Α.Δ.Ε, με την οποία απορρίφθηκε η ./27.10.2020 ενδικοφανής προσφυγή του προσφεύγοντος κατά των με αριθμό ειδοποίησης ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020, ./1.10.2020 Πράξεων Διορθωτικού Προσδιορισμού του ν. 4223/2013 της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, φορολογικών ετών 2015 έως και 2019, κατά το μέρος που συμπεριέλαβαν την αξία του με Α.Τ.ΑΚ. . ακινήτου στη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του, επί της οποίας επιβλήθηκε συμπληρωματικός φόρος του ΕΝ.Φ.Ι.Α.

 

Διατάσσει τη διενέργεια νέας εκκαθάρισης του οφειλόμενου από τον προσφεύγοντα συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. για τα έτη 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019, χωρίς να συνυπολογισθεί στη συνολική φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας του η αξία του εμπράγματου δικαιώματός του επί του με Α.Τ.ΑΚ. . οικοπέδου, καθώς επίσης την επιστροφή στον προσφεύγοντα των ποσών που κατέβαλε αχρεωστήτως για την ως άνω αιτία, με τον νόμιμο τόκο από την κατάθεση της προσφυγής (10.2.2021) και μέχρι την εξόφληση.

 

Διατάσσει την απόδοση στον προσφεύγοντα του νομίμως καταβληθέντος παραβόλου ποσού 8,50 ευρώ και την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος παραβόλου ποσού 0,37 ευρώ.

 

Διατάσσει την επιστροφή του δικαστικού ενσήμου ως αχρωστήτως καταβληθέντος.

 

Απαλλάσσει το καθ’ ου Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος.

 

Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 31-10-2023.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                           Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