ΣτΕ 2036/2006
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αρχή προστασίας οικογένειας - ΟΓΑ - Επίδομα
τρίτου τέκνου - 'Οριο εισοδήματος - Συνταγματικότητα
διατάξεων παρ. 1 άρθρου 39 ν. 2459/1997 -.
Ο κοινός νομοθέτης, δεν
εμποδίζεται, ως προς τις οικογένειες με τρία τέκνα, μη εμπίπτουσες στο πεδίο
προστασίας του άρθρου 21 παρ. 2 του Συντάγματος, να διαφοροποιήσει τις
προβλεπόμενες παροχές με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Οι ρυθμίσεις της παρ. 1
άρθρου 39 του ν. 2459/1997 με τις οποίες, πλην της θέσεως του ορίου εισοδήματος
στην χορήγηση των παροχών άρθρου 63 ν. 1892/1990, επεχειρήθησαν
και άλλες επί τα βελτίω μεταβολές στην κοινωνική προστασία των οικογενειών με
τρία τέκνα, δεν αντίκεινται προς την διάταξη του άρθρου 21 παρ. 2 του
Συντάγματος, τις αρχές της αναλογικότητας ή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης.
ΚΕΙΜΕΝΟ
Aριθμός απόφασης 2036/2006
TO ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α'
Συνεδρίασε δημοσία στο ακροατήριο του στις 9 Ιανουαρίου 2006 με την εξής
σύνθεση Σ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση
του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Δ. Μπριόλας,
Δ. Μαρινάκης, Γ. Σγουρόγλου,
Σπ. Μαρκάτης, Σύμβουλοι, Β. Ανδρουλάκης, Στ. Κτιστάκη, Πάρεδροι, Γραμματέας η Μαρία Ιωαννίδου,
Για να δικάσει την από 18 Νοεμβρίου 2004 αίτηση:
του Οργανισμού Γεωργικών
Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.), ο οποίος παρέστη με τον Θ. Ράπτη, Πάρεδρο του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους,
κατά της Δ.Π., κατοίκου Αθηνών (οδός Π. αρ.
...), η οποία παρέστη με την δικηγόρο Βαρβάρα Λαμπροπούλου-Δημητριάδου (Α.Μ.
7397), που την διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Οργανισμός επιδιώκει να αναιρεθεί η
3058/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Β,
Ανδρουλάκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος
Οργανισμού, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους
αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο της αναιρεσίβλητης, η οποία ζήτησε την απόρριψη της.
Μετά τη δημοσία συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα
του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν
απαιτείται καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 ν. 2579/1998 - Α' 31), ζητείται
η αναίρεση της 3058/2004 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών με την οποία
απορρίφθηκε έφεση του αναιρεσείοντος Οργανισμού κατά της 12839/2003 αποφάσεως
του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, Με την πρωτόδικη απόφαση είχε γίνει δεκτή
αγωγή της αναιρεσίβλητης και είχε υποχρεωθεί ο
αναιρεσείων Οργανισμός να της καταβάλει το ποσό των 7.624,78 ευρώ ως αποζημίωση
η οποία αντιστοιχεί στην ζημία που υπέστη από την παράνομη, κατά τους
ισχυρισμούς της, μη καταβολή του επιδόματος τρίτου τέκνου για το χρονικό
διάστημα από 1-4-1997 έως 31-12-2001.
2. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 63 ν. 1892/1990 {Α' 101) ορίζεται ότι
στην μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί καταβάλλεται μηνιαίο επίδομα, ύψους 34,000
δρχ., επί τριετία. Περαιτέρω, κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου επίδομα
χορηγείται και στην μητέρα που θεωρείται πολύτεκνη κατά τον ν. 1910/1944 (Α'
229 - όπως ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε με τον ν. 860/1979, Α 2) για κάθε άγαμο τέκνο ηλικίας μέχρι και είκοσι τριών ετών και,
τέλος, κατά την παρ. 4 στην μητέρα που δεν δικαιούται πλέον το επίδομα
πολυτέκνου χορηγείται ισόβια σύνταξη. Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 7 του
προαναφερθέντος άρθρου 63 του ν. 1892/1990 εκδόθηκε η Γ1α/440/7-2-1991 κοινή
απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας, Προνοίας και
Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β 90), Με την απόφαση αυτή (η οποία
κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου, από τότε που άρχισε να ισχύει, με το άρθρο 18
παρ. 9 του ν. 2008/1992 - Α' 16), ως αρμόδιος φορέας για την εφαρμογή των
διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 ορίσθηκε ο Οργανισμός Γεωργικών
Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.), «που ενεργεί ως εντολοδόχος του Υπουργείου Υγείας,
Προνοίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (άρθρο 1 παρ. 1), προβλέφθηκε δε ότι, για
την αντιμετώπιση των σχετικών δαπανών, ο Ο.Γ.Α
επιχορηγείται από τον κρατικό προϋπολογισμό (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. δεύτερο).
