ΠΠρΑθ
875/2016
Κοινοτικό
Σήμα - Κανονισμός 207/2009 - Αγωγή περί άρσης της προσβολής του σήματος και
παράλειψης αυτής στο μέλλον -.
Κίνδυνος σύγχυσης. Εφαρμογή του κανόνα της
διπλής ταυτότητας σημάτων και προϊόντων/υπηρεσιών (double
identity), επί της οποίας δεν απαιτείται η συνδρομή
κινδύνου σύγχυσης. Δεκτή εν μέρει η αγωγή.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΕΙΔΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ
Αριθμός Απόφασης 875/2016
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τις Δικαστές Ιωάννα Μάμαλη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ευγνωσία
Κελεσίδου, Πρωτοδίκη, Καλλιόπη Σμπυρούνια,
Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και από τη γραμματέα Αικατερίνη Αλεξοπούλου. Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριο του στις 07 Οκτωβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση
μεταξύ:
Της ενάγουσας: αλλοδαπής εταιρίας με την
επωνυμία «Northern & Shell
Worldwide Limited», η οποία
έχει την έδρα της στο Λονδίνο του Ηνωμένου Βασιλείου, νομίμως εκπροσωπούμενης,
η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Εμμανουήλ Μαρκάκη.
Των εναγομένων : 1) ..., κατοίκου Αθηνών, ο
οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Ελένης Ρωμανού και 2) της
εταιρείας με την επωνυμία «MEDIA POWER ΕΠΕ» και δ.τ.
«ΤΗΕ WEB POWER», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν
εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από
22-06-2015 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με
αριθμό κατάθεσης 67913/2298/2015, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται
στην αρχή της παρούσας και
γράφτηκε στο οικείο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι
πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν
να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Στο άρθρο 271 ΚΠολΔ,
όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του ν. 3994/2010 (ΦΕΚ Α 165/25.07.2011,
διαλαμβάνονται τα εξής: «1. Αν ο εναγόμενος δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση ή
εμφανιστεί και δε λάβει μέρος σε αυτή κανονικά, το δικαστήριο εξετάζει
αυτεπαγγέλτως αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σε αυτόν νόμιμα
και εμπρόθεσμα. 2. Αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν
εμπρόθεσμα, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση. Διαφορετικά συζητεί
την υπόθεση ερήμην του εναγόμενου. 3. Στην περίπτωση ερημοδικίας του
εναγόμενου, οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί του ενάγοντος
θεωρούνται ομολογημένοι, εκτός αν πρόκειται για γεγονότα για τα οποία δεν
επιτρέπεται ομολογία και η αγωγή γίνεται δέκτη, εφόσον κρίνεται νομικά βάσιμη
και δεν υπάρχει ένσταση που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως». Η ισχύς του ως άνω
αναφερόμενου ν. 3994/2011, ο οποίος τροποποίησε εκτεταμένως
τον ΚΠολΔ, άρχισε εν γένει, σύμφωνα με τη διάταξη της
παρ. 1 του άρθρου 77 αυτού, από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης,
δηλαδή από την 25.07.2011 (ΦΕΚ Α' 165/25.07.2011). Από δε τη διατύπωση της ως
άνω αντικατασταθείσας διάταξης του άρθρου 271 ΚΠολΔ,
συνάγονται τα ακόλουθα: αχ ο εναγόμενος δεν παρασταθεί κατά τη συζήτηση στο
ακροατήριο ή δεν παρασταθεί σε αυτή κανονικά, το δικαστήριο εξετάζει το νόμιμο
και εμπρόθεσμο της σε αυτόν επίδοσης της αγωγής και της κλήσης προς συζήτηση
και, εφόσον διαπιστωθεί ότι η επίδοση δεν πάσχει, δικάζει το συγκεκριμένο απολειπόμενο διάδικο ερήμην (διαφορετικά, σε περίπτωση μη
νόμιμης ή μη εμπρόθεσμης κλήτευσης, κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση)- στη
συνέχεια, το δικαστήριο, αφού ελέγξει αυτεπαγγέλτως το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο της αγωγής (βλ. ΕφΠειρ
444/1987, ΠειρΝ 1987, 106), και εφόσον δεν συντρέχει
ένσταση που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, τεκμαίρει από την (πραγματική ή
πλασματική) ερημοδικία του εναγόμενου, δικαστική εκ μέρους του ομολογία, η
οποία αποτελεί πλήρη απόδειξη μόνο για τα ερείδοντα
τους πραγματικούς αγωγικούς ισχυρισμούς πραγματικά
περιστατικά για τα οποία επιτρέπεται ομολογία, με αυτόθροη
συνέπεια την κατ ανάλογο μέρος αποδοχή της αγωγής ως ουσία βάσιμης [πρβλ. Μακρίδου, σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΕρμΚΠολΔ
1, 2000, άρθρο 271 (υπό τη μορφή που είχε προ της εφαρμογής του ν. 2915/2001),
παρ. 1 και 5, σελ. 561-562].
Από την υπ' αριθμόν 8420 Δ /24.07.2015
έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών
που
επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι επικυρωμένο ακριβές
αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς
συζήτηση για. τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε
νομίμως και εμπροθέσμως στη δεύτερη εναγομένη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Η
τελευταία, κατά την προαναφερθείσα δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε στη
σειρά της από το οικείο πινάκιο, δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Κατά συνέπεια, η πρώτη εναγόμενη πρέπει να δικαστεί ερήμην, (βλ. άρθρο 271 παρ.
1 και 2 εδ. β' του Κ.Πολ.Δ.,
όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του Ν. 3994/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο
72 παρ. 2 του ιδίου Νόμου). Σημειώνεται δε, ότι η ερημοδικία της δεύτερης των
εναγόμενων αξιολογείται αυτοτελώς και αναπτύσσει έννομα αποτελέσματα μόνο ως
προς τη συγκεκριμένη διάδικο, αφού αυτή τελεί με τον παρασταθέντα πρώτο
εναγόμενο σε σχέση παθητικής απλής ομοδικίας, καθώς αμφότεροι ενάγονται από την
ενάγουσα προς άρση και παράλειψη στο μέλλον πρακτικής προσβολής δικαιώματος επί
σήματος και διακριτικών γνωρισμάτων, καθώς και πρακτικής αθεμίτου ανταγωνισμού (βλ.
τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχείο I νομική σκέψη που προηγήθηκε).
II. Σύμφωνα με το άρθρο 125 παρ. 3 εδ. α' και β του Ν. 4072/2012 «Ο δικαιούχος του σήματος
δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές χωρίς
την άδεια του α. σημείο ταυτόσημο με το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες που
ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωρισθεί, β. σημείο για
το οποίο, λόγω της ταυτότητας ή της ομοιότητας του με το σήμα και της
ταυτότητας ή ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που καλύπτονται από το σήμα,
υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης, περιλαμβανομένου και του κινδύνου συσχέτισης».
