ΤρΔΕφΘεσ 1256/2009
Αστική ευθύνη ΝΠΔΔ - Ατύχημα λόγω μη
συντήρησης επαρχιακού οδικού δικτύου -.
Μεταξύ άλλων, κρίθηκε: α. ότι η
νομαρχιακή αυτοδιοίκηση υποχρεούται για την καλή συντήρηση όχι μόνο του
οδοστρώματος αλλά και πλευρικών τμημάτων (ερεισμάτων) των επαρχιακών οδών, β.
ότι αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης μπορεί να θεμελιώσουν
και οι επιπτώσεις του ζημιογόνου γεγονότος στην ψυχική κατάσταση του
ζημιωθέντος εξαιτίας προσβολής περιουσιακών του στοιχείων, γ) ότι προκειμένου
να κληρονομηθεί, κατ εξαίρεση, η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής
βλάβης, απαιτείται να έχει προηγηθεί του θανάτου του ζημιωθέντος η εκ μέρους
αυτού κατάθεση αγωγής στη Γραμματεία του Διοικητικού Δικαστηρίου και η επίδοσή
της στον υπόχρεο.
Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης
(Τμήμα Α΄ - Ουσίας)
Αριθμός 1256/2009
«1. Επειδή, μετά την εκτέλεση όσων
διατάχθηκαν με την 563/2007 προδικαστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου,
νόμιμα επαναφέρεται σε νέα συζήτηση η κρινόμενη έφεση, με την οποία ζητείται, παραδεκτώς, η εξαφάνιση της 98/2004 οριστικής απόφασης του
Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείο Βέροιας (μεταβατική έδρα Νάουσας). Με την εν
λόγω απόφαση απορρίφθηκε η από 2-1-2001 αγωγή του αποβιώσαντος στις 28-9-2001 ..,
δικαιοπαρόχου των ήδη εκκαλούντων (συζύγου και πατέρα
αυτών αντιστοίχως, οι οποίοι συνέχισαν ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι την δίκη από
τον πρώτο της βαθμό). Με την αγωγή αυτή είχε ζητηθεί να υποχρεωθούν οι
εφεσίβλητοι να του καταβάλουν νομιμοτόκως εις ολόκληρον έκαστος συνολικά 7.500.000 δραχμές (ήτοι
22.010,27 ευρώ) προς αποκατάσταση των υλικών ζημιών
(7.000.000 δρχ. = 20.542,92 ευρώ) και της ηθικής βλάβης
(500.000 δρχ. = 1.467,35 ευρώ) που υπέστη από την,
κατά τους ισχυρισμούς του, παράνομη και υπαίτια συγκλίνουσα συμπεριφορά των
οργάνων και των δύο εφεσιβλήτων, η οποία είχε ως
αποτέλεσμα την καταστροφή του οχήματός του σε τροχαίο ατύχημα που συνέβη την
1-12-1995 στο 16,2ο χλμ της επαρχιακής οδού
Βέροιας-Σκύδρας.
2. Επειδή, ο Ν. 2539/1997
«Συγκρότηση της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης» (Α΄ 244) προβλέπει στο μεν
άρθρο 1 ότι «1.... 16. ΝΟΜΟΣ ΗΜΑΘΙΑΣ Α. Συνιστώνται οι κατωτέρω δήμοι..16.2.
Δήμος Ανθεμίων αποτελούμενος από τις κοινότητες: 1. Επισκοπής Νάουσας, 2. Κοπανού, 3. Λευκαδίων, 4. Μαρίνης, 5. Μονοσπίτων, 6.
