ΝΟΜΟΣ 3714/2008 - ΦΕΚ 231/Α'/7.11.2008

Προστασία δανειοληπτών και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Αρθρο 1

Τροποποίηση διατάξεων για τη διεξαγωγή αναγκαστικών πλειστηριασμών κινητών και ακινήτων

 

   1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 959 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «1. Τα κατασχεμένα πράγματα πλειστηριάζονται δη­μόσια ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος ορίστηκε για τον πλειστηριασμό. Ο πλειστηριασμός γίνεται με την υποβολή γραπτών και σφραγισμένων προσφορών και στη συνέχεια διαδοχικών προφορικών προσφορών κατά την παράγραφο 2.

 

   2. Ο πλειστηριασμός γίνεται στο κατάστημα του ει­ρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου έγινε η κατά­σχεση, εργάσιμη ημέρα Τετάρτη. Αν τα κατασχεμένα πράγματα βρίσκονται στην περιφέρεια περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός γίνεται στο κατάστημα του ειρηνοδικείου που ορίζει ο δικαστικός επιμελητής με την κατασχετήρια έκθεση. Οι γραπτές και σφραγισμέ­νες προσφορές, που με ποινή ακυρότητας δεν πρέπει να περιλαμβάνουν αίρεση ή όρο, είναι ανέκκλητες και υποβάλλονται, μαζί με την εγγύηση του άρθρου 965 παρ. 1 και το τυχόν πληρεξούσιο του άρθρου 1003 παρ. 2, στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, είτε στο γρα­φείο του την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα του πλειστηριασμού κατά τις ώρες 9 το πρωί ως 2 το απόγευμα με σύνταξη σχετικής πράξης, είτε την ημέ­ρα του πλειστηριασμού στον τόπο του από τις 4 έως τις 5 το απόγευμα, οπότε καταχωρίζονται στην έκθεση του πλειστηριασμού. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει κατά την έναρξη του πλειστηριασμού να κατα­χωρίσει στην έκθεσή του τα στοιχεία ταυτότητας των πλειοδοτών που έχουν ήδη καταθέσει προσφορές και τις εγγυήσεις τους. Στις 5 το απόγευμα και εφόσον δεν υπάρχει άλλος πλειοδότης, ο οποίος αναμένει να καταθέσει προσφορά, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού κηρύσσει περαιωμένη τη διαδικασία συγκέντρωσης των προσφορών και αμέσως μετά προβαίνει δημόσια στην αποσφράγισή τους, καταχωρίζοντας το περιεχόμενό τους στην έκθεσή του. Αν υποβλήθηκε μία μόνο γραπτή προσφορά, τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατα­κυρώνονται στον μοναδικό πλειοδότη, ακόμα και αν δεν παρευρίσκεται στον τόπο του πλειστηριασμού. Αν υποβλήθηκαν δύο ή περισσότερες γραπτές προσφορές ο πλειστηριασμός συνεχίζεται μέσω της υποβολής προ­φορικών προσφορών μόνο μεταξύ των δύο πλειοδοτών που προσέφεραν τη μεγαλύτερη τιμή με τις γραπτές προσφορές. Στην περίπτωση που: α) δύο ή περισσότεροι πλειοδότες κατέθεσαν γραπτές προσφορές με ίση με­γαλύτερη τιμή, η διαδικασία των προφορικών προσφο­ρών συνεχίζεται μεταξύ αυτών, β) η γραπτή προσφορά με τη μεγαλύτερη τιμή είναι μία, και δύο ή περισσότεροι πλειοδότες έχουν καταθέσει ίσες γραπτές προσφορές με την αμέσως χαμηλότερη τιμή, στη διαδικασία των προφορικών προσφορών μετέχουν και οι πλειοδότες αυτοί. Οι προφορικές προσφορές υποβάλλονται αμέσως μετά προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού και δεν μπορεί να γίνει κατακύρωση προτού περάσει τουλάχι­στον μισή ώρα από την ολοκλήρωση της αποσφράγισης. Η κατακύρωση γίνεται προς τον πλειοδότη που προσφέ­ρει τη μεγαλύτερη τιμή, αφού πρώτα γίνει τρεις φορές πρόσκληση για μεγαλύτερη προφορική προσφορά. Αν δεν υπάρξει προφορική προσφορά τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται σε όποιον υπέβαλε τη γραπτή προσφορά με τη μεγαλύτερη τιμή, ακόμη και αν δεν παρευρίσκεται στον τόπο του πλειστηρι­ασμού. Σε περίπτωση ίσων γραπτών προσφορών με τη μεγαλύτερη τιμή χωρίς να υποβληθεί προφορική προσφορά, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού διενερ­γεί αμέσως κλήρωση, από την οποία αναδεικνύεται ο υπερθεματιστής.»