Ταυτότητα σήματος αποτελεί η πιστή, κατά τα κύρια σημεία, αντιγραφή του, ενώ,
ομοιότητα σήματος αποτελεί η ιδιαίτερη προσέγγιση του προς άλλο προγενέστερο
σήμα συμπεριλαμβανομένου του κοινοτικού, η οποία, σε συνάρτηση με την όλη
οπτική και ηχητική εντύπωση που προκαλεί και ασχέτως από επί μέρους ομοιότητες
ή διαφορές των δύο σημάτων, μπορεί να προκαλέσει στον κοινό καταναλωτή σύγχυση
ως προς την προέλευση των διακρινομένων από αυτά προϊόντων από ορισμένη
επιχείρηση. Ομοιότητα, δε, προϊόντων συντρέχει
όταν αυτά προορίζονται για
σκοπούς ή χρήσεις παρεμφερείς και απευθύνονται στον ίδιο κύκλο
καταναλωτών (βλ. ΣτΕ 425/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ΔΕφΑΘ 541/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η απαγόρευση προσβολής
προγενέστερου σήματος διαβαθμίζεται σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο εμπίπτει η
περίπτωση στην οποία το μεταγενέστερο σήμα ταυτίζεται με το προγενέστερο και
προορίζεται να διακρίνει προϊόντα που επίσης ταυτίζονται με εκείνα για τα οποία
προστατεύεται το προγενέστερο (ταύτιση σημάτων και προϊόντων). Στο δεύτερο
επίπεδο εμπίπτει η περίπτωση στην οποία είτε το μεταγενέστερο σήμα ταυτίζεται
με το προγενέστερο και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα όμοια με εκείνα που
διακρίνει το τελευταίο, είτε το μεταγενέστερο σήμα ομοιάζει με το προγενέστερο
και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα που ταυτίζονται με εκείνα που διακρίνει
επίσης το τελευταίο (ταυτότητα σημάτων
και ομοιότητα προϊόντων ή ταυτότητα
προϊόντων και ομοιότητα σημάτων). Στην πρώτη περίπτωση της ταυτότητας σημάτων
και προϊόντων η προστασία του προγενέστερου σήματος είναι απόλυτη, χωρίς την
ανάγκη επίκλησης και απόδειξης κινδύνου σύγχυσης, ο οποίος θεωρείται κατ'
αμάχητο τεκμήριο ότι συντρέχει, αφού το σήμα δεν μπορεί να επιτελέσει τη
λειτουργία του, πού είναι να διακρίνει στην αγορά την προέλευση του προϊόντος
από ορισμένη επιχείρηση. Στη δεύτερη περίπτωση η προστασία του προγενέστερου
σήματος είναι σχετική και απαιτείται, ως πρόσθετο στοιχείο, κίνδυνος σύγχυσης ή
συσχέτισης των σημάτων (βλ. ΑΠ 62/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κίνδυνος σύγχυσης υπό στενή
έννοια συντρέχει όταν το συναλλακτικό κοινό λόγω της ομοιότητας των σημάτων και
των προϊόντων, υπολαμβάνει ταυτότητα της επιχείρησης από την οποία προέρχονται
τα προϊόντα. Και αν η εντύπωση αυτή (ταυτότητα επιχείρησης) δημιουργείται από
την ομοιότητα των σημάτων γίνεται λόγος για άμεσο κίνδυνο σύγχυσης, ενώ για
έμμεσο, όταν η παραπάνω εντύπωση οφείλεται όχι στην ομοιότητα των σημάτων, αλλά
στη διαπίστωση ότι το ένα σήμα αποτελεί μεταβολή ή εξέλιξη του άλλου. Κίνδυνος
σύγχυσης υπό ευρεία έννοια γίνεται δεκτό ότι συντρέχει και όταν λόγω της
ομοιότητας των σημάτων δύο διαφορετικών επιχειρήσεων, δημιουργείται η εσφαλμένη
εντύπωση ότι ανάμεσα στις επιχειρήσεις αυτές υπάρχει οικονομικός ή άλλος δεσμός
(βλ. ΑΠ 1604/2003 ΧρΙΔ 2004.371 ΕφΑΘ
840/2012 ΔΕΕ 2012.457- ΕφΑΘ 873/2010 ΔΕΕ 2010.551-ΕφΑΘ
4008/2006 ΔΕΕ 2007.183 ΕφΑΘ 866/2004 ΕλλΔνη 2005.596). Επιπρόσθετα, ως παράμετροι κρισιολόγησης του κατά τα ανωτέρω κινδύνου σύγχυσης
γίνονται δεκτές οι εξής τρεις: α) η ομοιότητα των σημείων. Αυτή αναλύεται σε
οπτική, ακουστική ή εννοιολογική και αρκεί η αποδοχή μίας εκ των τριών αυτών
κατευθύνσεων για την κατάφαση του κινδύνου σύγχυσης, κατόπιν συνολικής
εκτίμησης, όμως, όλων των σχετικών παραγόντων της οικείας υπόθεσης, με
καθοριστική σημασία να προσλαμβάνει, όπως προαναφέρθηκε, η γενική εντύπωση που
δημιουργείται στον αποδέκτη των προϊόντων ή υπηρεσιών (βλ. ΔΕΚ, απόφαση της
06.10.2005 στην υπόθεση C-120/04, Medion, ΧρΙΔ 2006, σελ. 741 επ., σκέψη 26 ΔΕΚ, απόφαση της
22.06.2000 στην υπόθεση C-425/98, Marca
Moda, ΤΝΠ Eur-Lex, σκέψη 40, και Μαρίνο, Δίκαιο Σημάτων, Αθήνα 2007, σελ.
& 178 έως 181, παρ. 381, 382, 384 και 3JB7). β) Η ομοιότητα των ι προϊόντων
ή υπηρεσιών, η οποία και προσδιορίζει την κανονιστική εμβέλεια του σήματος στις
συναλλαγές. Για τη σχετική αξιολογική εκτίμηση βαρύνουσα σημασία προσλαμβάνει η
φύση και ο προορισμός των εμπορευμάτων ή υπηρεσιών, χαρακτηριστικά στα οποία οι
καταναλωτές αποδίδουν τη μεγαλύτερη σημασία. Υπό το πρίσμα αυτό, παρόμοια είναι
τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες όταν προορίζονται για σκοπούς ή χρήσεις παρεμφερείς,
απευθύνονται στον ίδιο κύκλο καταναλωτών και διανέμονται στα ίδια κανάλια
διανομής (βλ. ΣτΕ 914/2001, ΕΕμπΔ
2002, 439 και ΔΕφΑΘ 3407/2002, ΕΕμπΔ
2003, 917). Εντούτοις, η ένταξη ενός προϊόντος ή μίας υπηρεσίας στην ίδια κλάση
δεν έχει αποφασιστική σημασία για την κατάφαση της ομοιότητας των συγκρινόμενων
προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως και αντίστροφα, η υπαγωγή δύο εμπορευμάτων ή
υπηρεσιών σε διαφορετικές κλάσεις δεν οδηγεί αναγκαστικά στη^ άρνηση της
ομοιότητας (και τούτο, επειδή η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με
τον Διακανονισμό της Νίκαιας εξυπηρετεί αποκλειστικώς διοικητικούς σκοπούς, βλ.
