ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 61/2004 ΦΕΚ 54/Α/ 19.2.2004

 

Διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 3 του Ν. 3068/2002 (ΦΕΚ Α 274).

 

2. Την 1065956/863/Α0006/15.7.2003 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών« Καθορισμός αρμοδιοτήτων των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών» (ΦΕΚ Β 985).

 

3. Το άρθρο 29Α του Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (ΦΕΚ Α 137), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2081/1992 (ΦΕΚ Α 154) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2α του Ν. 2469/1997 (ΦΕΚ Α 38).

 

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

 

5. Την 18/2004 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε:

 

 

’ρθρο 1

1.  Τα τριμελή συμβούλια του άρθρου 2 παρ. 2 του Ν. 3068/2002 (ΦΕΚ Α 274) απαρτίζονται από τον πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή το νόμιμο αναπληρωτή του και, αντιστοίχως, από δύο μέλη του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, δύο συμβούλους της Επικρατείας, δύο αρεοπαγίτες και δύο συμβούλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως τακτικά μέλη.

 

2. Το συμβούλιο του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου συγκροτείται με απόφαση του προέδρου του, των δε λοιπών ανωτάτων δικαστηρίων με απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου κάθε δικαστηρίου. Με την ίδια απόφαση ορίζονται έως τρεις αναπληρωτές για κάθε τακτικό μέλος του συμβουλίου. Η απόφαση αυτή αναρτάται στο κατάστημα του οικείου δικαστηρίου επί ένα μήνα.

 

3. Η θητεία των μελών του συμβουλίου αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, είναι διετής και μπορεί να ανανεώνεται.

 

4. Για την συγκρότηση του συμβουλίου αποστέλλεται ερώτημα από τον Υπουργό Δικαιοσύνης τον Νοέμβριο του έτους, κατά το οποίο λήγει η θητεία των μελών του.

 

5. Σε περίπτωση αποχώρησης ή θανάτου τακτικού μέλους του συμβουλίου, το αρχαιότερο από τα αναπληρωματικά μέλη λαμβάνει τη θέση του τακτικού χωρίς να αντικατασταθεί για το υπόλοιπο διάστημα της θητείας του.

 

6. Με απόφαση του προέδρου του οικείου δικαστηρίου ορίζεται υπάλληλος αυτού ως γραμματέας του συμβουλίου με τον αναπληρωτή του.

 

 

’ρθρο 2

1. Η αίτηση για τη διαπίστωση της μη συμμόρφωσης της Διοίκησης σε δικαστική απόφαση υποβάλλεται ατελώς στη γραμματεία του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή στη γραμματεία του οικείου ανώτατου δικαστηρίου, η οποία τη διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στο συμβούλιο.

 

2. Ο πρόεδρος του συμβουλίου ορίζει ημέρα συνεδρίασης μέσα στην προθεσμία του άρθρου 3 παράγραφος 1 του παρόντος και εισηγητή της υπόθεσης, ο οποίος μπορεί να ζητεί από κάθε αρμόδια αρχή στοιχεία και απόψεις σχετικά με το περιεχόμενο της αίτησης και τους λόγους της μη συμμόρφωσης. Ως εισηγητής μπορεί να ορισθεί και αναπληρωματικό μέλος του συμβουλίου.

 

3. Το συμβούλιο μπορεί να ζητήσει ή να επιτρέψει την ακρόαση αρμοδίου υπαλλήλου της υπόχρεης προς συμμόρφωση διοικητικής αρχής ή την παράσταση του αιτούντος ή του πληρεξουσίου δικηγόρου του.

 

4. Οι συνεδριάσεις του συμβουλίου δεν είναι δημόσιες.

