ΣτΕ 1899/2009

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Σύμβαση αντιπαροχής - Μεταβίβαση ποσοστού στον εργολάβο - Φόρος διανομής -.

 

Οταν αναθέτουν σε κατ' επάγγελμα εργολάβο την κατασκευή της πολυκατοικίας έναντι αντιπαροχής και μεταβιβάζονται στον τελευταίο, ως εργολαβικό αντάλλαγμα, ποσοστά εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου των συνιδιοκτητών δεν επιβάλλεται φόρος διανομής στα κτίσματα που, έναντι αντιπαροχής, περιέρχονται στους συνιδιοκτήτες, εφόσον αυτά είναι υποχρεωμένος να τα κατασκευάσει και να τα παραδώσει αποπερατωμένα ο εργολάβος βάσει του σχετικού εργολαβικού συμβολαίου. Οταν όμως στο οικόπεδο για το οποίο συνάπτεται η σύμβαση αντιπαροχής περιλαμβάνεται προϋπάρχον κτίσμα, το οποίο προορίζεται να αποτελέσει μέρος των κτισμάτων που τελικώς θα περιέλθουν στους συνιδιοκτήτες έναντι αντιπαροχής, οφείλεται φόρος διανομής για την αξία του προϋπάρχοντος κτίσματος, αφού στην περίπτωση αυτή στη σχετική σύμβαση εμπεριέχεται και σύμβαση διανομής του κτίσματος αυτού.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Αριθμός 1899/2009

   ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

   ΤΜΗΜΑ Β'

 

   Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Μαΐου 2008 με την εξής σύνθεση: Φ. Στεργιόπουλος, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β' Τμήματος, Ν. Σκλίας, Αικ. Συγγούνα, Α.-Γ. Βώρος, Β. Καλαντζή, Σύμβουλοι, Ε. Σκούρα, Μ.-Α. Τσακάλη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Στεργιοπούλου, Γραμματέας του Β' Τμήματος.

   Για να δικάσει την από 4 Ιουλίου 2001 αίτηση:

   του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Αγρινίου, ο οποίος παρέστη με τον Γεώργιο Καρακώστα, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

   κατά του ..., κατοίκου Ψυχικού Αττικής (οδός .. αρ. ..), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Ε. Ζήση (Α.Μ. 8812), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

   Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ αριθ. 588/2000 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών.

   Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Αικ. Συγγούνα.

   Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο του αναιρεσιβλήτου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

   Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

 

   Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

   Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

   1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία δεν απαιτείται κατά το νόμο να καταβληθούν τέλη και παράβολο, ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της αποφάσεως 588/2000 του Διοικητικού Εφετείου Πατρών. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφανίσθηκε η απόφαση 261/1997 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου και στη συνέχεια έγινε δεκτή η προσφυγή του αναιρεσιβλήτου και η ανάκληση της υπ' αριθ. 1167/8.8.1995 δήλωσής του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, βάσει της οποίας του είχε επιβληθεί φόρος 3.345.257 δραχμών.

   2. Επειδή η υπόθεση συζητήθηκε ενώπιον της επταμελούς συνθέσεως του Τμήματος ύστερα από παραπομπή με την απόφαση 1527/2007 του Τμήματος με πενταμελή σύνθεση λόγω σπουδαιότητας.

   3. Επειδή, το άρθρο 1 παρ. 1 και 3 περ. ζ' του α.ν. 1521/1950, όπως ο νόμος αυτός κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1587/1950 (Α' 294) ορίζει ότι: «Εφ' εκάστης εξ επαχθούς αιτίας μεταβιβάσεως ακινήτου ή πραγματικού επί ακινήτου δικαιώματος ... επιβάλλεται φόρος επί της αξίας αυτών ... 3. Εν τη εννοία του όρου μεταβίβασις, διά την εφαρμογήν του παρόντος νόμου, είναι : α) ... ζ) η διανομή ακινήτων κ.λπ. μεταξύ των συγκυρίων των». Το άρθρο 4 παρ. 1 περ. Α του ίδιου ως άνω α.ν., όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 1078/1980 (φ. Α' 238), ορίζει ότι : «1. Ο φόρος μεταβιβάσεως επί της αξίας του ακινήτου ... υπολογίζεται : Α) Επί αυτουσίου διανομής ακινήτων μεταξύ συγκυρίων, βάσει των συντελεστών της περιπτώσεως Γ' της παρούσης παραγράφου, μειούμενος εις το τέταρτον ...». Περαιτέρω, το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 3104/1954 (φ. Α' 313), με το οποίο ερμηνεύθηκε το άρθρο 4 παρ. 1 περ. Α του ως άνω α.ν., ορίζει ότι : «Η αληθής έννοια των διατάξεων του εδαφίου Α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου 1587/1950 είναι ότι, επί αυτουσίου διανομής ακινήτων, εις τον υπό της εν λόγω διατάξεως προβλεπόμενον φόρον υπόκεινται μόνον τα ατομικώς εξερχόμενα της κοινωνίας μερίδια. Εάν διά της διανομής δημιουργώνται πλείονες μερικώτεραι κοινωνίαι, δεν οφείλεται φόρος μεταβιβάσεως διά τα απαρτίζοντα τας κοινωνίας ταύτας μερίδια». Εξάλλου, με το άρθρο 9 παρ. 1 του ν. 1326/1983 (φ. Α' 19) προστέθηκαν στο τέλος της δεύτερης περιόδου του κεφαλαίου Α' της παρ. 1 του άρθρου 4 του ως άνω α.ν. τα ακόλουθα : «Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση δημιουργίας περισσότερων της μίας μερικότερων κοινωνιών για τα μερίδια που απαρτίζουν τις κοινωνίες αυτές. Σε περαιτέρω αυτούσια διανομή των ακινήτων μεταξύ των συγκυρίων της μερικότερης κοινωνίας, από το φόρο, που αναλογεί στη νέα αυτή διανομή, εκπίπτεται ο φόρος που καταβλήθηκε κατά τη δημιουργία της μερικότερης κοινωνίας». Τέλος το τρίτο εδάφιο της περ. Α' της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 1587/1950, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 1473/1984 (φ. Α' 127) ως ακολούθως : «Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση δημιουργίας μίας ή περισσοτέρων μερικότερων κοινωνιών για τα μερίδια που απαρτίζουν τις κοινωνίες αυτές».

