ΤρΔΠρΠειρ 4970/2010

 

Δικαιοδοσία διοικητικών δικαστηρίων - Αποφάσεις ανάκλησης καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος -.

 

 

Ως καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος νοούνται, ενόψει των ορισμών του άρθρου 5 της υπ’ αριθμό Αιβ/8577/1983 απόφασης του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, εκείνα τα οποία αναλυτικά αναφέρονται σε αυτήν και σε άλλες υγειονομικές διατάξεις, μεταξύ δεν αυτών δεν περιλαμβάνονται οι οίκοι ανοχής και, συνεπώς, δεν εξομοιώνεται προς αυτά κάθε χώρος, εντός του οποίου ασκείται, βάσει ειδικής νομοθεσίας, δραστηριότητα, που σχετίζεται με τη ανθρώπινη υγεία, όπως είναι το οίκημα, που χρησιμοποιούν εκδιδόμενα επ’ αμοιβή πρόσωπα. Με το σκεπτικό αυτό κρίθηκε ότι οι διαφορές, που γεννώνται από την έκδοση αποφάσεων σφράγισης οίκων ανοχής, δεν υπάγονται, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 29 παρ. 4 του Ν. 2721/1999, στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αλλά εξακολουθούν να υπάγονται στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

 

Αριθμ. Απόφασης: A4970/2010

                          

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

1ο ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

 

Συνήλθε στις 20 Σεπτεμβρίου 2010, ημέρα Δευτέρα και ώρα 10:00΄ π.μ., με Δικαστές τους: Ιωάννα Καραμπάτσου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Στυλιανό Μέκρα, Πρωτοδίκη Δ.Δ. Εισηγητή και Δήμο Χρυσό, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Μαρία Κότσιφα, Δικαστικό Υπάλληλο.

 

Για να δικάσει την από 27 Οκτωβρίου 2004 προσφυγή.

 

Της ...., κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, ..., η οποία δεν παραστάθηκε.

 

Κατά 1) Της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δυτικής Αττικής, που εκπροσωπείται από το Νομάρχη Δυτικής Αττικής και δεν παραστάθηκε, 2) του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Δήμος Καλλιθέας», που εκπροσωπείται από τον Δήμαρχο αυτού και παραστάθηκε δια δηλώσεως, κατ άρθρο 133 παρ. 2 του ΚΔΔ, της πληρεξουσίας δικηγόρου του Αικατερίνης Ραπτοπούλου και 3) Του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπήθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και παραστάθηκε δια δηλώσεως, κατ άρθρο 133 παρ. 2 του ΚΔΔ, της Δικαστικής Αντιπροσώπου του Νομικού συμβουλίου του Κράτους, Μαρίας Βέργου.

 

Κατά τη συζήτηση, οι διάδικοι που παραστάθηκαν ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

 

Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη, και αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

 

Σκέφθηκε κατά το νόμο.

 

Η κρίση του είναι η εξής:

 

 

Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα819354 και 1717154 Σειράς Α΄ από 27-10-2004 ειδικά αποδεικτικά είσπραξης), ζητείται η ακύρωση: α) του 12/24-5-2004 πρακτικού-απόφασης της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δυτικής Αττικής, με την οποία απορρίφθηκε ένσταση (ενδικοφανής προσφυγή) της προσφεύγουσας ενώπιον της ως άνω Επιτροπής κατά της 1055/04/30-4-2004 απόφασης του Δημάρχου Καλλιθέας, β) της 1055/04/30-4-2004 απόφασης του Δημάρχου Καλλιθέας, με την οποία αποφασίστηκε η σφράγιση του οίκου ανοχής που διατηρεί η προσφεύγουσα, λόγω λειτουργίας του χωρίς άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας από την αρμόδια Αρχή, κατά παράβαση του άρθρου 3 παρ. 1 του ν. 2734/1999 (ΦΕΚ Α΄ 161).

 

 