Χαριέσσης, οι οποίες καταργούνται. Έδρα του δήμου ορίζεται ο οικισμός Κοπανός της τέως κοινότητας Κοπανού»,
στη δε παρ. 11 του άρθρου 2 ότι «Οι δήμοι και οι κοινότητες που προκύπτουν από
συνένωση άλλων δήμων και κοινοτήτων καθίστανται από την έναρξη της λειτουργίας
τους καθολικοί διάδοχοι των καταργούμενων δήμων και κοινοτήτων και
υπεισέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς καμία άλλη διατύπωση σε όλα τα δικαιώματα
και τις υποχρεώσεις των συνενωθέντων δήμων και κοινοτήτων
.».
3. Επειδή, ο Ν. 3155/1955 «Περί
κατασκευής και συντηρήσεως οδών» (Α΄ 63) ορίζει: στο άρθρο 1 ότι «Αι οδοί της
χώρας διακρίνονται εις α) Εθνικάς, β) Επαρχιακάς και γ) Δημοτικάς ή Κοινοτικάς», στο άρθρο 3 ότι «1. Επαρχιακαί
οδοί είναι άπασαι οι οδοί της χώρας, όσαι δεν είναι εθνικαί ουδέ δημοτικαί ή κοινοτικαί. 2. Αι επαρχιακαί οδοί καθορισθήσονται διά Β.Διατάγματος...», στο άρθρο
5 ότι «1. Αι εθνικαί οδοί κατασκευάζονται,
ανακαινίζονται και συντηρούνται υπό του Κράτους δια της Υπηρεσίας των Δημοσίων
Έργων...2. Αι επαρχιακαί οδοί κατασκευάζονται,
ανακαινίζονται και συντηρούνται υπό των Ταμείων Οδοποιίας των Νομών. 3. Αι Δημοτικαί και Κοινοτικαί Οδοί
κατασκευάζονται, ανακαινίζονται και συντηρούνται υπό των οικείων Δήμων και
Κοινοτήτων. 4...» και στο άρθρο 6 (παρ. 1, 2 και 6) ότι «1.Το εν εκάστω Νομώ υφιστάμενον
Ειδικόν Ταμείον Επαρχιακής
Οδοποιίας, μετονομάζεται εφ
εξής εις Ταμείον Οδοποιίας, φέρον το όνομα του Νομού
και. σκοπόν έχον την κατασκευήν, ανακαίνισιν,
συντήρησιν και εκμετάλλευσιν
των εν αυτώ κατά το άρθρον 3 Επαρχιακών Οδών. 2. Εις ούς Νομούς δεν υφίσταται Ειδικόν Ταμείον Επαρχιακής Οδοποιίας συνιστάται δυνάμει του
παρόντος Ταμείον Οδοποιίας έχον τον ως άνω σκοπόν. 6. Τα Τ.Ο. είναι Νομικά
Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου,...». Στη συνέχεια, όμως, με το άρθρο 7 του Ν.Δ/τος 3620/1956 (Α΄ 279) τα Ταμεία Οδοποιίας συγχωνεύθηκαν
με τα Νομαρχιακά Ταμεία που συστήθηκαν με το άρθρο 1 του ίδιου Ν.Δ/τος, τα οποία ακολούθως καταργήθηκαν με το άρθρο 36 του
Ν. 2218/1994 (Α΄ 90, ήδη άρθρο 103 του κωδικοποιητικού
Π.Δ/τος 30/1996, Α΄ 21), των αρμοδιοτήτων τους
(μεταξύ των οποίων της κατασκευής και συντήρησης των επαρχιακών οδών) περιελθουσών στις κατά τόπους Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις.
Από τις διατάξεις αυτές, καθώς και εκείνες των άρθρων 5 παρ. 1 του Συντάγματος
και 57 του Αστικού Κώδικα απορρέει δημοσίου δικαίου δικαίωμα για ακώλυτη χρήση
των επαρχιακών (όπως και των λοιπών) οδών και αντίστοιχη υποχρέωση των οικείων
Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων να διατηρούν σε καλή κατάσταση το επαρχιακό οδικό
δίκτυο που βρίσκεται στη χωρική τους αρμοδιότητα και να λαμβάνουν όλα τα
επιβαλλόμενα μέτρα, ώστε να διασφαλίζεται η ακίνδυνη κυκλοφορία των χρηστών.
4. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου
2 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (Ν. 2094/1992, Α΄ 182, ο οποίος ίσχυε κατά τον
κρίσιμο χρόνο του ατυχήματος), διαλαμβάνεται μεταξύ άλλων ότι «Για την εφαρμογή
του παρόντα Κώδικα νοούνται ως:...Έρεισμα: Η πέραν του οδοστρώματος ακραία
λωρίδα της οδού...Οδός: Ολόκληρη η επιφάνεια που προορίζεται για τη δημόσια
κυκλοφορία...Οδόστρωμα: Το τμήμα της οδού που προορίζεται για την κυκλοφορία
των οχημάτων
.». Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι στην
έννοια της οδού περιλαμβάνονται, πλην άλλων, το οδόστρωμα καθώς και τα
ερείσματα, δηλαδή τα ένθεν και ένθεν του οδοστρώματος πλευρικά τμήματα, τα
οποία είναι συνήθως χωμάτινα και προορίζονται για την κυκλοφορία των πεζών
(άρθρο 38 παρ. 1 του Κ.Ο.Κ.) ή των ποδηλάτων και των μη μηχανοκίνητων οχημάτων
(άρθρο 16 παρ. 3 του Κ.Ο.Κ.), για χρήση από τους οδηγούς ζώων (άρθρο 16 παρ. 2
του Κ.Ο.Κ.), όπως επίσης για χρήση από τα οχήματα στις περιπτώσεις που είτε δεν
υπάρχουν ειδικοί χώροι στάθμευσης («parking») σε μη
κατοικημένες περιοχές (άρθρο 34 παρ. 4 του Κ.Ο.Κ.) είτε υπάρχει απόλυτη προς
τούτο ανάγκη, π.χ. όταν οι οδηγοί προσπαθούν να αποφύγουν τον κίνδυνο εμπλοκής
σε τροχαίο ατύχημα με αντιθέτως ερχόμενο όχημα, (άρθρο 16 παρ. 5 του Κ.Ο.Κ.).
5. Επειδή, στο μεν άρθρο 105 ΕισΝΑΚ ορίζεται ότι «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις
των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει
ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη
έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος...»,
στο δε άρθρο 106 του ίδιου Νόμου ότι «Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων
εφαρμόζονται και για την ευθύνη των Δήμων, των Κοινοτήτων ή άλλων Νομικών
Προσώπων Δημοσίου Δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται
στην υπηρεσία τους». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ευθύνη προς
αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής
πράξης ή από τη μη νόμιμη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη
νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή των Ν.Π.Δ.Δ. ή από
παραλείψεις οφειλομένων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφόσον οι υλικές αυτές
ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων
υπηρεσιών ή των υπηρεσιών του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (ΣτΕ 1042/2007, 161/2009 κ.ά.). Η κατασκευή και συντήρηση
των οδών συνιστά εν ευρεία εννοία άσκηση δημόσιας
εξουσίας, εντασσόμενη, επομένως, στο ρυθμιστικό πεδίο των άρθρων 105-106 του ΕισΝΑΚ. Οι παρατεθείσες δε στην
τρίτη σκέψη διατάξεις δεν έχουν τεθεί αποκλειστικώς χάριν του γενικού
συμφέροντος, αλλ αποσκοπούν, παραλλήλως, και στην εξυπηρέτηση των πολιτών,
δηλαδή στην ομαλή και ασφαλή κυκλοφορία πεζών και οδηγών (ΣτΕ
740/2001).