   4. Επειδή, από το συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων συνάγεται ότι, επί συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας μεταξύ των εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτητών οικοπέδου, επί του οποίου είχε ανεγερθεί πολυκατοικία, ούτως ώστε ο καθένας των παραπάνω συνιδιοκτητών να λαμβάνει, αντί της εξ αδιαιρέτου συγκυριότητάς του επί όλων των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας, την αποκλειστική κυριότητα ορισμένων διαμερισμάτων ή ορόφων της ίδιας πολυκατοικίας, συντρέχει περίπτωση διανομής ακινήτων και συγκεκριμένα των διαμερισμάτων ή των ορόφων που εξέρχονται της συγκυριότητας, η δε διανομή αυτή υπόκειται στο φόρο που προβλέπεται από τις προεκτεθείσες διατάξεις (Σ.τ.Ε. 2663/1983). Επομένως, ο σχετικός φόρος προβλέπεται και επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση που οι συνιδιοκτήτες οικοπεδούχοι ανεγείρουν από κοινού και με δικές τους δαπάνες πολυκατοικία, οπότε, μετά τη σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας, θα περιέλθει, σ αυτούς, το σύνολο των ορόφων και διαμερισμάτων, αναλόγως του ποσοστού εξ αδιαιρέτου που είχε καθένας από αυτούς επί του οικοπέδου. Κατά συνέπεια, οσάκις αναθέτουν σε κατ' επάγγελμα εργολάβο την κατασκευή της πολυκατοικίας έναντι αντιπαροχής και μεταβιβάζονται στον τελευταίο, ως εργολαβικό αντάλλαγμα, ποσοστά εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου των συνιδιοκτητών, δεν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις και δεν επιβάλλεται φόρος διανομής στα κτίσματα που, έναντι αντιπαροχής, περιέρχονται στους συνιδιοκτήτες, εφόσον αυτά είναι υποχρεωμένος να τα κατασκευάσει και να τα παραδώσει αποπερατωμένα ο εργολάβος βάσει του σχετικού εργολαβικού συμβολαίου. Περαιτέρω όμως, όταν στο οικόπεδο για το οποίο συνάπτεται η σύμβαση αντιπαροχής περιλαμβάνεται προϋπάρχον κτίσμα, το οποίο προορίζεται να αποτελέσει μέρος των κτισμάτων που τελικώς θα περιέλθουν στους συνιδιοκτήτες έναντι αντιπαροχής, οφείλεται φόρος διανομής για την αξία του προϋπάρχοντος κτίσματος, αφού στην περίπτωση αυτή στη σχετική σύμβαση εμπεριέχεται και σύμβαση διανομής του κτίσματος αυτού.