σχετικά ΠΕΚ, απόφαση της 13.12.2004 στην υπόθεση Τ-8/03, Emilio
Pucci, ΤΝΠ Eur-Lex, σκέψη 40 και Μαρίνο, ό.π.,
σελ. 190, παρ. 403 και 404). γ) Η διακριτική δύναμη του σήματος που
προσβάλλεται, η οποία εκτιμάται υπό μία σφαιρική προσέγγιση σε σχέση με τα
προϊόντα και τις υπηρεσίες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση του και με την
αντίληψη των καταναλωτών των συγκεκριμένων προϊόντων και υπηρεσιών. Έτσι, όσο σημαντικότερη
είναι η διακριτική ισχύς τού προσβαλλόμενου σήματος τόσο μεγαλύτερος είναι ο
κίνδυνος σύγχυσης από τη χρήση του παραποιητικού ή απομιμητικού αυτού στις συναλλαγές (βλ. ΔΕΚ, απόφαση της
22.Q6.2000 στην υπόθεση C-425/98, Marca Moda, ό.π., σκέψεις 38 και 39,
και Μαρίνο, ό.π., σελ. 191, παρ. 405 και 406). Σε
κάθε περίπτωση, για την κρίση αν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης λαμβάνεται υπόψη η
δημιουργούμενη εντύπωση σε σημαντικό τμήμα των σχετικών συναλλακτικών κύκλων,
με συνεπακόλουθο η παραπλάνηση ενός μικρού τμήματος των καταναλωτών να μην
αρκεί για την κατάφαση αυτού (βλ. Ρόκα, Σήματα - ερμηνεία του ν. 4072/2012,
Αθήνα 2013, σελ. 53, παρ. 16). Ο κίνδυνος σύγχυσης, εξάλλου, περικλείει και τον
κίνδυνο συσχέτισης (νοητικής σύνδεσης) μεταξύ δύο σημείων, ο οποίος αφορά την
περίπτωση κατά την οποία μολονότι τα δύο σημεία, συγκρινόμενα αυτοτελώς μεταξύ
τους, δεν επιφέρουν κίνδυνο σύγχυσης, δημιουργείται πάντως από αυτά η εντύπωση
είτε ότι τα εμπορεύματα ή οι υπηρεσίες που φέρουν το σήμα προέρχονται από την
ίδια επιχείρηση, είτε από διαφορετικές μεν, που έχουν όμως σχέση συνεργασίας
(βλ. Ρόκα, ό.π. σελ. 55, παρ. 27). Ακόμα, πρέπει να
επισημανθεί ότι, κατά πάγια κοινοτική νομολογία, η έννοια του , μέσου καταναλωτή
της αντίστοιχης κατηγορίας προϊόντων, η αντίληψη του οποίου
αναδεικνύεται σε κύρια παράμετρο της στάθμισης περί συνδρομής κινδύνου σύγχυσης
ή μη από την παραποίηση ή απομίμηση προϊόντων, συγκεκριμενοποιείται στον
καταναλωτή που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και
ενημερωμένος (βλ. ΔΕΚ, απόφαση της 20.03.20U3 στην υπόθεση O291/0U, LTJ Diffusion SA, ΤΝΠ Eur-Lex, σκέψη 52 ΔΕΚ, απόφαση της 08.04.2004 στην υπόθεση
C-53/01, Linde, ΤΝΠ Eur-Lex, σκέψη 41 ΓΔΕΕ, απόφαση της 09.03.2012 στην υπόθεση
Τ-32/10, Ella Valley Vineyards, ΤΝΠ Νόμος, σκέψη 25 και Μαρίνο, Δίκαιο Σημάτων, ό.π., σελ. 1J85, παρ. 395).
III. Από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1,
6, 9 παρ. 1 περ. γ, 2 και 3, 14 παρ. 1, 97 παρ. 1, 98 του Κανονισμού (ΕΚ)
207/2009 του Συμβουλίου της 26ής Φεβρουαρίου 2009 «για το κοινοτικό σήμα»
(εφεξής «Κανονισμός»), και 121, 122, 124 παρ. 1 περ. γ', 125 παρ. 1 και 3 και
150 παρ. 1 του ν, 4072/2012, συνάγονται τα εξής: α) Στα σήματα που χαίρουν
φήμης στην Κοινότητα ή στην Ελλάδα παρέχεται ευρύτερη προστασία από την
προβλεπόμενη στις διατάξεις των περ. α' και β' της παρ. 1 του άρθρου 9 του
Κανονισμού ή αντίστοιχα σε εκείνες των άρθρων 124 παρ. 1 περ. α' και β' του ν.
4072/2012. Γενικές προϋποθέσεις παροχής της προστασίας ενός φημισμένου σήματος
συνιστούν: i) η χρήση του μεταγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με το
καταχωρηθέν σήμα σημείου χωρίς την συγκατάθεση του δικαιούχου, ii) η χρήση του
σημείου στις συναλλαγές, ήτοι στο πλαίσιο εμπορικής| δραστηριότητας με σκοπό
την άντληση οικονομικού οφέλους, και iii) η χρήση του σημείου «για προϊόντα ή
υπηρεσίες», δηλαδή η επίθεση του στα προϊόντα που εμπορεύεται ο τρίτος μη
δικαιούχος ή η χρήση του κατά τρόπο ώστε να θεμελιώνεται σύνδεσμος μεταξύ του
εν λόγω σημείου και των προϊόντων που εμπορεύεται ή των υπηρεσιών που παρέχει ο
τρίτος. Ως ειδική προϋπόθεση της προστασίας τίθεται η άνευ εύλογης αιτίας
χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σημείου η οποία επιφέρει ή θα μπορούσε να
επιφέρει έστω μία από τις κατωτέρω τρεις διαζευκτικά αναφερόμενες προσβολές τον
προγενέστερου σήματος; i) βλάβη στο διακριτικό χαρακτήρα του, ii) βλάβη στη
φήμη του και iii) άντληση αθέμιτου οφέλους είτε από το διακριτικό χαρακτήρα
είτε από τη φήμη του (βλ. ΔΕΚ, απόφαση της 18.06.2009 στην υπόθεση C-487/07, V Qreal, ΧρΙΛ 2010, 355, σκέψεις
34, 42- ΔΕΚ, απόφαση της 27.11.2008 στηγ υπόθεση
C-252/07, Intel, ΧρΙΔ 2010,
365, σκέψεις 26-28- ΔΕΚ απόφαση της 10.04.2008 στην υπόθεση C-102/07, Adidas Π, ΧρΙΔ 2008, 942, σκέψη
40- ΔΕΚ, απόφαση της 23.10.2003 στην υπόθεση C-408/01, Adidas
I, ΧρΙΔ 2004, 273, σκέψη 27- ΑΠ 1030/2008, ΧρΙΔ 2009, 264 και ΠΠρΑΘ
313/2010, ΧρΙΔ 2011, 218). β) Για να χαρακτηρισθεί
ένα σήμα ως φημισμένο απαιτείται επαρκής βαθμός γνώσης του από το κοινό το
οποίο αυτό αφορά, δηλαδή, ανάλογα με το διατιθέμενο στο εμπόριο προϊόν ή
υπηρεσία, είτε το ευρύ κοινό είτε ένα πλέον εξειδικευμένο κοινό, π.χ.
συγκεκριμένος επαγγελματικός κύκλος, χωρίς παράλληλα να απαιτείται όπως είναι
γνωστό σε συγκεκριμένο ποσοστό του κατ' αυτόν τον τρόπο προσδιορισμένου κοινού.
Ο απαιτούμενος βαθμός γνώσης υφίσταται όταν το προγενέστερο σήμα είναι γνωστό
σε σημαντικό μέρος του οικείου κοινού. Κατά την εξέταση της προϋπόθεσης αυτής,
το δικάζον δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα ασκούντα εν προκειμένω
επιρροή στοιχεία, δηλαδή, μεταξύ άλλων, το καλυπτόμενο από το σήμα μερίδιο
αγοράς, την έκταση, τη γεωγραφική έκταση και τη διάρκεια της χρησιμοποίησης
του, καθώς και το μέγεθος των επενδύσεων που έχει πραγματοποιήσει ο σηματούχος για την προβολή του. Από άποψη εδαφικής έκτασης,
εξάλλου, δεν απαιτείται η φήμη να υφίσταται «σε ολόκληρο» το έδαφος της Ελλάδας
ή της Κοινότητας. Αρκεί να υφίσταται σε σημαντικό τμήμα τους. Η δε φήμη ενός
κοινοτικού σήματος που εκτείνεται σε ολόκληρο το έδαφος ενός κράτους - μέλους,
όπως της Ελλάδας, είναι δυνατόν υπό προϋποθέσεις να θεωρηθεί ότι πληροί την
εδαφική απαίτηση του άρθρου 9 παρ. 1 περ. γ' του Κανονισμού. Περαιτέρω, άλλες
παράμετροι αξιολόγησης ενός σήματος ως έχοντος φήμη είναι η μοναδικότητα αυτού,
υπό την έννοια ότι τούτο δεν έχει φθαρεί χρησιμοποιούμενο κατά τρόπο ευρύ από
τρίτους σε ανόμοια προϊόντα, η ιδιοτυπία στην εν γένει εμφάνιση και την
εκφραστική του δύναμη, η ύπαρξη ιδιαίτερης θετικής εκτίμησης του καταναλωτικού
κοινού αναφορικά με τα προϊόντα που διακρίνει, το καλυπτόμενο από το αυτό
μερίδιο αγοράς, η χρονική διάρκεια της χρησιμοποίησης του και το μέγεθος των
επενδύσεων που έχει πραγματοποιήσει η επιχείρηση για την προβολή του (βλ. ΑΠ
1030/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
IV. Τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν
αρμοδιότητα να ελέγξουν ούτε παρεμπιπτόντως τη συνδρομή των προϋποθέσεων περί
διαγραφής του σήματος και δεν έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν τη νόμιμη προστασία
του σήματος έστω και αν υποπέσει στην αντίληψη τους ύπαρξη λόγου μη έγκρισης ή
διαγραφής του (βλ. ΑΠ 344/2013 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Προς προστασία όμως των
συναλλαγών και του καταναλωτικού κοινού από τον κίνδυνο σύγχυσης περί της
προέλευσης προϊόντων ή υπηρεσιών ερευνάται από τα πολιτικά δικαστήρια (που
έχουν δικαιοδοσία να κρίνουν για την αστική προστασία του σήματος του
δικαιούχου από παράνομες προσβολές, τρίτων) ο κίνδυνος σύγχυσης που μπορεί να
προκληθεί από τη χρήση δύο σημάτων στον μέσο καταναλωτή του σχετικού
συναλλακτικού, κύκλου είτε ως προς την ταυτότητα της επιχείρησης που προσφέρει
τα προϊόντα (κίνδυνος σύγχυσης υπό στενή έννοια) είτε σε σχέση με τις σχέσεις
της με άλλη επιχείρηση [κίνδυνος σύγχυσης υπό ευρεία έννοια (ΑΠ 1751/2011)].