6. Επειδή, στο άρθρο 932 του
Αστικού Κώδικα (Π.Δ. 456/84, Α΄ 164), το οποίο τυγχάνει ανάλογης εφαρμογής και
επί των διαφορών που αναφύονται από την κατά τα προπαρατεθέντα
άρθρα 105-106 του ΕισΝΑΚ αδικοπρακτική
ευθύνη του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. (ΣτΕ 740/2001,
2727/2003, 2559/2007 κ.ά.), ορίζεται ότι «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα
από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να
επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.
Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της
αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του...». Κατά την έννοια της διάταξης
αυτής αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης μπορεί να θεμελιώσουν
όχι μόνο οι επιπτώσεις του ζημιογόνου γεγονότος στα ενδεικτικώς αναφερόμενα μη
περιουσιακά αγαθά, όπως είναι η σωματική υγεία του παθόντος, αλλά και εκείνες
που επέρχονται στην ψυχική κατάσταση του ζημιωθέντος (στενοχώρια, ταλαιπωρία
κλπ) εξαιτίας προσβολής περιουσιακών του στοιχείων. Συνεπώς, χρηματική ικανοποίηση
μπορεί να επιδικασθεί και σε περίπτωση καταστροφής ή βλάβης πράγματος.
7. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 933
του Αστικού Κώδικα «Η αξίωση του προηγούμενου άρθρου δεν εκχωρείται ούτε
κληρονομείται, εκτός αν αναγνωρίστηκε με σύμβαση ή επιδόθηκε γι αυτήν αγωγή».
Εξάλλου, στην παρ. 2 του άρθρου 75 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ο οποίος
κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2717/1999 (Α΄ 97), ορίζεται ότι «Τα κατά το
ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της άσκησης της αγωγής, ως προς τον
εναγόμενο, επέρχονται μόνο από την επίδοσή της σε αυτόν, η οποία μπορεί να διενεργηθεί
και από τον ενάγοντα..». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι,
προκειμένου να κληρονομηθεί, κατ εξαίρεση, η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση
λόγω ηθικής βλάβης, απαιτείται να έχει προηγηθεί του θανάτου του ζημιωθέντος η
εκ μέρους αυτού κατάθεση αγωγής στη Γραμματεία του Διοικητικού Δικαστηρίου και
η επίδοσή της στον υπόχρεο-εναγόμενο.
8. Επειδή, στην προκειμένη
περίπτωση, από όλα τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας της κρινόμενης
υπόθεσης, μερικά εκ των οποίων μνημονεύονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς να
παραλείπεται η αξιολόγηση κανενός, προκύπτουν τα ακόλουθα: Την 1-12-1995 και
περί ώρα 13.50΄ ο δικαιοπάροχος των εκκαλούντων
οδηγούσε το υπ αριθμ. κυκλοφορίας
.. Δ.Χ.Φ.
αυτοκίνητο, μετά του ρυμουλκουμένου επικαθημένου, εργοστασίου κατασκευής DAF
2800 TURBO INTERCOOLER, του
οποίου ήταν κύριος και κάτοχος, κινούμενος επί της επαρχιακής οδού
Βέροιας-Σκύδρας, με κατεύθυνση προς Σκύδρα. Φθάνοντας στο 16,2ο χλμ της οδού αυτής που βρίσκεται αμέσως μετά τα όρια του