 

   2. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 965 ΚΠολΔ αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Κάθε πλειοδότης οφείλει να καταθέτει, σε μετρητά ή με εγγυητική επιστολή τράπεζας, διάρκειας τουλάχιστον ενός μηνός ή με επιταγή που έχει εκδοθεί από τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εγγυοδοσία ίση προς την τιμή της πρώτης προσφοράς.»

 

   3. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 998 ΚΠολΔ αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «1. Το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται δημό­σια ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, ο οποίος ορίστηκε για τον πλει­στηριασμό. Ο πλειστηριασμός γίνεται με την υποβολή γραπτών και σφραγισμένων προσφορών και στη συνέ­χεια διαδοχικών προφορικών προσφορών.

 

   2. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 959 εφαρμόζονται και εδώ.

 

   3. Αν το ακίνητο βρίσκεται σε περιφέρειες περισσό­τερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός γίνεται κατά την επιλογή όποιου επισπεύδει, σε οποιοδήποτε ειρη­νοδικείο.»

 

Αρθρο 2

Απαγόρευση διενέργειας πλειστηριασμών ακινήτων σε τιμή κατώτερη της αντικειμενικής αξίας τους

 

   Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 995 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

   «Ως τιμή πρώτης προσφοράς για τον πλειστηρια­σμό ακινήτου ορίζεται η αξία που προκύπτει από τον προσδιορισμό της αξίας του με αντικειμενικά κριτήρια σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43/Α'), όπως εκάστοτε ισχύουν και των κατ' εξουσιοδότηση αυτών εκδιδόμενων κανονιστικών αποφάσεων.»

 

Αρθρο 3

Επέκταση ακατασχέτου μισθών και συντάξεων που κατατίθενται σε τραπεζικό λογαριασμό

 

   Στο άρθρο 982 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προ­στίθεται παράγραφος 3 με το ακόλουθο περιεχόμενο:

 

   «3. Η εξαίρεση της περίπτωσης δ' της παραγράφου 2 ισχύει και όταν η καταβολή του ποσού γίνεται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη σε πιστωτικό ίδρυμα. Η εξαίρεση ισχύει μόνο στην έκτα­ση που ο λογαριασμός παρουσιάζει υπόλοιπο που δεν υπερβαίνει, κατά το χρονικό διάστημα από την επιβολή της κατάσχεσης έως την επόμενη ημέρα της καταβο­λής, το ποσό της εξαιρούμενης από την κατάσχεση απαίτησης.»

 

Αρθρο 4

Αύξηση ορίου ακατάσχετου ποσού μισθών και συντάξεων για χρέη προς το Δημόσιο

 

   Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 31 του Κώδικα Εί­σπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ, ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90/Α', όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) αντικαθίστα­ται ως ακολούθως:

 

   «Δεν επιτρέπεται η κατάσχεση μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων που καταβάλλονται περιοδι­κά, εφόσον το ποσό αυτών μηνιαίως είναι μικρότερο των χιλίων (1.000) ευρώ, στις περιπτώσεις δε που υπερβαίνει το ποσό αυτό επιτρέπεται η κατάσχεση επί του ενός τετάρτου (1/4) αυτών, το εναπομένον όμως ποσό δεν μπορεί να είναι κατώτερο των χιλίων (1.000) ευρώ.»

 

Αρθρο 5

Περιορισμοί πλειστηριασμού μοναδικής κατοικίας οφειλέτη

 

   Η παράγραφος 11 του άρθρου 14 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191/Α'), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο  4 του άρθρου 18 του ν. 3587/2007 (ΦΕΚ 152/Α'), αντικα­θίσταται ως εξής:

 

   «11. Δεν επιτρέπεται επιβολή κατάσχεσης για ικανο­ποίηση απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων και εταιρι­ών παροχής πιστώσεων, καθώς και των εκδοχέων των απαιτήσεων αυτών από καταναλωτικά δάνεια και πι­στωτικές κάρτες, επί ακινήτου του οφειλέτη, το οποίο αποδεδειγμένα αποτελεί τη μοναδική κατοικία του, εφό­σον ασκηθεί από τον ίδιο, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών αφότου γίνει η πρώτη μετά την επιταγή πράξη εκτέλεσης, ανακοπή κατά του σχετικού τίτλου εκτέλεσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 933 επ. ΚΠολΔ και συντρέχουν, σωρευτικώς, οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η απαίτηση της τράπεζας, στο σύνολό της, όπως βεβαιώνεται στο σχετικό τίτλο εκτέλεσης, δεν υπερβαί­νει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ,

β) δεν έχει εγγραφεί, με τη βούληση του οφειλέτη, επί του ακινήτου αυτού προσημείωση ή υποθήκη υπέρ της δικαιούχου Τράπεζας,

γ) ο οφειλέτης βρίσκεται σε αποδεδειγμένη αδυναμία να εκπληρώσει τη συμβατική του υποχρέωση.