Εξάλλου βασική προϋπόθεση για την άσκηση ηλεκτρονικού εμπορίου, αποτελεί η
δημιουργία ενός χώρου στο διαδίκτυο (internet), όπου
θα καθίσταται δυνατή η πρόσβαση πελατών και η κατάρτιση των συναλλαγών. Μέσο
για την είσοδο στο διαδίκτυο αποτελεί το "domain
name" (όνομα χώρου), το οποίο κατ' ουσίαν επιτελεί ρόλο ηλεκτρονικής διεύθυνσης, επιτρέποντας
την επικοινωνία του χρήστη του διαδικτύου με τον κάτοχο της ηλεκτρονικής
διεύθυνσης. Σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού διαχείρισης και εκχώρησης
ονομάτων χώρου (κανονισμός ΕΕΤΤ 750/02/19.02.2015, ΦΕΚ Β 412/2015) όνομα Χώρου
(domain name) είναι ένα
αλφαριθμητικό στοιχείο το οποίο εκχωρείται προς χρήση σε ένα φυσικό ή νομικό
πρόσωπο με σκοπό την χρήση, από το συγκεκριμένο πρόσωπο ή με την συναίνεση του,
πρωτοκόλλων ή υπηρεσιών του Διαδικτύου. Έτσι, φορέας ονόματος χώρου με κατάληξη
.gr είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο
γίνεται εκχώρηση ονόματος χώρου με κατάληξη .gr, ενώ καταχωρητής είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο προς το οποίο
είναι δυνατό να υποβάλλονται δηλώσεις καταχώρησης από ενδιαφερόμενους να τους
εκχωρηθεί όνομα χώρου με κατάληξη .gr, όπως επίσης
δηλώσεις μεταβίβασης, μεταβολής επωνυμίας/ονοματεπώνυμου, ενεργοποίησης
δεσμευμένου ονόματος, διαγραφής, ανανέωσης, μεταβολής στοιχείων, αλλαγής καταχωρητή, ενεργοποίησης υπηρεσίας αυξημένης ασφάλειας
σχετικά με ονόματα χώρου με κατάληξη .gr. Κάθε φυσικό
ή νομικό πρόσωπο το οποίο τηρεί τις ελάχιστες προϋποθέσεις του Παραρτήματος Β
του ανωτέρω κανονισμού της ΕΕΤΤ, δύναται να λειτουργεί ως καταχωρητής,
σύμφωνα με τον κανονισμό αυτό και ιδίως το άρθρο 17 αυτού. Οι δηλώσεις
καταχώρησης υποβάλλονται από τον καταχωρούμενο σε
κάποιον εκ των καταχωρητών οι οποίοι περιλαμβάνονται
σε κατάλογο καταχωρητών τον οποίο τηρεί, δημοσιεύει
και κατά καιρούς τροποποιεί η ΕΕΤΤ, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού,
(άρθρο 7 παρ. 7 Κανονισμού ΕΕΤΤ 750/02/19.02.2015, ΦΕΚ Β 412/2015). Σύμφωνα με
το άρθρο 1 - 10 του κανονισμού αυτού ένα όνομα χώρου με κατάληξη .gr διαγράφεται οριστικά οσάκις συντρέχουν μία ή
περισσότερες από τις εξής περιοριστικά οριζόμενες περιπτώσεις: αν το ζητήσει! ο
φορέας με δήλωση του (Παράρτημα ΙΑ), μέσω του καταχωρητή
που διαχειρίζεται το όνομα χώρου με κατάληξη .gr, στο
Μητρώο. Αυτεπάγγελτα ή μετά από καταγγελία τρίτου έχοντος προς τούτο έννομο
συμφέρον, στις εξής περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις: 1. Αν η Δήλωση
Καταχώρησης δεν ήταν ακριβής ως προς τα υποχρεωτικά πεδία αυτής και ιδίως σε
περίπτωση που: [...] το μεταβλητό πεδίο ονόματος χώρου με κατάληξη .gr είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο σε βαθμό που να προκαλεί
σύγχυση με όνομα για το οποίο υφίσταται δικαίωμα βάσει εθνικής ή κοινοτικής
νομοθεσίας και το εν λόγω όνομα χώρου με κατάληξη .gr:
α. καταχωρήθηκε από φορέα, ο οποίος δεν έχει δικαιώματα ή έννομο συμφέρον επί
του ονόματος ή/και β. καταχωρήθηκε ή χρησιμοποιείται με κακή πίστη. Έτσι ο
χρήστης, συνδεόμενος με ένα συγκεκριμένο όνομα διαδικτύου, επιθυμεί να έλθει σε
επαφή με τα δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα; δεδομένα και κατ' επέκταση με το
πρόσωπο στο οποίο ανήκει η ιστοσελίδα, με τον τρόπο δε αυτό καθίσταται δυνατή η
πρόσβαση πελατών ακόμη και η κατάρτιση συναλλαγών. Το "domain
name" δεν μπορεί κατ αρχήν να ταυτισθεί με την
εμπορική επωνυμία» το διακριτικό τίτλο και το εμπορικό σήμα. Πρέπει, ωστόσο, να
αποδίδεται σ1 αυτό λειτουργία τόσο διακριτικού τίτλου όσο και σήματος, κατά
έμμεσο τρόπο, όταν αυτό χρησιμοποιείται ως διακριτικό στοιχείο για το πρόσωπο ή
την επιχείρηση στο διαδίκτυο, διότι, όπως και τα προηγούμενα, έχει πρωταρχικά εξατομικευτική και αναγνωριστική λειτουργία. Η ευχέρεια
ελεύθερης χρήσης οποιασδήποτε ονομασίας, όσο γνωστή και φημισμένη και αν είναι,
από τον πρώτο τυχόντα θα προκαλούσε τεράστιες ή ανεπανόρθωτες ζημίες στην
επιχείρηση που καθιερώθηκε στις συναλλαγές με την επίμαχη ονομασία. Για τη
διαφύλαξη έτσι των νομίμων συμφερόντων των παραπάνω επιχειρήσεων, θα πρέπει να
αποδοθεί στο "domain name"
μια οιονεί λειτουργία διακριτικοί) τίτλου και4 σήματος. Τούτο ενισχύεται και
από το ότι οι κάτοχοι "domain name" στην πράξη εμφανίζονται στο διαδίκτυο με τα
διακριτικά γνωρίσματα που τους κατέστησαν γνωστούς στον υλικό κόσμο, δηλαδή
χρησιμοποιούν το όνομα, την επωνυμία ή το σήμα τους, δεδομένων μάλιστα των
περιορισμένων ορίων παροχής "domain name" για κάθε χρήση αλλά και της επιβαλλόμενης
συντομίας για του είδους αυτού την επικοινωνία. Υπό τις ανωτέρω παραδοχές, η
σύγκρουση μεταξύ διακριτικού γνωρίσματος επιχείρησης, επωνυμίας, σήματος κ.λ.π.
