ΝΟΜΟΣ 4304/ΦΕΚ Α 234/23.10.2014
Έλεγχος των οικονομικών και πολιτικών κομμάτων και
των αιρετών αντιπροσώπων Βουλής και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και άλλες
διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
’ρθρο 1
Το άρθρο 1
του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 1
Ορισμοί, Διακρίσεις - ύψος και δικαιούχοι κρατικής
χρηματοδότησης
1. α)
Χρηματοδότηση: δωρεά, εισφορά, έκπτωση, εισφορά σε είδος, οικονομική ενίσχυση
προς τους δικαιούχους χρηματοδότησης.
β) Κρατική
χρηματοδότηση: η νομοθετικά προβλεπόμενη οικονομική ενίσχυση σε δικαιούχους
κρατικής χρηματοδότησης. Η κρατική χρηματοδότηση διακρίνεται σε:
βα) Τακτική κρατική χρηματοδότηση: η οικονομική ενίσχυση
που παρέχεται κατ' έτος από μέρος των πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του
ετήσιου Κρατικού Απολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους, σε πολιτικά
κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών τους.
ββ) Εκλογική κρατική χρηματοδότηση: η οικονομική ενίσχυση
που παρέχεται από μέρος των πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του ετήσιου
Κρατικού Απολογισμού του προηγούμενου της διεξαγωγής των εκλογών οικονομικού
έτους, σε πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων για την κάλυψη των
εκλογικών δαπανών τους και
βγ) Κρατική χρηματοδότηση για ερευνητικούς και
επιμορφωτικούς λόγους: ετήσια οικονομική ενίσχυση από μέρος των
πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του ετήσιου Κρατικού Απολογισμού του
προηγούμενου οικονομικού έτους σε πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων
που είναι δικαιούχοι κρατικής χρηματοδότησης, για ίδρυση και λειτουργία κέντρων
ερευνών και μελετών, καθώς και τη διοργάνωση προγραμμάτων επιμόρφωσης των
στελεχών τους.
γ)
Ιδιωτική χρηματοδότηση: η οικονομική ενίσχυση οποιασδήποτε μορφής που παρέχεται
σε δικαιούχους χρηματοδότησης από φυσικά ή από νομικά πρόσωπα που δεν ανήκουν
στο στενό ή ευρύτερο δημόσιο τομέα.
δ)
Περίοδος ελέγχου προεκλογικών δαπανών:
δα) Το
χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών πριν από την προκήρυξη των τακτικών γενικών βουλευτικών
εκλογών ή των εκλογών για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο.
δβ) Το χρονικό διάστημα που καθορίζεται με απόφαση της
Επιτροπής Ελέγχου του άρθρου 3α του ν. 3213/2003 όπως ισχύει, σε περίπτωση
προκήρυξης έκτακτων γενικών βουλευτικών εκλογών που δεν μπορεί να υπερβαίνει το
διάστημα έξι (6) μηνών πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών.
ε)
Δικαιούχοι χρηματοδότησης:
εα)
Πολιτικά κόμματα ή συνασπισμοί κομμάτων.
εβ) Υποψήφιοι ή και αιρετοί αντιπρόσωποι της Βουλής των
Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
στ)
Δικαιούχοι κρατικής χρηματοδότησης: οι έχοντες αξίωση καταβολής κρατικής
χρηματοδότησης, ήτοι:
στα) Τα
πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή των
Ελλήνων με αντιπροσώπους εκλεγμένους στις τελευταίες γενικές βουλευτικές
εκλογές από τους συνδυασμούς του ίδιου κόμματος ή συνασπισμού.
στβ) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, τα οποία στις
τελευταίες γενικές βουλευτικές εκλογές είχαν καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς,
τουλάχιστον στο εβδομήντα τοις εκατό (70%) των εκλογικών περιφερειών της χώρας
και συγκεντρώσει αριθμό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα κόμμα πέντε τοις
εκατό (1.5%) του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων της Επικράτειας.
στγ) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, που έχουν
εκλέξει αντιπροσώπους στις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων
αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
στδ) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, τα οποία στις
τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο συγκέντρωσαν αριθμό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα κόμμα πέντε
τοις εκατό (1,5%) του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων της Επικράτειας.
ζ) Έσοδα
πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών κομμάτων:
ζα) Τα ποσά που συγκεντρώνουν τα πολιτικά κόμματα και οι
συνασπισμοί κομμάτων από πάσης φύσης οικονομική ενίσχυση από κάθε πηγή και
ιδίως από τακτικές
και έκτακτες εισφορές μελών, βουλευτών,
υποστηρικτών, ψηφοφόρων και φίλων, οικονομικές εξορμήσεις, δωρεές, δάνεια,
μερίσματα, τόκους, την εκμετάλλευση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας τους ή
οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα.
ζβ) Η κρατική χρηματοδότηση των δικαιούχων αυτής.
η) Έσοδα
υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου: πάσης φύσης οικονομική ενίσχυση που συγκεντρώνουν οι υποψήφιοι
ή/και οι αιρετοί αντιπρόσωποι της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου από κάθε είδους πηγή και ιδίως από υποστηρικτές, ψηφοφόρους και
φίλους, οικονομικές εξορμήσεις, δωρεές, δάνεια, μερίσματα, τόκους, την
εκμετάλλευση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας τους ή οποιαδήποτε άλλη
δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου ελέγχου των προεκλογικών δαπανών
και της θητείας τους αντίστοιχα.
θ) Δαπάνες
πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών κομμάτων: τα πάσης φύσεως και προέλευσης
ποσά που διαθέτουν τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων για την
αντιμετώπιση κάθε είδους αναγκών τους κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου
και της περιόδου ελέγχου των προεκλογικών δαπανών.
ι) Δαπάνες
αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: τα
πάσης φύσεως και προέλευσης ποσά που διαθέτουν οι αιρετοί αντιπρόσωποι της
Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την αντιμετώπιση κάθε
είδους αναγκών τους κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου.
ια)
Εκλογικές δαπάνες υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων
και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: τα ποσά που καταβάλλονται για τις ανάγκες των
υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου κατά τη διάρκεια της περιόδου ελέγχου των προεκλογικών δαπανών.
Κάθε είδους προσφορές, δωρεές, αποτιμώμενες σε χρήμα παροχές σε είδος και
διευκολύνσεις, αμειβόμενη εργασία προς αυτούς, κάθε ποσό που καταβάλλεται για
τη μίσθωση αιθουσών και πολιτικών γραφείων, την αγορά, έκδοση, κυκλοφορία και
διακίνηση εντύπων, την καταχώριση και προβολή μηνυμάτων από τον τύπο και την
παροχή κάθε μορφής υπηρεσιών από επιχειρήσεις διαφημίσεων, τύπου και δημοσίων
σχέσεων.
ιβ) Τραπεζικός
λογαριασμός: λογαριασμός που τηρείται αποκλειστικά σε ελληνικό πιστωτικό ίδρυμα
εδρεύον και εγκατεστημένο στην Ελληνική Επικράτεια, μέσα από τον οποίο
διακινούνται υποχρεωτικά όλα τα έσοδα και τα έξοδα κάθε πολιτικού κόμματος και
συνασπισμού κομμάτων, καθώς και υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής
των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
ιγ)
Εισφορές σε είδος: κάθε είδους παροχές και διευκολύνσεις στους δικαιούχους που
δεν είναι χρηματικές αλλά αποτιμώνται σε χρήμα, όπως είναι ιδίως η εργασία που
παρέχεται από δημοσίους υπαλλήλους που έχουν αποσπαστεί ή διατεθεί στους
δικαιούχους χρηματοδότησης. Οι εισφορές σε είδος περιλαμβάνονται στα έσοδα των
δικαιούχων χρηματοδότησης.
ιδ)
Ελεγχόμενα πρόσωπα: Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Επιτροπής
Ελέγχου του παρόντος νόμου ως προς τις δαπάνες και τα έσοδά τους, ήτοι:
ιδα) Οι δικαιούχοι χρηματοδότησης, όπως αυτοί ορίζονται
στην περίπτωση εα' του παρόντος άρθρου.
ιδβ) Οι υποψήφιοι αντιπρόσωποι της Βουλής των Ελλήνων και
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
ιδγ) Οι αιρετοί αντιπρόσωποι της Βουλής των Ελλήνων και του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
ιδδ) Οι υποψήφιοι εκλογικοί συνδυασμοί του α' και β' βαθμού
τοπικής αυτοδιοίκησης ως προς τα στοιχεία του στοιχείου ε' της παραγράφου 1 του
άρθρου 16 του παρόντος νόμου.
ιδε) Οι διαφημιστικές εταιρείες, οι εταιρείες δημοσκοπήσεων
και οι εταιρείες μέσων μαζικής ενημέρωσης.
ιε)
Επιτροπή Ελέγχου: Η Επιτροπή Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του
άρθρου 3Α του ν. 3213/2003, όπως ισχύει.
2. Τα
πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων χρηματοδοτούνται από το Κράτος,
προκειμένου να αντιμετωπίζουν μέρος των δαπανών τους.
3. Η
τακτική κρατική χρηματοδότηση καταβάλλεται κατ' έτος και ανέρχεται σε ποσοστό
μηδέν κόμμα πέντε τοις χιλίοις (0,5%ο) επί των πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του ετήσιου Κρατικού
Απολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους. Η τακτική κρατική χρηματοδότηση
χορηγείται στους υπό στοιχεία στα' και στβ' της
παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δικαιούχους, για τη χρονική περίοδο από το
επόμενο έτος εκείνου κατά το οποίο έλαβαν χώρα οι γενικές βουλευτικές εκλογές
και στους υπό στοιχεία στγ' και στδ'
της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δικαιούχους, για τη χρονική περίοδο από το
επόμενο έτος εκείνου κατά το οποίο έλαβαν χώρα οι εκλογές για την ανάδειξη των
Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η τακτική κρατική χρηματοδότηση
χορηγείται έως και το έτος διεξαγωγής των επόμενων αντίστοιχων εκλογών.
4. Η
εκλογική κρατική χρηματοδότηση καταβάλλεται κάθε φορά που διεξάγονται γενικές
βουλευτικές εκλογές ή εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ανέρχεται σε ποσοστό μηδέν κόμμα μηδέν οκτώ τοις
χιλίοις (0,08%) των πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του ετήσιου Κρατικού
Απολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους, κατά τη διάρκεια του οποίου
διεξάγονται οι εκλογές. Αν διεξαχθούν περισσότερες της μίας εκλογές, όπως αυτές
ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, το ανωτέρω
ποσοστό δεν μπορεί να υπερβεί, αθροιστικά, το μηδέν κόμμα δεκαπέντε τοις
χιλίοις (0,15%). Για τους υπό στοιχείο στβ' και στδ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δικαιούχους, οι
προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν στις γενικές βουλευτικές εκλογές και στις
εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις
οποίες αφορά η χρηματοδότηση αντιστοίχως.
