ΣτΕ 3536/2009

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Αρχή επαγγελματικής ελευθερίας - Αρχή αναλογικότητας - Περιορισμός στον αριθμό αδειών κυκλοφορίας Ι.Δ. βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων - Αντισυνταγματικότητα ρύθμισης -. 

 

Αντίκειται στο άρθρο 5 του Συντάγματος διάταξη, με την οποία καθορίζεται μέγιστος αριθμός αδειών κυκλοφορίας φορτηγών ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων που δύνανται να χορηγηθούν στις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Αριθμός 3536/2009

   ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

   ΤΜΗΜΑ Δ'

 

   Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Ιουνίου 2008 με την εξής σύνθεση: Μ. Βροντάκης, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ' Τμήματος, Ειρ. Σαρπ, Γ. Παπαγεωργίου, Δ. Γρατσίας, Ηρ. Τσακόπουλος, Σύμβουλοι, Ο. Ζύγουρα, Χρ. Μπολόφη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Δ. Μουζάκη, Γραμματέας του Δ' Τμήματος.

   Α. Για να δικάσει την από 7 Ιανουαρίου 2008 αίτηση:

   Του σωματείου με την επωνυμία «Ένωση Ελληνικών Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών» (ΕΝ.Ε.Ε.Ε.Π.), που εδρεύει στον Πειραιά (οδός Φίλωνος αρ. 131), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Γεώργιο Ξανθούλη (Α.Μ. 11019), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,

   κατά των Υπουργών : 1) Μεταφορών και Επικοινωνιών και 2) Ανάπτυξης, οι οποίοι παρέστησαν με την Αφροδίτη Κουτούκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

   και κατά της παρεμβαίνουσας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Δ.Χ., που εδρεύει στον Σκαραμαγκά Αττικής (οδός Η. αρ. ** και Φ. αρ. *), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Νικ. Μοσχοβάκο (Α.Μ. 5040), που τον διόρισε στο ακροατήριο ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γεώργιος Τσάμος.

   Με την αίτηση αυτή το αιτούν σωματείο επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθ. 56995/4820/19.10.2007 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών & Επικοινωνιών (ΦΕΚ 2168, τ. Β').

   Β. Για να δικάσει την από 4 Ιανουαρίου 2008 αίτηση:

   της εταιρείας με την επωνυμία "ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ ΜΕΝΤΙΤΕΡΑΝΕΑΝ ΟΪΛ Α.Ε." (MEDOIL), που εδρεύει στην Αθήνα (Λ. Κ. αρ. **), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Κων. Μπελογιάννη (Α.Μ. 326 Δ.Σ. Καλαμάτας), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,

   κατά των Υπουργών : 1) Μεταφορών και Επικοινωνιών και 2) Ανάπτυξης, οι οποίοι παρέστησαν με την Αφροδίτη Κουτούκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

   και κατά της παρεμβαίνουσας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Δ.Χ., που εδρεύει στον Σκαραμαγκά Αττικής (οδός Ηφαίστου αρ. 12 και Φωτοπούλου αρ. 6), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Νικ. Μοσχοβάκο (Α.Μ. 5040), που τον διόρισε στο ακροατήριο ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γεώργιος Τσάμος.

   Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθ. Α8/56995/4820/19.10.2007 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών & Επικοινωνιών, καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

   Γ. Για να δικάσει την από 4 Ιανουαρίου 2008 αίτηση :

   της εταιρείας με την επωνυμία "KMOIL ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ", που εδρεύει στην Αθήνα (Λ. Κ. αρ. **), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Κων. Μπελογιάννη (Α.Μ. 326 Δ.Σ. Καλαμάτας), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,

   κατά των Υπουργών : 1) Μεταφορών και Επικοινωνιών και 2) Ανάπτυξης, οι οποίοι παρέστησαν με την Αφροδίτη Κουτούκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

   και κατά της παρεμβαίνουσας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Δ.Χ., που εδρεύει στον Σκαραμαγκά Αττικής (οδός Η. αρ. ** και Φ. αρ. *), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Νικ. Μοσχοβάκο (Α.Μ. 5040), που τον διόρισε στο ακροατήριο ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γεώργιος Τσάμος.

   Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθ. Α8/56995/4820/19.10.2007 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών & Επικοινωνιών, καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

   Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Ειρ. Σαρπ.

   Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξουσίους των αιτούντων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνουν δεκτές οι αιτήσεις, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας Ομοσπονδίας και την αντιπρόσωπο των Υπουργών, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή τους.

   Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

   1. Επειδή, για την πρώτη από τις κρινόμενες αιτήσεις (Ε 135/2008) έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ' αριθ. 1172001, 1856308/2008 ειδικά γραμμάτια παραβόλου). Με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 20.5.2008 δικόγραφο προσθέτων λόγων, το σωματείο με την επωνυμία «Ένωση Ελληνικών Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών» ζητεί την ακύρωση της υπ' αριθ. Α8/56995/4820/19.10.2007 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών & Επικοινωνιών με τον τίτλο «Χορήγηση αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης ιδιοκτησίας εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών κατηγορίας Α» (ΦΕΚ Β' 2168/9.11.2007, καθώς και ΦΕΚ Β' 2291/30.11.2007, στο οποίο καταχωρήθηκαν διορθώσεις σφαλμάτων της ανωτέρω αποφάσεως, μεταξύ των οποίων και του αριθμού της). Ειδικότερα, το ανωτέρω σωματείο ζητεί την ακύρωση της προαναφερθείσης κοινής υπουργικής αποφάσεως κατά το μέρος που με αυτήν α) αφενός μεν καθορίζεται μέγιστος αριθμός αδειών κυκλοφορίας φορτηγών ιδιωτικής χρήσεως (Φ.Ι.Χ.) αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων, που δύνανται να χορηγηθούν στις εταιρείες, οι οποίες διαθέτουν άδεια εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων κατηγορίας Α του άρθρου 6 του ν. 3054/2006, και αφετέρου εξαιρούνται από την ρύθμιση αυτή οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, οι οποίες είναι μόνιμα εγκατεστημένες σε νησιά και διενεργούν μεταφορές αποκλειστικά και μόνον σε αυτά (Κεφ. Γ' παρ. 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως), και β) προβλέπεται ότι τα Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητα βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων, μικτού βάρους πάνω από 4.000 χιλιόγραμμα, οδηγούνται από οδηγούς, που έχουν προσληφθεί με σχέση εξαρτημένης εργασίας (Κεφ. Α' παρ. 1 περ. δ της προσβαλλομένης αποφάσεως, όπως η αρίθμηση της περιπτώσεως αυτής διορθώθηκε στο ΦΕΚ Β' 2291).

   2. Επειδή, με την δεύτερη από τις κρινόμενες αιτήσεις (Ε 119/2008), για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ' αριθ. 869417, 1976605/2008 ειδικά γραμμάτια παραβόλου), η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ ΜΕΝΤΙΤΕΡΑΝΕΑΝ ΟΪΛ Α.Ε. (MEDOIL)» ζητεί την ακύρωση της αυτής ως άνω κοινής υπουργικής αποφάσεως, κατά το μέρος που με αυτήν ορίζεται μέγιστος αριθμός αδειών κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων που δύνανται να χορηγηθούν στις εταιρείες, οι οποίες διαθέτουν άδεια εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων κατηγορίας Α του άρθρου 6 του ν. 3054/2006 (Κεφ. Γ' παρ. 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

   3. Επειδή, με την τρίτη από τις κρινόμενες αιτήσεις (Ε 120/2008), για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ' αριθ. 1454572, 1770563/2008 ειδικά γραμμάτια παραβόλου), η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «KMOIL ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ» ζητεί την ακύρωση της προαναφερθείσης κοινής υπουργικής αποφάσεως κατά το ίδιο ως άνω μέρος.

   4. Επειδή, οι κρινόμενες αιτήσεις, οι οποίες εισάγονται στην επταμελή σύνθεση του Δ' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας λόγω σπουδαιότητος, κατόπιν των από 15.5.2008 πράξεων του Προέδρου του εν λόγω Τμήματος, είναι συνεκδικαστέες λόγω συναφείας.

   5. Επειδή, το π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α' 8) ορίζει στο άρθρο 49 παρ. 2 ότι «Η παρέμβαση ασκείται επί ποινή απαραδέκτου με δικόγραφο που κατατίθεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 19 παρ. 1 του παρόντος και κοινοποιείται με επιμέλεια του παρεμβαίνοντος έξι τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση με επίδοση κυρωμένου αντιγράφου προς τους διαδίκους» και στο άρθρο 19 παρ. 1, στο οποίο παραπέμπει η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 49 παρ. 2, ότι «Η κατάθεση του δικογράφου γίνεται με την παράδοση του πρωτοτύπου στη Γραμματεία …». Κατά την συζήτηση στο ακροατήριο των κρινομένων αιτήσεων εμφανίσθηκε ο δικηγόρος Νικ. Μοσχοβάκος, ο οποίος δήλωσε ότι είναι πληρεξούσιος δικηγόρος της επαγγελματικής ενώσεως με την επωνυμία «Πανελλαδική Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Αυτοκινήτων Δημοσίας Χρήσεως Μεταφοράς Υγρών Καυσίμων και Θερμής Ασφάλτου» και ότι η Ομοσπονδία αυτή παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης αποφάσεως και στις τρεις αιτήσεις. Στο ακροατήριο παρέστη και ο Πρόεδρος της εν λόγω Ομοσπονδίας Γ. Τ., ο οποίος νομιμοποίησε τον ανωτέρω δικηγόρο. Οι παρεμβάσεις, όμως, αυτές είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες, εφόσον δεν ασκήθηκαν με την κατάθεση δικογράφου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρατεθείσα ανωτέρω παράγραφο 2 του άρθρου 49 του π.δ/τος 18/1989, αλλά με προφορική δήλωση στο ακροατήριο.