οικισμού της τέως Κοινότητας Κοπανού Ημαθίας (ήδη
Δήμου Ανθεμίων), αποφάσισε να σταθμεύσει στο δεξιό άκρο της οδού, όπου υπήρχε
χωμάτινο έρεισμα. Όμως, μόλις οι δεξιοί τροχοί του οχήματος «πάτησαν» στο έρεισμα,
αυτό υποχώρησε, εκτρέποντας ακόμη πιο δεξιά το αυτοκίνητο, το οποίο, παρ όλες
τις προσπάθειες του οδηγού για επαναφορά του, έκλινε προς τη δεξιά πλευρά και
ανατράπηκε, προσκρούοντας σε στύλο της Δ.Ε.Η. [βλ. το από 1-12-1995 δελτίο
συμβάντων του Τμήματος Τροχαίας Βέροιας, τη μαρτυρική κατάθεση του
,
συνεπιβάτη στο ως άνω αυτοκίνητο, που λήφθηκε νομότυπα στις 17-9-2003 ενώπιον
της συμβολαιογράφου Έδεσσας
. (βλ. την υπ αριθμ. 1620/2003 έκθεση αυτής)
σύμφωνα με την ειδική διαδικασία του άρθρου 185 του ΚΔΔικ,
την έκθεση ιδιωτικής «πραγματογνωμοσύνης» του
, που διενεργήθηκε την
1-12-1995, με τις επισυναπτόμενες σ αυτήν φωτογραφίες του τόπου του ατυχήματος
και του ανατραπέντος αυτοκινήτου και διάγραμμα της περιοχής του ατυχήματος]. Ο
Διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ημαθίας με το υπ
αριθμ. πρωτοκ. 4615/5-8-1999 έγγραφό του, απαντώντας
στην από 5-7-1999 αίτηση του
, ανέφερε ότι «Ύστερα από επιτόπια μετάβαση και
αυτοψία υπαλλήλου της Υπηρεσίας μας στο εν λόγω σημείο του συμβάντος, στις
5-8-99, δεν διεπιστώθη κακοτεχνία ή υποχώρηση του
οδοστρώματος, καθώς και μετά από έρευνα στα Αρχεία μας, σας γνωρίζουμε ότι η
Υπηρεσία μας στο χρονικό διάστημα και στο σημείο που αναφέρεσθε, δεν
εγκατέστησε εργολάβο και δεν εκτέλεσε κανένα έργο». Τα ίδια αποτυπώνονται και
στην από μηνός Φεβρουαρίου 2008 «τεχνική έκθεση» του Προϊσταμένου του Τμήματος
Συντηρήσεων της Δ/νσης Τεχνικών Υπηρεσιών της
εφεσίβλητης Ν.Α., που συντάχθηκε σε εκτέλεση της
563/2007 προδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, στην οποία βεβαιώνεται
ότι «Το οδόστρωμα βρίσκεται σε άριστη κατάσταση όπως και στο παρελθόν. Το
επίχωμα της οδού βρίσκεται σε άριστη κατάσταση όπως και στο παρελθόν»,
επαναλαμβάνεται δε αυτολεξεί το περιεχόμενο του προαναφερόμενου εγγράφου
(4615/1999) της ίδιας Υπηρεσίας. Ο δικαιοπάροχος των εκκαλούντων
άσκησε αγωγή ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας,
στρεφόμενος τόσο κατά του Δήμου Ανθεμίων (πρώτου των εφεσιβλήτων)
όσο και κατά της προαναφερόμενης Ν.Α. (δεύτερης των εφεσιβλήτων). Με την αγωγή αυτή, στην οποία γίνεται
αναλυτική περιγραφή και κοστολόγηση κάθε τμήματος και εξαρτήματος του
αυτοκινήτου, ζήτησε να υποχρεωθούν εις ολόκληρον
έκαστος των εναγομένων-εφεσιβλήτων να του καταβάλουν
συνολικά 7.500.000 δραχμές, δηλαδή 7.000.000 δρχ. για την αξία που είχε κατά το
χρόνο άσκησης της αγωγής το αυτοκίνητο
το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του,
καταστράφηκε τόσο από οικονομική όσο και από τεχνική άποψη
και 500.000 δρχ.