5. Η
κρατική χρηματοδότηση για ερευνητικούς και επιμορφωτικούς λόγους που λαμβάνουν
οι δικαιούχοι κρατικής χρηματοδότησης ανέρχεται συνολικά σε ποσό ίσο με το
μηδέν κόμμα ένα τοις χιλίοις (0,1%) των πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του
ετήσιου Κρατικού Απολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους. Η κατανομή της
χρηματοδότησης γι' αυτούς τους σκοπούς γίνεται με βάση την παράγραφο 1 του
άρθρου 3 του παρόντος νόμου. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών που εκδίδεται
το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
καθορίζονται τα κόμματα και οι συνασπισμοί που δικαιούνται την παραπάνω
χρηματοδότηση, καθώς και τα αντίστοιχα ποσά. Στον έλεγχο που διενεργείται από
την Επιτροπή, κατά το άρθρο 21 του παρόντος νόμου, εξετάζεται αν τα ποσά που
χορηγήθηκαν σε κόμματα ή συνασπισμούς διατέθηκαν για δραστηριότητες της
παρούσας παραγράφου. Σε αρνητική περίπτωση, το κόμμα ή ο συνασπισμός που έλαβε
το ποσό υποχρεούται σε επιστροφή του.
6. Οι
αναγκαίες πιστώσεις για την κρατική χρηματοδότηση εγγράφονται στον
προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών.
7. Η
κρατική χρηματοδότηση δεν υπόκειται σε φόρο. Ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%)
της συνολικής κρατικής χρηματοδότησης που λαμβάνει κάθε κόμμα και συνασπισμός
κομμάτων είναι ακατάσχετο και ανεκχώρητο. Το ποσόν της ιδιωτικής χρηματοδότησης
που δίδεται στους δικαιούχους χρηματοδότησης εκπίπτει ολόκληρο από το
φορολογητέο εισόδημα του χρηματοδότη.»
’ρθρο 2
Το άρθρο 3
του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Το
συνολικό ποσό της τακτικής κρατικής χρηματοδότησης κατανέμεται στους
δικαιούχους κρατικής χρηματοδότησης ως εξής:
α. Ποσοστό
ογδόντα τοις εκατό (80%) καταβάλλεται στους υπό το στοιχείο στα' της παραγράφου
1 του άρθρου 1 δικαιούχους και κατανέμεται, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην
παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
β. Ποσοστό
δέκα τοις εκατό (10%) καταβάλλεται, ισόποσα, στους υπό το στοιχείο στγ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχους. Στην
κατανομή του ποσοστού αυτού μετέχουν και οι υπό το στοιχείο στα' του άρθρου 1
δικαιούχοι.
γ. Ποσοστό
δέκα τοις εκατό (10%) χορηγείται ισόποσα στους υπό το στοιχείο στβ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχους. Στην
κατανομή του ποσοστού αυτού μετέχουν και οι υπό τα στοιχεία στα' και στγ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχοι. Με απόφαση
του Υπουργού Εσωτερικών, που εκδίδεται το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους και
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι δικαιούχοι που
εμπίπτουν σε καθεμία από τις παραπάνω κατηγορίες και το ποσό τακτικής
χρηματοδότησης που καταβάλλεται σε αυτούς.
2. Το
συνολικό ποσό της εκλογικής κρατικής χρηματοδότησης κατανέμεται στους δικαιούχους
ως εξής:
α. Σε
περίπτωση διενέργειας βουλευτικών εκλογών ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%)
καταβάλλεται στους υπό το στοιχείο στα' της παραγράφου 1 του άρθρου 1
δικαιούχους και ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) καταβάλλεται στους υπό το
στοιχείο στγ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1
δικαιούχους. Σε περίπτωση διενέργειας εκλογών για την ανάδειξη των μελών του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) καταβάλλεται στους
υπό το στοιχείο στγ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1
δικαιούχους και ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) καταβάλλεται στους υπό το
στοιχείο στα' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχους.
β. Ποσοστό
σαράντα τοις εκατό (40%) καταβάλλεται στους υπό τα στοιχεία στβ'
και στδ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχους
και κατανέμεται, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Στην κατανομή του ποσοστού αυτού μετέχουν οι υπό τα στοιχεία στα' και στγ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχοι. Με απόφαση
του Υπουργού Εσωτερικών, που εκδίδεται το αργότερο οκτώ (8) ημέρες μετά την
προκήρυξη των εκλογών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
καθορίζονται οι υπό τα στοιχεία στα' και στγ' της
παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχοι και το ποσό χρηματοδότησης που
καταβάλλεται στον καθένα. Σε περίπτωση προκήρυξης εκλογών πριν από τη λήξη της
βουλευτικής περιόδου εκδίδεται, με την παραπάνω διαδικασία, απόφαση για τον
καθορισμό του ποσοστού χρηματοδότησης μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την
προκήρυξη, εκτός αν έχει ήδη εκδοθεί σχετική απόφαση, σύμφωνα με το προηγούμενο
εδάφιο. Με όμοια απόφαση, που εκδίδεται το αργότερο δύο (2) μήνες μετά τη
διενέργεια των εκλογών, καθορίζονται τα κόμματα και οι συνασπισμοί που
εμπίπτουν στην περίπτωση β' και το ποσό χρηματοδότησης που καταβάλλεται στον
καθένα.
3. Για την
κατανομή της τακτικής κρατικής χρηματοδότησης μεταξύ των υπό το στοιχείο στα'
της παραγράφου 1 του άρθρου 1 δικαιούχων, καθώς και της εκλογικής
χρηματοδότησης, το ποσό που διατίθεται, για καθεμία από τις παραπάνω
κατηγορίες, διαιρείται με το συνολικό αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που
συγκέντρωσαν τα κόμματα και οι συνασπισμοί που ανήκουν στην ίδια κατηγορία. Το
πηλίκο αυτής πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που
συγκέντρωσε κάθε κόμμα ή συνασπισμός και το γινόμενο αντιστοιχεί στο ποσό, το
οποίο δικαιούνται το κόμμα ή ο συνασπισμός.
4. Το ποσό
κρατικής χρηματοδότησης, το οποίο δικαιούται συνασπισμός, κατανέμεται μεταξύ
των κομμάτων που τον απαρτίζουν με βάση τη μεταξύ τους συμφωνία. Η συμφωνία
γνωστοποιείται στον Υπουργό Εσωτερικών, μέσα σε ένα (1) μήνα από τη διεξαγωγή
των εκλογών. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το ποσό κατανέμεται ισόποσα
μεταξύ των κομμάτων που τον απαρτίζουν. Σε περίπτωση αποχώρησης πολιτικού
κόμματος από συνασπισμό, το ποσό της κρατικής χρηματοδότησης, το οποίο
δικαιούται, κατανέμεται με βάση τη συμφωνία των κομμάτων που τον είχαν
συγκροτήσει. Αν δεν υπάρχει ή δεν γνωστοποιηθεί, σύμφωνα με την παρούσα
παράγραφο, η συμφωνία, κατανέμεται, ισόποσα, μεταξύ των κομμάτων που απαρτίζουν
το συνασπισμό, στα οποία συνυπολογίζεται και εκείνο που αποχώρησε.»
’ρθρο 3
Το άρθρο 5
του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 5
Διακίνηση εσόδων και δαπανών πολιτικών κομμάτων και
συνασπισμών κομμάτων
1. Όλα τα
έσοδα, όπως προσδιορίζονται στο στοιχείο ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1, και
οι δαπάνες, όπως προσδιορίζονται στο στοιχείο θ' του άρθρου 1, του κάθε
κόμματος ή συνασπισμού, διακινούνται μέσω ενός έως τριών τραπεζικών
λογαριασμών, που τηρούνται σε τρία πιστωτικά ιδρύματα της επιλογής του.
Απαγορεύεται το άνοιγμα και η διατήρηση άλλων τραπεζικών λογαριασμών, εντός ή
εκτός της Ελληνικής Επικράτειας. Όλα τα έσοδα καταλήγουν αποκλειστικά σε αυτούς
τους τραπεζικούς λογαριασμούς του κάθε κόμματος ή συνασπισμού. Οι δαπάνες των
ανωτέρω δικαιούχων αποδεικνύονται με ταμειακές αποδείξεις, τιμολόγια,
τραπεζικές επιταγές εμβάσματα και κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, ώστε να
πιστοποιείται εμφανώς το πρόσωπο του χρηματοδότη.
2. Όλα τα
έσοδα και οι δαπάνες ανά νομικό πρόσωπο που λειτουργεί από τα πολιτικά κόμματα
ή συνασπισμούς κομμάτων ως κέντρο ερευνών και μελετών, καθώς και για τη
διοργάνωση προγραμμάτων επιμόρφωσης των στελεχών τους, διακινούνται μέσω ενός
έως δύο τραπεζικών λογαριασμών, που τηρούνται σε δύο πιστωτικά ιδρύματα της
επιλογής του νομικού προσώπου. Απαγορεύεται το άνοιγμα και η διατήρηση άλλων
τραπεζικών λογαριασμών, εντός ή εκτός της Ελληνικής Επικράτειας. Όλα τα έσοδα
του νομικού προσώπου καταλήγουν αποκλειστικά σε αυτούς τους τραπεζικούς
λογαριασμούς. Οι δαπάνες του νομικού προσώπου αποδεικνύονται με ταμειακές
αποδείξεις, τιμολόγια, τραπεζικές επιταγές, εμβάσματα και κάθε άλλο πρόσφορο
μέσο, ώστε να πιστοποιείται εμφανώς το πρόσωπο του χρηματοδότη.
3. Οι
λογαριασμοί των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου γνωστοποιούνται, εντός
δέκα (10) εργασίμων ημερών από το άνοιγμά τους, στην Επιτροπή Ελέγχου. Η ίδια
Επιτροπή Ελέγχου κατά τις διατάξεις του πέμπτου Κεφαλαίου, ελέγχει λεπτομερώς
την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το παρόν άρθρο. Το περιεχόμενο μη
δηλωμένων λογαριασμών κατάσχεται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.»
