ΤρΔΠΠειρ 272/2010
Φορολογία - Φόρος κληρονομίας
- Έκταση ευθύνης εξ απογραφής κληρονόμου -.
Από
τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827 και 1829 του Α.Κ,
συνάγεται ότι, περίπτωση που ασκείται κληρονομικό δικαίωμα εκ διαθήκης, εκείνος
που έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία (μεριδούχος) δε δεσμεύεται από το περιεχόμενο της διαθήκης,
κατά το μέρος που αποκλείει, περιορίζει ή επιβαρύνει τη νόμιμη μοίρα του, η δε
διαθήκη κατά μέρος αυτό είναι άκυρη, αλλά η ακυρότητα αυτή είναι σχετική,
τασσόμενη μόνον υπέρ του μεριδούχου. Περαιτέρω, έγινε
δεκτό ότι από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1901, 1902, 1904, 1905 και
1911 του Α.Κ. συνάγεται ότι ο κληρονόμος, μετά την
υποβολή δήλωσης για αποδοχή της κληρονομίας με το
ευεργέτημα της απογραφής, δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη του για τα χρέη κληρονομίας, αλλά εξακολουθεί να ευθύνεται για αυτά έως το
ενεργητικό της κληρονομίας, χωρίς να ευθύνεται και με
την ατομική του περιουσία, και, συνεπώς, η αποδοχή της κληρονομίας
με το ως άνω ευεργέτημα αποκλείει την επίσπευση εκτέλεσης κατά της ατομικής
περιουσίας του και δεν μπορεί να θεμελιώσει λόγο ανακοπής κατά της πράξης
αναγκαστικής εκτέλεσης. Με το σκεπτικό αυτό έγινε δεκτή έφεση του Δημοσίου και,
ακολούθως, απορρίφθηκε ανακοπή κατά έκθεσης κατάσχεσης ακινήτου, που
κληρονόμησε η ανακόπτουσα, η οποία είχε αποδεχθεί την κληρονομία
του πατέρα της με το ευεργέτημα της απογραφής, απορριπτομένων
των ισχυρισμών της ότι η κατασχετήρια έκθεση ήταν άκυρη, δεδομένου ότι αφενός
έπρεπε να είχε γίνει επιμερισμός των οφειλών της κληρονομίας
μεταξύ αυτής και της μητέρας της, η οποία είχε δικαίωμα νόμιμης μοίρα (καθότι
δεν προκύπτει ότι η τελευταία δεν είχε επικαλεστεί τέτοιο δικαίωμα) και
αφετέρου η ίδια ήταν κληρονόμος εξ απογραφής.
Αριθμός
απόφασης Α272/2010
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Τμήμα
7ο
ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Οκτωβρίου 2009, με δικαστές τις : Αθηνά
Μυλωνά, Πρόεδρο Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστηρίων, Αυγερινή Λάσκαρη και Νικούλα Μαρούλη, Εισηγήτρια,
Πρωτοδίκες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Ειρήνη Μηλιαράκη,
δικαστική υπάλληλο.
Για
να δικάσει την από 6-10-2006 έφεση.
Τ
ο υ Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας
Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Δ΄ Πειραιά και παραστάθηκε με δήλωση, κατ΄ άρθρο
29 παρ.1 του Ν.2916/2001 της δικαστικής αντιπροσώπου του ΝΣΚ
Αικατερίνης Μαγριππή.
Κ
α τ ά της ..., κατοίκου Καλλιθέας Αττικής, ..., η
οποία δεν παραστάθηκε.
Κατά
της υπ΄ αριθ.400/2006 απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά
(5ο τμήμα).
Μετά
τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού
μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε
κατά το νόμο.
Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, ζητείται
παραδεκτώς η εξαφάνιση της 400/2006 αποφάσεως του
Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία έγινε δεκτή ανακοπή
της εφεσίβλητης κατά της 1517/18.4.2005 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του
δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ..., κατά το μέρος που αφορούσε το
ποσό των 127.113,23 ευρώ. Η παρούσα υπόθεση, η οποία
συζητήθηκε αρχικώς κατά τη δικάσιμο της 13.2.2007, νομίμως εισήχθη προς ανασυζήτηση κατόπιν της από 30.6.2009 πράξεως του Προέδρου
του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου τούτου, λόγω αδυναμίας
εκδόσεως απόφασης επ΄ αυτής.
Επειδή,
από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827 και 1829 Α.Κ.,
συνάγεται ότι, σε περίπτωση που ασκείται κληρονομικό δικαίωμα εκ διαθήκης,
εκείνος που έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία
(μεριδούχος) δεν δεσμεύεται από το περιεχόμενο της
διαθήκης κατά το μέρος που με αυτό αποκλείεται, περιορίζεται ή επιβαρύνεται η
δική του νόμιμη μοίρα, η διαθήκη δε αυτή κατά το μέρος αυτό είναι άκυρη. Η
ακυρότητα αυτή της διαθήκης είναι σχετική, τασσόμενη υπέρ του μεριδούχου και μη επιβαλλόμενη σ΄αυτόν,
ο οποίος, αν εγκαταστάθηκε κληρονόμος εις έλασσον της νομίμου μοίρας δικαιούται
να παραιτηθεί του δικαιώματος της νομίμου μοίρας ως προς το ελλείπον. Η μερική
αυτή παραίτηση από το δικαίωμα επικλήσεως της σχετικής ακυρότητας της διαθήκης
δύναται να γίνει και σιωπηρώς (Α.Π. 718/1997, 1135/2002, 975/2002, 1578/2007,
ΕφΠατρ.133/2002, ΕφΙωαν186/2007). Εξάλλου, ο μεριδούχος
μπορεί να αντιτάξει το δικό του εκ του νόμου κληρονομικό δικαίωμα έναντι του εκ
διαθήκης κληρονόμου του οποίου η εγκατάσταση περιορίζεται, κατόπιν αυτού, στο
μέρος που δεν προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα. Η προστασία δε του μεριδούχου μπορεί να γίνει είτε με την άσκηση της περί
κλήρου αγωγής (άρθρ. 1871 επ. Α.Κ), είτε με την
προβολή ενστάσεως σε αγωγή αναγνωρίσεως του κληρονομικού δικαιώματος από μέρους
του εκ διαθήκης τετιμημένου (άρθρο 1825 παρ.2 σε
συνδ. με άρθρο 174 Α.Κ., βλ. σχετ. Α.Π.150/2008).
Επειδή,
εξάλλου, κατά μεν το άρθρο 1901 του Αστικού Κώδικα «ο κληρονόμος ευθύνεται και
με την δική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας...»,
κατά δε το άρθρο 1902 του ιδίου Κώδικα «όσο ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να
αποποιηθεί την κληρονομία μπορεί να δηλώσει ότι την
αποδέχεται με το ευεργέτημα της απογραφής. Η δήλωση γίνεται στο γραμματέα του
δικαστηρίου της κληρονομίας. Η δήλωση αποδοχής
θεωρείται ότι έγινε με το ευεργέτημα της απογραφής, αν ο κληρονόμος είναι
πρόσωπο για το οποίο η αποδοχή της κληρονομίας
γίνεται κατά το νόμο με το ευεργέτημα της απογραφής». Τέτοιος εκ του νόμου
κληρονόμος εξ απογραφής είναι, σύμφωνα με το άρθρο 1527 του Αστικού Κώδικα, και
ο ανήλικος. Περαιτέρω, στο άρθρο 1904 του αυτού Κώδικα ορίζεται ότι: «ο
κληρονόμος με απογραφή ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας
έως το ενεργητικό της....», ενώ στο άρθρο 1905 ότι: «αφότου γίνει η δήλωση της
αποδοχής της κληρονομίας με το ευεργέτημα της
απογραφής, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της κληρονομίας
αποχωρίζονται αυτοδικαίως από την περιουσία του κληρονόμου και αποτελούν
χωριστή ομάδα». Τέλος, κατά το άρθρο 1911 του Αστικού Κώδικα, ο κληρονόμος
εκπίπτει του ευεργετήματος της απογραφής, μεταξύ άλλων, και όταν δεν συνέταξε
απογραφή εμπροθέσμως, ως σχετική δε προθεσμία ορίζεται, κατ΄ αρχήν, το
τετράμηνο από της δηλώσεως περί αποδοχής επ΄ ωφελεία
απογραφής (ΑΚ 1903), προκειμένου δε περί ανηλίκων,
κατά τ΄ ανωτέρω, κληρονόμων, το έτος από την ενηλικίωσή τους (ΑΚ 1912).