   6. Επειδή, με έννομο συμφέρον ασκεί την πρώτη αίτηση ακυρώσεως το σωματείο με την επωνυμία «Ένωση Ελληνικών Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών», εφόσον, κατά το καταστατικό του, έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, την «προάσπιση των κοινών συμφερόντων των ελληνικών εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι εταιρίες που δραστηριοποιούνται στις παραμεθόριες περιοχές της Ελλάδας» και την «από κοινού αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούνται γενικά από τη διακίνηση πετρελαιοειδών» (άρθρο 4 παρ. 1 και 3), έχει δε ως τακτικά μέλη «επιχειρήσεις άσκησης εμπορίας και διακίνησης πετρελαιοειδών στην Ελλάδα, οι οποίες λειτουργούν με τη μορφή νομικού προσώπου και μάλιστα ανώνυμης εταιρίας ή άλλης αντίστοιχης μορφής κατά το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (άρθρο 5 παρ. 1). Περαιτέρω, με έννομο συμφέρον ασκούν τις άλλες δύο αιτήσεις ακυρώσεως εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών με άδεια τύπου Α'.

   7. Επειδή, οι κρινόμενες αιτήσεις ασκούνται εμπροθέσμως, η πρώτη την 60ή ημέρα (8.1.2008) από την δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (9.11.2007) και οι δύο άλλες την 59η ημέρα από την εν λόγω δημοσίευση (7.1.2008).

   8. Επειδή, με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η προσωπική και οικονομική ελευθερία ως ατομικό δικαίωμα. Ειδικότερη εκδήλωση αυτής της ελευθερίας αποτελεί η επαγγελματική ελευθερία, δηλαδή η ελευθερία επιλογής και ασκήσεως ορισμένου επαγγέλματος, ως αναγκαίου στοιχείου της προσωπικότητος του ατόμου. Στην ελευθερία αυτή μπορεί ο νόμος να επιβάλει περιορισμούς για λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση πρέπει να τελούν σε συνάφεια προς το αντικείμενο και τον χαρακτήρα της ρυθμιζόμενης επαγγελματικής δραστηριότητος (βλ. Σ.τ.Ε. Ολομ. 2614/1989, 3665/2005). Η νομοθετική ρύθμιση που περιορίζει την ελευθερία αυτή δεν μπορεί να έχει, πάντως, ως μοναδικό σκοπό την επί βλάβη μιας κατηγορίας ενδιαφερομένων προστασία του στενού επαγγελματικού και μάλιστα οικονομικού συμφέροντος άλλων (βλ. Σ.τ.Ε. 474, 475/1989 Ολομ.). Εξάλλου, σύμφωνα με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητος (βλ. ήδη άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ' Αναθεωρητικής Βουλής, ΦΕΚ Α' 84), οι επιβαλλόμενοι από το νόμο περιορισμοί πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογοι σε σχέση προς αυτόν (βλ. Σ.τ.Ε. Ολομ. 1991/2005, 3665/2005). Προκειμένου δε ο δικαστής να είναι σε θέση να ελέγξει αν οι επιβαλλόμενοι περιορισμοί εν πρώτοις αποβλέπουν στην ικανοποίηση συνταγματικώς θεμιτού σκοπού, περαιτέρω δε αν είναι προς τούτο πρόσφοροι και αναγκαίοι, πρέπει να προκύπτει ή να συνάγεται από την ίδια την ρύθμιση, ερμηνευόμενη σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, ή από τις προπαρασκευαστικές εργασίες για την ψήφιση του σχετικού νόμου ή από στοιχείο, στο οποίο οι εργασίες αυτές αναφέρονται, ο σκοπός που επιδιώκεται με τους περιορισμούς αυτούς.