’ρθρο 4
Το άρθρο 6
του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 6
Διακίνηση εσόδων και δαπανών υποψηφίων ή/και
αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
1. Όλα τα
έσοδα και οι δαπάνες κάθε υποψηφίου ή/και αιρετού αντιπροσώπου της Βουλής των
Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διακινούνται υποχρεωτικώς μέσω ενός και
μοναδικού τραπεζικού λογαριασμού.
2. Όλα τα
έσοδα καταλήγουν αποκλειστικά σε αυτόν τον τραπεζικό λογαριασμό. Οι δαπάνες του
κάθε υποψηφίου ή/και αιρετού αποδεικνύονται με ταμειακές αποδείξεις, τιμολόγια,
τραπεζικές επιταγές, εμβάσματα και κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, ώστε να
πιστοποιείται εμφανώς το πρόσωπο του χρηματοδότη.
3. Ο
λογαριασμός αυτός γνωστοποιείται, εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών από το
άνοιγμά του, στην Επιτροπή Ελέγχου. Παράλληλα ο υποψήφιος ή/και αιρετός
αντιπρόσωπος γνωστοποιεί και όλους τους άλλους λογαριασμούς στους οποίους είναι
δικαιούχος ή συνδικαιούχος σε πιστωτικό ίδρυμα
εδρεύον στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Σε περίπτωση που η Επιτροπή Ελέγχου
διαπιστώσει την ύπαρξη μη δηλωμένου λογαριασμού ή διακίνησης χρημάτων μέσω
άλλου λογαριασμού πλην της παραγράφου 1 του παρόντος, για τα έσοδα, όπως
προσδιορίζονται στο στοιχείο η' της παραγράφου 1 του άρθρου 1, και τις δαπάνες,
όπως προσδιορίζονται στα στοιχεία ια' και ιβ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1,
του υποψηφίου ή/και αιρετού αντιπροσώπου, το περιεχόμενο του λογαριασμού
δύναται να κατασχεθεί υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.»
’ρθρο 5
Το άρθρο 7
του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 7
Τρόποι και περιορισμοί ιδιωτικής χρηματοδότησης
πολιτικών κομμάτων, συνασπισμών κομμάτων
1. Η
χρηματοδότηση γίνεται με ονομαστικές καταθέσεις στους τραπεζικούς λογαριασμούς
των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 5 αντίστοιχα. Η χρηματοδότηση μπορεί να
πραγματοποιηθεί και με όποια άλλη μέθοδο επιτρέπει τη σύνδεση του προσφερόμενου
ποσού με κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο μπορεί να ταυτοποιηθεί.
2. Για
κάθε ιδιωτική χρηματοδότηση που εισπράττεται από πολιτικό κόμμα και συνασπισμό
κομμάτων ή/και νομικό πρόσωπο που λειτουργεί από αυτά ως κέντρο ερευνών και
μελετών χωρίς τραπεζική κατάθεση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των παραγράφων
1 και 2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου αντίστοιχα, εκδίδεται υποχρεωτικά
απόδειξη είσπραξης, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο και ο αριθμός
φορολογικού μητρώου ή ο αριθμός δελτίου ταυτότητας του καταθέτοντος προσώπου.
3. Κάθε
ιδιωτική χρηματοδότηση σε πολιτικό κόμμα και συνασπισμό κομμάτων που υπερβαίνει
το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ διενεργείται υποχρεωτικά μόνο μέσω
των τραπεζικών λογαριασμών της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.
4. Η
έκδοση κουπονιών, η αγορά των οποίων αποτελεί μέσο χρηματοδότησης, επιτρέπεται
μόνο εφόσον αυτά είναι αριθμημένα και θεωρημένα από την Επιτροπή Ελέγχου. Σε
αυτά, είναι υποχρεωτική η αναγραφή του ονοματεπωνύμου και του αριθμού
φορολογικού μητρώου ή του δελτίου της αστυνομικής ταυτότητας του αγοραστή -
χρηματοδότη. Στο τέλος κάθε έτους, η Επιτροπή Ελέγχου υποχρεούται να
διασταυρώνει αν το υπόλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά ανάμεσα στα θεωρημένα
και στα διατεθέντα από το κόμμα ή το συνασπισμό κουπόνια, συμπίπτει με τον
αριθμό των αδιάθετων κουπονιών που υποχρεωτικά της επιστρέφονται με ευθύνη των
τελευταίων. Με απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής Ελέγχου του παρόντος νόμου,
καθορίζεται η διαδικασία επιστροφής των κουπονιών που δεν διατέθηκαν, ο τρόπος
και τα όργανα βεβαίωσης της καταστροφής τους και κάθε σχετική λεπτομέρεια.
5.
Κατάθεση στους λογαριασμούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται
μόνο εφόσον διενεργείται επώνυμα, με ευθύνη της τράπεζας ως προς τη διαπίστωση
των στοιχείων ταυτότητας του καταθέτη.
6.
Απαγορεύονται η χρηματοδότηση και κάθε είδους παροχές προς τα κόμματα ή τους
συνασπισμούς από:
α. Φυσικά
πρόσωπα, που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια και νομικά πρόσωπα που δεν έχουν
την έδρα τους στην Ελληνική Επικράτεια.
β. Νομικά
πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα που ανήκουν στο στενό ή ευρύτερο
δημόσιο τομέα.
γ.
Οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης κάθε βαθμού.
δ. Φυσικά
πρόσωπα, τα οποία είναι ιδιοκτήτες ή εκδότες ημερήσιων ή περιοδικών εντύπων πανελλήνιας
ή τοπικής κυκλοφορίας ή είναι ιδιοκτήτες ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών, εν γένει,
σταθμών.
7.
Απαγορεύεται η χορήγηση δανείων από τις τράπεζες προς τους δικαιούχους κρατικής
χρηματοδότησης με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση πέραν του τρέχοντος
οικονομικού έτους.
8. Κατ'
εξαίρεση των διατάξεων των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου τα
πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων δύνανται να διοργανώνουν
εξορμήσεις με σκοπό την οικονομική τους ενίσχυση. Το σύνολο των εσόδων κάθε πολιτικού
κόμματος και συνασπισμού κομμάτων από τη διοργάνωση των εξορμήσεων με σκοπό την
οικονομική τους ενίσχυση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσόν των εκατόν πενήντα
χιλιάδων (150.000) ευρώ κατ' έτος.»
’ρθρο 6
Μετά το
άρθρο 7Α του ν. 3023/2002, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 του ν. 4203/2013,
τίθεται άρθρο 7Β ως ακολούθως:
«Aρθρο 7Β
Τρόποι και περιορισμοί χρηματοδότησης υποψηφίων
ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου
1. Η
χρηματοδότηση γίνεται με ονομαστικές καταθέσεις στον τραπεζικό λογαριασμό της
παραγράφου 1 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου που διαθέτει κάθε υποψήφιος ή/και
αιρετός αντιπρόσωπος της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η
χρηματοδότηση μπορεί να πραγματοποιηθεί και με όποια άλλη μέθοδο επιτρέπει τη
σύνδεση του προσφερόμενου ποσού με κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο
μπορεί να ταυτοποιηθεί.
2. Για
κάθε ιδιωτική χρηματοδότηση που εισπράττεται από τον ανωτέρω υποψήφιο ή/και
αιρετό χωρίς τραπεζική κατάθεση στο λογαριασμό της παραγράφου 1 του άρθρου 6
του παρόντος νόμου, εκδίδεται υποχρεωτικά απόδειξη είσπραξης, στην οποία
αναγράφεται το ονοματεπώνυμο και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή ο αριθμός
δελτίου ταυτότητας του καταθέτοντος προσώπου. Κάθε ιδιωτική χρηματοδότηση στον
ανωτέρω υποψήφιο ή/και αιρετό που υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ
διενεργείται υποχρεωτικά μόνο μέσω του τραπεζικού λογαριασμού της παραγράφου 1
του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.
3.
Κατάθεση στο λογαριασμό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται μόνο
εφόσον υπάρξει προηγούμενη συναίνεση του κατά τα ανωτέρω υποψήφιου ή/ και
αιρετού και διενεργείται μόνο επώνυμα, με ευθύνη της τράπεζας ως προς τη
διαπίστωση των στοιχείων ταυτότητας του καταθέτη.
4.
Απαγορεύονται η χρηματοδότηση και κάθε είδους παροχές προς τους κατά τα ανωτέρω
υποψηφίους ή/και αιρετούς από:
α. Φυσικά
πρόσωπα, που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια και νομικά πρόσωπα που δεν έχουν
την έδρα τους στην Ελληνική Επικράτεια.
β. Νομικά
πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα που ανήκουν στο στενό ή ευρύτερο
δημόσιο τομέα.
γ.
Οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης κάθε βαθμού.
δ. Φυσικά
πρόσωπα, τα οποία είναι ιδιοκτήτες ή εκδότες ημερήσιων ή περιοδικών εντύπων
πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας ή είναι ιδιοκτήτες ραδιοφωνικών ή
τηλεοπτικών, εν γένει, σταθμών.»
’ρθρο 7
Το άρθρο 8
του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 8
Όρια ιδιωτικής χρηματοδότησης
1. Η
ιδιωτική χρηματοδότηση πολιτικού κόμματος ή συνασπισμού, από το ίδιο πρόσωπο,
κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει συνολικά το
ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ.
2. Η
ιδιωτική χρηματοδότηση υποψηφίου ή/και αιρετού αντιπροσώπου της Βουλής των
Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το ίδιο πρόσωπο, κατά τη διάρκεια
του ιδίου έτους, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει συνολικά το ποσό των πέντε
χιλιάδων (5.000) ευρώ.
3. Σε
περίπτωση χρηματοδότησης κατά παράβαση της παραγράφου 1 ή/και 2 του παρόντος
άρθρου ο χρηματοδότης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως ενός έτους και
χρηματική ποινή.
4.
Ιδιωτική χρηματοδότηση που υπερβαίνει ανά έτος τα όρια χρηματοδότησης της
παραγράφου 1 ή/και 2 του παρόντος άρθρου, πρέπει να επιστραφεί στον χρηματοδότη
το συντομότερο δυνατόν. Αν η επιστροφή της ιδιωτικής χρηματοδότησης
αποδεικνύεται αδύνατη, το ποσόν πρέπει να κατατίθεται αμελλητί από τον
δικαιούχο χρηματοδότησης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο τέλος του
έτους.
5. Στον
υπολογισμό του ανωτάτου ορίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν
συμπεριλαμβάνονται τα ποσά της αποζημίωσης βουλευτών και ευρωβουλευτών και των
συντάξεων βουλευτών και ευρωβουλευτών που διατίθενται στα κόμματα ή σε
συνασπισμούς κομμάτων.»