και "domain name"
θα αρθεί κατ' αρχάς, με βάση την αρχή της χρονικής προτεραιότητας κατά τα εν
γένει ισχύοντα. Έτσι το ομοειδές του "domain name" αλλά και της δραστηριότητας του κατόχου του με|
αντίστοιχο προγενέστερο διακριτικό γνώρισμα κ.λ.π., σαφώς συνηγορεί υπέρ της
κατάφασης της προσβολής του προγενέστερου γνωρίσματος. Ο κίνδυνος σύγχυσης,
ωστόσο, πρέπει να νοηθεί ευρέως, ώστε να μην αποκλείεται ακόμα και όταν η
μεταγενέστερη επιχείρηση παράγει η εμπορεύεται ανόμοια προϊόντα η προσφέρει
ανόμοιες υπηρεσίες, αφού και στην περίπτωση αυτή ο καταναλωτής μπορεί να
σχηματίσει την εντύπωση ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια
επιχείρηση ή ότι ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις υπάρχει σχέση συνεργασίας.
Απαιτείται, όμως, στην περίπτωση αυτή, να υπάρχει τουλάχιστον κάποια εγγύτητα ή
συγγένεια των οικονομικών κλάδων, στους οποίους ανήκουν οι αντιμαχόμενες
επιχειρήσεις, και τούτο διότι η έλλειψη κάθε σχέσης των οικονομικών κλάδων
δραστηριότητας θα έχει κατά κανόνα ως αποτέλεσμα τη δυνατότητα παραπλάνησης
ενός αμελητέου τμήματος των σχετικών συναλλακτικών κύκλων, το οποίο δεν θα
επαρκούσε για την αποδοχή του κινδύνου σύγχυσης (βλ. ΑΠ 1609/2014 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα
αλλοδαπή εταιρία που εδρεύει στο Λονδίνο του Ηνωμένου Βασιλείου, εκθέτει ότι
δραστηριοποιείται στο χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των εκδόσεων. Ότι
από το μήνα Μάρτιο του έτους 1993 εκδίδει στο Ηνωμένο Βασίλειο το περιοδικό OK,
το οποίο έχει ως θεματολογία τα νέα γύρω από διάσημα πρόσωπα (celebrities) και τον τρόπο ζωής τους. Οτι
το εν λόγω περιοδικό κυκλοφορεί παγκοσμίως, μεταξύ δε άλλων χωρών και στην
Ελλάδα, από τις 9-11-2005, κατόπιν άδειας της, αρχικά από την ανώνυμη εταιρία
«ΙΜΑΚΟ Media ΑΕ» και από το μήνα Φεβρουάριο του 2012
από την ανώνυμη εταιρία «ΔΑΦΝΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΑΕ» του ομίλου ANTENNA. Ότι μία
μόνιμη στήλη της ελληνικής έκδοσης του ανωτέρω περιοδικού με τον τίτλο «ΟΚ TV» περιλαμβάνει
το πρόγραμμα των ελληνικών τηλεοπτικών καναλιών εκάστης βδομάδας μαζί με
επιλεγμένα νέα για δημοφιλείς εκπομπές. Περαιτέρω, η ενάγουσα εκθέτει ότι είναι
δικαιούχος του αναφερόμενου στην αγωγή αλλοδαπού σήματος, το οποίο έχει
κατοχυρώσει στο Τμήμα Κατάθεσης Σημάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης, καθώς και των
κοινοτικών σημάτων, όπως αυτά περιγράφονται στην κρινόμενη αγωγή. Ότι δαπανά
μεγάλα χρηματικά ποσά για τη διαφημιστική προβολή του ανωτέρω περιοδικού, το
οποίο έχει σημαντικές πωλήσεις στην Ελλάδα, καθώς και για τη συντήρηση της
υψηλής φήμης του. Ότι τα σήματα της χαίρουν ιδιαίτερης φήμης στο σύνολο της
ελληνικής επικράτειας. Ότι τις ενδείξεις που απαρτίζουν τα σήματα της και
τίθενται στο ως άνω περιοδικό και δη τις ενδείξεις «ΟΚ» και «ΟΚ ΤV»
τις χρησιμοποιεί ως διακριτικά γνωρίσματα των υπηρεσιών της, οι οποίες έχουν
καθιερωθεί στις συναλλαγές και έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη φήμη. Ότι το μήνα
Οκτώβριο του έτους 2012 διαπίστωσε ότι ο πρώτος εναγόμενος
παρείχε υπηρεσίες
ενημέρωσης του κοινού για διασημότητες και σχετικό κουτσομπολιό μέσα από την
αναφερόμενη ιστοσελίδα στο διαδίκτυο με τον τίτλο «ΟΚ TV», χωρίς προηγούμενη
σχετική άδεια της ενάγουσας. Ότι για τη λειτουργία του διαδικτυακού αυτού
περιοδικού, ο πρώτος εναγόμενος, κατόπιν αίτησης που υπέβαλε στην ΕΕΤΤ, κατέστη
δικαιούχος του ονόματος χώρου (domain name) με την ονομασία oktv.gr, το
οποίο διαχειρίζεται ο ίδιος, κατόπιν μεσολάβησης της δεύτερης εναγόμενης
εταιρίας με την επωνυμία «MEDIA POWER Ε.Π.Ε.» και τον δ.τ.
«ΤΗΕ WEB POWER», η οποία αποτέλεσε τον καταχωρητή,
κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό
διαχείρισης και εκχώρησης ονομάτων χώρων της EETT. Ότι με τον τρόπο αυτό
δημιουργείται κίνδυνος συνειρμικής συσχέτισης μεταξύ των υπηρεσιών των
διαδίκων, αλλά και κίνδυνος σύγχυσης στον μέσο καταναλωτή ως προς την προέλευση
των εν λόγω υπηρεσιών. Ότι ο πρώτος εναγόμενος άντλησε αθέμιτο όφελος από την
φήμη των σημάτων και των διακριτικών γνωρισμάτων της ενάγουσας, ενώ παράλληλα
έβλαψε τον διακριτικό τους χαρακτήρα και την φήμη τους. Με βάση το ιστορικό
αυτό, η ενάγουσα ζητεί: 1) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να άρουν και να
παραλείπουν στο μέλλον την χρήση με οποιονδήποτε τρόπο των ενδείξεων που
προστατεύονται από τα ρήματα και διακριτικά γνωρίσματα της ενάγουσας, 2) να
υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη και οι καθολικοί ή ειδικοί της διάδοχοι να
παύσει και να παραλείπει στο μέλλον να παρέχει προς τον πρώτο εναγόμενο και/ή
προς τους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους αυτού, υπηρεσίες καταχώρισης,
μεσολάβησης προς το Μητρώο Ονομάτων Χώρου με κατάληξη .gr
που τηρεί η ΕΕΤΤ ως προς το όνομα χώρου «oktv.gr», 3)
να απειληθεί ο πρώτος εναγόμενος με προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους και
η δεύτερη εναγόμενη με χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000) υπέρ της
ενάγουσας για κάθε παράβαση της υποχρεώσεως παραλείψεως, 4) να της επιτραπεί η
με δαπάνες του πρώτου εναγομένου δημοσίευση περίληψης της απόφασης που θα
εκδοθεί στις εφημερίδες «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και «ΤΟ ΒΗΜΑ», 5) να κηρυχθεί η απόφαση
που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και 6) να καταδικασθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον στη δικαστική της δαπάνη. Με το παραπάνω
περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή εισάγεται για να δικαστεί ενώπιον του
Δικαστηρίου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία προς τούτο [σύμφωνα με τα άρθρα
94 παρ.1, 2 περ. α' και 97 παρ. ι του Κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου,
63 παρ.1, 66, 68 παρ.2 του Κανονισμού (ΕΚ) 1215/2012 του Συμβουλίου ο οποίος
αντικατέστησε τον Κανονισμό (ΕΚ) 44/2001, (ως προς την στηριζόμενη στην
προσβολή των επίδικων κοινοτικών σημάτων βάση) και άρθρο 4 παρ.1, 66, 68 παρ.2
του Κανονισμού (ΕΚ) 1215/2012 (αναφορικά με τη βάση της προσβολής του αλλοδαπού
σήματος και των διακριτικών γνωρισμάτων) είναι δε καθ' ύλην
και κατά τόπον αρμόδιο [βλ. άρθρα 95 παρ. 1, 96 περ. α' 98 του ΚΚΣ, 150 παρ. 10
Ν. 4072/2012, 6 έως 10 του ν. 2943/2001 σε συνδυασμό με Απόφαση Γ.Γ. Υπ.