Περαιτέρω, η απόφαση αυτή, προέβλεψε, ειδικότερα, ότι για την αναγνώριση του
δικαιώματος επί των παροχών αυτών αρμόδιος είναι ο Προϊστάμενος του Κλάδου
Οικογενειακών Επιδομάτων ταυ Ο.Γ.Α. (άρθρο 3), κατά της πράξεως του οποίου
χωρεί ένσταση, η οποία έχει χαρακτήρα ενδικοφανούς προσφυγής (Σ.τ.Ε. 2676/2005 επταμ.), ενώπιον ειδικής Επιτροπής (άρθρο 11). Οι
διατάξεις, όμως, του άρθρου 63 του ν, 1892/1990 τροποποιήθηκαν ακολούθως με το
άρθρο 39 του ν. 2459/1997 (Α 17), στο οποίο, μεταξύ άλλων,
ορίζονται τα εξής : «1. Το επίδομα τρίτου παιδιού της παρ. 1 του άρθρου 63 του
ν. 1892/1990 αυξάνεται σε 40.000 δραχμές από 1-1-1997 και καταβάλλεται μέχρι
και τη συμπλήρωση του έκτου (6ου) έτους της ηλικίας του, εφόσον το ετήσιο
οικογενειακό εισόδημα των δικαιούχων δεν υπερβαίνει το ποσό των επτά
εκατομμυρίων (7.000.000) δραχμών. 2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 63 του ν.
1892/1990 τροποποιείται ως εξής: "3. Στη μητέρα που Θεωρείται πολύτεκνη
κατά το ν. 1810/1944, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μέχρι σήμερα, καταβάλλεται
μηνιαίο επίδομα ίσο προς δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές, για κάθε άγαμο τέκνο
ηλικίας μέχρι και είκοσι τριών (23) ετών. Το συνολικό αυτό επίδομα δεν μπορεί
να υπολείπεται μηνιαίως του ποσού των είκοσι τριών χιλιάδων (23.000) δραχμών.
Το επίδομα καταβάλλεται στη μητέρα, εφόσον το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα δεν
υπερβαίνει το ποσό των οκτώ εκατομμυρίων δραχμών (8.000.000) δραχμών. Για κάθε
παιδί πέραν του τετάρτου, το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα προσαυξάνεται κατά
πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές". 3. Το επίδομα σύνταξης της παρ. 4
του άρθρου 63 του ν. 1892/1990, όπως συμπληρώθηκε με τη διάταξη της παρ, 1 του
άρθρου 3 του ν. 2163/1993 ορίζεται στις είκοσι τρεις χιλιάδες (23.000) δραχμές
μηνιαίως και καταβάλλεται στις δικαιούχες μητέρες, εφόσον το οικογενειακό τους
εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών εκατομμυρίων (3,000.000) δραχμών. 4.
Το ύψος των επιδομάτων, καθώς και των οικογενειακών εισοδημάτων, των
προηγούμενων παραγράφων δύνανται να αναπροσαρμόζονται, με κοινές αποφάσεις των
Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, που
δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, Με όμοιες αποφάσεις καθορίζονται
τα απαραίτητα δικαιολογητικά και ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια
εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Τα οικογενειακά επιδόματα του ν.δ.
1153/1972, όπως αυτά ισχύουν σήμερα, καταργούνται». Ακολούθως, κατ εξουσιοδότηση των προπαρατεθεισών διατάξεων
του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 όσο και του άρθρου 39 του ν. 2459/1997, εκδόθηκε
η Π3δ/οικ. 1078/19-3-1997 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας,
Οικονομικών και Υγείας και Προνοίας (Β' 241), με το άρθρο 1 παρ. 1 της οποίας
ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η χορήγηση των παροχών που προβλέπονται από τις παρ.
1, 3 και 4 του άρθρου 63 του ν. 1892/1990 τελεί υπό την προϋπόθεση ότι το
ετήσιο οικογενειακό εισόδημα των δικαιούχων δεν υπερβαίνει, αντιστοίχως, τα
7.000.000, Β.000<000 και 3.000.000 δραχμές (ποσά τα οποία, μεταγενεστέρως,
με την 2/17961/0020/27-1-2000 κοινή απόφαση των ιδίων Υπουργών [Β' 291]
αναπροσαρμόσθηκαν αντιστοίχως σε 8.000.000, 10.000.000 και 3,500.000 δραχμές).
Τέλος, με το άρθρο 6 περ. γ' της παραπάνω Π3δ/οικ. 1078/19-3-1997 κοινής
υπουργικής αποφάσεως προβλέπεται ότι οι παροχές αυτές «... διακόπτονται από την
1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους εκείνου που καταβάλλεται η παροχή, εφόσον
διαπιστώνεται υπέρβαση του προβλεπόμενου ορίου εισοδήματος».