Επειδή,
από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι ο κληρονόμος, μετά τη γενόμενη
στο γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομιάς δήλωσή του περί αποδοχής της
κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής, δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη του
για τα χρέη της κληρονομιάς, αλλά εξακολουθεί να ευθύνεται για αυτά, μόνο όμως
έως το ενεργητικό της κληρονομιάς, δηλαδή μόνο με τα στοιχεία της κληρονομιάς
και όσο αυτά επαρκούν, χωρίς να ευθύνεται και με την ατομική του περιουσία από
την οποία η περιουσία του κληρονομουμένου έχει αποχωρισθεί και αποτελεί χωριστή
ομάδα. Ως εκ τούτου, η αποδοχή της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της
απογραφής αποκλείει μόνο την επίσπευση
αναγκαστικής εκτελέσεως επί της ατομικής περιουσίας του εξ απογραφής κληρονόμου
και δεν μπορεί να θεμελιώσει λόγο ανακοπής προς ακύρωση της πράξεως της
αναγκαστικής εκτέλεσης (Α.Π. 630/2009).
Επειδή,
τέλος, στο 36 του Κώδικα Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων (ν.δ.
356/1974 ΦΕΚ Α΄90) ορίζεται ότι: «1. Η κατάσχεσις ακινήτων ενεργείται τη εγγράφω παραγγελία του
Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου υπό δικαστικού κλητήρος,
ή υπαλλήλου του Δημοσίου Ταμείου, επί παρουσία ενός ενηλίκου μάρτυρος
2. Ο ενεργών την κατάσχεσιν, μεταβαίνων εις τον τόπον
εν ω κείται το ακίνητον, συντάσσει έκθεσιν περιέχουσαν τον χρόνον της
κατασχέσεως, τον αριθμόν και την χρονολογίαν της
παραγγελίας της κατασχέσεως, το ονοματεπώνυμον του παραγγέλοντος Διευθυντού του Ταμείου, του οφειλέτου, το πατρώνυμον τούτου, το επάγγελμα και την κατοικίαν
του, το ονοματεπώνυμον του συμπράττοντος μάρτυρος,
και το συνολικόν ποσόν του χρέους ως τούτο
αναγράφεται εν τη παραγγελία κατασχέσεως. Εν τη εκθέσει ορίζεται η θέσις και η περιφέρεια του Δήμου ή της Κοινότητος ένθα
κείται το ακίνητον, το είδος του ακινήτου, προκειμένου δε περί οικοδομής ο
αριθμός των ορόφων αυτής, τα όρια, η κατά προσέγγισιν έκτασις
αυτού, συνοπτικώς τα συστατικά και τα κατασχόμενα
παραρτήματα, και η συνολική αξία των κατασχομένων
κατ΄ εκτίμησιν του κατασχόντος.
3
».