Δικ/νης 50726 (Φ.Ε.Κ. Β' 739/20.6.2006) και 18, 22 ΚΠολΔ],
κατά την τακτική διαδικασία. Η αγωγή είναι παραδεκτή, εκτός από το μέρος που
στρέφεται κατά της απολειπομένης δεύτερης εναγομένης,
ως προς την οποία η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης
παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον ενάγεται υπό την ιδιότητα της ως «καταχωρητή», κατά το άρθρο 2 του Κανονισμού διαχείρισης και
εκχώρησης ονομάτων χώρου (ΕΕΤΤ 750/02/19.02.2015, ΦΕΚ Β 412/2015), σύμφωνα,
όμως, με τον οποίο οι δηλώσεις τόσο καταχώρησης, όσο και διαγραφής ονόματος
χώρου γίνονται από τον φορέα αυτού, μέσω του καταχωρητή,
ο οποίος, έτσι, δεν ενεργεί αυτοτελώς, αλλά κατόπιν και σύμφωνα με τη σχετική
δήλωση του φορέα του ονόματος χώρου (βλ. υπό IV νομική σκέψη της παρούσας). Παρέπέται, έτσι, ότι σε περίπτωση που η αγωγή γίνει δεκτή
δεν απαιτείται αυτοτελώς η διαταγή του καταχωρητή
προς άρση και παράλειψη της προσβολής, δια της διαγραφής του σχετικού ονόματος
χώρου, διότι αυτή (διαγραφή) διενεργείται μέσω σχετικής δήλωσης που απευθύνεται
στον καταχωρητή, κατόπιν διαταγής του φορέα προς
τούτο. Κατόπιν τούτων πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί ως προς τη δεύτερη
εναγόμενη, ενώ δεν θα περιληφθεί διάταξη περί δικαστικής δαπάνης, ελλείψει
σχετικού αιτήματος λόγω της ερημοδικίας της. Επιπλέον, η αγωγή είναι επαρκώς
ορισμένη κατά το μεγαλύτερο μέρος της, αφού διαλαμβάνει όλα τα απαραίτητα κατ'
άρθρο 216 ΚΠολΔ στοιχεία, εκτός από τον αγωγικό ισχυρισμό περί σήματος φήμης (που εδράζει αυτοτελή
βάση ερειδόμενη στο άρθρο 125 παρ.3 περ. γ' του Ν.
4072/2012), ο οποίος αορίστως προβάλλεται, διότι ελλείπει από το αγωγικό δικόγραφο μνεία περί του μεριδίου αγοράς που
κατέχει το προϊόν υπό το επίδικο σήμα, είτε στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό,
καθώς και μνεία του ότι το επίδικο σήμα έχει ισχυρή διακριτική δύναμη,
ιδιοτυπία στην εν γένει εμφάνιση και την εκφραστική του δύναμη και ότι τούτο
δεν έχει φθαρεί χρησιμοποιούμενο από
τρίτους (βλ. υπό IV μείζονα σκέψη της παρούσας). Οι παραπάνω ελλείψεις
συνιστούν νομική αοριστία, μη δυνάμενη να θεραπευτεί ούτε με τις ένδικες
προτάσεις και για το! λόγο αυτό ο σχετικός ισχυρισμός περί σήματος φήμης πρέπει
να απορριφθεί ως απαράδεκτος. Περαιτέρω, η ένδικη αγωγή είναι και νόμω βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 8 παρ. 1
και 2 (σχετικά με τον καθορισμό του ελληνικού δικαίου ως εφαρμοστέου, στην
προκειμένη υπέχουσα στοιχεία αλλοδαπότητας διαφορά,
εκ της αλλοδαπής έδρας της ενάγουσας εταιρείας στο Λονδίνο του Ηνωμένο ν
Βασιλείου, ως προς τη βάση των κοινοτικών σημάτων και μόνο για τα ζητήματα που
δεν καλύπτονται από τον Κανονισμό 207/2009 σχετικά με αυτή) και 6 παρ. 1
(σχετικά με τον καθορισμό του ελληνικού δικαίου ως εφαρμοστέου ως προς τη βάση
του αθέμιτου ανταγωνισμού) του Κανονισμού 864/2007 «Ρώμη II», 1, 4 έως 6, 8
παρ. 5, 9, 14 και 101 του Κανονισμού 207/2009, 150 παρ. 1 έως 4 και 9 έως 11,
152, 155, 158 παρ. 1, 157, 175 και 177 του ν. 4072/2012, 1, 2, 10 εδ α', 13, 14, 15 εδ. α' και β',
22 εδ. τελευτ. και 23 του
ν. 146/1914, 1 παρ. 2, 2 παρ. 1 και 10 δις της Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων του
έτους 1883 «περί προστασίας της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας», που κυρώθηκε με το
ν. 213/1975 και έχει υπογραφεί και από τη Μεγάλη Βρετανία, χώρα της έδρας της
ενάγουσας, 68, 74, 75 παρ. 1, 176, 191 παρ. 2, 218 παρ. 1, 945 παρ. 1, και 947
παρ. 1 του ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει η αγωγή, κατά το
μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την
ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι προσκομίζεται το υπ' αριθμόν Π0423756
γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών στο Δ.Σ.Α. του παρασταθέντος πληρεξουσίου
δικηγόρου της ενάγουσας (άρθρο 61 παρ. 4 ν. 4194/2013 περί Κώδικα Δικηγόρων).
Τα πολιτικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία
για διαφορές που δημιουργούνται από την παράνομη προσβολή του σήματος, δηλαδή
για τις, κατ' άρθρο 150, αστικές αξιώσεις για αναγνώριση του δικαιώματος του σηματούχου, για άρση και παράλειψη της προσβολής και
αποζημίωση, ενώ οι διοικητικές αρχές για την παραδοχή και τη διαγραφή του
σήματος (ΕφΘεσ 626/2014 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τα πολιτικά
δικαστήρια, όταν εκδικάζουν αγωγές προσβολής καταχωρισθέντος
σήματος, δεσμεύονται από τις αποφάσεις της Υπηρεσίας Σημάτων και της
Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων (ΔΕΣ) που αποφαίνονται επί των ανωτέρω ζητημάτων
(βλ. Μ.-Θ. Μαρίνο, Δίκαιο Σημάτων, 2007, σελ. 143) και δεν έχουν την εξουσία να
εξετάσουν, ούτε παρεμπιπτόντως, θέματα αναγόμενα στην κτήση, μεταβίβαση και
απώλεια του δικαιώματος στο σήμα, δηλαδή θέματα για τα οποία, όπως
προαναφέρθηκε, είναι αποκλειστικά αρμόδια η ΔΕΣ ή τα τακτικά διοικητικά
δικαστήρια. Συνακόλουθα, δεν έχουν αρμοδιότητα να ελέγξουν, ούτε
παρεμπιπτόντως, τη συνδρομή των προϋποθέσεων περί διαγραφής του σήματος και δεν
έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν τη νόμιμη προστασία του σήματος έστω και αν
υποπέσει στην αντίληψη τους ύπαρξη λόγου έκπτωσης ή διαγραφής του (ΑΠ 344/2013
δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1477/2011 ΕπισκΕΔ 2012.85, ΑΠ
335/1994 ΝοΒ 43.243, ΑΠ 1585/1991 ΕλλΔνη
34.323, ΕφΑΘ 6157/2012 ΔΕΕ 2013/316, Μ.-Θ. Μαρίνος, ό.π., σελ. 297,351).