  9. Επειδή, με το άρθρο 15 του ν. 1571/1985 (ΦΕΚ Α' 192) ορίσθηκε ότι για την άσκηση εμπορίας πετρελαιοειδών εκδίδεται ειδική άδεια εμπορίας (παρ. 1) και ότι «Για τη χορήγηση άδειας εμπορίας πετρελαιοειδών απαιτούνται … δ) ιδιόκτητα βυτιοφόρα οχήματα για μέρος των πωλήσεων των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών. Η σχέση όγκου πωλήσεων με τον αριθμό και τη δυναμικότητα των ιδιοκτήτων αυτών βυτιοφόρων και κάθε άλλο σχετικό θέμα ρυθμίζεται με απόφαση των Υπουργών Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών» (παρ. 3). Κατ' επίκληση της τελευταίας αυτής εξουσιοδοτήσεως εκδόθηκε η υπ' αριθ. Α2/27930/1378/19.8.1987 κοινή απόφαση των Υπουργών Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β' 460), με την οποία ορίσθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής : «1. … α) … Οι εταιρείες εμπορίας … πετρελαιοειδών πρέπει να διαθέτουν … βυτιοφόρα : Κατ' ελάχιστον αριθμό δύο (2) και μέγιστο μέχρι του αριθμού που καλύπτει το 33% του όγκου πωλήσεων … υγρών καυσίμων … Ο μέγιστος αριθμός βυτιοφόρων προσδιορίζεται, κάθε χρόνο, με βάση το συνολικό … όγκο πωλήσεων βενζίνης, πετρελαίου, μαζούτ και καυσίμου αεροσκαφών του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, …». Με την υπ' αριθ. 2612/1989 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι κατά την έννοια της παρατεθείσης ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 15 παρ. 3 περ. δ' του ν. 1571/1985, ερμηνευομένης συμφώνως και προς την αρχή της οικονομικής ελευθερίας, με αυτήν θεσπίζεται ελάχιστος μόνον όχι δε και μέγιστος αριθμός δυναμένων να αποκτώνται από τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών βυτιοφόρων αυτοκινήτων. Ενόψει τούτου κρίθηκε με την προαναφερθείσα απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου ότι η ρύθμιση της εκδοθείσης κατ' επίκληση της διατάξεως αυτής υπ' αριθ. Α2/27930/1378/19.8.1987 κοινής υπουργικής αποφάσεως, με την οποία προβλέπεται και μέγιστος αριθμός δυναμένων να αποκτώνται από τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών βυτιοφόρων αυτοκινήτων, είναι εκτός εξουσιοδοτήσεως και ως εκ τούτου ακυρωτέα. Με την παρ. 3 του άρθρου πέμπτου του ν. 1769/1988 (ΦΕΚ Α' 66) αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε η παράγραφος 3 του άρθρου 15 του προαναφερθέντος ν. 1571/1985 και παρεσχέθη εξουσιοδότηση για την ρύθμιση με κοινή υπουργική απόφαση και του μεγίστου αριθμού των δυναμένων να αποκτώνται από τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών βυτιοφόρων, ορίσθηκε δε ειδικότερα ότι «Για τη χορήγηση των αδειών εμπορίας πετρελαιοειδών απαιτούνται : … δ. Ιδιόκτητα Ι.Χ. βυτιοφόρα οχήματα για μέρος των πωλήσεων των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών. Η σχέση του όγκου πωλήσεων με τον αριθμό και τη δυναμικότητα των ιδιόκτητων αυτών βυτιοφόρων των παραπάνω εταιρειών, ο καθορισμός ελάχιστου και μέγιστου επιτρεπόμενου αριθμού αυτών των βυτιοφόρων, κατά εταιρεία εμπορίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα ρυθμίζεται με απόφαση των Υπουργών Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών». Κατ' επίκληση της εξουσιοδοτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθ. Α2/23070/1009/16.6.1988 κοινή απόφαση των Υπουργών Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β' 432), με την οποία, μεταξύ άλλων, καθορίσθηκε μέγιστος αριθμός δυναμένων να αποκτώνται από τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως. Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή ορίσθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής : «1. Καθορίζουμε τη σχέση όγκου πωλήσεων με τον αριθμό και τη δυνατότητα των βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσεως, μεταφοράς πετρελαιοειδών, των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών, ως εξής : α) Βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων (βενζίνης, πετρελαίου, μαζούτ και καυσίμου αεροσκαφών) μικτού βάρους άνω των 4 τόνων. Οι εταιρείες εμπορίας των παραπάνω κατηγοριών πετρελαιοειδών πρέπει να διαθέτουν τέτοια βυτιοφόρα : Κατ' ελάχιστο αριθμό δύο (2) και μέγιστο μέχρι του αριθμού που καλύπτει το 33% του όγκου πωλήσεων των παραπάνω κατηγοριών υγρών καυσίμων, αφαιρουμένου του όγκου πωλήσεων που παραδίνεται απ' ευθείας στους πελάτες με δεξαμενόπλοιο. Ο μέγιστος αριθμός βυτιοφόρων προσδιορίζεται, κάθε χρόνο, με βάση το συνολικό (σε κυβικά μέτρα) όγκο πωλήσεων βενζίνης, πετρελαίου, μαζούτ και καυσίμου αεροσκαφών του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, αφαιρουμένου του όγκου πωλήσεων που παραδίνεται απ' ευθείας στους πελάτες με δεξαμενόπλοιο, πολλαπλασιαζόμενο επί 0,33 και διαιρούμενο δια 6,000. Αν ο αριθμός που θα προκύψει από τη διαίρεση δεν είναι ακέραιος, στρογγυλοποιείται προς τα επάνω. …». Με την υπ' αριθ. 2614/1989 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου έγινε δεκτό ότι δεν προκύπτουν λόγοι δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος που να δικαιολογούν την θέσπιση μέγιστου αριθμού δυναμένων να αποκτώνται από τις εταιρείες πετρελαιοειδών βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσεως και ότι τέτοιος λόγος δημοσίου συμφέροντος δεν μπορεί να θεωρηθεί ο αναφερόμενος σε έγγραφο του Υπουργείου Μεταφορών προς το Δικαστήριο περί μη αφαιρέσεως του μεταφορικού έργου των βυτιοφόρων δημοσίας χρήσεως, διότι μόνη η εξυπηρέτηση του επαγγελματικού συμφέροντος ορισμένης τάξεως, όπως οι ιδιοκτήτες βυτιοφόρων δημοσίας χρήσεως, δεν είναι δυνατόν να τεθεί υπεράνω του γενικού συμφέροντος, συνισταμένου εν προκειμένω (όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του προαναφερθέντος ν. 1571/1985) στην επάρκεια εφοδιασμού και διακινήσεως πετρελαιοειδών χάριν της δημοσίας οικονομίας και της εθνικής αμύνης, στην εξασφάλιση προς τούτο βιωσίμων μονάδων εμπορίας πετρελαιοειδών και ελευθερίας και ίσων όρων ανταγωνισμού των εταιρειών τούτων και μάλιστα και έναντι του Δημοσίου. Ενόψει τούτων με την ανωτέρω απόφαση του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι η θέσπιση με την προαναφερθείσα υπ' αριθ. Α2/23070/1009/16.6.1988 κοινή υπουργική απόφαση περιορισμών στον αριθμό βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως, οι οποίοι δεν υπήρχαν υπό το προϊσχύον καθεστώς (άρθρο 2 παρ. 5 του ν.δ. 49/1968, Α' 294, όπως είχε κωδικοποιηθεί με το άρθρο μόνο του β.δ/τος 281/1973, Α' 84), στηρίζεται σε εξουσιοδοτική διάταξη μη σύμφωνη προς το Σύνταγμα (άρθρα 5 παρ. 1 και 3 και 106 παρ. 1 και 2) και, για το λόγο αυτό, ακυρώθηκε η ανωτέρω υπουργική απόφαση, κατά το μέρος που προέβλεπε μέγιστο αριθμό βυτιοφόρων αυτοκινήτων, που πρέπει να διαθέτουν οι εταιρείες πετρελαιοειδών για να λάβουν την σχετική άδεια εμπορίας. Κατόπιν τούτου εκδόθηκε, κατ' επίκληση της προαναφερθείσης εξουσιοδοτικής διατάξεως της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 1571/1985, η υπ' αριθ. Α2/32496/5778/4.9.1991 κοινή απόφαση των Υπουργών Βιομηχανίας, Ενέργειας, Τεχνολογίας και Εμπορίου και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β' 785). Με την παρ. 2 του Κεφαλαίου Γ' της εν λόγω υπουργικής αποφάσεως ορίσθηκε ότι «Στις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών χορηγούνται άδειες κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων (βενζίνης, πετρελαίου, μαζούτ και καυσίμων αεροσκαφών) κατά ελάχιστο αριθμό δύο (2) και μέγιστο μέχρι του αριθμού που καλύπτει το 100% του όγκου πωλήσεων των παραπάνω κατηγοριών υγρών καυσίμων, αφαιρουμένου του όγκου πωλήσεων που παραδίνεται απευθείας στους πελάτες με δεξαμενόπλοιο. …». Στην συνέχεια, όμως, με την υπ' αριθ. Α2/12530/2274/21.4.1994 κοινή πράξη των Υπουργών Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών, η οποία δεν ευρίσκει έρεισμα σε καμία διάταξη νόμου, διετάχθη η αναστολή χορηγήσεως νέων αδειών ιδιωτικής χρήσεως βυτιοφόρων αυτοκινήτων μεταφοράς υγρών καυσίμων, «ώστε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για την επανεξέταση της διαδικασίας χορήγησης των αδειών αυτών, την επισήμανση των αδυναμιών, ελλείψεων και δυσλειτουργιών του συστήματος ελέγχου των μεταφορών υγρών καυσίμων και τη λήψη αποφάσεων για τα μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος στο σύνολό του», αφού ελήφθησαν υπόψη «διαμαρτυρίες των ιδιοκτητών βυτιοφόρων υγρών καυσίμων ΔΧ για μείωση του μεταφορικού τους έργου και καταγγελίες τους ότι αυτή οφείλεται στην αθρόα κυκλοφορία βυτιοφόρων υγρών καυσίμων ΙΧ από τις εταιρείες εμπορίου πετρελαιοειδών, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματικότητα του ισχύοντος συστήματος ελέγχου των μεταφορών καυσίμων ώστε να διασφαλίζεται η νομιμότητά τους». Με το υπ' αριθ. Α2/33891/5306/4.12.1996 έγγραφο του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών διευκρινίσθηκε ότι η αναστολή χορηγήσεως νέων αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων δεν ισχύει προκειμένου περί των δύο πρώτων αδειών κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων σε εταιρείες, οι οποίες ζητούν την χορήγηση το πρώτον άδειας εμπορίας πετρελαιοειδών ή ανανέωση υφιστάμενης άδειας εμπορίας πετρελαιοειδών, όταν πρόκειται για μεταφορές καυσίμων που διενεργούνται αποκλειστικά και μόνο στα νησιά (εξαιρουμένων των νησιών Εύβοιας, Κέρκυρας, Κρήτης και Ρόδου), από εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών που έχουν την έδρα τους στα νησιά και κατέχουν άδειες εμπορίας κατηγορίας ΣΤ' ή Ε' ή Β' ή Α' ή και όλες μαζί ή συνδυασμό αυτών, καθώς και όταν πρόκειται για μεταφορές καυσίμων για τον εφοδιασμό αεροσκαφών και εφόσον οι μεταφορές αυτές διενεργούνται εντός του κλειστού χώρου των αεροδρομίων. Στην συνέχεια, με την υπ' αριθ. πρωτ. Α8/11642/988/14.3.2002 πράξη του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών επετράπη απλώς η αντικατάσταση ήδη ταξινομημένων και κυκλοφορούντων επ' ονόματι εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών φορτηγών Ι.Χ. αυτοκινήτων βυτιοφόρων υγρών καυσίμων, ενόψει του ότι είχαν υποβληθεί σχετικά αιτήματα εκ μέρους εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών. Ειδικότερα με την απόφαση αυτή ορίσθηκε ότι «επειδή οι προβαλλόμενοι για την αντικατάσταση λόγοι είναι απόλυτα σοβαροί» επιτρέπεται η αντικατάσταση υπό τον όρο ότι «Για κάθε έκδοση νέας άδειας Φορτηγού Ι.Χ. Βυτιοφόρου Υγρών Καυσίμων θα κατατίθενται πρώτα στην Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών η άδεια κυκλοφορίας και οι πινακίδες ενός κυκλοφορούντος αυτοκινήτου ίδιας κατηγορίας, το οποίο αποσύρεται. Το συνολικό μικτό βάρος των Φορτηγών Ι.Χ. Βυτιοφόρων Υγρών Καυσίμων αυτοκινήτων της ίδιας εταιρείας πετρελαιοειδών παραμένει το αυτό ως έχει, κατά την ημέρα υποβολής αίτησης για χορήγηση νέας άδειας σε απόσυρση άλλου». Με το υπ' αριθ. πρωτ. Α2/56933/4297/11.10.2004 έγγραφο του Γενικού Διευθυντή Μεταφορών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών διετάχθησαν οι Διευθύνσεις Μεταφορών και Επικοινωνιών όλων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων να ανακαλέσουν νέες άδειες κυκλοφορίας φορτηγών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσεως, που τυχόν είχαν χορηγηθεί κατά παράβαση των προαναφερθεισών υπ' αριθ. πρωτ. Α2/12530/2274/21.4.1994 και Α8/11642/988/14.3.2002 πράξεων, «κατόπιν καταγγελίας του Σωματείου Επαγγελματιών Αυτοκινητιστών Ιδιοκτητών Αυτοκινήτων Μεταφοράς Υγρών Καυσίμων Μακεδονίας - Θράκης «Ο Φίλιππος» ότι Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών των Ν.Α. χορηγούν νέες άδεις κυκλοφορίας βυτιοφόρων υγρών καυσίμων σε εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών». Και αυτή, όμως, η αντικατάσταση ήδη κυκλοφορούντων φορτηγών Ι.Χ. βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών ανεστάλη με την υπ' αριθ. πρωτ. Α8/19348/1487/29.3.2006 πράξη του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που εκδόθηκε ενώ ήδη είχε δημοσιευθεί ο κατωτέρω αναφερόμενος ν. 3054/2002 (ΦΕΚ Α' 230/2.10.2002), μέχρι να υποβάλει πόρισμα η ομάδα εργασίας, που συνεστήθη με την πράξη αυτή με σκοπό τον ακριβή προσδιορισμό και την οριοθέτηση του έργου διακίνησης πετρελαιοειδών. Εξάλλου, με την υπ' αριθ. Α8/35620/2928/2.9.2005 κοινή απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών και του Υφυπουργού Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β' 1342), η οποία έχει τον τίτλο «Απογραφή βυτιοφόρων φορτηγών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης (ΒΦΑ - ΙΧ) μικτού βάρους άνω των 4.000 χιλιογράμμων ιδιοκτησίας εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών» και εκδόθηκε κατ' επίκληση, μεταξύ άλλων, του παρατιθεμένου στην επόμενη σκέψη άρθρου 6 του ν. 3054/2002, ορίσθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής : ’ρθρο 2 : «1. Η απογραφή των φορτηγών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης ΒΦΑ-ΙΧ μικτού βάρους άνω των 4.000 χιλιογράμμων ιδιοκτησίας εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών διενεργείται από τις Διευθύνσεις Μεταφορών και Επικοινωνιών των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων οι οποίες έχουν εκδώσει τις αντίστοιχες άδειες κυκλοφορίας, … εφόσον προσκομιστούν τα εξής δικαιολογητικά : … β. Βεβαίωση της Διεύθυνσης Πετρελαϊκής Πολιτικής του Υπουργείου Ανάπτυξης, … από την οποία να προκύπτει ότι η εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών εξακολουθεί να κατέχει άδεια/ες εμπορίας, ότι έχει πραγματοποιήσει κατά το προηγούμενο έτος συνολικό όγκο πωλήσεων … κυβικά μέτρα και επιτρέπεται να κατέχει … βυτιοφόρα υγρών καυσίμων, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος. … 2. … 3. Ο μέγιστος αριθμός βυτιοφόρων προσδιορίζεται για κάθε χρόνο με βάση το συνολικό (σε κυβικά μέτρα) όγκο πωλήσεων υγρών καυσίμων του προηγούμενου έτους αφαιρουμένου του όγκου πωλήσεων που παραδίδεται απ' ευθείας στους πελάτες με δεξαμενόπλοιο και διαιρούμενο δια 20.000. Αν ο αριθμός που θα προκύψει από τη διαίρεση δεν είναι ακέραιος, στρογγυλοποιείται στο πλησιέστερο ακέραιο αριθμό. Από τον παραπάνω υπολογισμό εξαιρούνται τα ΒΦΑ-ΙΧ που χρησιμοποιούνται για μεταφορές καυσίμου για τον ανεφοδιασμό αεροσκαφών … και εφόσον οι μεταφορές αυτές διενεργούνται εντός του κλειστού χώρου των αεροδρομίων και τα ΒΦΑ-ΙΧ που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο σε νησιά (εκτός των νησιών Εύβοιας, Κέρκυρας, Κρήτης και Ρόδου) που είναι μόνιμα εγκατεστημένες οι εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών». ’ρθρο 5 παρ. 1 : «Μέχρι λήξεως της απογραφής των ΒΦΑ - ΙΧ της παραπάνω κατηγορίας για κάθε εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών, αναστέλλεται η χορήγηση ΒΦΑ - ΙΧ σε εκτέλεση της υπ' αριθ. Α8/11642/988/14.3.2002 εγκυκλίου «Αντικατάσταση φορτηγών ΙΧ βυτιοφόρων Υγρών Καυσίμων» (άρθρο 5 παρ. 1).