Επειδή,
στην προκειμένη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των στοιχείων της δικογραφίας
προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο πατέρας της ανακόπτουσας, ..., με την από 1.12.1996
ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύθηκε με την 2159/8.5.1998 απόφαση του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατέλειπε στη μεν θυγατέρα του το σύνολο της
περιουσίας του (το εξοχικό του σπίτι στη Μεσσηνία, οικόπεδο 720 τ.μ. στη Μάνδρα
Αττικής, κλπ), στη δε σύζυγό του, ..., τη σύνταξή του. Μετά το θάνατό του στις
14.1.1998, η ανακόπτουσα, εκ διαθήκης, κατά τα ανωτέρω, κληρονόμος του πατέρα
της, και ανήλικη τότε (βλ. σχετ. το 17889/5/12.5.2000 πιστοποιητικό
οικογενειακής κατάστασης του Δημάρχου Καλλιθέας, στο οποίο ως ημερομηνία γεννήσεώς
της αναγράφεται η 19.3.1987), αποδέχθηκε, ως εκ τούτου, την κληρονομία
με το ευεργέτημα της απογραφής. Μετά την ενηλικίωσή της και μέσα στη νόμιμη
προθεσμία για τη σύνταξη απογραφής, δήλωσε ενώπιον συμβολαιογράφου (βλ. σχετ.
την 20551/13.3.2006 πράξη απογραφής ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ..., η
οποία συνετάχθη κατόπιν της 1/6.2.2006 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Ελευσίνας),
ότι από την απογραφή που διενεργήθηκε διαπιστώθηκε ότι η ως άνω κληρονομία, στην οποία συμπεριλαμβανόταν και ένα ακίνητο
(ημιτελές ισόγειο διαμέρισμα) επί της οδού ... στο Πέραμα, ενεφάνιζε
ενεργητικό ύψους 11.600 ευρώ και παθητικό (χρέη του
κληρονομουμένου προς τη Δ.Ο.Υ. Δ΄ Πειραιά) ύψους 55.881,01 ευρώ.
Κατόπιν έγγραφης παραγγελίας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Δ΄ Πειραιά (αρ. πρωτ. 87/5023/2005), με την 1517/18.4.2005 έκθεση
αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθήνας ...,
επιβλήθηκε στην εφεσίβλητη, ως μοναδική κληρονόμο του αποβιώσαντος πατέρα της,
αναγκαστική κατάσχεση, επί του προαναφερόμενου κληρονομιαίου
διαμερίσματος επί της οδού Περικλέους, η αξία δε του κατασχεθέντος εκτιμήθηκε
στο ποσό των 60.000 ευρώ. Η εν λόγω κατάσχεση
επιβλήθηκε τόσο για χρέη της ιδίας της εφεσίβλητης, προερχόμενα από έξοδα
διοικητικής εκτέλεσης οικονομικών ετών 2001 και 2002, όσο και του
κληρονομουμένου προερχόμενα από φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, τέλη
κυκλοφορίας, πρόστιμο Κ.Β.Σ, Φ.Π.Α
κλπ, συνολικού ύψους (128.136,43 ευρώ το σύνολο των
χρεών + 53.757,21 ευρώ προσαυξήσεις=) 181.893,64 ευρώ πλέον προσαυξήσεων. Κατά της ανωτέρω εκθέσεως η
εφεσίβλητη άσκησε ανακοπή, με την οποία ισχυρίσθηκε ότι μη νομίμως επισπεύσθηκε
σε βάρος της αναγκαστική εκτέλεση, καθόσον αυτή ήταν κληρονόμος εξ απογραφής
και από την ολοκλήρωση της εκτέλεσης επρόκειτο να υποστεί βλάβη, αφού το παθητικό
της περιουσίας ήταν ανώτερο του ενεργητικού. Περαιτέρω, προέβαλε ότι η
προσβαλλόμενη έκθεση ήταν μη νόμιμη, διότι δεν είχε γίνει προηγουμένως από τον
Προϊστάμενο της Δ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιά επιμερισμός της οφειλής ανάλογα με την
κληρονομική μερίδα της και δη κατά ποσοστό 87,5%, δοθέντος ότι αυτή δεν ήταν
μοναδική κληρονόμος του αποβιώσαντος πατρός της. Και τούτο διότι, ναι μεν
σύμφωνα με την ιδιόγραφη διαθήκη του τελευταίου αυτή κατέστη αποκλειστική
κληρονόμος, πλην όμως η μητέρα της, ..., κατά το χρόνο του θανάτου του συζύγου