Αμυνόμενος στην ένδικη αγωγή ο πρώτος
εναγόμενος με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του στο ακροατήριο (για το
παραδεκτό της παράστασης του οποίου προσκομίζεται το υπ' αριθμόν Π0435555
γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Α., κατά το άρθρο 61 παρ. 4 του ν.
4194/2013 «περί Κώδικα Δικηγόρων»), που αναπτύσσεται περαιτέρω στις νόμιμα
κατατεθείσες, έγγραφες προτάσεις του, κατ εκτίμηση τους, αρνείται
αιτιολογημένα εν γένει το ιστορικό της, ισχυριζόμενος ότι ουδείς κίνδυνος
σύγχυσης των καταναλωτών δύναται να ανακύψει και ουδεμία πρακτική αθέμιτου
ανταγωνισμού δύναται να συναχθεί, την οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν επιδιώκει,
από τη χρήση των λεκτικών ενδείξεων oktv.gr ως όνομα
χώρου από τον ίδιο, καθώς διαφοροποιείται: ουσιωδώς από το επίδικο σήμα της
ενάγουσας, ιδίως λόγω των διαφορετικών απεικονιστικών στοιχείων, αλλά και του
διαφορετικού περιεχομένου της ιστοσελίδας υπό το ανωτέρω όνομα χώρου, σε σχέση
με το προϊόν υπό το επίδικο σήμα της ενάγουσας. Περαιτέρω, προς επίρρωση των
ανωτέρω ισχυρισμών του; επικαλείται ότι η λεκτική ένδειξη «ΟΚ», από την οποία
απαρτίζεται το επίδικο σήμα της ενάγουσας, είναι κοινόχρηστη και στερούμενη
διακριτικής δύναμης, καθώς χρησιμοποιείται ευρέως. Ο εν λόγω ισχυρισμός, που
κατατείνει στην απόρριψη της υπό κρίσης αγωγής για το λόγο ότι το επίδικο
καταχωρισμένο σήμα της ενάγουσας έχει καταστεί κοινόχρηστο, είναι απορριπτέος
ως απαράδεκτος, λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τούτου προς κρίση
ύπαρξης ή μη λόγου έκπτωσης, όπως είναι και η κρίση περί του κοινόχρηστου, ή μη
χαρακτήρα καταχωρισμένο ν σήματος, κατ άρθρο 160 παρ. 1 περ. β του y.
4072/2012, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως ανωτέρω νομική σκέψη της
παρούσας. Ως εκ τούτου, με δεδομένο ότι, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 158
Ν. 4072/2012, τα πολιτικά δικαστήρια δεσμεύονται από τις τελεσίδικες αποφάσεις
της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων ή των Διοικητικών Δικαστηρίων και ότι, κατά
την κατάστρωση του δικανικού τους συλλογισμού, πρέπει να θέτουν ως δεδομένο ότι
ένα καταχωρισμένο σήμα προστατεύεται νόμιμα μέχρι να διαγραφεί, το παρόν
Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει την εμπεριεχόμενη στον ανωτέρω ισχυρισμό
του πρώτου εναγομένου συνδρομή λόγου έκπτωσης ένεκα του κοινόχρηστου χαρακτήρα
του σήματος της ενάγουσας, διότι τούτο θα συνεπαγόταν ανεπίτρεπτο παρεμπίπτοντα
έλεγχο στο 'ζήτημα της απώλειας του δικαιώματος στο επίδικο σήμα, για το οποίο,
όπως προαναφέρθηκε, είναι αποκλειστικά αρμόδια η ΔΕΣ ή τα τακτικά Διοικητικά
Δικαστήρια.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των
μαρτύρων των διαδίκων που διεξήχθησαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και
περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας
συνεδρίασης, από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι
διάδικοι, είτε για να χρησιμεύσουν προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή
δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία κατωτέρω,
χωρίς να παραλείπεται κανένα, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, ότι
λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η
ενάγουσα είναι αλλοδαπή εταιρεία που εδρεύει στο Λονδίνο της Μεγάλης Βρετανίας
και δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στο χώρο των εκδόσεων, της ενημέρωσης και
επικοινωνίας. Ειδικότερα, εκδίδει τις εφημερίδες «Daily
Express», «Sunday Express», «Daily
Star», «Daily Star Sunday», τα περιοδικά «OK!»,
«New!» και «STAR», λειτουργεί δε και τρία ψυχαγωγικά
τηλεοπτικά κανάλια, τα «Channel 5» «5*» και «5 USA»,
καθώς και την υπηρεσία διαδικτυακής τηλεόρασης «YouView».
Η ενάγουσα, ενεργώντας δια του υποκαταστήματος της «Northern
& Shell Worldwide-Luxembourg Branch» που εδρεύει
στο Λουξεμβούργο, άσκησε αρχικά τήν από 19.07.2013
και με αριθμό κατάθεσης 101691/2955/2013 αγωγή της κατά του πρώτου εναγομένου
και της εταιρείας με την επωνυμία «ΠΑΠΑΚΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ ΕΤΑΙΡΙΑ
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ», ως προς την οποία (εναγομένη) παραιτήθηκε κατά τη
δικάσιμο της 01.10.2014, οπότε συζητήθηκε η εν λόγω αγωγή. Επί της αγωγής αυτής
εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 850/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία
απορρίφθηκε η προαναφερθείσα αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, ως προς την
ενεργητική νομιμοποίηση της ενάγουσας. Ακολούθως,, η εν προκειμένω ενάγουσα
επανήλθε, ασκώντας παραδεκτά την υπό κρίση αγωγή, αναφέροντας με σαφήνεια στο
υπό κρίση δικόγραφο τα απαιτούμενα στοιχεία για τη θεμελίωση της ενεργητικής
της νομιμοποίησης, σύμφωνα με τα αναφερόμενα ανωτέρω, αποδεικνύοντας,
ταυτόχρονα, τη μεταβίβαση των επίδικων σημάτων από την εταιρεία «Northern & Shell Worldwide-LUXEMBOURG BRANCH» στην καταχωρίστηκε στο Τμήμα
Κατάθεσης στις 20.03.2002 προς διάκριση ίδια. Ειδικότερα, η ενάγουσα είναι
αποκλειστική δικαιούχος:1) του αλλοδαπού λεκτικού και με απεικόνιση σήματος
«ΟΚ!» με αριθμό 145095/18.08.2000, που Σημάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης
ταινιών, βίντεο, κασετών βίντεο, κινηματογραφικών ταινιών, cd-rom, εγγεγραμμένων προγραμμάτων για την τηλεόραση και το
ραδιόφωνο, δίσκων ανάγνωσης λέιζερ και άλλων εγγεγραμμένων μέσων και περιοδικών
σε ηλεκτρονική μορφή στην κλάση 9, έντυπων περιοδικών στην κλάση 16 και
ψυχαγωγικών υπηρεσιών, παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων, παραγωγής
ραδιοφωνικών προγραμμάτων, έκδοσης περιοδικών, βιβλίων, κειμένων και έντυπου
υλικού και υπηρεσιών παραγωγής θεαμάτων στην κλάση 41 κοινοτικού λεκτικού
σήματος «ΟΚ!» το οποίο βρίσκεται
σε ισχύ, 2) του με αριθμό 3158251/08.05.2003 που καταχωρίστηκε στις 08.08.2006
προς (διάκριση έντυπου υλικού, στο οποίο περιλαμβάνονται περιοδικά, περιοδικές
εκδόσεις και εβδομαδιαία περιοδικά, περιοδικές εκδόσεις και εβδομαδιαία
περιοδικά στην κλάση 6, το οποίο βρίσκεται σε ισχύ, 3) του κοινοτικού λεκτικού
και με απεικόνιση σήματος «ΟΚ!» με αριθμό 589879/29.10.1997 που καταχωρίστηκε
στις 04.07.2002 προς διάκριση ταινιών μαγνητοσκοπημένης εικόνας (βίντεο),
κασετών μαγνητοσκοπημένης εικόνας (βίντεο), σύμπυκνων
δίσκων απλής ανάγνωσης (CD-ROM), παιχνιδιών ηλεκτρονικών υπολογιστών,
εγγεγραμμένων προγραμμάτων για την τηλεόραση και το ραδιόφωνο στην κλάση 9 και
έντυπων εκδόσεων συμπεριλαμβανομένων των, περιοδικών στην κλάση 16, το οποίο
βρίσκεται σε ισχύ και 4) του κοινοτικού λεκτικού και με απεικόνιση σήματος «ΟΚ!
