ΣυμβΠλημΑθ 2289/2011
Απαγόρευση εξόδου από τη χώρα -
Παράλειψη άμεσης κοινοποίησης.
Απαγόρευση εξόδου από τη χώρα
προσώπου εις βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για τις αξιόποινες πράξεις
της δωροδοκίας και δωροληψίας για την αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα, τελεσθείσας
από κοινού και κατ εξακολούθηση και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές
δραστηριότητες, τελεσθείσας κατ επάγγελμα και κατά συνήθεια. Η
παράλειψη άμεσης κοινοποίησης στον καθ ού
κατηγορούμενο της εν λόγω διάταξης της αρμόδιας Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών
δημιουργεί απόλυτη ακυρότητα κατ άρθρο 171 παρ. 1 εδαφ. δ ΚΠολΔ, η οποία
λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Συμβούλιο.
Αριθμός 2289/2011
TO
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ
ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές,
Σοφία Σωτηροπούλου, Πρόεδρο Πλημμελειοδικών, Αγγελική
Μακρυγεώργου και Ουρανία Φλεριανού,
Πλημμελειοδίκες.
Συνήλθε στο γραφείο της Προέδρου
στις 7 Ιουλίου 2011, παρουσία του Εισαγγελέως Δημητρίου Ζημιανίτη
- Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών - και της Γραμματέως Θεονίτσας
Ιωάννου, προκειμένου ν' αποφανθεί για την παρακάτω ποινική υπόθεση:
Ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών
Αθηνών εισήγαγε τη δικογραφία που σχηματίστηκε στο Συμβούλιο τούτο με την υπ'
αριθμ. ΑΦ 2011/1500/9 έγγραφη πρόταση της Εισαγγελέως Ελένης Ράϊκου, η οποία έχει ως εξής:
Εισάγω ενώπιον του Συμβουλίου Σας,
σύμφωνα με το άρθρο 2 εδ. Β' Ν. 2475/1920, τη
συνημμένη από 24-6-2011 διάταξη μου, με την οποία απαγόρευσα την έξοδο από τη
χώρα του ..., γεν. ... στην Έδεσσα Πέλλας, κατόχου του υπ' αριθ. ... ΔΑΤ του Α.Τ. Σκύδρας, προκειμένου
να διαταχθεί η επικύρωση αυτής και εκθέτω τα ακόλουθα:
Σε βάρος του ως άνω κατ/νου σχηματίστηκε δικογραφία και ασκήθηκε ποινική δίωξη
για τις αξιόποινες πράξεις της α) δωροδοκίας και δωροληψίας για την αλλοίωση
αποτελέσματος αγώνα, τελεσθείσα από κοινού και κατ' εξακολούθηση και β)
νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, τελεσθείσα κατ' επάγγελμα
και κατά συνήθεια (άρθρα 1, 12, 14, 26 παρ. 1, 27 παρ. 1, 45, 94 παρ. 1, 98
ΠΚ-132 Ν. 2725/1999 2 παρ. 2 περ. β', γ', δ', 3 περ. ιθ' και 45 παρ. 1 α', γ' αντίστοιχα του Ν. 3691/2008), και
παραγγέλθηκε η διενέργεια κυρίας Ανακρίσεως από τον κ. Ανακριτή Πρωτοδικών
Αθηνών.