   10. Επειδή, ο προαναφερθείς ν. 3054/2002, με τίτλο «Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις» , (ΦΕΚ Α' 230/2.10.2002) ορίζει στο άρθρο 6 (το οποίο έχει τον τίτλο «’δεια εμπορίας») τα εξής: «1. ’δεια Εμπορίας αργού Πετρελαίου και πετρελαιοειδών προϊόντων χορηγείται μόνο σε νομικά πρόσωπα με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας ή άλλης αντίστοιχης μορφής, εφόσον το πρόσωπο εδρεύει σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Ο κάτοχος ’δειας Εμπορίας μπορεί να διαθέτει Πετρελαιοειδή Προϊόντα απευθείας σε κατόχους ’δειας Εμπορίας ή Λιανικής Εμπορίας ή σε Μεγάλους Τελικούς Καταναλωτές ή σε Τελικούς Καταναλωτές που διαθέτουν ίδιους αποθηκευτικούς χώρους χωρίς διακρίσεις, με απρόσκοπτο τρόπο, εξασφαλίζoντας την ποιότητα των προϊόντων, την ασφάλεια των εγκαταστάσεων, την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφάνεια των τιμολογήσεων. 3. Η ’δεια Εμπορίας ισχύει για όλη την επικράτεια. 4. Για τις κατωτέρω κατηγορίες Προϊόντων χορηγείται χωριστή άδεια κατά κατηγορία ως εξής: Α. ’δεια εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων. Στην άδεια αυτή δεν περιλαμβάνεται η εμπορία ναυτιλιακών και αεροπορικών καυσίμων, υγραερίων και ασφάλτου. Β1. ... Β2. ... Γ. ... Δ. ... 5. (όπως η παρ. αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3335/2005, ΦΕΚ Α' 95) Για τη χορήγηση ’δειας Εμπορίας απαιτείται: α. Ελάχιστο κεφάλαιο. Το νομικό πρόσωπο στο οποίο πρόκειται να χορηγηθεί η ’δεια Εμπορίας πρέπει να έχει τουλάχιστον εταιρικό κεφάλαιο: Για την άδεια κατηγορίας Α 2.000.000 ΕΥΡΩ ... β. Διαθεσιμότητα αποθηκευτικών χώρων. Οι αποθηκευτικοί χώροι πρέπει να είναι ιδιόκτητοι, μισθωμένοι ή να έχουν παραχωρηθεί κατ' αποκλειστική χρήση. ... Οι αποθηκευτικοί χώροι πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση της διακίνησης Προϊόντων και της τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας και να έχουν την αναγκαία και κατάλληλη δυναμικότητα για την άσκηση της Εμπορίας. … Ο ελάχιστος όγκος αποθηκευτικών χώρων που υποχρεούνται να διαθέτουν οι υφιστάμενοι κάτοχοι ’δειας Εμπορίας της κατηγορίας Α' υπολογίζεται με βάση τον όγκο των πωλήσεων πετρελαιοειδών προϊόντων που αυτοί πραγματοποίησαν κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, ... Για εταιρείες των οποίων οι ’δειες Εμπορίας της κατηγορίας Α' θα εκδοθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, το ελάχιστο όριο καθορίζεται σε 13.000 κυβικά μέτρα. … γ. Διαθεσιμότητα μεταφορικών μέσων (βυτιοφόρα οχήματα ή πλωτά μέσα), που να μπορούν να εξασφαλίσουν την ομαλή τροφοδοσία της αγοράς και την ομαλή και συνεχή διακίνηση μέρους των Προϊόντων που εμπορεύεται ο κάτοχος της ’δειας Εμπορίας, λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις τροφοδοσίας γεωγραφικών περιοχών που μπορεί να έχουν επιβληθεί στον κάτοχο της άδειας, σύμφωνα με το όρθρο 14 παρ. 2 του νόμου αυτού. Τα μεταφορικά μέσα πρέπει να είναι αποκλειστικής χρήσεως και να φέρουν εμφανώς το εμπορικό σήμα του κατόχου της ’δειας Εμπορίας ο οποίος τα χρησιμοποιεί κατά αποκλειστικότητα, σύμφωνα με τα στοιχεία της άδειάς του. … Με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών …, ρυθμίζεται η σχέση του όγκου πωλήσεων με τον αριθμό και τη δυναμικότητα των Ι.Χ. βυτιοφόρων οχημάτων … που δύναται να έχει στην κατοχή του ο κάτοχος άδειας εμπορίας, το ειδικό σήμα και κάθε άλλο σχετικό θέμα. δ. … 6. … 7. [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 3335/2005] Ο κάτοχος ’δειας Εμπορίας έχει, σύμφωνα με τους όρους αυτής, την υποχρέωση της ομαλής και συνεχούς τροφοδοσίας της αγοράς και φέρει την ευθύνη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17, για τη διακίνηση των προϊόντων που εμπορεύεται. … ευθύνεται, μαζί με τους κατόχους ’δειας Λιανικής Εμπορίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17, για την ποσότητα και ποιότητα των προϊόντων που διαθέτουν τα πρατήριά τους, τα οποία τροφοδοτούνται αποκλειστικά από αυτόν και φέρουν το Σήμα του. … 8. Για τον εφοδιασμό των πελατών τους, οι κάτοχοι ’δειας Εμπορίας μπορούν να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τρίτων, μη κατόχων Αδείας κατά το νόμο αυτόν, εφόσον δεν πραγματοποιείται μεταβίβαση της κυριότητας των προϊόντων σε αυτούς, και οι οποίοι ευθύνονται κατά το άρθρο 17 του νόμου αυτού μαζί με τους κατόχους ’δειας Εμπορίας για την ποιότητα, διακίνηση και παράδοση των προϊόντων στους καταναλωτές. ...».