3. Επειδή, με την προαναφερθείσα διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 39 ν.
2459/1997 επιχειρούνται, μεταξύ άλλων, οι εξής μεταβολές εν σχέσει προς τον ν,
1902/1990 : α) αφ' ενός μεν αυξάνεται το ύψος του επιδόματος προς τους έχοντες
τρία τέκνα από 34.000 δρχ. σε 40.000 δρχ., αφ' ετέρου δε ορίζεται ότι το
επίδομα αυτό χορηγείται πλέον επί εξαετία (ώστε να καλύπτει όλη την προσχολική
ηλικία του τρίτου τέκνου) και όχι μόνον επί τριετία και β} «για λόγους
κοινωνικής δικαιοσύνης» (βλ, εισηγητική έκθεση ν, 2459/1997) το παραπάνω
επίδομα συνδέεται με το οικογενειακό εισόδημα των δικαιούχων, δηλαδή
προβλέπεται ότι θα χορηγείται σε εκείνες τις μητέρες τριών τέκνων το ετήσιο
οικογενειακό εισόδημα των οποίων δεν υπερβαίνει το προσδιοριζόμενο, από τον
νόμο και τις κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενες κοινές υπουργικές αποφάσεις,
ανώτατο όριο (7.000.000 δρχ. αρχικώς, αναπροσαρμοσθέν
σε 8.000.000 δρχ. με την 2/17961/0020/27-1-2000 κ.υ.α.).
4. Επειδή, στο άρθρο 21 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι:«πολύτεκνες
οικογένειες ... έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος».
5. Επειδή, εξ άλλου με την 1095/2001 απόφαση του Συμβουλίου της
Επικρατείας (Α' Τμήμα) εκρίθη ότι οι ανωτέρω παρατεθείσες
διατάξεις του άρθρου 39 ν. 2459/1997, καθ' ο μέρος με αυτές εισάγεται ο
περιορισμός ορισμένου εισοδήματος στην χορήγηση των παροχών άρθρου 63 ν.
1892/1990 προς τις πολύτεκνες μητέρες αντίκειται στο ως άνω αρθρ. 21 παρ. 2 του
Συντάγματος, κατά το οποίο η αναγνωριζόμενη ειδική φροντίδα προς τις πολύτεκνες
οικογένειες δεν δύναται να εξαρτηθεί από κριτήρια εισοδήματος. Η ερμηνευτική
αυτή λύση δεν δύναται να επεκταθεί και στις ρυθμίσεις της παρ. 1 άρθρου 39 του
ίδιου νόμου που αφορούν τις μητέρες με τρία τέκνα, διότι κατά την διάταξη του
άρθρου πρώτου ν. 1910/1944 (όπως τροποποιήθηκε με άρθρο 1 ν. 860/1979)
πολύτεκνοι θεωρούνται, κατ' αρχήν, οι γονείς που έχουν τέσσερα τέκνα. Συνεπώς,
ως προς τις οικογένειες με τρία τέκνα, μη εμπίπτουσες στο πεδίο προστασίας του
άρθρου 21 παρ. 2 του Συντάγματος, ο κοινός νομοθέτης δεν εμποδίζεται να
διαφοροποιήσει τις προβλεπόμενες παροχές με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Κατά
ταύτα, οι επίμαχες ρυθμίσεις της παρ. 1 άρθρου 39 του ν. 2459/1997 με τις
οποίες , άλλωστε, πλην της θέσεως του ορίου εισοδήματος, επεχειρήθησαν
και άλλες επί τα βελτίω μεταβολές στην κοινωνική προστασία των οικογενειών με
τρία τέκνα (βλ. σκέψη 3), δεν αντίκεινται προς την ανωτέρω συνταγματική
διάταξη. Ούτε δε δύνανται να θεωρηθούν ότι είναι αντίθετες προς τις αρχές της
αναλογικότητας ή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης. Τούτο δε, διότι με την
επίμαχη ρύθμιση αφ' ενός μεν το τιθέμενο όριο εισοδήματος είναι εύλογο αφ1
ετέρου δε εισάγονται και ευνοϊκές ρυθμίσεις, όπως είναι η αύξηση του ύψους του
επιδόματος και η επιμήκυνση του χρόνου χορηγήσεως του.