Οι αποδιδόμενες στον ως άνω κατ/νο κατηγορίες συνίστανται συνοπτικά στο ότι κατά το
χρονικό διάστημα των ετών 2008-2011, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν
εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ενεργώντας από κοινού με άλλους
συγκατηγορουμένους του, κατόπιν συναπόφασης και με
κοινό δόλο, με συγκλίνουσες επιμέρους πράξεις, ταυτόχρονες ή διαδοχικές,
αποδεχόμενοι άπαντες την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του κάτωθι
περιγραφόμενου εγκλήματος και γνωρίζοντας ότι καθένας απ' αυτούς ενεργεί με
δόλο τέλεσης αυτού και θέλοντας να ενώσει ο καθένας εξ αυτών τη δράση του με
εκείνη των υπολοίπων, προσέφερε ή υποσχόταν σε αθλητές, διαιτητές ή
διοικητικούς παράγοντες ή άλλα πρόσωπα που συνδέονταν με οποιονδήποτε τρόπο με
τους αθλητές, τους διαιτητές, τα σωματεία, δώρα, ωφελήματα ή άλλες οποιεσδήποτε
παροχές, οι τελευταίοι δε απαιτούσαν ή δέχονταν δώρα ή άλλα ωφελήματα ή
οποιαδήποτε άλλη παροχή ή υπόσχεση αυτών, με σκοπό να αλλοιωθεί υπέρ ή κατά
αθλητικού σωματείου, το αποτέλεσμα ποδοσφαιρικού αγώνα, που διεξαγόταν ή
επρόκειτο να διεξαχθεί, το αποτέλεσμα δε που επεδίωκε κάθε φορά πράγματι
επερχόταν, τελώντας παράλληλα κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια πράξεις
νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς από την υποδομή που
είχε διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης, με σκοπό
πορισμού εισοδήματος, αποκόμιζε μεγάλα κέρδη από την ως άνω περιγραφόμενη
δωροδοκία και δωροληψία για την αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα (άρθρο 132 Ν.
2725/1999), κατέχοντας περιουσία, εν γνώσει κατά το χρόνο κτήσης, του γεγονότος
ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από τις εν λόγω εγκληματικές δραστηριότητες ή
από πράξη συμμετοχής σε αυτές, εν συνεχεία δε προέβαινε σε ενέργειες για την
απόκρυψη ή συγκάλυψη της αλήθειας με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, όσον αφορά στην
προέλευση της περιουσίας, εν γνώσει του γεγονότος ότι η περιουσία αυτή
προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες
δραστηριότητες, ενώ χρησιμοποιούσε και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, τοποθετώντας
σε αυτόν ή διακινώντας μέσω αυτού τα έσοδα που προέρχονταν από τις ως άνω
περιγραφόμενες εγκληματικές δραστηριότητες, με σκοπό να προσδώσει νομιμοφάνεια
σε αυτά.
Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις
του άρθρου 2 περ. β' Ν. 2475/1920 «... Ασκηθείσης ποινικής διώξεως επί κακουργήματι, δύναται ο αρμόδιος εισαγγελεύς να εκδώσει διάταξιν απαγορεύουσαν την έξοδον εκ της χώρας του καθ'ου η δίωξις, εφόσον το μέτρον τούτον
επιβάλλουν λόγοι ασφαλείας ή δημοσίου συμφέροντος. Η απαγορευτική διάταξις κοινοποιείται εις τον καθ' ου αύτη, αποβάλλει δε,
αυτοδικαίως την ισχύν της εάν δεν επικυρωθεί εντός
δέκα πέντε ημερών υπό του αρμοδίου συμβουλίου πλημμελειοδικών, εις το οποίον
εισάγεται μερίμνη του εισαγγελέως και εις το οποίον
καλείται ο ενδιαφερόμενος προ 24 τουλάχιστον ωρών, ίνα παραστεί κατά την
συζήτησιν....».
Επειδή από τα στοιχεία της
δικογραφίας πιθανολογείται σοβαρά η βασιμότητα της κατηγορίας και συντρέχουν
λόγοι δημοσίου συμφέροντος να εμποδιστεί η έξοδος από τη χώρα του κατ/νου μέχρι αυτός να απολογηθεί ενώπιον του κ. Ανακριτή,
λόγω της φύσεως και της βαρύτητας της κατηγορίας που τον βαρύνει και των
υποψιών διαφυγής του στο εξωτερικό, θα πρέπει να επικυρωθεί η υπ'
αριθ. ... Διάταξη μας, με την
οποία απαγορεύτηκε η έξοδος από τη
χώρα του ανωτέρω κατ/νου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΩ:
Να επικυρωθεί η υπ' αριθ. ... Διάταξή μας, με την οποία απαγορεύτηκε η
έξοδος από τη χώρα του ..., γεν. ... στην Έδεσσα Πέλλας, κατόχου του υπ' αριθ.