της κατέστη νόμιμη μεριδούχος κατά ποσοστό 12,5% επί
της κληρονομιαίας περιουσίας. Εξάλλου, προέβαλε ότι
ακόμη και αν είχε γίνει επιμερισμός, και πάλι δεν θα υποχρεούτο
να καταβάλει το 87,5% των χρεών, αφού θα υποχρεούτο
μέχρι το ύψος του ενεργητικού της κληρονομιαίας
περιουσίας. Τέλος, ισχυρίσθηκε ότι η προσβαλλόμενη έκθεση ήταν αόριστη, αφού
δεν προσδιοριζόταν το είδος της κληρονομικής διαδοχής (εκ διαθήκης, εξ
αδιαθέτου, νόμιμη μεριδούχος) και η κληρονομική της
μερίδα, καθώς και ότι μη νομίμως η κατάσχεση επισπεύσθηκε και για ατομικά της
χρέη, δεδομένου ότι η ίδια δεν είχε τέτοια, σε κάθε δε περίπτωση, θα έπρεπε να
γίνει επιμερισμός και των εν λόγω ατομικών χρεών ανάλογα με την κληρονομική της
μερίδα. Η ανακοπή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την εκκαλουμένη
(400/2006) απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς και
ακυρώθηκε η έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης κατά το μέρος που αφορούσε το ποσό
των [128.136,43 ευρώ το συνολικό ύψος των χρεών μείον
(233,02 + 224,80 + 274,44 + 290,94=) 1023,56 ευρώ τα
ατομικά χρέη της εφεσίβλητης από έξοδα διοικητικής εκτέλεσης=] 127.113,23 ευρώ και το αναλογούν σε αυτό ποσοστό προσαυξήσεων, με την
αιτιολογία ότι δεν είχε γίνει επιμερισμός του χρέους που είχε βεβαιωθεί σε
βάρος του κληρονομουμένου ανάλογα με την κληρονομική μερίδα της εφεσίβλητης, η
οποία (δοθέντος ότι μητέρα της κατέστη
νόμιμη μεριδούχος του συζύγου της κατά ποσοστό
12,5%) ήταν κληρονόμος μόνο κατά ποσοστό 87,5% επί της κληρονομιαίας
περιουσίας. Ήδη, με την κρινόμενη έφεση το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο ζητά την
εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, προβάλλοντας,
μεταξύ άλλων, ότι μη νομίμως έγινε δεκτό ότι η εφεσίβλητη δεν ήταν μοναδική
κληρονόμος, δοθέντος ότι η ακυρότητα της διαθήκης από παράβαση του δικαίου της
νόμιμης μοίρας είναι σχετική, τασσόμενη μόνο υπέρ του μεριδούχου.
Επειδή,
ναι μεν οι διατάξεις της διαθήκης με τις οποίες προσβάλλεται το δικαίωμα της
νομίμου μοίρας είναι αυτοδικαίως άκυρες, πλην όμως, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν
στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η εν λόγω ακυρότητα κατά το μέρος που με αυτό
αποκλείεται, περιορίζεται ή επιβαρύνεται η νόμιμη μοίρα, είναι σχετική,
τασσόμενη υπέρ του μεριδούχου και μη επιβαλλόμενη σ΄
αυτόν. Με τα δεδομένα αυτά και λαμβάνοντας, περαιτέρω, υπόψη ότι από τα
στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει, ούτε η εφεσίβλητη, εξάλλου, επικαλείται ότι
η μητέρα της είχε αντιτάξει έναντι της ιδίας, μοναδικής εκ διαθήκης κληρονόμου,
τυχόν δικό της εκ του νόμου κληρονομικό δικαίωμα, εσφαλμένως έγινε δεκτό με την
εκκαλουμένη ότι η εφεσίβλητη ήταν κληρονόμος, κατόπιν
συνυπολογισμού του ποσοστού (12,5%) της νομίμου μοίρας της μητέρας της, μόνο
κατά ποσοστό 87,5% επί της κληρονομιαίας περιουσίας,
κατά το οποίο όφειλε να επιμερισθεί ανάλογα και το χρέος της, κατά το βάσιμο
σχετικό λόγο της εφέσεως. Κατ΄ ακολουθία, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει
δεκτή και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη κατά το μέρος
με το οποίο έγινε δεκτή η ανακοπή και ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη με αυτή έκθεση
κατασχέσεως.