   11. Επειδή, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία εκδόθηκε κατ' επίκληση του παρατεθείσης στην προηγούμενη σκέψη διατάξεως της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002, ορίζει στο Κεφάλαιο Γ', το οποίο έχει τον τίτλο «’δειες κυκλοφορίας ΦΙΧ αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων κατηγορίας Α», τα εξής: «1. ’δειες κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων μεταφοράς υγρών καυσίμων, μ.β. πάνω από 4.000 χιλιόγραμμα, χορηγούνται σε Εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών κατηγορίας Α, οι οποίες κατέχουν ισχύουσα άδεια εμπορίας σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3054/2002 (Α' 230) όπως ισχύει. 2. Στις Εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών που διαθέτουν άδεια εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων κατηγορίας Α, χορηγούνται άδειες κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων (βενζίνης, πετρελαίου, μαζούτ) κατά ελάχιστο αριθμό δύο (2) και μέγιστο αριθμό τέτοιο ώστε το σύνολο του μέγιστου επιτρεπόμενου μικτού βάρους των αυτοκινήτων αυτών να μην υπερβαίνει τον αριθμό Τ που υπολογίζεται ως εξής: Τ = Ο.Π *0,00095 όπου Ο.Π.: Ο όγκος πωλήσεων σε μετρικούς τόνους (Μ.Τ) καυσίμων κατηγορίας εμπορίας Α του προηγούμενου οικονομικού έτους αφαιρουμένου του όγκου των πωλήσεων που παραδίδεται απευθείας στους πελάτες με δεξαμενόπλοιο και μέσω αγωγών. Τ: Το Μικτό Βάρος σε τόνους του συνόλου των ΦΙΧ βυτιοφόρων αυτοκίνητων άνω των 4 τόνων που μπορεί να διαθέτει η εταιρεία. Ο αριθμός των δικαιούμενων αδειών κυκλοφορίας ΦΙΧ βυτιοφόρων αυτοκινήτων με βάση τα ανωτέρω, προκύπτει από τον αριθμό Τ αφαιρουμένου του συνολικού μικτού βάρους των ήδη κατεχομένων από την εταιρεία βυτιοφόρων. Αν το συνολικό μικτό βάρος των ήδη κατεχομένων από την εταιρεία βυτιοφόρων υπερβαίνει τον αριθμό Τ δεν χορηγούνται νέες άδειες κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων άνω των τεσσάρων τόνων. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής, για την χορήγηση αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης μικτού βάρους άνω των 4 τόνων σε Εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, για τη μεταφορά υγρών καυσίμων, δεν έχουν εφαρμογή στις εξής περιπτώσεις: α) Όταν πρόκειται για μεταφορές καυσίμου για τον ανεφοδιασμό αεροσκαφών (REFUELLERS) και εφόσον οι μεταφορές αυτές διενεργούνται εντός του κλειστού χώρου των αεροδρομίων και β) Όταν πρόκειται για μεταφορές που διενεργούνται αποκλειστικά και μόνο σε νησιά που είναι μόνιμα εγκατεστημένες οι Εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών. Σε αυτή την περίπτωση δεν περιλαμβάνονται τα νησιά Εύβοιας, Κέρκυρας, Κρήτης και Ρόδου. Στις εταιρείες του ανωτέρω εδαφίου, είναι δυνατή η χορήγηση αδειών κυκλοφορίας ΦΙΧ βυτιοφόρων αυτοκινήτων για όλη την επικράτεια εφόσον αποκτήσουν άδεια εμπορίας κατηγορίας Α σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 6 του ν. 3054/2002. Η χορήγηση αδειών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων αυτών γίνεται σύμφωνα με την παρ. 2 του κεφ. Γ, με βάση τον αριθμό Τ αφαιρουμένου του συνολικού μικτού βάρους των ήδη κατεχομένων από την εταιρεία βυτιοφόρων συμπεριλαμβανομένων και αυτών που κυκλοφορούν αποκλειστικά σε νησιά. 3. Στο έντυπο της άδειας κυκλοφορίας σημειώνεται: «για τη μεταφορά υγρών καυσίμων της άδειας εμπορίας Α». Στο έντυπο της άδειας κυκλοφορίας των ΦΙΧ αυτοκινήτων που χορηγούνται σύμφωνα με το εδάφιο β της παρ. 2 του παρόντος αναγράφεται η εξής παρατήρηση: «για τη μεταφορά υγρών καυσίμων της κατηγορίας Α αποκλειστικά σε νησιά πλην Εύβοιας, Κέρκυρας, Κρήτης και Ρόδου». Για τη χορήγηση νέων αδειών κυκλοφορίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απαιτείται η προσκόμιση στην αρμόδια Δ/νση Μεταφορών και Επικοινωνιών της ΝΑ των αδειών κυκλοφορίας ΝΑ όλων των κατεχομένων από την εταιρεία βυτιοφόρων αυτοκινήτων κατηγορίας Α, προκειμένου να σημειωθεί η παρατήρηση της παραγράφου αυτής». Περαιτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση ορίζει στο Κεφάλαιο Δ', το οποίο έχει τον τίτλο «Διαδικασία χορήγησης αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων ΦΙΧ αυτοκινήτων», τα εξής : «1. Για τη χορήγηση των αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων υγρών καυσίμων κατηγορίας Α οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών υποβάλλουν στην αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών αίτηση με την οποία θα ζητούν βεβαίωση περί του αριθμού των κατεχομένων βυτιοφόρων ΙΧ αυτοκινήτων ανά κατηγορία άδειας εμπορίας. 2. Η Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών στην περιοχή της οποίας έχει έδρα η εταιρεία πετρελαιοειδών χορηγεί βεβαίωση του τύπου: “ΒΕΒΑΙΩΣΗ” Βεβαιούται ότι η επιχείρηση με την επωνυμία … διαθέτει τα παρακάτω φορτηγά αυτοκίνητα ΙΧ μεταφοράς υγρών καυσίμων. Αριθμ. κυκλοφορίας - μικτό βάρος - είδος μεταφ. προϊόντος - κατηγ. αδ. εμπορίας … 3. Η παραπάνω βεβαίωση υποβάλλεται στην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης προκειμένου να καθοριστεί το συνολικό μικτό βάρος των βυτιοφόρων αυτοκινήτων μεταφοράς υγρών καυσίμων κατηγορίας Α που επιτρέπεται να κυκλοφορήσει η συγκεκριμένη εταιρεία σε σχέση με τον όγκο πωλήσεων κατά περίπτωση. 4. Η αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης με βάση την παραπάνω βεβαίωση χορηγεί στην ενδιαφερόμενη Εταιρεία πιστοποιητικό, το οποίο κοινοποιείται στη Δ/νση Μεταφορών και Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, το οποίο είναι του τύπου: “ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ” Η Εταιρεία ............. με την επωνυμία ........... κάτοχος άδειας εμπορίας Α και με έδρα ............ λειτουργεί νόμιμα και σύμφωνα με τις διατάξεις ............ μέχρι ....... και έχει πραγματοποιήσει το προηγούμενο έτος συνολικό όγκο πωλήσεων υγρών καυσίμων κατηγορίας Α ............... μετρικούς τόνους (Μ.Τ) (κατά την έννοια της παραγράφου 2 του κεφ. Γ της παρούσας), επιτρέπεται με βάση τα παραπάνω στοιχεία να κατέχει βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων κατηγορίας Α, συνολικού μικτού βάρους ............ και μπορεί να θέσει σε κυκλοφορία νέα βυτιοφόρα ΦΙΧ αυτοκίνητα μικτού βάρους ............ 5. Το παραπάνω Πιστοποιητικό υποβάλλεται στην αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών ... 6. Η αρμόδια υπηρεσία αφού χορηγήσει τις αιτούμενες άδειες βυτιοφόρων ΦΙΧ αυτοκινήτων τηρεί για κάθε εταιρεία μητρώο για τον αριθμό και την κατηγορία των ΦΙΧ αυτοκινήτων της με τα εξής στοιχεία : Για την εταιρεία : Επωνυμία εταιρείας - Κατηγορία άδειας εμπορίας Για τα ΦΙΧ βυτιοφόρα αυτοκίνητα που κατέχει : αριθμός κυκλοφορίας - μικτό βάρος - είδος μεταφερομένου προϊόντος - ημερομηνία χορήγησης άδειας κυκλοφορίας. Σε περίπτωση κατάθεσης των στοιχείων κυκλοφορίας των βυτιοφόρων ΦΙΧ αυτοκινήτων ενημερώνεται το μητρώο της εταιρείας. Το μητρώο αυτό αποστέλλεται σε κάθε μεταβολή στη Δ/νση Μεταφορών και Επικοινωνιών του ΥΠΜΕ με φωτοαντίγραφο των αδειών κυκλοφορίας που χορηγήθηκαν». Τέλος, στο Κεφάλαιο Ε' της προσβαλλομένης αποφάσεως, το οποίο έχει τον τίτλο «Μεταβατικές διατάξεις», ορίζονται τα εξής : «1.Από την ισχύ της παρούσας κάθε νέα άδεια κυκλοφορίας ΦΙΧ αυτοκινήτου βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών κατηγορίας Α, εκδίδεται με τους όρους και προϋποθέσεις της παρούσας. 2. … 3. Καταργείται κάθε διάταξη που ρυθμίζει το θέμα της χορήγησης αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων μεταφοράς υγρών καυσίμων κατηγορίας Α με τρόπο διαφορετικό από τις διατάξεις της παρούσας».