... ΔΑΤ του Α.Τ. Σκύδρας.
Αθήνα, 30-6-2011
Η ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ
Ελένη ΡΑΪΚΟΥ
Εισαγγελέας Πρωτοδικών
Αφού ορίσθηκε η 7η Ιουλίου 2011,
ως ημέρα συνεδρίασης του Συμβουλίου, ο καθ' ού ...,
εμφανίστηκε και ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του κατά το συνταχθέν σχετικό
πρακτικό, παρουσία του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Δημητρίου Ζημιανίτη και της Γραμματέως Θεονίτσας
Ιωάννου.
Αφού άκουσε τον Εισαγγελέα που
ανέπτυξε και προφορικά την παραπάνω πρόταση της και στη συνέχεια αποχώρησε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του αρθρ. 2 εδ. β' Ν. 2475/1920 «περί μεταναστεύσεως και αποδημίας»,
όπως ισχύει μετά το άρθρο τέταρτο του Ν. 1128/1981 (ΦΕΚ
Α'.31), αν ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα, ο αρμόδιος Εισαγγελέας μπορεί
να εκδώσει διάταξη που απαγορεύει την έξοδο από τη Χώρα εκείνου κατά του οποίου
(ασκήθηκε) η ποινική δίωξη, εφόσον το μέτρο αυτό επιβάλλουν λόγοι ασφαλείας ή
δημοσίου συμφέροντος. Η απαγορευτική διάταξη κοινοποιείται στον καθ' ου πάραυτα
και αποβάλλει αυτοδικαίως την ισχύ της εάν δεν επικυρωθεί εντός δέκα πέντε
ημερών από το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, στο οποίο εισάγεται επιμέλεια
του Εισαγγελέα και στο οποίο καλείται ο ενδιαφερόμενος προ 24 τουλάχιστον ωρών
να παραστεί κατά τη συζήτηση, ενώ κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου
Πλημμελειοδικών ο καθ' ου η απαγορευτική διάταξη μπορεί να προσφύγει στο
Συμβούλιο Εφετών. Από την προαναφερόμενη διάταξη συνάγεται ότι η κοινοποίηση
της απαγορευτικής διάταξης στον κατηγορούμενο - καθ' ου επιβάλλεται να λάβει
χώρα αμέσως μετά την έκδοση της και πριν την επικύρωση της ή μη από το
Συμβούλιο Πλημμελειοδικών και δεν δύναται να γίνει μετά την επικύρωση της ή
λίγες ώρες πριν την έναρξη της συζήτησης στο Συμβούλιο για την επικύρωση της
απαγορευτικής διάταξης, διότι έτσι βλάπτονται γενικώς τα δικαιώματα της
υπερασπίσεως του, αφού μειώνεται σοβαρά ο χρόνος για την προετοιμασία της και
περιορίζεται από το ανώτερο δεκαπενθήμερο σε λίγες ώρες. Και τούτο,
λαμβανομένου υπόψη ότι ο καθ' ου η απαγορευτική διάταξη δεν έχει κληθεί σε
απολογία και, συνεπώς, δεν δύναται να γνωρίζει τις αξιόποινες πράξεις που του
αποδίδονται και για τις οποίες έχει ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη αν δεν
του επιδοθεί η απαγορευτική της εξόδου του από τη χώρα διάταξη, αφού αυτές
αναφέρονται μόνο στην τελευταία και όχι στην κλήση του προς εμφάνιση ενώπιον
του Συμβουλίου, η δε γνώση αυτών από τον καθ' ου είναι αναγκαία προκειμένου να
δυνηθεί να αντικρούσει στο Συμβούλιο τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων για
την επικύρωση της εισαγγελικής διάταξης, ήτοι την ποινική σε βάρος του δίωξη
για κακούργημα και την ύπαρξη λόγων ασφαλείας ή δημοσίου συμφέροντος, υφισταμένων
σοβαρών ενδείξεων σε βάρος του, που δικαιολογούν την απαγόρευση της εξόδου του
από τη χώρα. Συνακόλουθα, η παράβαση της ανωτέρω διάταξης που επιβάλλει άμεση
κοινοποίηση της απαγορευτικής διάταξης στον καθ' ου κατηγορούμενο δημιουργεί απόλυτη ακυρότητα κατ' αρθρ. 171
παρ. 1 εδ. δ' ΚΠΔ, αφού
συνιστά μη τήρηση των διατάξεων που αφορούν στην εμφάνιση, την εκπροσώπηση και
την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του
παρέχονται (βλ. ΑΠ 393/1985 ΠοινΧρ ΛΕ.783, ΕΑ 936/1992 ΠοινΧρ 1992.1106) και
λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπόψη, ενώ η έλλειψη της κοινοποίησης στον καθ' ου η
απαγορευτική διάταξη δεν αναπληρώνεται ούτε με την κλήτευση αυτού ενώπιον του
Συμβουλίου Πλημμελειοδικών 24 ώρες πριν τη συζήτηση (βλ. την υπ' αριθμ. 1985
εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κ. Φαφούτη).