Επειδή,
περαιτέρω, ο προβληθείς με την ανακοπή λόγος περί ακυρότητας της προσβαλλόμενης
έκθεσης λόγω του ότι η ανακόπτουσα ήταν κληρονόμος εξ απογραφής, πρέπει να
απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη
της παρούσας, η αποδοχή της κληρονομίας με το
ευεργέτημα της απογραφής αποκλείει μόνο την επίσπευση αναγκαστικής εκτελέσεως
επί της ατομικής περιουσίας του εξ απογραφής κληρονόμου και δεν μπορεί να
θεμελιώσει λόγο ανακοπής προς ακύρωση της πράξεως της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Εξάλλου, ενόψει του ότι ούτε από τη διάταξη του άρθρου 36 του ΚΕΔΕ ούτε από κάποια άλλη διάταξη προβλέπεται η αναγραφή
στην έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του είδους της κληρονομικής διαδοχής και
του ότι η ανακόπτουσα είναι μοναδική, κατά τα προεκτεθέντα,
κληρονόμος του πατρός της, ο προβληθείς με την ανακοπή λόγος περί ακυρότητας
της εν λόγω εκθέσεως λόγω μη αναγραφής του είδους της κληρονομικής διαδοχής και
του ποσοστού της κληρονομικής της μερίδας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Τέλος, ενόψει του ότι η περιουσία του κληρονομούμενου παρουσιάζει ενεργητικό,
νομίμως επισπεύδεται σε βάρος της ανακόπτουσας, κληρονόμου με απογραφή,
αναγκαστική εκτέλεση, ο δε ισχυρισμός αυτής περί του ότι υποχρεούται μέχρι το
ύψος του ενεργητικού της κληρονομιαίας περιουσίας
πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής.
Επειδή,
κατ΄ ακολουθία, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το μέρος με το οποίο ακυρώθηκε η
1517/18.4.2005 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης και δικάζοντας, περαιτέρω, την
ανακοπή πρέπει αυτή να απορριφθεί. Τέλος, κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει
να απαλλαγεί η εφεσίβλητη-ανακόπτουσα από τα δικαστικά έξοδα αμφότερων των
βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρο 275 παρ.1 ΚΔιοικΔ).
ΔΙΑ
ΤΑΥΤΑ
Δέχεται
την έφεση.
Εξαφανίζει
την 400/2006 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά κατά το
μέρος με το οποίο έγινε δεκτή η από 18.5.2005 ανακοπή της εφεσίβλητης κατά της
1517/18.4.2005 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του
Πρωτοδικείου Αθηνών ....
Δικάζοντας
επί της ανακοπής, κατά το ως άνω μέρος.
Απορρίπτει
την ανακοπή αυτή.
Απαλλάσσει
την εφεσίβλητη-ανακόπτουσα από τα δικαστικά έξοδα αμφότερων των βαθμών
δικαιοδοσίας.
Η
διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στον Πειραιά στις 8-12-2009 και η απόφαση
δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του κατά τη δημόσια συνεδρίαση στις 26-1-2010.
Η
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΑΘΗΝΑ ΜΥΛΩΝΑ ΝΙΚΟΥΛΑ
ΜΑΡΟΥΛΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΝΝΑ ΧΑΤΖΙΚΟΥ