για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε
α) ότι η αγωγή κατά το μέρος της εκείνο που στρεφόταν κατά του Δήμου Ανθεμίων
ήταν παθητικώς ανομιμοποίητη, διότι, όπως βεβαιώνεται
στο υπ αριθμ. πρωτοκ. 3338/16-6-1999 έγγραφο του
Δήμου αυτού, η ευθύνη εκτέλεσης οποιουδήποτε έργου στην οδό Βέροιας-Σκύδρας
ανήκει στις Ν.Α. Ημαθίας και Πέλλας και β) ότι η
αγωγή ως προς το σκέλος μεν των υλικών ζημιών ήταν ουσιαστικώς αβάσιμη, διότι
αφενός κατά το χρόνο του ατυχήματος δεν υπήρχαν κακοτεχνίες στον τόπο του
συμβάντος, αφετέρου το ατύχημα δεν συνέβη επί του οδοστρώματος αλλά παραπλεύρως
αυτού, ως προς το σκέλος δε της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ήταν
νόμω αβάσιμη, διότι ο
δεν υπέστη οποιαδήποτε
σωματική βλάβη, ώστε να δικαιολογείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης κατά
το άρθρο 932 του ΑΚ, το οποίο προϋποθέτει την
προσβολή της ζωής, της υγείας, της τιμής και της σωματικής ακεραιότητας. Με
βάση τις παραδοχές αυτές απέρριψε την αγωγή με την εκκαλούμενη
απόφασή του.
9. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση
οι εκκαλούντες αμφισβητούν τη νομική και ουσιαστική
ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, προβάλλοντας ότι 1) το ατύχημα οφείλεται σε
παράνομες ενέργειες και παραλείψεις των οργάνων και των δύο εφεσιβλήτων
και, συνεπώς, θεμελιώνεται ευθύνη και του Δήμου Ανθεμίων, ο οποίος νομιμοποιείται
παθητικώς στην παρούσα διαφορά, 2) δεν τηρήθηκαν από τη Ν.Α.
Ημαθίας οι ενδεδειγμένοι κανόνες κατασκευής της επιχωμάτωσης της οδού, η οποία
συντηρήθηκε πλημμελώς, ενώ παραλείφθηκε η σήμανση του τόπου του ατυχήματος με
πινακίδες που να απαγορεύουν τη στάση στο σημείο εκείνο και να ενημερώνουν
σχετικά τους χρήστες της οδού και 3) το αίτημα για χρηματική ικανοποίηση λόγω
ηθικής βλάβης είναι νόμιμο, διότι το άρθρο 932 του Α.Κ.
καλύπτει την ηθική βλάβη που προκαλείται όχι μόνο από την προσβολή μη περιουσιακών
αγαθών, αλλά και από την καταστροφή ή φθορά πράγματος.
10. Επειδή, σύμφωνα με όσα
παρατέθηκαν στην τρίτη σκέψη της παρούσας, η ευθύνη για την κατασκευή και
συντήρηση των επαρχιακών οδών ανήκει στις οικείες Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η οδός Βέροιας-Κοπανού-Σκύδρας
έχει καταταχθεί στο πρωτεύον επαρχιακό οδικό δίκτυο του Νομού Ημαθίας [βλ.
αριθμ. 15.1.1. της ΔΜΕΟ/ε/Ο/266/1995 απόφασης του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ
(Β΄ 293)]. Συνεπώς, υπόχρεη για την καλή και ασφαλή κατάσταση της οδού αυτής
είναι η Ν.Α. Ημαθίας κατά το τμήμα, βέβαια, της οδού
που βρίσκεται μέσα στα όρια της εδαφικής της περιφέρειας, στο οποίο
περιλαμβάνεται και η περιοχή του Κοπανού όπου συνέβη
το ατύχημα. Εφόσον, λοιπόν, ο Δήμος Ανθεμίων, στον οποίο εντάχθηκε η τέως Κοινότητα
Κοπανού, δεν έχει αρμοδιότητα επί της παραπάνω
επαρχιακής οδού, δεν υπέχει υποχρέωση προς ικανοποίηση των ένδικων χρηματικών
αξιώσεων (άρθρο 72 του ΚΔΔικ) και, συνακόλουθα, δεν
νομιμοποιείται παθητικώς στην παρούσα διαφορά. Επομένως, το πρωτόδικο
Δικαστήριο, εσφαλμένα μεν στηρίχθηκε στην υπ αριθμ. 3338/1999 βεβαίωση του
Δήμου Ανθεμίων και όχι στις οικείες διατάξεις που καθορίζουν τον χαρακτήρα
ορισμένων οδών ως επαρχιακών καθώς και τα υπόχρεα για την κατασκευή και τη
συντήρησή τους πρόσωπα, όμως ορθά κατ αποτέλεσμα οδηγήθηκε στην απόρριψη της
αγωγής ως προς τον εν λόγω Δήμο για έλλειψη παθητικής νομιμοποίησης, όσα δε
αντίθετα προβάλλουν οι εκκαλούντες, είναι αβάσιμα.