’ρθρο 8
1. Στο
πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 3023/2002 απαλείφεται η φράση
«νομαρχιακών, δημοτικών και κοινοτικών εκλογών» μετά το κόμμα που τίθεται μετά
τη λέξη «βουλευτικών» και αντικαθίσταται από τη φράση «εκλογών α' και β' βαθμού
τοπικής αυτοδιοίκησης,».
2. Στο
δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 3023/2002 απαλείφεται η φράση
«τριάντα (30) ημερών πριν από τη διεξαγωγή των νομαρχιακών, δημοτικών και
κοινοτικών εκλογών,» μετά το διαζευκτικό «ή» και αντικαθίσταται από τη φράση «ή
εκλογών α' και β' βαθμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή του δημοψηφίσματος,».
’ρθρο 9
Στην
παράγραφο 1 του άρθρου 11, προστίθενται περιπτώσεις γ' και δ' μετά την
περίπτωση β', ως ακολούθως:
«γ. Η
χορήγηση εισιτηρίων μετακίνησης ετεροδημοτών και η ναύλωση μεταφορικών μέσων.
δ. Η
τιμολόγηση των εξόδων και η παροχή ποσοστού έκπτωσης από τις επιχειρήσεις
τύπου, να είναι διαφοροποιημένη μεταξύ των κομμάτων και των συνασπισμών.»
’ρθρο 10
Στην
παράγραφο 1 του άρθρου 12 προστίθεται περίπτωση στ' μετά την περίπτωση ε', ως
ακολούθως:
«στ. Η
τιμολόγηση των εξόδων και η παροχή ποσοστού έκπτωσης από τις επιχειρήσεις
τύπου, να είναι διαφοροποιημένη μεταξύ των υποψηφίων.»
’ρθρο 11
Το άρθρο
15 του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 15
Διαχείριση των οικονομικών
1. Η
διαχείριση των οικονομικών του πολιτικού κόμματος ή του συνασπισμού ανήκει στα
όργανα που προβλέπονται από το καταστατικό του κόμματος ή του συνασπισμού. Τα
όργανα αυτά και τα μέλη τους γνωστοποιούνται στον πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου
έως τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους. Οποιαδήποτε μεταβολή κατά τη διάρκεια του
έτους γνωστοποιείται αμέσως στην Επιτροπή.
2. Οι
υποψήφιοι ή/και αιρετοί αντιπρόσωποι της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για τη διαχείριση των οικονομικών τους.»
’ρθρο 12
Το άρθρο
16 του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Aρθρο 16
Βιβλία εσόδων - εξόδων
1. Τα
πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων τηρούν στην έδρα τους λογιστικά
βιβλία Γ' κατηγορίας, στα οποία καταχωρούνται και μηχανογραφούνται πλήρως και
υποχρεωτικά, κατά κατηγορίες και ξεχωριστά για κάθε έτος, όλα τα έσοδα και οι
δαπάνες τους. Επίσης καταχωρούνται χωριστά τα ποσά που συγκεντρώθηκαν από
αυτούς κατά τον εκλογικό αγώνα και οι εκλογικές δαπάνες. Στο βιβλίο που
τηρείται από συνασπισμό καταχωρούνται και τα έσοδα και οι δαπάνες των κομμάτων
που τον συγκροτούν.
2. Τα
λογιστικά αυτά βιβλία, ελέγχονται ετησίως από την Επιτροπή Ελέγχου, με βάση
τους ετήσιους προϋπολογισμούς, ισολογισμούς και απολογισμούς που τα κόμματα, οι
συνασπισμοί και οι εκλογικοί συνδυασμοί της γνωστοποιούν κάθε χρόνο υποχρεωτικά
με δική τους ευθύνη.
3. Στο
βιβλίο καταχωρούνται το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο και ο αριθμός φορολογικού
μητρώου ή του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας όποιου χρηματοδοτεί καθ' οποιοδήποτε
τρόπο κόμμα και συνασπισμό κομμάτων.
4. Κάθε
πολιτικό κόμμα και συνασπισμός τηρεί υποχρεωτικά στην έδρα του αναλυτικό αρχείο
με τα στελέχη των παραστατικών, συμπεριλαμβανομένων και των κουπονιών και των
αποδείξεων που αντιστοιχούν σε κάθε έσοδο και δαπάνη του.»
’ρθρο 13
1. Μετά το
άρθρο 16, προστίθεται άρθρο 16Α ως ακολούθως:
«Αρθρο 16Α
Υποχρεώσεις ελεγχόμενων προσώπων
1. Τα
ελεγχόμενα πρόσωπα όπως περιγράφονται στο στοιχείο ιδ' της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 του παρόντος νόμου οφείλουν όπως καταθέτουν στην Επιτροπή Ελέγχου:
α) Όσον
αφορά τα υπό στοιχεία ιδα' της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 του παρόντος νόμου ελεγχόμενα πρόσωπα, τους ετήσιους προϋπολογισμούς,
ισολογισμούς και απολογισμούς όπως αυτοί προκύπτουν από τα λογιστικά βιβλία που
τηρούν κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του παρόντος νόμου κάθε έτος.
β) Όσον
αφορά τα υπό στοιχεία ιδβ' της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 του παρόντος νόμου ελεγχόμενα πρόσωπα, αναλυτικές καταστάσεις,
παραστατικά και αποδείξεις εσόδων και εξόδων, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο
αποδεικτικό της χρηματοδότησής τους και της διαχείρισης των οικονομικών τους
στοιχείων για την περίοδο ελέγχου των προεκλογικών δαπανών.
γ) Όσον
αφορά τα υπό στοιχεία ιδγ' της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 του παρόντος νόμου ελεγχόμενα πρόσωπα αναλυτικές καταστάσεις,
παραστατικά και αποδείξεις εσόδων και εξόδων, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο
αποδεικτικό της χρηματοδότησής τους και της διαχείρισης των οικονομικών τους
στοιχείων κάθε έτος για όλη τη διάρκεια της θητείας τους.
δ) Όσον
αφορά τα υπό στοιχεία ιδγ' της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 του παρόντος νόμου ελεγχόμενα πρόσωπα το πλήρες και αναλυτικό
περιεχόμενο, καθώς και την οικονομική αποτίμηση των εκατέρωθεν συναλλαγών που
έχουν πραγματοποιήσει με τους δικαιούχους χρηματοδότησης για την περίοδο
ελέγχου των προεκλογικών δαπανών.
ε) Όσον
αφορά τους υποψήφιους εκλογικούς συνδυασμούς του α' και β' βαθμού τοπικής
αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με το ν. 3852/2010 όπως κάθε φορά ισχύει, τους ετήσιους
προϋπολογισμούς, ισολογισμούς και απολογισμούς, όπως αυτοί προκύπτουν από τα
λογιστικά βιβλία που τηρούν κατά το άρθρο 9 του ν. 3870/2010, όπως ισχύει, από
τα οποία θα προκύπτει αναλυτικά και στο σύνολό της πάσης φύσεως χρηματοδότησης
που έχουν λάβει από πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων.
’ρθρο 14
1. Στον
τίτλο του άρθρου 24 του ν. 3023/2002 προστίθεται η φράση «και των συνασπισμών
κομμάτων» μετά τη λέξη «κομμάτων».
2. Στο
άρθρο 24 του ν. 3023/2002 η παράγραφος 9 τροποποιείται ως ακολούθως:
«9. Για
κάθε παράβαση των περιπτώσεων β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 11
επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι το 10% της τελευταίας, κάθε φορά, καταβληθείσας προς
το κόμμα ή το συνασπισμό κρατικής χρηματοδότησης ή με πρόστιμο δεκαπέντε
χιλιάδων (15.000) ευρώ αν πρόκειται για κόμμα ή συνασπισμό που δεν λαμβάνει
κρατική χρηματοδότηση.»
3. Στο
άρθρο 24 του ν. 3023/2002 προστίθεται παράγραφος 10, μετά την παράγραφο 9 ως
ακολούθως:
«10.
Πολιτικό κόμμα ή συνασπισμός κομμάτων που αρνείται να υπαχθεί μερικώς ή ολικώς
και καθ' οιονδήποτε τρόπο στον έλεγχο της Επιτροπής Ελέγχου, όπως αυτός
προβλέπεται στο Πέμπτο Μέρος του παρόντος νόμου, δεν λαμβάνει κατ' αναλογίαν μερικώς ή ολικώς την κρατική χρηματοδότηση που
δικαιούται. Η κύρωση αυτή διαπιστώνεται με απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου και
εφαρμόζεται από το επόμενο της διαπιστωμένης παράβασης οικονομικό έτος.»
’ρθρο 15
1. Από τον
τίτλο του άρθρου 25 του ν. 3023/2002 απαλείφεται η φράση «υποψηφίων βουλευτών»
και αντί αυτής τίθεται η φράση «υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής
των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».
2. Στο
άρθρο 25 του ν. 3023/2002 προστίθεται παράγραφος 8, μετά την παράγραφο 7 ως
ακολούθως:
«8.
Αιρετός αντιπρόσωπος που αρνείται να υπαχθεί ολικώς ή μερικώς και καθ'
οιονδήποτε τρόπο στον έλεγχο της Επιτροπής Ελέγχου, όπως αυτός προβλέπεται στο
Πέμπτο Μέρος του παρόντος νόμου, δεν λαμβάνει τη βουλευτική αποζημίωση που
δικαιούται. Η κύρωση αυτή διαπιστώνεται με απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου και
ξεκινά να εφαρμόζεται από τον επόμενο της διαπιστωμένης παράβασης μήνα.»
’ρθρο 16
Μετά το
άρθρο 25 του ν. 3023/2002, προστίθεται άρθρο 25Α ως ακολούθως:
«Αρθρο 25Α
Ποινικές κυρώσεις
1. Τα μέλη
που απαρτίζουν τα όργανα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 και τα φυσικά πρόσωπα
της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου που παραλείπουν, αργούν,
αποκρύπτουν ή ψεύδονται σχετικά με τις υποχρεώσεις των ελεγχομένων προσώπων,
όπως προκύπτουν από το άρθρο 16Α και αφορούν στη χρηματοδότηση, στη διαχείριση
των οικονομικών τους και στην προέλευση των εσόδων τους, τιμωρούνται με ποινή
φυλάκισης μέχρι 2 έτη και χρηματική ποινή, εκτός αν τα αδικήματα αυτά
τιμωρούνται βαρύτερα από άλλη νομοθετική διάταξη.