   5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το διοικητικό εφετείο δέχθηκε τα εξής : «Με το 13914/4.8.1995 συμβόλαιο του Συμβ/φου Αγρινίου ..., περί της ανταλλαγής εξ αδιαιρέτου ποσοστών οικοπέδων, ο εκκαλών ... και οι .... κατέστησαν συγκύριοι, κατά ιδανικό μερίδιο ο καθένας, επί οικοπέδου στο 142ο οικοδομικό τετράγωνο του Αγρινίου, επιφάνειας 1.861,84 Μ2, που σχηματίσθηκε με την πιο πάνω ανταλλαγή. Ειδικότερα ο εκκαλών κατέστη συγκύριος του ενιαίου οικοπέδου κατά 649/1000 εξ αδιαιρέτου, ο δεύτερος κατά 221/1000, ο τρίτος κατά 69,50/1000, ο τέταρτος κατά 29,50/1000 και ο πέμπτος κατά 31/1000. Εξάλλου, στο εν λόγω οικόπεδο υφίστατο ημιτελές κτίσμα, στο στάδιο του σκελετού, αποτελούμενο από υπόγειο 904,63 Μ2, ισόγειο 653,51 Μ2 και πρώτο όροφο 496,31 Μ2. Με την με αριθ. 13961/23.8.1995 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του πιο πάνω Συμβ/φου, οι συνιδιοκτήτες προέβλεψαν κατ' αρχήν την κατασκευή επί του οικοπέδου τούτου δύο αυτοτελών πολυκατοικιών, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν το προϋπάρχον κτίσμα, υπήγαγαν δε αυτές στο σύστημα της κατ' ορόφους ιδιοκτησίας, ώστε η κάθε διακεκριμένη ιδιοκτησία επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου να αναλογεί σε ορισμένο ιδανικό μερίδιο επί του όλου οικοπέδου. Με το ίδιο συμβόλαιο οι συνιδιοκτήτες, αφού προηγουμένως μεταβίβασαν ως εργολαβικό αντάλλαγμα προς την κοινοπραξία με την επωνυμία «Κοινοπραξία ...και Σία», που ανέλαβε εργολαβικώς την κατασκευή των δύο πολυκατοικιών, 480/1000 εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου ο εκκαλών, 76/1000 ο δεύτερος (...), 23,50/1000 ο τρίτος, 1,5/1000 ο τέταρτος και 3,8/1000 ο πέμπτος, κατένειμαν τις οροφοκτησίες που είχαν απομείνει στην κυριότητά τους, ώστε να περιέλθουν κατ' αποκλειστική κυριότητα στον καθένα τους ορισμένες οροφοκτησίες, με συνολικό ποσοστό επί του οικοπέδου 169/1000 στον εκκαλούντα, 145/1000 στον δεύτερο από αυτούς, 46/1000 στον τρίτο, 28/1000 στον τέταρτο και 27,2/1000 στον πέμπτο, ενώ από το προϋπάρχον κτίσμα περιήλθαν στον εκκαλούντα οι οροφοκτησίες που αντιστοιχούσαν στα 649/870 αυτού και το ... οι οροφοκτησίες που αντιστοιχούσαν στα 221/870. Για τις διαφορές μεταξύ της ιδανικής και της αυτούσιας μερίδας των συνιδιοκτητών συμφωνήθηκε η καταβολή τιμήματος». Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι : «εφόσον ο εκκαλών με τους λοιπούς συνιδιοκτήτες του ενιαίου οικοπέδου μεταβίβασαν με το 13961/23.8.1995 συμβόλαιο, με το οποίο είχαν συστήσει οριζόντια ιδιοκτησία, στην κοινοπραξία ... και Σία ως εργολαβικό αντάλλαγμα τα 584,8/1000 εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου και η κοινοπραξία αυτή ανέλαβε με δαπάνες και επιμέλειά της την κατασκευή των δύο πιο πάνω πολυκατοικιών, οι οροφοκτησίες που περιήλθαν στον εκκαλούντα και λοιπούς οικοπεδούχους, ως αντιπαροχή, δεν υπόκεινται σε φόρο διανομής». Η κρίση, όμως, αυτή του διοικητικού εφετείου δεν είναι νόμιμη, αφού, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη, εφόσον στο ενιαίο οικόπεδο υπήρχε κτίσμα που αποτέλεσε μέρος των κτισμάτων που κατά τη σύμβαση περιέρχονται στους συνιοδιοκτήτες, στη σύμβαση περιλαμβάνεται και σύμβαση διανομής του κτίσματος αυτού. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό αναιρέσεως, που βάσιμα προβάλλεται, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί και η υπόθεση να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση. Η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως παρέλκει ως αλυσιτελής. Ο ισχυρισμός του αναιρεσιβλήτου ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση μνημονεύεται εκ παραδρομής άλλο και όχι το κρίσιμο εν προκειμένω συμβόλαιο αφορά ζήτημα πραγματικό που θα εξετασθεί από το δικαστήριο της ουσίας μετά την αναίρεση κατά τ' ανωτέρω.

 

   Διά ταύτα

 

   Δέχεται την αίτηση.

   Αναιρεί την απόφαση 588/2000 του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, σύμφωνα με το αιτιολογικό, και

   Επιβάλλει σε βάρος του αναιρεσιβλήτου τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται σε χίλια τριακόσια ογδόντα (1.380) ευρώ.

   Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Μαΐου 2008 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 3ης Ιουνίου 2009.