Στην προκείμενη περίπτωση, με την
υπ' αριθμ. ΑΦ 2011/1500/9 ανωτέρω εισαγγελική πρόταση εισάγεται ενώπιον του
Συμβουλίου τούτου προς επικύρωση η υπ' αριθμ. 9/24-6-2011 διάταξη της αρμόδιας
Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, με την οποία απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα
του ..., κατοίκου Σκύδρας Πέλλης (οδός Δαβάκη 14), σε
βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για τις αξιόποινες πράξεις α) της
δωροδοκίας και δωροληψίας για την αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα, τελεσθείσας από
κοινού και κατ' εξακολούθηση και β) της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές
δραστηριότητες, τελεσθείσας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια. Ωστόσο, η ανωτέρω
απαγορευτική διάταξη δεν κοινοποιήθηκε άμεσα στον καθ' ου, σύμφωνα με όσα
εκτίθενται στη νομική σκέψη του παρόντος, αλλά μόλις την 6-7-2011 και περί ώρα
10.00 μ.μ. (βλ. το από 6-7-2011 αποδεικτικό επίδοσης του αστυνομικού ...),
δηλαδή 29 ώρες πριν την από 7-7-2011 συνεδρίαση του παρόντος Συμβουλίου για την
επικύρωση της ή μη και ταυτόχρονα με την κλήση του προς εμφάνιση κατά τη
συζήτηση της υπ' αριθμ. ΑΦ 2011/1500/9 ανωτέρω εισαγγελικής πρότασης. Ενόψει
τούτων και σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη νομική σκέψη του παρόντος, συνάγεται
ότι από την παράλειψη αυτή επήλθε ως προς τον καθ' ου κατ' αρθρ. 171 παρ. 1 εδ. δ', 173 παρ. 2 και 175 ΚΠΔ
απόλυτη ακυρότητα, η οποία λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το
Συμβούλιο τούτο κατά το παρόν στάδιο και καταλαμβάνει την ως άνω απαγορευτική
διάταξη. Συνακόλουθα, το παρόν Συμβούλιο κρίνει ότι δεν πρέπει να επικυρωθεί η
υπ' αριθμ. 9/24-6-2011 διάταξη της αρμόδιας Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών με την
οποία απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα του ..., κατοίκου Σκύδρας Πέλλης (...).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να
επικυρωθεί η υπ' αριθμ. 9/24-6-2011 διάταξη της αρμόδιας Εισαγγελέα Πρωτοδικών
Αθηνών, με την οποία απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα του ..., κατοίκου
Σκύδρας Πέλλης (..).
Αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 7
Ιουλίου 2011 και εκδόθηκε στις 8-7-2011.
Η Πρόεδρος Η Γραμματέας
Σοφία Σωτηροπούλου Θεονίτσα
Ιωάννου
Ο. Φλεριανού