2. Σε
περίπτωση χρηματοδότησης ή άλλων παροχών, κατά παράβαση της παραγράφου 1 του
άρθρου 5, όποιος χρηματοδότησε ή προέβη στην παροχή, τιμωρείται με φυλάκιση
μέχρι 2 έτη και χρηματική ποινή. Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται και τα μέλη
που απαρτίζουν τα όργανα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 που, καίτοι εγνώριζαν, αποδέχθηκαν χρηματοδότηση ή παροχή.
3. Σε
περίπτωση χρηματοδότησης ή άλλων παροχών, κατά παράβαση της παραγράφου 1 του
άρθρου 6, όποιος χρηματοδότησε ή προέβη στην παροχή, τιμωρείται με φυλάκιση έως
δύο ετών και χρηματική ποινή. Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται και οι ανωτέρω
υποψήφιοι ή/και αιρετοί που, καίτοι εγνώριζαν,
αποδέχθηκαν χρηματοδότηση ή παροχή.
4. Οι
ποινικές κυρώσεις ισχύουν ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις
του παρόντος νόμου.»
’ρθρο 17
1. Στην
περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 3023/2002, μετά τη φράση «η
Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 21», προστίθεται η φράση «αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν
καταγγελίας ενώπιόν της» και τίθεται κόμμα.
2. Στην
περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 3023/2002, μετά τη φράση
«επιβάλλει ως κύρωση την έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα» τίθεται κόμμα και
προστίθεται η φράση «μετά την έκδοση της οριστικής απόφασής του».
’ρθρο 18
Η παρ. 3
του άρθρου 27 του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Στον
ιδιοκτήτη του εντύπου που παραβίασε την απαγόρευση της περίπτωσης β' της
παραγράφου 1 του άρθρου 12, στις επιχειρήσεις τύπου που παραβίασαν την
απαγόρευση της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 11 και της περίπτωσης
στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 και στα ελεγχόμενα πρόσωπα του στοιχείου ιδε' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, που
παραβίασαν την υποχρέωση της υπό στοιχείο δ' παραγράφου 1 του άρθρου 16Α,
επιβάλλεται, με απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου, πρόστιμο ύψους έως εκατόν
πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, το οποίο εισπράττεται, σύμφωνα με τις
διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.).»
’ρθρο 19
1. Ο
τίτλος του άρθρου 21 του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Η
Επιτροπή Ελέγχου και οι αρμοδιότητές της».
2. Το
άρθρο 21 του ν. 3023/2002 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Ο
έλεγχος των υπό στοιχείο ιδ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου
προσώπων, καθώς και η τήρηση των κάθε μορφής υποχρεώσεων που απορρέουν από τον
παρόντα νόμο, ανατίθεται στην Επιτροπή Ελέγχου του στοιχείου ιε' της παραγράφου
1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, η οποία ενεργεί, ως ειδικό όργανο, σύμφωνα
με την παράγραφο 2 του άρθρου 29 του Συντάγματος.
2. Οι
αρμοδιότητες της Επιτροπής Ελέγχου είναι οι ακόλουθες:
α) Στην
Επιτροπή Ελέγχου διαβιβάζονται οι καταγγελίες που αφορούν πιθανές παραβάσεις
του παρόντος νόμου, τις οποίες εξετάζει κατ' αποκλειστικότητα και αποφαίνεται
αιτιολογημένα επ' αυτών.
β) Η
Επιτροπή Ελέγχου επιβάλλει με απόφασή της στα ελεγχόμενα πρόσωπα που παραβίασαν
εξακριβωμένα τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τις προβλεπόμενες διοικητικές
κυρώσεις.
γ) Η
Επιτροπή Ελέγχου ρυθμίζει με πράξεις του Προέδρου της κάθε λεπτομέρεια για την
εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου ως προς τα ελεγχόμενα πρόσωπα του υπό
στοιχείο ιδ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1.
δ) Η
Επιτροπή Ελέγχου έχει σε θέματα ελέγχου των οικονομικών των υπό στοιχείο ιδ'
της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου προσώπων, την αρμοδιότητα της
παραγράφου 4 του άρθρου 3Β του ν. 3213/2003, όπως ισχύει.
ε) Η
Επιτροπή Ελέγχου εισηγείται ή/και γνωμοδοτεί για την έκδοση κανονιστικών
πράξεων που αφορούν στον παρόντα νόμο.
στ) Στο
τέλος κάθε έτους η Επιτροπή Ελέγχου υποβάλλει έκθεση των πεπραγμένων της στην
Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και στους Υπουργούς Οικονομικών και
Εσωτερικών.
ζ) Η
Επιτροπή Ελέγχου έχει, προς διαπίστωση των παραβάσεων του παρόντος νόμου, την
εξουσία να ελέγχει πλήρως τα πάσης φύσεως βιβλία, δηλώσεις, έγγραφα και λοιπά
στοιχεία που της προσκομίζουν τα ελεγχόμενα πρόσωπα και οι υπόχρεοι, δύναται να
λαμβάνει ένορκες ή ανωμοτί, κατά την κρίση της, καταθέσεις, στις περιπτώσεις
που προβλέπεται επιβολή διοικητικών κυρώσεων, με την επιφύλαξη του άρθρου 212
του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο θεωρείται αναγκαίο
για τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος νόμου. Η Επιτροπή Ελέγχου μπορεί να
ορίσει προθεσμία στα ελεγχόμενα πρόσωπα για παροχή διευκρινήσεων ή συμπλήρωση
των στοιχείων που καταθέτουν ως προς τη χρηματοδότηση, την οικονομική
διαχείριση και την προέλευση των πάσης φύσεως πόρων που τελούν αμέσως ή εμμέσως
υπό τον έλεγχό τους. Το έργο της Επιτροπής Ελέγχου επικουρείται από έναν
Εισαγγελέα Πρωτοδικών ειδικών αρμοδιοτήτων και αποκλειστικής ενασχόλησης με τις
υποθέσεις του παρόντος νόμου, ο οποίος θα παρέχει στην Επιτροπή κάθε αναγκαία
συνδρομή, κατά την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της, ο οποίος διορίζεται με
απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου μετά από πρόταση του Προέδρου της
Επιτροπής Ελέγχου. Η θητεία του είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται για μια
ακόμα φορά.
η) Η
εξέταση των οικονομικών των υποψήφιων αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κατά την περίοδο ελέγχου προεκλογικών δαπανών,
ολοκληρώνεται εντός πέντε (5) μηνών από την υποβολή στην Επιτροπή Ελέγχου των
στοιχείων, τα οποία προβλέπονται στο στοιχείο β' της παραγράφου 1 του άρθρου
16Α του παρόντος νόμου.
θ)
Καταγράφει πλήρως και αποτιμά χρηματικά τις εισφορές σε είδος που έλαβαν χώρα,
κατά τη διάρκεια της περιόδου ελέγχου των προεκλογικών δαπανών, στους
δικαιούχους χρηματοδότησης, σύμφωνα με την αγοραία τιμή.
ι)
Αναφέρει ρητά τις πιθανολογούμενες παραβάσεις του παρόντος νόμου σε ετήσια
έκθεση που εκδίδει.
ια)
Εκδίδει αιτιολογημένα πορίσματα για τους ελέγχους που διενεργεί, όπου
καταγράφει και τη γνώμη της μειοψηφίας.
ιβ) Σε
περίπτωση τέλεσης ποινικών αδικημάτων διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση τα πορίσματα
με τα οποία διαπιστώθηκαν αυτά στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα.
ιγ)
Εξετάζει αν τα ποσά της χρηματοδότησης προς τα ελεγχόμενα πρόσωπα υπό τα
στοιχεία ιδα' έως ιδδ', της
παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, διατέθηκαν για τις προβλεπόμενες
από το νόμο δραστηριότητες και σε αρνητική περίπτωση επιβάλλει στα ελεγχόμενα
πρόσωπα πρόστιμο ισόποσο με το διπλάσιο του παρανόμως διατεθέντος ποσού εκτός
εάν υπάρχει ειδικότερη διάταξη στον παρόντα νόμο.
ιδ) Τηρεί
και διαχειρίζεται επίσημη ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, στην οποία η πρόσβαση για
ενημέρωση είναι ελεύθερη και στην οποία δημοσιοποιεί:
ιδα) Την κοινοποιηθείσα από το Υπουργείο Εσωτερικών κρατική
χρηματοδότηση που λαμβάνει κάθε δικαιούχος αυτής.
ιδβ) Κατάλογο στον οποίο αναφέρονται όλα τα δάνεια που έχει
λάβει από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα κάθε πολιτικό κόμμα ή/και συνασπισμός
κομμάτων, καθώς και αντίγραφο του κειμένου της κάθε συμφωνίας δανείου μεταξύ
κόμματος ή/και συνασπισμού κομμάτων αφενός και του πιστωτικού ιδρύματος
αφετέρου.
ιδγ) Αναλυτικό αρχείο με τις δωρεές, τα δάνεια και
οποιοδήποτε είδος οικονομικής συνδρομής, καθώς και της εισφοράς σε είδος, αποτιμηθείσας σε χρήμα, που έχει λάβει κάθε υποψήφιος
εκλογικός συνδυασμός στις εκλογές ανάδειξης αντιπροσώπων α' και β' βαθμού
τοπικής αυτοδιοίκησης από πολιτικά κόμματα ή/και συνασπισμούς κομμάτων.
ιδδ) Τα πλήρη στοιχεία κάθε νομικού προσώπου που
χρηματοδοτεί με οποιοδήποτε χρηματικό ποσό τους υπό στοιχεία εα' και εβ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου
δικαιούχους χρηματοδότησης, καθώς και τα ακριβή στοιχεία του χρηματοδοτούμενου
και το ακριβές ποσό αυτής.
ιδε) Τα πλήρη στοιχεία κάθε φυσικού προσώπου που
χρηματοδοτεί τους υπό στοιχείο εβ' της παραγράφου 1
του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δικαιούχους χρηματοδότησης, εφόσον η
χρηματοδότηση υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ κατ' έτος,
καθώς και τα ακριβή στοιχεία του χρηματοδοτούμενου και το ακριβές ποσό αυτής.
ιδστ) Τα πλήρη στοιχεία κάθε χρηματοδότη προς τους υπό
στοιχείο εα' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δικαιούχους
χρηματοδότησης, εφόσον η χρηματοδότηση υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων
(5.000) ευρώ κατ' έτος, καθώς και τα ακριβή στοιχεία του χρηματοδοτούμενου και
το ακριβές ποσό αυτής.