Κατόπιν αυτών, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση κατά το μέρος που
στρέφεται κατά του ως άνω Δήμου και να καταλογισθούν εις βάρος των εκκαλούντων τετρακόσια ευρώ για
τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου Δήμου [άρθρο 275 παρ. 1, 4 (περίπτ. γ΄) και 6 (εδάφιο τελευταίο) του ΚΔΔικ].
11. Επειδή, περαιτέρω, το
Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προπαρατεθέντα
και, ειδικότερα, α) ότι η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ημαθίας είχε την ευθύνη για
την καλή κατάσταση όχι μόνον του οδοστρώματος αλλά και του ερείσματος της
επαρχιακής οδού Βέροιας-Σκύδρας, ώστε να διεξάγεται ομαλά και με ασφάλεια η κυκλοφορία
των χρηστών της οδού αυτής και β) ότι η εκτροπή και, τελικώς, η ανατροπή του
φορτηγού αυτοκινήτου του
οφειλόταν σε πλημμελή κατασκευή του ερείσματος της
οδού αυτής, το οποίο είχε γίνει με επιχωμάτωση χωρίς κατάλληλη ενίσχυση, με
αποτέλεσμα να υποχωρήσει αμέσως μόλις «πάτησαν» σ αυτό οι δεξιοί τροχοί του
αυτοκινήτου (βλ. τις ληφθείσες αυθημερόν φωτογραφίες του τόπου του ατυχήματος,
των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται, την προμνησθείσα
τεχνική έκθεση του
, καθώς και τη νομίμως δοθείσα ένορκη μαρτυρική κατάθεση
του
, ο οποίος, ως συνοδηγός του οχήματος, είχε άμεση και προσωπική αντίληψη
των συνθηκών του ατυχήματος), κρίνει ότι η παράλειψη της οφειλόμενης από τα
όργανα της εφεσίβλητης νόμιμης υλικής ενέργειας, δηλαδή η παράλειψη λήψης των κατάλληλων
μέτρων κατασκευής γερού και σταθερού ερείσματος, θεμελιώνει κατά τα άρθρα
105-106 του ΕισΝΑΚ αποκλειστική αποζημιωτική
ευθύνη της Ν.Α. Ημαθίας, η οποία άλλωστε δεν
προβάλλει, κατ άρθρο 300 του Α.Κ., ένσταση
συνυπαιτιότητας του δικαιοπαρόχου των εκκαλούντων
στην επέλευση του ατυχήματος. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα
κατέληξε σε διαφορετικό συμπέρασμα ως προς το ζήτημα αυτό και, για το λόγο
αυτό, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση κατά το μέρος που ασκείται κατά
της ως άνω Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη
απόφαση κατά το αντίστοιχο κεφάλαιό της και να εκδικασθεί η υπ αριθμ πράξ. καταθ.
5/2-1-2001 αγωγή, η οποία επιδόθηκε στην εφεσίβλητη στις 22-1-2001 (βλ. την υπ
αριθμ. 14.662/2001 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου
Βέροιας
) από τον δικαιοπάροχο των εκκαλούντων, ο οποίος απεβίωσε στις 28-9-2001.