   12. Επειδή, κατά την έννοια της διατάξεως της περ. γ της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002, η οποία ορίζει ότι για την χορήγηση άδειας εμπορίας πετρελαιοειδών κατηγορίας Α απαιτείται, μεταξύ άλλων, «διαθεσιμότητα μεταφορικών μέσων …, που να μπορούν να εξασφαλίσουν … την ομαλή και συνεχή διακίνηση μέρους των Προϊόντων που εμπορεύεται ο κάτοχος της ’δειας Εμπορίας» και ότι «με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών … ρυθμίζεται η σχέση του όγκου πωλήσεων με τον αριθμό και τη δυναμικότητα των Ι.Χ. βυτιοφόρων οχημάτων … που δύναται να έχει στην κατοχή του ο κάτοχος άδειας εμπορίας …», παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση για να επιβληθεί περιορισμός στον δυνάμενο να χορηγηθεί σε επιχειρήσεις εμπορίας πετρελαιοειδών αριθμό αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσεως και να επιτραπεί η χορήγηση στις επιχειρήσεις αυτές αριθμού αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων μικροτέρου από εκείνον που απαιτείται για την πλήρη κάλυψη των αναγκών των εν λόγω επιχειρήσεων για την μεταφορά των προϊόντων τους. Από τις προπαρασκευαστικές, όμως, εργασίες για την ψήφιση του ανωτέρω νόμου δεν προκύπτουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που να δικαιολογούν την θέσπιση του περιορισμού αυτού. Αντιθέτως, από την εισηγητική έκθεση του ανωτέρω ν. 3054/2002 (στην οποία αναφέρεται ότι, «προκειμένου να υπάρχει ομαλή τροφοδοσία της αγοράς και συνεχής διακίνηση των προϊόντων, προβλέπεται οι κάτοχοι των αδειών εμπορίας πετρελαιοειδών να διαθέτουν, ανάλογα με τις ανάγκες τους, βυτιοφόρα οχήματα» και ότι με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών «ορίζεται η σχέση όγκου πωλήσεων με τον αριθμό και τη δυναμικότητα των βυτιοφόρων αυτοκινήτων, που θα πρέπει να έχει στην κατοχή του ο κάτοχος άδειας εμπορίας πετρελαιοειδών»), αλλά και από το κείμενο του ίδιου του εν λόγω ν. 3054/2002 (βλ. το πρώτο εδάφιο της περ. γ' της παρ. 5 και το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 6 του εν λόγω νόμου), προκύπτει ότι η χορήγηση αδειών κυκλοφορίας ιδιωτικής χρήσεως βυτιοφόρων αυτοκινήτων στις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών αποβλέπει στην εξασφάλιση της ομαλής και συνεχούς τροφοδοσίας της αγοράς και της συνεχούς διακινήσεως των προϊόντων, τον σκοπό, όμως, αυτό αντιστρατεύεται, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας, η χορήγηση σε επιχειρήσεις εμπορίας πετρελαιοειδών αριθμού αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσεως μικροτέρου από εκείνον που απαιτείται για την πλήρη κάλυψη των αναγκών μεταφοράς των προϊόντων τους. Δεν δύναται δε να θεωρηθεί ως λόγος δημοσίου συμφέροντος, που δικαιολογεί τον ανωτέρω περιορισμό και την στέρηση της δυνατότητας των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών να εξασφαλίσουν αυτονομία ως προς την διακίνηση των προϊόντων που εμπορεύονται, η αποτροπή της μειώσεως του μεταφορικού έργου των κατόχων αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως, στην οποία κυρίως φαίνεται να αποβλέπει η επίμαχη ρύθμιση, όπως συνάγεται και από τα εκτεθέντα στην ένατη σκέψη ως προς τις ενέργειες της Διοικήσεως μετά την δημοσίευση της υπ' αριθ. 2614/1989 ακυρωτικής αποφάσεως της Ολομελείας του Δικαστηρίου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η έκδοση, χωρίς να υπάρχει σχετικό νομοθετικό έρεισμα, της υπ' αριθ. Α2/12530/2274/21.4.1994 πράξεως, με την οποία ανεστάλη η χορήγηση νέων αδειών βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων κατ' επίκληση και των «διαμαρτυριών των ιδιοκτητών βυτιοφόρων υγρών καυσίμων ΔΧ για μείωση του μεταφορικού τους έργου». Και τούτο διότι μόνη η εξυπηρέτηση του οικονομικού συμφέροντος ορισμένης επαγγελματικής τάξεως, όπως είναι οι ιδιοκτήτες δημοσίας χρήσεως βυτιοφόρων αυτοκινήτων μεταφοράς υγρών καυσίμων, με την εξασφάλιση της μη μειώσεως του κύκλου εργασιών τους - δοθέντος ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει κίνδυνος οικονομικής καταρρεύσεως της επαγγελματικής τάξεως των ιδιοκτητών των εν λόγω αυτοκινήτων - δεν είναι δυνατόν να τεθεί υπεράνω του γενικού συμφέροντος, που συνίσταται εν προκειμένω στην προς το συμφέρον της εθνικής οικονομίας και των καταναλωτών εξασφάλιση αφενός μεν της ομαλής και συνεχούς τροφοδοσίας της αγοράς με πετρελαιοειδή προϊόντα και αφετέρου της ελευθερίας των εταιρειών εμπορίας των προϊόντων αυτών να οργανώσουν ορθολογικώς τις επιχειρήσεις τους και να επιδιώξουν την περαιτέρω ανάπτυξή τους, πράγμα που είναι δυνατόν κατά κοινή πείρα να αποτελέσει ευνοϊκό παράγοντα για την διαμόρφωση και της τελικής τιμής πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων, χωρίς δηλαδή την επαύξηση αυτής με το κόστος του καταβαλλομένου ανταλλάγματος στους ιδιοκτήτες βυτιοφόρων αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως για την πραγματοποίηση της μεταφοράς. Η Διοίκηση, με τα έγγραφα των απόψεών της επί των κρινομένων αιτήσεων προς το Δικαστήριο (υπ' αριθ. πρωτ. Δ1/Α/13861/6.6.2008, Δ1/Α/13862/6.6.2008 και Δ1/Α/13863/6.6.2008 έγγραφα του Υπουργού Ανάπτυξης και υπ' αριθ. πρωτ. Γ1/28426/2403/5.6.2008, Γ1/28427/2404/5.6.2008 και Γ1/28428/2405/5.6.2008 έγγραφα της Γενικής Διευθύντριας Μεταφορών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών), αφού προβάλλει ότι η επίμαχη ρύθμιση αποβλέπει «στην εξασφάλιση του ομαλού εφοδιασμού της αγοράς με καύσιμα, την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς πετρελαίου» με την «διασφάλιση της ομαλής προμήθειας και διακίνησης πετρελαιοειδών στη χώρα», επικαλείται περαιτέρω ορισμένους ειδικούς λόγους δημοσίου, κατ' αυτήν, συμφέροντος που δικαιολογούν την εν λόγω ρύθμιση. Ειδικότερα, η Διοίκηση προβάλλει ότι η ρύθμιση αυτή θεσπίσθηκε «προκειμένου να εξευρεθεί ισορροπία μεταξύ των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών και των μεταφορικών επιχειρήσεων που ασχολούνται αποκλειστικά με τη μεταφορά υγρών καυσίμων με Δημοσίας Χρήσης φορτηγά αυτοκίνητα». Όπως, όμως, ήδη εκτέθηκε αμέσως ανωτέρω, η προστασία του οικονομικού συμφέροντος των μελών ενός επαγγελματικού κλάδου - εν προκειμένω των ιδιοκτητών βυτιοφόρων αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως - δεν αποτελεί λόγο δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογεί τον περιορισμό της κατ' άρθρο 5 του Συντάγματος επαγγελματικής ελευθερίας των μελών άλλων επαγγελματικών κλάδων. Περαιτέρω, η Διοίκηση ισχυρίζεται ότι η επίμαχη ρύθμιση αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, «και στην εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων εταιρειών εμπορίας και μικρότερων επιχειρήσεων». Ειδικότερα, κατά την Διοίκηση, «οι μικρότερες εταιρείες εμπορίας καυσίμων, οι οποίες δεν είναι σε θέση να διαθέσουν οχήματα και εξοπλισμό για την πλήρη εξυπηρέτηση των μεταφορικών αναγκών υγρών καυσίμων βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση εξ απόψεως ανταγωνισμού απέναντι σε πολυεθνικές επιχειρήσεις». Ούτε, όμως, η προστασία του οικονομικού συμφέροντος ορισμένων μελών ενός επαγγελματικού κλάδου - εν προκειμένω των μικροτέρων επιχειρήσεων εμπορίας υγρών καυσίμων - αποτελεί λόγο δημοσίου συμφέροντος για τον περιορισμό της κατ' άρθρο 5 του Συντάγματος επαγγελματικής ελευθερίας των άλλων μελών του ίδιου επαγγελματικού κλάδου. Τούτο δε ανεξαρτήτως της προσφορότητας και της αναγκαιότητας του επιμάχου περιορισμού για την εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των μικροτέρων και των μεγαλυτέρων επιχειρήσεων εμπορίας πετρελαιοειδών, ενόψει και του γεγονότος ότι τόσον οι μεν όσο και οι δε (και ενδεχομένως περισσότερο οι τελευταίες) δύνανται παραλλήλως να μισθώνουν δημοσίας χρήσεως βυτιοφόρα αυτοκίνητα για τις ανάγκες μεταφοράς των υγρών καυσίμων που διακινούν. Επισημαίνεται δε ότι στην δεύτερη και στην τρίτη από τις κρινόμενες αιτήσεις οι αιτούσες εταιρείες ισχυρίζονται, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Διοίκηση, ότι «οι περισσότερες μεγάλες εταιρίες και κυρίως Πολυεθνικές … έχουν επιλέξει κατά κύριο λόγο να κάνουν συμφωνίες με τους μεταφορείς ΔΧ αυτοκινήτων, με τους οποίους έχουν συμβληθεί αποκλειστικά ώστε να μεταφέρουν τα προϊόντα τους. … Έτσι λοιπόν ενώ αυτές δεν έχουν πρόβλημα μεταφοράς των προϊόντων τους αφού έχουν δεσμεύσει Φ.Ι.Χ.Β. και κλείσει τις συμφωνίες τους σε εμάς δεν μένει κανένα περιθώριο συνεργασίας με μεταφορείς, οι οποίοι αδυνατούν να μας εξυπηρετήσουν …». ’λλωστε, ο προσδιορισμός του αριθμού των βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως οχημάτων, που μπορεί να αποκτήσει ο κάτοχος άδειας εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων, με βάση τον όγκο των πωλήσεων, που έχει ήδη πραγματοποιήσει, θέτει, χωρίς αποχρώντα λόγο, σε δυσμενέστερη θέση τις επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται το πρώτον στον τομέα της εμπορίας πετρελαιοειδών και δεν έχουν ακόμη πραγματοποιήσει πωλήσεις, έναντι των ήδη λειτουργουσών ομοειδών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι οι νέες αυτές επιχειρήσεις δύνανται να αποκτήσουν μόνον τον ελάχιστο προβλεπόμενο εκάστοτε αριθμό αδειών κυκλοφορίας βυτιοφόρων αυτοκινήτων (δύο κατά την προσβαλλόμενη απόφαση) και με βάση τον ελάχιστο αυτό αριθμό διατιθεμένων ίδιων μέσων μεταφοράς να επιδιώξουν την ανάπτυξη της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Περαιτέρω, η Διοίκηση ισχυρίζεται ότι ο επίμαχος περιορισμός «δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος και προστασίας του κοινωνικού συνόλου, όπως η εξασφάλιση αποτελεσματικού ελέγχου από τα αρμόδια όργανα στον ευαίσθητο τομέα της διακίνησης πετρελαιοειδών». Ο περιορισμός, όμως, του μέγιστου αριθμού βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων, που μπορεί να διαθέτουν οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, δεν αποτελεί, με βάση τα δεδομένα της κοινής πείρας, πρόσφορο μέσο για να εξασφαλισθεί αποτελεσματικός έλεγχος της διακινήσεως των πετρελαιοειδών προϊόντων, ούτε, άλλωστε, η Διοίκηση διευκρινίζει γιατί η διακίνηση των προϊόντων αυτών με βυτιοφόρα αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσεως, ανήκοντα στην επιχείρηση εμπορίας αυτών, δυσχεραίνει τον εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων έλεγχο της διακινήσεως των εν λόγω προϊόντων. Αντιθέτως, μάλιστα, δύναται ευλόγως να υποστηριχθεί ότι η διακίνηση των πετρελαιοειδών προϊόντων με μεταφορικά μέσα που διαθέτει η ίδια η εμπορευομένη τα προϊόντα αυτά επιχείρηση, χωρίς την ανάμιξη στην μεταφορά αυτών και άλλων επαγγελματιών ξένων προς την επιχείρηση, καθιστά ευχερέστερη την διενέργεια ελέγχων εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων, ώστε να εξασφαλισθεί η νόμιμη διακίνηση και εμπορία των προϊόντων και, σε περίπτωση διαπιστώσεως παραβάσεων, ο εντοπισμός του πράγματι διαπράξαντος αυτές. Ενόψει δε ακριβώς της εμπλοκής περισσοτέρων επαγγελματιών στην διακίνηση των πετρελαιοειδών προϊόντων και της εκ του λόγου τούτου δυσχερείας εντοπισμού του πράγματι ευθυνομένου για τυχόν διαπιστουμένη παράβαση, ο ν. 3054/2002 καθιέρωσε με το άρθρο 6 παρ. 7 και 8 παράλληλη ευθύνη όλων των εμπλεκομένων στη διακίνηση αυτή. Εξάλλου, ο έλεγχος προς εξασφάλιση της νόμιμης διακινήσεως των καυσίμων συνιστά υποχρέωση του Κράτους, η εκπλήρωση της οποίας δύναται, προδήλως, να επιτευχθεί με την λήψη των καταλλήλων μέτρων εκ μέρους των αρμοδίων οργάνων, χωρίς να παρίσταται αναγκαίο να θιγεί η συνταγματικώς προστατευόμενη ελευθερία των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών προς άσκηση του επαγγέλματός τους, η οποία περιλαμβάνει και το δικαίωμά τους να διαθέτουν, χωρίς περιορισμό και ανάλογα με την οικονομική τους επιφάνεια, όσα ιδιόκτητα μέσα θεωρούν απαραίτητα για την μεταφορά των προϊόντων τους. Τέλος, η Διοίκηση ισχυρίζεται ότι «ο ορισμός του αριθμού ιδιόκτητων ΙΧ βυτιοφόρων σε σχέση με τον πραγματοποιούμενο όγκο πωλήσεων δικαιολογείται … και από την ανάγκη εξασφάλισης της προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και του καταναλωτή, καθώς η κυκλοφορία βυτιοφόρων οχημάτων καυσίμων πρέπει να περιορίζεται στις απαραιτήτως αναγκαίες μεταφορές, ώστε να περιορίζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις από τη μεταφορά καυσίμων στο περιβάλλον και στην οδική ασφάλεια». Ο περιορισμός, όμως, του αριθμού των βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων που μπορούν να αποκτήσουν οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, με επακόλουθο να μην καλύπτονται οι ανάγκες μεταφοράς των προϊόντων τους με δικά τους μεταφορικά μέσα, δεν συνιστά πρόσφορο μέτρο για την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας και την διασφάλιση της οδικής ασφάλειας. Και τούτο διότι, προδήλως, η έλλειψη περιορισμού ως προς τον αριθμό ιδιωτικής χρήσεως βυτιοφόρων που δύναται να αποκτούν οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκην την, αντίθετη, άλλωστε, προς την ορθολογική οργάνωση της επιχειρήσεως, απόκτηση εκ μέρους τους βυτιοφόρων αυτοκινήτων πέραν των αναγκαίων για την κάλυψη των αναγκών μεταφοράς των προϊόντων τους, ούτε πολύ περισσότερο άσκοπες μετακινήσεις των οχημάτων αυτών, και μάλιστα σε τέτοια έκταση ώστε να προκύπτει κίνδυνος για το περιβάλλον και την οδική ασφάλεια. Ενόψει τούτων, η ανωτέρω διάταξη της περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002, με την οποία περιορίζεται η δυνατότητα των επιχειρήσεων εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων να αποκτήσουν, με βάση την επιχειρηματική τους κρίση και την οικονομική τους δυνατότητα, όσα βυτιοφόρα αυτοκίνητα μεταφοράς υγρών καυσίμων οι ίδιες κρίνουν, αναλαμβάνοντας αναφορικά με την πραγματοποίηση της αντίστοιχης δαπάνης για την πρόσκτηση τούτων και τον σχετικό επιχειρηματικό κίνδυνο, ότι θα τους εξασφαλίσουν την απρόσκοπτη και αυτόνομη διακίνηση των προϊόντων τους, αντίκειται στο άρθρο 5 του Συντάγματος και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρη.