ιδζ) Τους ετήσιους προϋπολογισμούς, ισολογισμούς και
απολογισμούς των πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών, όπως αυτοί προκύπτουν από
τα λογιστικά βιβλία που τηρούν, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του
παρόντος νόμου και τις συνταχθείσες ετήσιες εκθέσεις της με τα αποτελέσματα του
ελέγχου των βιβλίων αυτών.
ιδη) Τα αιτιολογημένα πορίσματα για τους ελέγχους που
διενεργεί, περιλαμβανομένης και της γνώμης της μειοψηφίας.
ιδθ) Τις προεκλογικές δαπάνες κάθε κόμματος ή συνασπισμού
κομμάτων και το συνολικό ποσό που διέθεσαν όλα τα κόμματα και οι συνασπισμοί
κομμάτων κατά την περίοδο ελέγχου προεκλογικών δαπανών.
ιδι) Κανονιστικά κείμενα, αποφάσεις, εκθέσεις,
διαβουλεύσεις και πληροφορίες.
ιε)
Διαβιβάζει απευθείας στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 του
Συντάγματος τους φακέλους με τις παραβάσεις για τις οποίες συντρέχει λόγος
έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα κατά το άρθρο 26 του παρόντος νόμου.
ιστ) Για
όσους εκ των ελεγχόμενων προσώπων και των υπόχρεων απαιτείται προηγούμενη
απόφαση της Βουλής, σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφοι 1 και 2 εδάφιο 1 του
Συντάγματος, προκειμένου να εκκινήσει η προδικασία και να ασκηθεί ποινική δίωξη
εις βάρος τους για αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους,
γνωμοδοτικό συμβούλιο συγκροτούμενο ετησίως και για το αντίστοιχο έτος, σύμφωνα
με την παράγραφο 4 του άρθρου 155 του Κανονισμού της Βουλής, είναι αρμόδιο να
γνωμοδοτεί θετικά ή αποφατικά για την παραπομπή τους στο Δικαστήριο. Τη
γνωμοδότηση αυτή διαβιβάζει αμελλητί στη Βουλή. Του δικαστικού συμβουλίου
προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους κληρωθέντες δικαστές.
’ρθρο 20
Καταργούμενες, διατηρούμενες και εξουσιοδοτικές
διατάξεις
1. Οι
διατάξεις των άρθρων 2, 4, 17, 18, 19, 20, 22, 32 και 33 του ν. 3023/2002 (Α'
146) καταργούνται.
2. Όπου
στο ν. 3213/2003 όπως ισχύει, προβλέπεται «Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 21 του
ν. 3023/2002» (Α' 146), τίθεται εφεξής «Επιτροπή Ελέγχου».
3. Με
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, όπου
τούτο απαιτείται, μπορεί να ρυθμίζεται κάθε ειδικό θέμα που αναφέρεται στην
εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου.
’ρθρο 21
1. Με
προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών
και Οικονομικών μπορεί να κωδικοποιούνται σε ενιαίο αυτοτελές κείμενο όλες οι
διατάξεις που αφορούν στη χρηματοδότηση και στον έλεγχο πολιτικών κομμάτων,
συνασπισμών και υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και κάθε άλλη διάταξη νόμου ή κανονιστικής
πράξης που αφορά ζητήματα οικονομικών των κομμάτων.
2. Κατά
την κωδικοποίηση επιτρέπεται η αναδιατύπωση, όπου κρίνεται απολύτως αναγκαία
για την ακριβέστερη νοηματική απόδοση, η απάλειψη διατάξεων που έχουν
καταργηθεί ρητά ή σιωπηρά, καθώς και των διατάξεων που δεν έχουν πεδίο
εφαρμογής, η νέα αρίθμηση των άρθρων, η διαφορετική κατάταξη αυτών, των
παραγράφων και των εδαφίων τους, η υποδιαίρεση άρθρων σε περισσότερα και γενικά
κάθε αναμόρφωση των υπό κωδικοποίηση διατάξεων, για την αρτιότερη νομοτεχνική
κατάστρωση τους, χωρίς καμία νοηματική αλλοίωση ή μεταβολές ορολογίας, καθώς
και η προσαρμογή των διατάξεων που καθορίζουν αρμοδιότητες διοικητικών και άλλων
οργάνων στο υφιστάμενο οργανωτικό σχήμα των κεντρικών και αποκεντρωμένων
κρατικών υπηρεσιών, των νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα και των οργανισμών
τοπικής αυτοδιοίκησης. Αν υπάρξει αμφιβολία στην έννοια διάταξης που
κωδικοποιήθηκε επικρατεί το αρχικό κείμενο της διάταξης που κωδικοποιήθηκε.
3. Με
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ρυθμίζονται τα θέματα συγκρότησης της Επιτροπής
Κωδικοποίησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη λειτουργία της. Στα μέλη
της Επιτροπής Κωδικοποίησης δεν καταβάλλεται αποζημίωση.
4.
Μελλοντικές αλλαγές της νομοθεσίας αυτής γίνονται με τροποποίηση του εν λόγω
διατάγματος.
’ρθρο 22
Επιτροπή Κωδικοποίησης Δικαίου Τοπικής
Αυτοδιοίκησης
1. Στο
Υπουργείο Εσωτερικών συστήνεται Επιτροπή για τη σύνταξη «Κώδικα Τοπικής
Αυτοδιοίκησης».
2. Έργο
της Επιτροπής αποτελεί η σύνταξη «Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης», με την
κωδικοποίηση του θεσμικού πλαισίου που διέπει την Τοπική Αυτοδιοίκηση στην
Ελλάδα, όπως ιδίως των διατάξεων που ρυθμίζουν, για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης,
συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους νομικών προσώπων και επιχειρήσεών τους, την
οργάνωση και λειτουργία τους, την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων τους, κάθε
ζήτημα εσόδων, δαπανών, οικονομικής λειτουργίας και αναπτυξιακής πολιτικής τους.
3. Η
Επιτροπή αποτελείται από:
α) τον
Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών, ως Πρόεδρο,
β) δύο
δικαστικούς λειτουργούς του Συμβουλίου της Επικρατείας, που ορίζονται, σύμφωνα
με τις διατάξεις του Κώδικα Δικαστικών Λειτουργών, ως ισχύει, ο αρχαιότερος των
οποίων αναπληρώνει τον Πρόεδρο της Επιτροπής, όταν κωλύεται ή απουσιάζει,
γ) έναν
δικαστικό λειτουργό του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ορίζεται, σύμφωνα με τις
διατάξεις του Κώδικα Δικαστικών Λειτουργών, ως ισχύει,
δ) το
Νομικό Σύμβουλο του Κράτους στο Υπουργείο Εσωτερικών,
ε) έως δύο
μέλη ΔΕΠ Τμημάτων Νομικής,
στ) έναν
Σύμβουλο του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ),
ζ) έναν
εμπειρογνώμονα εγνωσμένου κύρους,
η) τον
προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου
Εσωτερικών,
θ) τον
προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου
Εσωτερικών,
ι) τους
προϊσταμένους των Διευθύνσεων «Οργάνωσης και Λειτουργίας ΟΤΑ», «Τεχνικών
Υπηρεσιών», «Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης» και «Οικονομικής και
Αναπτυξιακής Πολιτικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης» του Υπουργείου Εσωτερικών,
ια) έναν
εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας,
ιβ) έναν
εκπρόσωπο της Ένωσης Περιφερειών,
ιγ) έναν
εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων ΟΤΑ,
ιδ) έναν
εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Προσωπικού ΟΤΑ,
ιε) έναν
εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπαλλήλων Αιρετών Περιφερειών Ελλάδας,
ιστ) έναν
εκπρόσωπο κάθε πολιτικού κόμματος ή συνασπισμού πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπείται
στη Βουλή, ειδικού επί θεμάτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Τα μέλη
της Επιτροπής ορίζονται με τους αναπληρωτές τους.
4. Μετά
την έναρξη ισχύος του π.δ. 105/2014 (Α' 172)
«Οργανισμός Υπουργείου Εσωτερικών», τα σημεία η', θ' και ι' της ανωτέρω
παραγράφου 3 ισχύουν ως εξής:
«η) τον
προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Αποκέντρωσης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης του
Υπουργείου Εσωτερικών,
θ) τον
προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής
Υποστήριξης του Υπουργείου Εσωτερικών,
ι) τους
προϊσταμένους των Διευθύνσεων «Οργάνωσης και Λειτουργίας Τοπικής
Αυτοδιοίκησης», «Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης», «Οικονομικών Τοπικής
Αυτοδιοίκησης» και «Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής Τοπικής
Αυτοδιοίκησης» του Υπουργείου Εσωτερικών, καθώς και του Τμήματος Τεχνικών
Υπηρεσιών του ίδιου Υπουργείου.»
5. Ως μέλη
της Γραμματείας της Επιτροπής ορίζονται τρεις (3) υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ
από τους υπηρετούντες στη Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας ΟΤΑ του
Υπουργείου Εσωτερικών και δύο (2) υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ από τους υπηρετούντες
στη Διεύθυνση Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών.
6. Η
Επιτροπή συγκροτείται με Απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Με την ίδια Απόφαση
ορίζεται ο χρόνος περάτωσης του έργου της, οι Ειδικοί Εισηγητές και τα μέλη της
Γραμματείας της Επιτροπής, και ρυθμίζονται θέματα που αναφέρονται στη
λειτουργία, στη διοικητική μέριμνα και στη γραμματειακή υποστήριξή της, καθώς
και κάθε άλλο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
7. Με την
Απόφαση της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, προς επιτάχυνση του έργου της
Επιτροπής, δύναται να ορίζεται η λειτουργία υποεπιτροπών, με συμμετοχή
ορισμένων μόνο εκ των μελών της Επιτροπής και με έργο εστιαζόμενο σε
συγκεκριμένες θεματικές εντασσόμενες σε κάθε περίπτωση στο έργο της Επιτροπής
της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
8. Με
κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών δύναται να καθορίζεται,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, αποζημίωση των μελών της Επιτροπής, των Ειδικών
Εισηγητών και των μελών της Γραμματείας της, καθώς και ο τρόπος καταβολής της.
9. Το
σχέδιο του «Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης», που θα συντάξει η Επιτροπή, θα
υποβληθεί στη Βουλή για να κυρωθεί κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76
παρ. 6 του Συντάγματος.
10. Οι
παράγραφοι 9 και 10 του άρθρου 283 του ν. 3852/2010, ως ισχύουν, και η παρ. 2
του άρθρου 14 του ν. 4018/2011, ως ισχύει, καταργούνται.