12. Επειδή, το Δικαστήριο,
δικάζοντας την ως άνω αγωγή και λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα εκτέθηκαν στην αμέσως
προηγούμενη σκέψη αναφορικά με το σκέλος των συνθηκών επέλευσης του ατυχήματος,
κρίνει ότι η Ν.Α. Ημαθίας βαρύνεται με το σύνολο της
ζημίας που προκλήθηκε στον
. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα προμνησθέντα αποδεικτικά στοιχεία (μαρτυρία, τεχνική
έκθεση, φωτογραφίες), εξαιτίας του ατυχήματος το όλο συγκρότημα (ρυμουλκό και
ρυμουλκούμενο) υπέστη σοβαρές υλικές ζημίες και, κυρίως, παραμόρφωση της
φέρουσας κατασκευής του. Οι παραμορφώσεις αυτές, παρά την οποιαδήποτε επιμελή
και «εν ψυχρώ» επισκευή τους, δεν είναι δυνατόν να επαναφέρουν απόλυτα στην
προηγούμενη κατάσταση τη φέρουσα κατασκευή, η οποία θα παρουσιάζει αποκλίσεις
στη γεωμετρία της, με σοβαρές συνέπειες στην περαιτέρω χρήση, διάρκεια και,
κυρίως, ασφαλή και ακίνδυνη κυκλοφορία του οχήματος (εμφάνιση τάσεων
στροφής-εκτροπής του, δεξιά ή αριστερά, από την ευθεία πορεία). Συνεπώς,
ανεξάρτητα από το εάν η αποκατάσταση των βλαβών είναι ή όχι οικονομικά
ασύμφορη, το όχημα πρέπει να θεωρηθεί ότι καταστράφηκε ολοσχερώς από τεχνική
άποψη. Περαιτέρω, το Δικαστήριο εκτιμώντας την παλαιότητα του αυτοκινήτου (έτος
πρώτης κυκλοφορίας 1984) και τη φυσιολογική φθορά από τη συνεχή επαγγελματική
του χρήση μέχρι την ημέρα του ατυχήματος, κρίνει ότι η εμπορική αξία που είχε
πριν από την επέλευση του συμβάντος, ανερχόταν συνολικά σε 5.000.000 δραχμές
(ήτοι, κατά στρογγυλοποίηση, 14.674 ευρώ). Τέλος, κατ
εκτίμηση των προαναφερόμενων πραγματικών περιστατικών και με βάση τους κανόνες
της κοινής πείρας και λογικής (ΣτΕ 2559/2007 κ.ά.), ο
δικαιοπάροχος των εκκαλούντων υπέστη ηθική βλάβη
εξαιτίας της ψυχικής πίεσης και της στενοχώριας που ένοιωσε για την καταστροφή
του αυτοκινήτου, για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει να επιδικασθεί
χρηματική ικανοποίηση, το ύψος της οποίας, ενόψει των συνθηκών που έλαβε χώρα
το ατύχημα, του βαθμού του πταίσματος των οργάνων της εναγόμενης Ν.Α., του είδους και της βαρύτητας της κατά τα ανωτέρω προκληθείσας υλικής βλάβης και της κοινωνικής και
οικονομικής κατάστασης των διάδικων μερών, πρέπει να προσδιορισθεί σε 1.000 ευρώ, ποσό που κρίνεται εύλογο και η επί του οποίου αξίωση
κληρονομείται από τους εκκαλούντες λόγω της συνδρομής
των προϋποθέσεων που τάσσουν οι προπαρατεθείσες
διατάξεις των άρθρων 933 του Α.Κ. και 75 (παρ. 2) του
ΚΔΔικ (επίδοση της αγωγής πριν από το θάνατο του
δικαιοπαρόχου αυτών στην εναγόμενη-εφεσίβλητη Ν.Α.)»