   13. Επειδή, η διάταξη του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, η οποία προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ' Αναθεωρητικής Βουλής, ορίζει τα εξής : «Όταν Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει διάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική παραπέμπει υποχρεωτικά το ζήτημα στην οικεία ολομέλεια, εκτός αν αυτό έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της Ολομέλειας ή του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου αυτού. …». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, δεν επιβάλλεται η παραπομπή από Τμήμα στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου του ζητήματος της συνταγματικότητας διατάξεως τυπικού νόμου όταν η Ολομέλεια ή το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει για την συνταγματικότητα άλλης μεν διατάξεως τυπικού νόμου, πλην ταυτόσημης κατά περιεχόμενο με την εφαρμοστέα, ώστε στην περίπτωση αυτή να πρόκειται αναμφιβόλως για το αυτό κατ' ουσίαν νομικό ζήτημα (βλ. Σ.τ.Ε. 1476/2004 Ολομ., 479, 2601/2006, 3100/2007, 712, 1336/2008). Όπως ήδη έχει εκτεθεί στην ένατη σκέψη, με την υπ' αριθ. 2614/1989 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι δεν είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 3 περ. δ' του ν. 1571/1985, όπως αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο πέμπτο παρ. 3 του ν. 1769/1988, η οποία είναι ταυτόσημη κατά περιεχόμενο, ως προς το τιθέμενο στην προκειμένη υπόθεση ζήτημα, με την εξουσιοδοτική διάταξη, κατ' επίκληση της οποίας καθορίσθηκε με την ήδη προσβαλλόμενη απόφαση μέγιστος αριθμός δυναμένων να αποκτώνται από τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσεως, εφόσον και η προγενέστερη αυτή διάταξη επέτρεπε τον καθορισμό τέτοιου μεγίστου αριθμού. Ενόψει δε τούτου δεν παρίσταται ανάγκη παραπομπής στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου του ζητήματος της συμφωνίας ή μη προς το Σύνταγμα της διατάξεως της περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002.

   14. Επειδή, εφόσον, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην 12η σκέψη, η προαναφερθείσα διάταξη της περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002 αντίκειται στο άρθρο 5 του Συντάγματος και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρη, είναι μη νόμιμες και ακυρωτέες, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τις κρινόμενες αιτήσεις, οι επ' αυτής ερειδόμενες διατάξεις της παρ. 2 του Κεφαλαίου Γ' της προσβαλλομένης αποφάσεως, με τις οποίες προβλέπονται αφενός μεν ο καθορισμός, βάσει μαθηματικού τύπου, μεγίστου αριθμού αδειών κυκλοφορίας φορτηγών ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων που δύνανται να χορηγούνται στις εταιρείες, οι οποίες διαθέτουν άδεια εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων κατηγορίας Α του άρθρου 6 του Ν. 3054/2002, και αφετέρου εξαιρέσεις από την ρύθμιση αυτή. Ακυρουμένων δε των διατάξεων της παρ. 2 του Κεφαλαίου Γ' της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει να ακυρωθούν, ως απολύτως συναφείς με αυτές, και οι διατάξεις της παρ. 3 του ίδιου Κεφαλαίου Γ', καθώς και οι διαδικαστικού χαρακτήρα διατάξεις των παρ. 1, 2, 3 και 4 του Κεφαλαίου Δ' και οι διατάξεις των παρ. 1 και 3 του Κεφαλαίου Ε' της ίδιας αποφάσεως. Εξάλλου, ακυρουμένων των ανωτέρω διατάξεων της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως για τον προεκτεθέντα λόγο, είναι περιττή η έρευνα των προβαλλομένων κατ' αυτών με τις κρινόμενες αιτήσεις λοιπών λόγων ακυρώσεως.