’ρθρο 23
Στον τίτλο
και στο α' εδάφιο του άρθρου 7 του ν. 4111/2013, όπως έχει τροποποιηθεί και
ισχύει, μετά τις λέξεις «των Υπουργείων» προστίθενται οι λέξεις «και των
Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης». Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την
1.9.2014.
’ρθρο 24
1.α. To πρώτο εδάφιο της
παρ. 1 του άρθρου 51
του ν. 4257/2014 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Πάσης
φύσεως ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους δήμους και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου
δικαίου αυτών δύνανται να ρυθμίζονται και να καταβάλονται
ως ακολούθως.»
β. Στο
τέλος της περίπτωσης Α' της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 4257/2014 μετά τις
λέξεις «σχετικών διατάξεων του ν. 3801/2009» προστίθεται η φράση «τηρουμένων
πάντοτε των διατάξεων της περίπτωσης β' της παρ. 2 του παρόντος άρθρου».
2. Στο
πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 51 του ν. 4257/2014 αντικαθίσταται η φράση
«μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου» με τη φράση «έως 30.10.2014».
3. Η παρ.
3 του άρθρου 51 του ν. 4257/2014 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Η αίτηση του οφειλέτη για υπαγωγή στη ρύθμιση
υποβάλλεται στον οικείο δήμο ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αυτού το
αργότερο έως τις 30.112014. Επί των αιτήσεων αποφαίνονται, για μεν τις οφειλές
προς το δήμο η οικεία οικονομική επιτροπή, για δε τις οφειλές προς το νομικό
πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οικείο διοικητικό συμβούλιο, μετά από σχετική
εισήγηση του προϊσταμένου της οικείας οικονομικής υπηρεσίας, σε αμφότερες των
ανωτέρω περιπτώσεων.»
’ρθρο 25
1. Οφειλές
προς τις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης
Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.), οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως τις
30.9.2014, δύνανται να ρυθμίζονται, κατόπιν έκδοσης σχετικής απόφασης του
οικείου διοικητικού συμβουλίου, με την οποία καθορίζεται ο αριθμός των δόσεων
ανάλογα με το ποσό της οφειλής, τα ποσοστά απαλλαγής από τις προβλεπόμενες
προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια η
οποία δεν ρυθμίζεται στο παρόν άρθρο.
2. Τα
προβλεπόμενα, στην απόφαση της προηγούμενης παραγράφου, ποσοστά απαλλαγής
τελούν απαραιτήτους σε αντιστρόφως ανάλογη σχέση με τον αριθμό των δόσεων. Στην
περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης της οφειλής παρέχεται υποχρεωτικά απαλλαγή κατά
εκατό τοις εκατό (100%) από τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης
καταβολής.
3. Ο
αριθμός των δόσεων της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από σαράντα
(40) ενώ η κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από σαράντα (40) ευρώ.
4. Η
αίτηση του οφειλέτη για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται στη Δημοτική Επιχείρηση
Ύρευσης και Αποχέτευσης το αργότερο έως τις 14.11.2014.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση το αίτημα εξετάζεται από τον Γενικό Διευθυντή της
Δ.Ε.Υ.Α., κατόπιν σχετικής εισήγησης του προϊσταμένου της οικείας οικονομικής
υπηρεσίας.
5. Η ισχύς
του παρόντος άρθρου αρχίζει από την ψήφισή του.
’ρθρο 26
1. Στους
φορείς των ΟΤΑ, που έχουν κατακυρωθεί από τη Δικαιούχο Ελληνική Εταιρεία
Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης Α.Ε. ως ανάδοχοι των πράξεων «Ενέργειες
στήριξης ηλικιωμένων και λοιπών ατόμων που χρήζουν βοήθειας για την ενίσχυση
της απασχολησιμότητας των εμμέσως ωφελούμενων ατόμων»
του Ε.Π.ΑΝ.ΑΔ. στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013 και εκκρεμεί η υπογραφή των
σχετικών συμβάσεων, παρατείνονται οι συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου
χρόνου του απασχολούμενου στο πρόγραμμα προσωπικού, από τη λήξη τους μέχρι τη συμβασιοποίηση με την E.E.T.A.A. Α.Ε., κατ' εξαίρεση του άρθρου 17 του ν.
3870/2010, όπως ισχύει.
2. Με
απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να διατίθεται από τους πόρους του άρθρου
259 του ν. 3852/2010 (Α' 87) ποσό για την καταβολή της μισθοδοσίας του ανωτέρω
προσωπικού, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2014 έως τη συμβασιοποίηση
με την Ε.Ε.Τ.Α.Α. Α.Ε. στο πλαίσιο των ανωτέρω πράξεων.
’ρθρο 27
Η παρ. 10
του άρθρου 12 του ν. 4071/2012 (Α' 85) αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την
προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία, σύμφωνα
με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του ν. 3850/2010, είναι δυνατή η σύναψη από
τους ΟΤΑ, εφόσον ο φορέας δεν διαθέτει τακτικό προσωπικό για την αντιμετώπιση
της ανάγκης αυτής, συμβάσεων μίσθωσης έργου (κατά τις διατάξεις του άρθρου 6
του ν. 2527/1997) με ιατρό εργασίας και τεχνικό ασφαλείας ή δημοσίων συμβάσεων
παροχής υπηρεσιών (της παρ. 2δ του άρθρου 15 του ν. 4281/2014) με φυσικά ή
νομικά πρόσωπα που παρέχουν συναφείς υπηρεσίες. Νομίμως έχουν καταρτιστεί
συμβάσεις μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ ΟΤΑ και ιδιωτών για τη
διασφάλιση της υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων βάσει των διατάξεων του
ν. 3850/2010, καθώς και του προϊσχύσαντος ν. 1568/1985.»
’ρθρο 28
1. Ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής δύναται με απόφασή του
να προκηρύσσει δράσεις χρηματοδοτούμενες από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων
(ΠΔΕ), που αφορούν στην αντικατάσταση συστημάτων θέρμανσης με καύσιμο πετρέλαιο
από συστήματα θέρμανσης φυσικού αερίου στον οικιακό τομέα, με στόχο τη μείωση
της ενεργειακής κατανάλωσης και τον περιορισμό των αέριων εκπομπών ρύπων.
Φορέας χρηματοδότησης των δράσεων ορίζεται το Υπουργείο Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Στην απόφαση καθορίζεται το αντικείμενο των
δράσεων, οι ωφελούμενοι, οι διαδικασίες υλοποίησης και πιστοποίησης, καθώς και
οποιοδήποτε άλλο ειδικότερο, τεχνικό ή λεπτομερειακό ζήτημα σχετικό με την
εφαρμογή τους.
2. Στο
πλαίσιο εφαρμογής των ως άνω δράσεων δύνανται να ορίζονται στην απόφαση της
παραγράφου 1 ως φορείς υποδοχής των αιτήσεων για ένταξη στις δράσεις, ως φορείς
πιστοποίησης της αντικατάστασης του συστήματος θέρμανσης ή/και ως φορείς της
καταβολής της χρηματοδότησης, οι Εταιρίες Παροχής Αερίου (ΕΠΑ) στις περιοχές
ευθύνης τους, με την ιδιότητά τους ως διαχειριστές του δικτύου διανομής φυσικού
αερίου. Στην περίπτωση αυτή, στην ίδια απόφαση προβλέπεται και ο Φορέας Ελέγχου
για την πιστοποίηση της τήρησης των όρων και προϋποθέσεων των δράσεων από τις
εν λόγω Εταιρίες Παροχής Αερίου.
3. Για
όσες από τις ανωτέρω εργασίες αντικατάστασης συστημάτων θέρμανσης με καύσιμο
πετρέλαιο από συστήματα θέρμανσης φυσικού αερίου απαιτείται, σύμφωνα με τις
ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, η έγκριση εκτέλεσης εργασιών δόμησης μικρής
κλίμακας, ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής δύναται με
απόφασή του να τις εξαιρεί από την υποχρέωση αυτή.
4. Στην
περίπτωση ορισμού Εταιριών Παροχής Αερίου (ΕΠΑ) για την άσκηση αρμοδιοτήτων, σύμφωνα
με την παράγραφο 2, δύναται να καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής οι αναγκαίες λεπτομέρειες όσον αφορά στη χρηματοδότηση των
ανωτέρω φορέων από το ΠΔΕ για την υλοποίηση των δράσεων. Με την ίδια απόφαση
είναι δυνατόν να ορίζεται αποζημίωση προς τους ανωτέρω φορείς, ως ποσοστό του
προϋπολογισμού των δράσεων που διαχειρίζονται, το οποίο δεν δύναται να ξεπερνά
το 2% του προϋπολογισμού των δράσεων για την κάλυψη των εξόδων τους, ανάλογα με
το εύρος των εργασιών που αναλαμβάνουν.
’ρθρο 29
Δαπάνες μεταφοράς μαθητών δημόσιων σχολείων
Δαπάνες
μεταφοράς μαθητών δημόσιων σχολείων, οι οποίες πραγματοποιούνται από την έναρξη
του σχολικού έτους 2014-2015 (11.9.2014) μέχρι τη σύναψη της οικείας σύμβασης
μεταφοράς και πάντως όχι πέραν αποκλειστικού χρονικού διαστήματος δύο (2) μηνών
από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταβάλλονται νόμιμα, εφόσον ο οικείος
Περιφερειάρχης βεβαιώνει με σχετική πράξη του την εκτέλεση της μεταφοράς των
μαθητών και εφόσον το ύψος της σχετικής δαπάνης είναι σύμφωνο με τους όρους και
το περιεχόμενο της οικείας σύμβασης μεταφοράς μαθητών του ιδίου σχολικού έτους.
’ρθρο 30
1. Το
άρθρο 146Α του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων
Ν.Π.Δ.Δ. (Υπαλληλικός Κώδικας, ν. 3528/2007, Α' 26), όπως ισχύει,
αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 146Α
Συγκρότηση και λειτουργία Δευτεροβάθμιου
Πειθαρχικού Συμβουλίου
1. Το
Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού
Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, λειτουργεί σε τρία
τμήματα και αποτελείται από:
α) έναν
(1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως Πρόεδρο, που
υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
β) έξι (6)
Νομικούς Συμβούλους του Κράτους με ισάριθμους αναπληρωτές τους, που
υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
γ) δύο (2)
εν ενεργεία προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων του Υπουργείου Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης με δύο (2) αναπληρωτές τους εν
ενεργεία προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων ή διευθύνσεων του ίδιου Υπουργείου,
δ) τον
προϊστάμενο της γενικής διεύθυνσης που είναι αρμόδια για θέματα προσωπικού του
Υπουργείου στο οποίο υπάγεται η υπηρεσία ή το οποίο εποπτεύει την υπηρεσία ή το
Ν.Π.Δ.Δ. όπου διαπράχθηκε το πειθαρχικό παράπτωμα, με αναπληρωτή του άλλον
προϊστάμενο γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης του ίδιου ως άνω Υπουργείου,
οριζόμενους πριν από την έναρξη της θητείας με απόφαση του οικείου Υπουργού.