Εάν δεν έχει ασκηθεί ανακοπή του πρώτου εδαφίου ή αυτή απορριφθεί τελεσιδίκως, δεν εμποδίζεται η επι­βολή κατάσχεσης.»

 

Αρθρο 6

1. Το ποσό που ορίζεται στην περίπτωση α' της πα­ραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 2832/2000 (ΦΕΚ 141/A'/ 13.6.2000) αυξάνεται σε εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η διάταξη αυτή ισχύει μέχρι 31.12.2011 και η ισχύς της δύναται να παραταθεί με απόφαση του Υπουργού Οι­κονομίας και Οικονομικών.

 

   2. Τα κλιμάκια υπολογισμού του ύψους της ετήσιας τακτικής εισφοράς του άρθρου 4 παράγραφος 3 του ν. 2832/2000 παραμένουν ως έχουν, ενώ τα ποσοστά υπο­λογισμού της εισφοράς πολλαπλασιάζονται με συντε­λεστή πέντε (5). Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να συμπληρώσουν την τακτική εισφορά τους, με βάση τα ανωτέρω, έως 31.12.2008.

 

Αρθρο 7

Μεταβατική διάταξη

 

   1. Οι διατάξεις των άρθρων 1-5 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται από την έναρξη της ισχύος του και στις εκκρεμείς εκτελέσεις ως προς το ατέλεστο μέρος της διαδικασίας αυτών και ως προς τις πράξεις εκτελέσεως που θα γίνουν μετά την έναρξη της ισχύος του. Το κύρος και οι έννομες συνέπειες των πράξεων της διαδικασίας εκτελέσεως που έχουν γίνει πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δεν θίγονται.

 

   2. Η ανακοπή του άρθρου 5 μπορεί να ασκηθεί εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευ­ση του παρόντος νόμου για πλειστηριασμούς για τους οποίους την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχει γίνει η πρώτη μετά την επιταγή πράξη εκτέλεσης αλλά δεν έχει γίνει η τελευταία πράξη εκτέλεσης.

 

Αρθρο 8

1. Ο βασικός μισθός του Ακολούθου Πρεσβείας (άρθρο 46 παρ. 2 του ν. 3205/2003) ορίζεται σε χίλια σαράντα τέσσερα ευρώ (1.044ευρώ) από 1.1.2008 και σε χίλια εξήντα τέσσερα ευρώ (1.064ευρώ) από 1.10.2008. Από 1.1.2009, ο ανωτέρω βασικός μισθός ορίζεται στο ποσό των χιλίων εκατό δεκαεπτά ευρώ (1.117 ευρώ).

 

   2. Στους υπαλλήλους των κλάδων ΠΕ και ΤΕ Διοικητι­κού, Επικοινωνιών και Πληροφορικής, Διοικητικών Γραμματέων και Επιμελητών του Υπουργείου Εξωτερικών, χορηγείται μηνιαίο ειδικό επίδομα αντισταθμίσματος αναγκαστικής θητείας στις Αρχές της Εξωτερικής Υπη­ρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Το εν λόγω επίδο­μα διαμορφώνεται κατά κλάδο και βαθμό, ως εξής:

 

Α. Κλάδοι Διοικητικού και Επικοινωνιών και Πληροφορικής:

ΒΑΘΜΟΙ

ΠΟΣΟ ΣΕ ΕΥΡΩ

Α'

600

Β'

560

Γ'

520

Δ'

480

Ε'

440

ΣΤ'

400

 

Β. Κλάδος Διοικητικών Γραμματέων:

ΒΑΘΜΟΙ

ΠΟΣΟ ΣΕ ΕΥΡΩ

Α'

400

Β'

360

Γ'

320

Δ'

280

Ε'

240

ΣΤ'

200

 

Γ. Κλάδος Επιμελητών:

ΒΑΘΜΟΙ

ΠΟΣΟ ΣΕ ΕΥΡΩ

Αρχιταξινόμος

120

Ταξινόμος

88

Επιμελητής

69

 

Το ανωτέρω επίδομα χορηγείται με τις προϋποθέσεις της παραγράφου Β1 του άρθρου 8 του ν. 3205/2003, δεν συμψηφίζεται με την προσωπική διαφορά της παραγρά­φου 2 του άρθρου 24 του ίδιου νόμου και υπόκειται στις συνήθεις κρατήσεις και σε φορολογία εισοδήματος. Η διάταξη αυτή ισχύει από 1.7.2008.

 

Αρθρο 9

 

   Το επίδομα της παραγράφου 4 περίπτωση γ' του άρθρου 8 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297/Α') χορηγείται, από 1.1.2009, και στους υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., που υπηρετούν στο Νομό Σερρών, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις χορήγησης του ανωτέρω επιδόματος.

 

Αρθρο 10

Έναρξη ισχύος

 

   Οι διατάξεις του παρόντος νόμου αρχίζουν να ισχύουν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνή­σεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.

 

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.