 

 

’ρθρο 3

1. Το συμβούλιο συντάσσει πρακτικό μέσα σε δύο μήνες από τότε που περιέρχεται σ' αυτό η αίτηση, με το οποίο, εφόσον συντρέχει περίπτωση, καλεί την αρχή να υποβάλει στοιχεία και απόψεις, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του Ν. 3068/2002. Σε αντίθετη περίπτωση, απορρίπτει την αίτηση με απόφαση, η οποία περιέχει συνοπτική αιτιολογία.

 

2. Αν μετά από έρευνα των στοιχείων που απεστάλησαν, το συμβούλιο διαπιστώσει αιτιολογημένα ότι η καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης ή η πλημμελής συμμόρφωση προς τη δικαστική απόφαση είναι αδικαιολόγητη, συντάσσει πρακτικό, με το οποίο καλεί την υπόχρεη αρχή να συμμορφωθεί προς την απόφαση μέσα σε εύλογη προθεσμία η οποία δεν μπορεί να υπερβεί το τρίμηνο. Η προθεσμία αυτή επιτρέπεται να παραταθεί μία μόνο φορά, αν κατά την κρίση του συμβουλίου συντρέχει σπουδαίος λόγος.

 

3. Αν η υπόχρεη αρχή δεν συμμορφωθεί προς τη δικαστική απόφαση μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, το συμβούλιο εκδίδει απόφαση, με την οποία βεβαιώνει τη μη συμμόρφωση και προσδιορίζει το χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν. 3068/2002.

 

 

’ρθρο 4

1. Το συμβούλιο μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να ορίσει ένα δικαστή με βαθμό τουλάχιστον εφέτη ή αντίστοιχο ως εντεταλμένο για να υποδεικνύει στην διοικητική αρχή, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατ' αίτηση της, τον τρόπο συμμόρφωσης προς τη δικαστική απόφαση.

 

2. O εντεταλμένος δικαστής ενεργεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις και οδηγίες που τυχόν παρέχονται από το συμβούλιο, το οποίο σε κάθε περίπτωση τηρεί ενήμερο για τις ενέργειες του.

 

 

’ρθρο 5

1.  Νέα αίτηση των ίδιων ή άλλων ενδιαφερομένων για επανάληψη της διαδικασίας διαπίστωσης της μη συμμόρφωσης και επιβολή νέας χρηματικής κύρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 3 εδάφ. τελευταίο του Ν. 3068/2002, δεν υποβάλλεται πριν περάσει τρίμηνο από την κοινοποίηση της απόφασης του συμβουλίου στην υπόχρεη προς συμμόρφωση αρχή.

 

2. Μετά την έκδοση απορριπτικής απόφασης, υποβολή νέας αίτησης από τον ίδιο ή άλλο ενδιαφερόμενο επιτρέπεται μόνον αν γίνεται επίκληση νέων κρίσιμων πραγματικών στοιχείων ή αν μεταβλήθηκε το νομικό καθεστώς, βάσει του οποίου απορρίφθηκε η αίτηση συμμόρφωσης.

 

3. Το συμβούλιο μπορεί να συνεκδικάζει περισσότερες εκκρεμείς αιτήσεις για διαπίστωση της μη συμμόρφωσης προς την ίδια δικαστική απόφαση. Αν για μια από τις αιτήσεις αυτές έχει τηρηθεί η διαδικασία των παρ. 1 και 2 του άρθρου 3, δεν είναι υποχρεωτική η επανάληψη της για τις λοιπές αιτήσεις.

 

4. Αν το συμβούλιο προβεί σε συνεκδίκαση περισσοτέρων αιτήσεων, επιβάλλει ένα χρηματικό ποσό ως κύρωση και αποφασίζει για τον τρόπο επιμερισμού του, εκτός αν συντρέχει ειδικός λόγος για την επιβολή χωριστών κυρώσεων.

 

 

’ρθρο 6

1. Το συμβούλιο μπορεί, κατ' εξαίρεση, να αναστείλει τη διαδικασία για τη διαπίστωση της μη συμμόρφωσης της Διοίκησης σε δικαστική απόφαση, εφόσον το ζήτημα της μη συμμόρφωσης εκκρεμεί ενώπιον δικαστηρίου που αποφαίνεται με δύναμη δεδικασμένου.