6. Επειδή, από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση
προκύπτουν τα ακόλουθα : Στην αναιρεσίβλητη εχορηγείτο, από την 1.10.1996 έως τις 31.12.1996, με
απόφαση του Προϊσταμένου του κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του Ο.Γ.Α. το
προβλεπόμενο από τις διατάξεις του ν. 1892/1990 επίδομα τρίτου τέκνου. Μετά την
θέση σε ισχύ του ν. 2459/1997, με τον οποίο ως προϋπόθεση για την καταβολή του
παραπάνω επιδόματος ετέθη όριο οικογενειακού εισοδήματος, η χορήγηση του
επιδόματος διεκόπη από την 1.1,1997, με την αιτιολογία ότι το οικογενειακό
εισόδημα της αναιρεσίβλητης για το έτος 1996
υπερέβαινε το ποσόν των 7.000.000 δρχ. Ακολούθως, η αναιρεσίβλητη
υπέβαλε την από 2.12.2002 αίτηση της με την οποία ζήτησε να της χορηγηθεί εκ
νέου το εν λόγω επίδομα από την ημερομηνία της διακοπής του, προβάλλοντας ότι η
διάταξη του άρθρου 39-παρ. 1 ν. 2459/1997, με την οποία τέθηκε όριο εισοδήματος
για την χορήγηση του επιδόματος τρίτου τέκνου, είναι αντισυνταγματική. Η
Προϊσταμένη του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων του Ο.Γ.Α. με το από 2.12.2002
έγγραφο της πληροφόρησε την αναιρεσίβλητη ότι το
αίτημα της δεν μπορούσε να γίνει δεκτό. Ακολούθως, η αναιρεσίβλητη
άσκησε την από 9.12.2002 καταψηφιστική αγωγή της και ζήτησε να της καταβάλει ο
αναιρεσείων Οργανισμός το ποσό των 7,624,78 ευρώ, που αντιστοιχεί στο μη
καταβληθέν επίδομα τρίτου τέκνου για την περίοδο από την 1.1.1997 έως τις
31.12.2001. Η αγωγή έγινε δεκτή με την πρωτόδικη απόφαση. Ο αναιρεσείων
Οργανισμός άσκησε έφεση η οποία απορρίφθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη
απόφαση. Ειδικότερα, το δίκασαν Εφετείο έκρινε ότι οι διατάξεις του ν,
2459/1997 με τις οποίες τίθεται όριο οικογενειακού εισοδήματος για την καταβολή
των παροχών που προβλέπονται από τον ν. 1892/1990, μεταξύ των οποίων και το
επίδομα του τρίτου τέκνου, είναι αντίθετες με το άρθρο 21 παρ. 2 του
Συντάγματος με το οποίο προστατεύονται οι πολύτεκνες οικογένειες, Περαιτέρω δε,
ότι οι αξιώσεις της αναιρεσίβλητης κατά του Ο.Γ.Α.
για την προαναφερθείσα παροχή, παραγράφονται μετά από πενταετία, κατ' ανάλογη
εφαρμογή του άρθρου 937 του Αστικού Κώδικα, και όχι μετά από διετία, όπως
προέβαλε ο αναιρεσείων Οργανισμός. Με τις σκέψεις αυτές το δευτεροβάθμιο
δικαστήριο απέρριψε την έφεση και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση,
7. Επειδή, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η
οποία έκρινε ότι η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 39 ν. 2459/1997 είναι αντίθετη
προς το άρθρο 21 παρ. 2 του Συντάγματος, δεν είναι ορθή, σύμφωνα με όσα
διαλαμβάνονται ανωτέρω στην πέμπτη σκέψη, εφ' όσον, όπως έγινε δεκτό ο κοινός
νομοθέτης μπορεί να διαφοροποιήσει την παρεχόμενη στους γονείς τριών τέκνων
προστασία χωρίς να εμποδίζεται προς τούτο από κάποια συνταγματική διάταξη ή
αρχή, Εξ άλλου, όπως ήδη μνημονεύθηκε, με την 1095/2001 απόφαση του Συμβουλίου
της Επικρατείας, την οποία επικαλείται η αναιρεσιβαλλομένη
απόφαση και η οποία εκδόθηκε επί αιτήσεως ακυρώσεως πολύτεκνης μητέρας, εκρίθη
μόνον η συνταγματικότητα των διατάξεων του ν. 2459/1997 που αφορούσαν τους
πολύτεκνους γονείς και όχι κα! τους γονείς τριών τέκνων,. Επομένως, πρέπει η
κρινομένη αίτηση να γίνει δεκτή, σύμφωνα με τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο
αναιρέσεως, και η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση να
παραπεμφθεί στο δίκασαν Εφετείο για νέα κρίση.
8. Επειδή, το δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει την αναιρεσίβλητη από την δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος
Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 εδ. β' π.δ.
18/1989 (Α' 8),
Δια Ταύτα
Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.
Αναιρεί την 3058/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο
παραπέμπει την υπόθεση για νέα κρίση,
Απαλλάσσει την αναιρεσίβλητη από την δικαστική
δαπάνη του αναιρεσείοντος Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 28 Φεβρουαρίου και στις 2 Μαΐου 2006
και η απόφαση δημοσιεύθηκε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου 2006.