Επειδή, ο νόμος 2734/1999 περί εκδιδομένων με αμοιβή προσώπων (ΦΕΚ Α΄ 161), ορίζει, στο άρθρο 3, ότι τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται, εκτός άλλων, να εφοδιασθούν με άδεια εγκαταστάσεως και χρήσεως του οικήματος, εντός του οποίου θα ασκούν την ανωτέρω δραστηριότητα (παρ. 1) και ότι η άδεια αυτή, χορηγούμενη από τον οικείο δήμαρχο ή πρόεδρο της κοινότητος (παρ. 2), αφορά σε χώρους οι οποίοι, εκτός άλλων προϋποθέσεων, δεν επιτρέπεται να απέχουν, σε ακτίνα, λιγότερο από 200 μέτρα από ναούς, σχολεία, νοσηλευτικά ιδρύματα κλπ (παρ. 4). Περαιτέρω, το άρθρο 6 παρ. 3 του ως άνω νόμου ορίζει ότι "το οίκημα που χρησιμοποιείται για να εκδίδεται πρόσωπο με αμοιβή, χωρίς την προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 3 άδεια....., κλείνεται και σφραγίζεται με απόφαση του αρμόδιου δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας". Εξ άλλου, με το άρθρο 29 παρ. 4 του νόμου 2721/1999 (ΦΕΚ Α΄ 112) προστέθηκε, στο άρθρο 1 του νόμου 1406/1983 (ΦΕΚ Α΄ 182), παράγραφος 3, η οποία ορίζει ότι "στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται εκδικαζόμενες ως διαφορές ουσίας, οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά: α) τη χορήγηση και την ανάκληση αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας και την επιβολή κυρώσεων κατά τη λειτουργία καταστημάτων και εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των επιχειρήσεων που εξομοιούνται με αυτά". Για την εφαρμογή της τελευταίας αυτής διατάξεως, ως καταστήματα και εργαστήρια υγειονομικού ενδιαφέροντος νοούνται, ενόψει των ορισμών του άρθρου 5 της, ειδικής περί αυτών, Αιβ/8577/1983 αποφάσεως του Υπουργού Υγείας και Προνοίας (ΦΕΚ Β΄ 526), εκείνα τα οποία αναλυτικώς αναφέρονται στην εν λόγω υπουργική απόφαση και σε άλλες υγειονομικές διατάξεις, μεταξύ δε των καταστημάτων αυτών δεν περιλαμβάνονται οι οίκοι ανοχής. Εξ άλλου, δεν εξομοιούται προς κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, κατ' άρθρον 1 παρ. 3 του νόμου 1406/1983, κάθε χώρος εντός του οποίου ασκείται, βάσει ειδικής νομοθεσίας, δραστηριότητα που έχει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, σχέση με την ανθρώπινη υγεία, όπως είναι το οίκημα που χρησιμοποιεί, κατά τις ειδικές διατάξεις του νόμου 2734/1999, συγκεκριμένο πρόσωπο για να εκδίδεται με αμοιβή. Κατόπιν των ανωτέρω, διαφορές οι οποίες γεννώνται από την αμφισβήτηση πράξεως, με την οποία, κατά το άρθρο 6 παρ. 3 του νόμου 2734/1999, σφραγίζεται οίκημα που χρησιμοποιείται από συγκεκριμένο πρόσωπο για να εκδίδεται με αμοιβή, δεν υπάγονται, ως διοικητικές διαφορές ουσίας στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αλλά παραμένουν στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας (Ad hoc ΣτΕ 3524/2008 και 1388/2009).

 

 

Επειδή, περαιτέρω, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999 ΦΕΚ Α΄ 97), ορίζεται, στο άρθρο 12, ότι: «1. Το δικαστήριο εξετάζει και αυτεπαγγέλτως τη δικαιοδοσία και την αρμοδιότητά του. 2. Αν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι η υπόθεση υπάγεται στα πολιτικά-ποινικά δικαστήρια, απορρίπτει το σχετικό ένδικο βοήθημα ή μέσο, ενώ, αν διαπιστώσει ότι αυτή υπάγεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο Ελεγκτικό Συνέδριο ή σε άλλο τακτικό διοικητικό δικαστήριο, παραπέμπει το ένδικο βοήθημα ή μέσο στο αρμόδιο δικαστήριο…».

 

 

Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και ενόψει των όσων έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη της παρούσας, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο οίκος ανοχής της αιτούσας δεν εμπίπτει στην κατηγορία των καταστημάτων και εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος καθώς και εκείνων που εξομοιούνται με αυτά, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 29 του νόμου 2721/1999, δεδομένου ότι διέπεται από τις διατάξεις του νόμου 2734/1999, κατ εφαρμογή του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, και ότι, επομένως, η ένδικη διαφορά είναι ακυρωτική, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας και όχι των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, κρίνει ότι η κρινόμενη αίτηση πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 12 του ΚΔΔ, να παραπεμφθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ως καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση αυτού.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Κηρύσσει εαυτό καθ; ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της κρινόμενης προσφυγής.

 

Παραπέμπει αυτήν στο αρμόδιο προς τούτο Συμβούλιο της Επικρατείας.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 10 Νοεμβρίου 2010 και η απόφαση εκδόθηκε στον ίδιο τόπο στις 8 Δεκεμβρίου 2010.

 

 

       Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                    Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ

  ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΑΜΠΑΤΣΟΥ         ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΕΚΡΑΣ

 

               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                ΑΣΗΜΙΝΑ ΜΩΡΟΥ