Όταν η πειθαρχική υπόθεση αφορά υπάλληλο Περιφέρειας, στο Συμβούλιο μετέχει ο
προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης της Περιφέρειας Αττικής, που είναι αρμόδιος για
θέματα προσωπικού, οριζόμενος με απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής. Προκειμένου
για υπαλλήλους Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή Ν.Π.Δ.Δ. που εποπτεύονται από τον
Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό
Συμβούλιο μετέχει προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης με τον αναπληρωτή του
προϊστάμενο γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης του Υπουργείου Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και
ε) δύο (2)
προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων δήμων από τις Περιφερειακές Ενότητες της
Περιφέρειας Αττικής, πλην της Περιφερειακής Ενότητας Νήσων, με τους αναπληρωτές
τους, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού
Συμβουλίου, ύστερα από κλήρωση, κατ' ανάλογη εφαρμογή της παρ. 9 του άρθρου
146Β.
Γραμματέας
των τριών τμημάτων είναι υπάλληλος, κατηγορίας ΠΕ του Τμήματος Πειθαρχικής
Ευθύνης και Δεοντολογίας του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που ορίζεται με τρεις αναπληρωτές υπαλλήλους,
κατηγορίας ΠΕ, του ίδιου Τμήματος με την απόφαση ορισμού μελών.
2. Το
πρώτο και δεύτερο τμήμα αποτελούνται έκαστο από:
α) τον
Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου αναπληρούμενο από τον
αρχαιότερο των ορισθέντων Νομικών Συμβούλων του Κράτους,
β) δύο (2)
Νομικούς Συμβούλους του Κράτους με τους αναπληρωτές τους,
γ) ένα
τακτικό μέλος της περίπτωσης γ' της προηγούμενης παραγράφου, αναπληρούμενο από
το αναπληρωματικό του μέλος και
δ) το
τακτικό μέλος της περίπτωσης δ' της προηγούμενης παραγράφου, αναπληρούμενο από
το αναπληρωματικό του μέλος.
3. Το
τρίτο τμήμα είναι αρμόδιο για τις πειθαρχικές υποθέσεις του μόνιμου και με
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού των δήμων και των νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου αυτών και αποτελείται από:
α) τον
Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, με τον αναπληρωτή του,
αντιπρόεδρο ή νομικό σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ο οποίος
ασκεί καθήκοντα παράλληλα των κυρίων καθηκόντων του,
β) δύο (2)
Νομικούς Συμβούλους του Κράτους με τους αναπληρωτές τους και
γ) τα
τακτικά μέλη της περίπτωσης ε' της προηγούμενης παραγράφου, αναπληρούμενα από
τα αναπληρωματικά τους μέλη.
Τα μέλη
των τριών τμημάτων με τον Γραμματέα και τους αναπληρωτές τους ορίζονται με
απόφαση του Προέδρου του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.
4. Τα μέλη
του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου μαζί με τους αναπληρωτές τους
ορίζονται για θητεία δύο (2) ετών που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, με απόφαση που εκδίδεται κατά το Δεκέμβριο του
προηγούμενου έτους. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους απαγορεύεται η
αντικατάσταση μελών, εκτός αν συντρέχουν αποδεδειγμένα σοβαροί υπηρεσιακοί ή
προσωπικοί λόγοι.
5. Τα
τακτικά μέλη των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 είναι πλήρους και
αποκλειστικής απασχόλησης στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Η θητεία τους
σε αυτό θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας τους στις οργανικές τους θέσεις
και στο βαθμό τον οποίο κατέχουν, για όλες τις συνέπειες. Τα ανωτέρω μέλη
μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, των Τμημάτων και των
λοιπών συλλογικών οργάνων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
6. Με
κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
και Οικονομικών καθορίζεται αποζημίωση των τακτικών μελών του Δευτεροβάθμιου
Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και των αναπληρωματικών μελών ανάλογα με τις
συνεδριάσεις στις οποίες μετείχαν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
7. Για τη
διαδικασία ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου εφαρμόζονται
αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 136,137,138,139 και 140 του παρόντος.
8. Τα
πειθαρχικά συμβούλια είναι υποχρεωμένα να ενημερώνουν σε τακτά χρονικά
διαστήματα το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο για την πορεία και την έκβαση
των πειθαρχικών υποθέσεων, από την εισαγωγή τους σε αυτά μέχρι την έκδοση της
πειθαρχικής απόφασης.
9. Με
απόφαση του Προέδρου του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου ασκείται
πειθαρχική δίωξη ενώπιον του Συμβουλίου αυτού κατά των μελών των πειθαρχικών
συμβουλίων που δεν είναι δικαστές και τα οποία παραβαίνουν τις διατάξεις της
παρ. 2 του άρθρου 122 του παρόντος, καθώς και τις διατάξεις της προηγούμενης
παραγράφου. Για τα μέλη των πειθαρχικών συμβουλίων
που είναι δικαστές ισχύει για την παραπομπή τους το άρθρο 91 παρ. 3 του
Συντάγματος.
10. Η
γραμματειακή υποστήριξη του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου γίνεται από
υπαλλήλους του Τμήματος Πειθαρχικής Ευθύνης και Δεοντολογίας του Υπουργείου
Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, επιφορτισμένους
κυρίως με τα καθήκοντα αυτά, τα οποία περιλαμβάνουν: α) την τήρηση πρωτοκόλλου
εισερχομένης και εξερχομένης αλληλογραφίας, β) τη διακίνηση της αλληλογραφίας,
γ) τη μέριμνα για την τήρηση των ημερησίων διατάξεων, των Πρακτικών του
Συμβουλίου και της αποστολής των φακέλων υποθέσεων στις ενδιαφερόμενες
υπηρεσίες, δ) την τήρηση αρχείου των εκδικαζόμενων υποθέσεων, ε) την τήρηση
αρχείου επί της πορείας και της έκβασης των πειθαρχικών υποθέσεων που παραπέμπονται
στα πειθαρχικά συμβούλια, στ) τη στατιστική επεξεργασία των στοιχείων.
11. Το
Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο λειτουργεί αποκλειστικά ως πειθαρχικό με την
επιφύλαξη του άρθρου 95. Κρίνει σε δεύτερο βαθμό, κατά το νόμο και την ουσία
και κατ' εξαίρεση σε πρώτο και τελευταίο βαθμό όταν αυτό προβλέπεται. Το
Συμβούλιο αυτό λειτουργεί και ως πειθαρχικό συμβούλιο των ανωτάτων υπαλλήλων
του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. και κρίνει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.
12. Ο
υπάλληλος μπορεί να παρίσταται ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού
Συμβουλίου που κρίνει πειθαρχική του υπόθεση αυτοπροσώπως ή με συμπαράσταση
δικηγόρου ή μόνο δια δικηγόρου.
13. Στο
Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο ως εισηγητές ορίζονται, με πράξη του
Προέδρου, μόνο μέλη αυτού, τακτικά ή αναπληρωματικά. Τα τμήματα του
Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου βρίσκονται σε απαρτία όταν είναι παρόντα
τρία (3) τουλάχιστον μέλη τους, στα οποία απαραιτήτως πρέπει να περιλαμβάνεται
ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του
Προέδρου. Εάν σχηματισθούν περισσότερες από δύο γνώμες, όσοι ακολουθούν την
ασθενέστερη οφείλουν να προσχωρήσουν σε μία από τις επικρατέστερες.
14. Η
ψηφοφορία των μελών των συμβουλίων γίνεται κατά σειρά αντίστροφη από εκείνη της
απόφασης ορισμού τους. Δεν επιτρέπεται η αποχή από την ψηφοφορία ή η λευκή
ψήφος.
15. Με
απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
καθορίζεται ο ειδικότερος τρόπος λειτουργίας του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού
Συμβουλίου, όπως ενδεικτικά ο τόπος και ο χρόνος συνεδρίασης, η εν γένει
γραμματειακή υποστήριξη αυτού, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια εφαρμογής του
παρόντος άρθρου.
16. Για
όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από το παρόν άρθρο ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις
περί συλλογικών οργάνων του ν. 2690/1999 (Α' 45).»
2. Η παρ.
3 και η παρ. 6 του άρθρου πέμπτου του ν. 4057/2012 (Α' 54) καταργούνται και οι
παράγραφοι 4 και 5 αναριθμούνται σε παράγραφο 3 και παράγραφο 4 αντίστοιχα.
’ρθρο 31
1. Στο
τέλος του άρθρου 7 του ν. 4111/2013 (Α' 18), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει,
προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η κατά τα
ανωτέρω παραμονή στην υπηρεσία Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης δύναται να
αίρεται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου σε περίπτωση κατάργησης ή συγχώνευσης ή
εν γένει αναδιοργάνωσης των οργανικών μονάδων του Υπουργείου προ της
τοποθέτησης μεταβατικά των προϊσταμένων στις νέες οργανικές μονάδες, σύμφωνα με
τις κείμενες διατάξεις, οπότε και ο υπάλληλος απολύεται αυτοδικαίως.»
2. Στο
τέλος της παρ. 12 του άρθρου 162 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), όπως
αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 4275/2014, προστίθεται
εδάφιο ως εξής:
«Οι
συνεδριάσεις των Συμβουλίων αυτών δύνανται να πραγματοποιούνται και στην έδρα
του Α.Σ.Ε.Π.. »
’ρθρο 32
Χρηματικές
αξιώσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που αφορούν σε απόδοση φόρων,
τελών, δικαιωμάτων και εισφορών και προκύπτουν εξαιτίας μη υποβολής από τους
υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολής ανακριβών ή
ελλιπών στοιχείων ή λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών, βεβαιώνονται σε βάρος των
υπόχρεων εντός εικοσαετίας από τη λήξη του οικονομικού έτους που δημιουργήθηκε
η σχετική υποχρέωση προς καταβολή τους, χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων.
’ρθρο 33
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς
του παρόντος νόμου αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2015.
Παραγγέλλομε
τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του
ως νόμου του Κράτους.