 

2. Το συμβούλιο, ύστερα από αίτηση της υπόχρεης σε συμμόρφωση αρχής, διατάσσει την επιστροφή του χρηματικού ποσού που έχει καταβληθεί αν κριθεί με δύναμη δεδικασμένου ότι η Διοίκηση έχει συμμορφωθεί. Νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του ανωτέρω ποσού αποτελεί η απόφαση του συμβουλίου για την επιστροφή του.

 

 

’ρθρο 7

1.  Οι αποφάσεις του τριμελούς συμβουλίου καταχωρούνται σε βιβλίο που τηρείται από το γραμματέα του. Η καταχώρηση γίνεται μόλις η απόφαση  υπογραφεί από τον πρόεδρο.

 

2.  Το βιβλίο φέρει αριθμημένες σελίδες και μονογραφείται από τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου. Κάθε σελίδα του βιβλίου αυτού χωρίζεται σε πέντε στήλες, στις οποίες αναγράφονται κατά σειρά:

α) Ο αριθμός της απόφασης του συμβουλίου,

β) Το όνομα του αιτούντος,

γ) Η αρχή, κατά της οποίας ασκήθηκε η αίτηση,

δ) Το διατακτικό της απόφασης και το τυχόν χρηματικό ποσό της κύρωσης, και

ε) Η ημερομηνία καταχώρησης της απόφασης.

 

3. Εφόσον στο οικείο δικαστήριο λειτουργεί ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα, η τήρηση του παραπάνω βιβλίου μπορεί να γίνεται με το σύστημα αυτό. Στην περίπτωση αυτή οι εγγραφές του βιβλίου εκτυπώνονται περιοδικά, βιβλιοδετούνται στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους και φυλάσσονται στο αρχείο.

 

 

’ρθρο 8

1.  Η απαίτηση προς είσπραξη του χρηματικού ποσού της κύρωσης που προβλέπεται από το άρθρο 3 παρ. 3 δεν κατάσχεται αλλά συμψηφίζεται εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του Ν.Δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων).

 

2. Η πιο πάνω αξίωση υπόκειται σε παραγραφή πέντε ετών, που αρχίζει από την καταχώριση της απόφασης του τριμελούς συμβουλίου στο βιβλίο του άρθρου 7.

 

3. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται από τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου που βεβαίωσε τη μη συμμόρφωση.

 

4. Συμμόρφωση της Διοίκησης μετά τον προσδιορισμό του χρηματικού ποσού της κύρωσης δεν καταργεί την εκτελεστότητα της απόφασης του τριμελούς συμβουλίου.

 

5. Κατά την έκδοση, θεώρηση και εξόφληση του χρηματικού εντάλματος για την πληρωμή του ποσού, που καθορίζεται από το συμβούλιο, δεν ελέγχεται η νομιμότητα της κρίσης του συμβουλίου που περιέχεται στην απόφαση. Το ένταλμα εξοφλείται χωρίς να απαιτείται να προσκομίζεται πιστοποιητικό φορολογικής ή ασφαλιστικής ενημερότητας.

 

 

’ρθρο 9

Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος: α) το ερώτημα της παρ. 4 του άρθρου 1 αποστέλλεται μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του διατάγματος και η θητεία του συμβουλίου που θα συγκροτηθεί λήγει το Δεκέμβριο του μεθεπόμενου έτους και β) η δίμηνη προθεσμία της παρ. 1 του άρθρου 3 για τη σύνταξη πρακτικού για τις αιτήσεις που είναι εκκρεμείς κατά την πρώτη συγκρότηση του συμβουλίου αρχίζει από τη συγκρότηση αυτού.

 

 

’ρθρο 10

Η ισχύς του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Στον Υπουργό Δικαιοσύνης αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.