   15. Επειδή, το άρθρο 1 του ν.δ/τος 49/1968 (ΦΕΚ Α' 294), το οποίο είχε κωδικοποιηθεί με το άρθρο μόνο του β.δ/τος 281/1973 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1959/1991 (ΦΕΚ Α' 123), ορίζει στην παρ. 2 ότι «Κατά τις μεταφορές με Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητο πρέπει να πληρούνται αθροιστικά οι παρακάτω όροι : α) … γ) Το Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητο πρέπει να οδηγείται από τον επαγγελματία ή από προσωπικό της επιχείρησης ή από επαγγελματία οδηγό, που έχει προσληφθεί με σχέση εξηρτημένης εργασίας. … Για ειδικές περιπτώσεις κυκλοφορίας βυτιοφόρων Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων, που εξυπηρετούν ανάγκες μεταφοράς υγρών καυσίμων σε περιφέρειες μικρών νησιών και ανήκουν σε επιχειρήσεις εμπορίας πετρελαιοειδών, η έδρα των οποίων είναι σε άλλη περιφέρεια, εξουσιοδοτούνται οι Υπουργοί Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εργασίας, όπως με κοινή απόφασή τους ρυθμίζουν τις σχέσεις εργασίας των οδηγών των αυτοκινήτων αυτών με την επιχείρηση». Περαιτέρω, από το συνδυασμό των παρ.1 και 2 του άρθρου 5 του ανωτέρω ν. 1959/1991 (το οποίο άρθρο 5 μνημονεύεται στο προοίμιο της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως) προκύπτει ότι οι διατάξεις του εν λόγω νόμου, που ρυθμίζουν τους όρους και προϋποθέσεις μεταφοράς αντικειμένων με Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητα, ισχύουν και για τα Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητα βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων. Εξάλλου, η θεσπισθείσα με την παρ. 2 του Κεφαλαίου Ε' της μνημονευθείσης στην ένατη σκέψη υπ' αριθ. Α2/32496/4.9.1991 κοινής υπουργικής αποφάσεως για τα Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητα βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων αυτοκίνητα που κυκλοφόρησαν πριν από την 13.9.1990 εξαίρεση από την υποχρέωση οδηγήσεως των αυτοκινήτων αυτών από οδηγούς με σχέση εξαρτημένης εργασίας καταργήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3446/2006 (ΦΕΚ Α' 49).

   16. Επειδή, η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση ορίζει στην παρ. 1 του Κεφαλαίου Α' τα εξής : «Η διενέργεια οδικών μεταφορών με φορτηγά ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητα βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων επιτρέπεται μόνο εφόσον πληρούνται αθροιστικά οι παρακάτω όροι : α) … δ) (όπως η αρίθμηση της περιπτώσεως αυτής διορθώθηκε στο ΦΕΚ Β' 2291) «Τα Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητα βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων, μικτού βάρους πάνω από 4.000 χιλιόγραμμα οδηγούνται από οδηγούς που έχουν προσληφθεί με σχέση εξαρτημένης εργασίας και είναι εφοδιασμένοι με την αντίστοιχη άδεια ικανότητας οδηγού και τα απαιτούμενα έγγραφα σύμφωνα με την Συμφωνία ADR. Ειδικά οι οδηγοί βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων κατά τη μεταφορά πρέπει να έχουν μαζί με τα άλλα συνοδευτικά έγγραφα και θεωρημένη ανά δίμηνο βεβαίωση του Υπουργείου Εργασίας, από την οποία προκύπτει ότι εξακολουθούν να εργάζονται ως οδηγοί με σχέση εξαρτημένης εργασίας στην Εταιρεία που ανήκει το βυτιοφόρο Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητο. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων που ανήκουν σε Εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών και τα οποία εξυπηρετούν ανάγκες μεταφοράς υγρών καυσίμων σε περιφέρειες μικρών νησιών (Ν. Κυκλάδων και Δωδεκανήσου πλην της νήσου Ρόδου). Στις περιπτώσεις αυτές οι σχέσεις εργασίας των οδηγών με την επιχείρηση θα καθοριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών».

   17. Επειδή με την πρώτη από τις κρινόμενες αιτήσεις προβάλλεται ότι οι παρατιθέμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως είναι ακυρωτέες, ως θεσπισθείσες καθ' υπέρβαση της παρασχεθείσης με την διάταξη της περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002 εξουσιοδοτήσεως. Και τούτο διότι, κατά την αιτούσα ένωση, αφενός μεν το ζήτημα της εργασιακής σχέσεως των οδηγών των βυτιοφόρων ιδιωτικής χρήσεως με τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών δεν περιλαμβάνεται στα θέματα εκείνα, για την ρύθμιση των οποίων παρέχεται εξουσιοδότηση με την ανωτέρω διάταξη, ούτε συνδέεται με αυτά καθ' οιονδήποτε τρόπο, και αφετέρου δεν παρέχεται η δυνατότητα της υπεξουσιοδοτήσεως άλλων ισοβάθμων οργάνων της Διοικήσεως να ρυθμίσουν με κοινή τους απόφαση τις σχέσεις εργασίας μεταξύ οδηγών ιδιωτικής χρήσεως βυτιοφόρων αυτοκινήτων και επιχειρήσεων που εξυπηρετούν τα νησιά των νομών Κυκλάδων και Δωδεκανήσου. Οι λόγοι αυτοί ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, διότι από τα εκτεθέντα στην δέκατη πέμπτη σκέψη προκύπτει ότι οι ανωτέρω διατάξεις της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως επαναλαμβάνουν απλώς ρυθμίσεις του άρθρου 1 του ν.δ/τος 49/1968, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1959/1991, που ισχύουν και για τα ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητα βυτιοφόρα μεταφοράς υγρών καυσίμων, σύμφωνα με το άρθρο 5 του εν λόγω ν. 1959/1991, την οποία επίσης επικαλείται στο προοίμιό της η προσβαλλόμενη απόφαση, και δεν θεσπίζουν το πρώτον κανόνες δικαίου ως προς το ζήτημα της σχέσεως, η οποία πρέπει να συνδέει τους οδηγούς των ανωτέρω βυτιοφόρων με τις ιδιοκτήτριες των αυτοκινήτων αυτών εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, για την θέσπιση των οποίων, άλλωστε, πράγματι δεν παρέχεται εξουσιοδότηση με το άρθρο 6 παρ. 5 περ. γ' του ν. 3054/2002, κατ' επίκληση του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση.

   18. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η πρώτη από τις κρινόμενες αιτήσεις (Ε 135/2008) και εν όλω οι άλλες δύο αιτήσεις. Ενόψει δε της εν μέρει ήττας του Δημοσίου στην πρώτη αίτηση ακυρώσεως η δικαστική δαπάνη της αιτούσης ενώσεως με την επωνυμία «Ένωση Ελληνικών Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών» πρέπει να επιβληθεί στην παραστάσα ως παρεμβαίνουσα «Πανελλαδική Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Αυτοκινήτων Δημοσίας Χρήσεως Μεταφοράς Υγρών Καυσίμων και Θερμής Ασφάλτου», ενώ στις άλλες δύο αιτήσεις η δικαστική δαπάνη των αιτουσών εταιρειών πρέπει να επιβληθεί, συμμέτρως, στο Δημόσιο και την εν λόγω Ομοσπονδία.

 

   Δια ταύτα

 

   Δέχεται εν μέρει την πρώτη από τις κρινόμενες αιτήσεις (Ε 135/2008) και εν όλω τις άλλες δύο αιτήσεις.

   Ακυρώνει, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό, τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του Κεφαλαίου Γ', των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του Κεφαλαίου Δ' και των παραγράφων 1 και 3 του Κεφαλαίου Ε' της υπ' αριθ. Α8/56995/4820/19.10.2007 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β' 2168, όπως διορθώθηκε στο ΦΕΚ Β' 2291).

   Απορρίπτει τις παρεμβάσεις της επαγγελματικής ενώσεως με την επωνυμία «Πανελλαδική Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Αυτοκινήτων Δημοσίας Χρήσεως Μεταφοράς Υγρών Καυσίμων και Θερμής Ασφάλτου», κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό.

   Διατάσσει την απόδοση των κατατεθέντων παραβόλων.

   Επιβάλλει, ως προς την πρώτη αίτηση ακυρώσεως (Ε 135/2008), ενόψει της ήττας της παρεμβαίνουσας επαγγελματικής ενώσεως με την επωνυμία «Πανελλαδική Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Βυτιοφόρων Αυτοκινήτων Δημοσίας Χρήσεως Μεταφοράς Υγρών Καυσίμων και Θερμής Ασφάλτου» και της εν μέρει ήττας του Δημοσίου, την δικαστική δαπάνη της αιτούσης ενώσεως με την επωνυμία «Ένωση Ελληνικών Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών», η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ, στην παρεμβαίνουσα Ομοσπονδία, ενώ επιβάλλει, συμμέτρως, στο Δημόσιο και την παρεμβαίνουσα Ομοσπονδία την δικαστική δαπάνη των αιτουσών στις άλλες δύο αιτήσεις ακυρώσεως (Ε 119 και 120/2008) εταιρειών «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ ΜΕΝΤΙΤΕΡΑΝΕΑΝ ΟΪΛ Α.Ε. (MEDOIL)» και «KMOIL ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ», για καθεμία από τις οποίες η δικαστική δαπάνη ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ (δηλαδή 920+920).

   Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 10ης Νοεμβρίου 2009.