FIRST FOR CELEBRITY NEWS CELEBRITY SECRETS» με αριθμό 5993985/04.06.2007 που
καταχωρίστηκε στις 07.04.2008 προς διάκριση αρωμάτων, ειδών αρωματοποιίας, eau de toilette,
κολονιών, προϊόντων για μετά το ξύρισμα, παρασκευασμάτων και ουσιών της κλάσης
3, το οποίο βρίσκεται σε ισχύ. Από τον Μάρτιο του έτους 1993 η ενάγουσα εκδίδει
στο Ηνωμένο Βασίλειο το περιοδικό «ΟΚ!», το οποίο εστιάζει τη θεματολογία του
σε πληροφορίες αναφορικά με διάσημα πρόσωπα (celebrities)
και τον τρόπο ζωής τους (gossip-κουτσομπολιό), καθώς
και πληροφορίες από τον χώρο του θεάματος εν γένει. Το εν λόγω περιοδικό
κυκλοφορεί παγκοσμίως, σε πάνω πάνω από είκοσι χώρες,
όπως Αυστραλία, Αυστρία, Κίνα, Γερμανία, Ελβετία, Ινδία, Ιρλανδία, Μεξικό, ΗΠΑ
κ.λ.π., ειδικά δε στην Ελλάδα κυκλοφορεί μέχρι και σήμερα, από το Νοέμβριο του
έτους 2005 από την εταιρεία ΙΜΑΚΟ Media Α.Ε., ενω από το Φεβρουάριο του έτους 2012 το εν λόγω περιοδικό
εκδίδεται κατόπιν άδειας και υπό την επίβλεψη της ενάγουσας από την εταιρεία
«ΔΑΦΝΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε. του Ομίλου ΑΝΤΕΝΝΑ». Έτσι, στα πλαίσια του ως άνω
δικτύου πώλησης και της προαναφερόμενης εμπορικής της πρακτικής, η ενάγουσα
διαθέτει και στην ελληνική αγορά το ανωτέρω προϊόν της -περιοδικό υπό το
επίδικο λεκτικό και με απεικόνιση σήμα «ΟΚ!»-, έχοντας επενδύσει σημαντικά ποσά
για τη διαφημιστική προβολή του. Κατ' αυτόν τον τρόπο, τα επίδικα σήματα της
ενάγουσας, παρόλο που, κατ' αρχήν, δεν διαθέτουν κάποιο πρωτότυπο ή ιδιαίτερο
στοιχείο, λεκτικό, ηχητικό, ή εννοιολογικό,; προϊόντος του χρόνου Και σταδιακά
από το έτος 2005, στη συνείδηση του σχετικού ελληνικού καταναλωτικού κοινού,
επέτυχαν να συνδεθούν άρρηκτα με το ανωτέρω προϊόν της ενάγουσας και να
αποκτήσουν ισχυρή διακριτική δύναμη, ταυτίζοντας το προπεριγραφόμενο
σήμα με τις υπηρεσίες παροχής πληροφοριών γύρω από τη ζωή διασημοτήτων που
παρέχει η ενάγουσα, μέσω της ανωτέρω έντυπης, περιοδικής ύλης. Ως εκ τούτου, τα
ανωτέρω σήματα, τόσο ως προς το λεκτικό τους μέρος αυτοτελώς, όσο και
συνδυαστικά, με την καταχωρημένη απεικόνιση των λευκών γραμμάτων με θαυμαστικό
σε κόκκινο, παραλληλόγραμμο φόντο η οποία απεικόνιση λόγω της καλαίσθητης
σύλληψης της έχει αποκτήσει ισχυρή διακριτική δύναμη και συνεχώς επιτεινόμενη
εκ της συνεχούς και ευρείας χρήσης της στο χώρο των έντυπων εκδόσεων των νέων
σχετικά με διασημότητες, επιτελεί ταυτόχρονα στην ελληνική επικράτεια, ως διασχηματισμός, και τη λειτουργία ιδιαίτερου διακριτικού
γνωρίσματος του προϊόντος της ενάγουσας, κατά την έννοια τής παρ. 3 του άρθρου
13 του ν. 146/1914. Στη συνέχεια, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος στις
20.02.2012, προέβη στην καταχώρηση του ονόματος χώρου (domain
name) «oktv.gr» ενώπιον
της] ΕΕΤΤ και έτσι κατέστη φορέας του, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κανονισμού
διαχείρισης και εκχώρησης ονομάτων καταχωρητη-εταιρείας
με την επωνυμία .2014 προέβη ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ». Ακολούθως, στις
27.01. στην ανανέωση του εν λόγω ονόματος χώρου έως την 13.02.2016, μέσω της
δεύτερης εναγομένης, η οποία ενήργησε ως καταχωρητης
(βλ. υπό IV νομική σκέψη της παρούσας). Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος
δημιούργησε το έτος 2012 και λειτουργεί μέχρι και τον παρόντα χρόνο, ιστοσελίδα
στο διαδίκτυο που φέρει ως όνομα χώρου αυτούσιο το λεκτικό τμήμα των
κατοχυρωμένων σημάτων-ιδιαίτερων διακριτικών γνωρισμάτων της ενάγουσας, «ok», ακολουθούμενο από τη λεκτική ένδειξη «tv», χρησιμοποιώντας το εν είδει
διακριτικού τίτλου και επωνυμίας στον ψηφιακό κόσμο. Ο ανωτέρω διακριτικός
τίτλος χρησιμοποιείται από τον τελευταίο
για να παράσχει διαδικτυακά υπηρεσίες πληροφοριών ποικίλης ύλης δίχως δε
πληροφορίες σχετικά με τα τηλεοπτικά νέα, (μάλιστα, δίπλα από το ως άνω όνομα
χώρου, στην κορυφή της εν λόγω ιστοσελίδας, προβάλλεται η πρόταση «κάνουμε το
ζάπινγκ για εσάς»), και περαιτέρω, πληροφορίες σχετικά με το χώρο του θεάματος,
εγχώριου και αλλοδαπού, πληροφορίες τύπου κουτσομπολιού (gossip),
νέα από την επικαιρότητα, ενώ πραγματεύεται και θέματα υγείας. Στο εσωτερικό
της ιστοσελίδας και στο άνω τμήμα αυτής εμφανίζεται το ανωτέρω όνομα χώρου και
με απεικόνιση, η οποία αποτελείται από ένα ροζ τετράγωνο με δύο κεραίες στην
κορυφή του, που παραπέμπει σε συσκευή τηλεόρασης, εντός του οποίου, σε μαύρο
φόντο, αναγράφονται σε διάστιχο με λευκά γράμματα οι λέξεις «ΟΚ» και «TV»,
ακολουθώντας με μικρότερους χαρακτήρες η ένδειξη «.GR». Όμως, δια της χρήσης
του ως άνω ονόματος χώρου, ο πρώτος εναγόμενος χρησιμοποιεί, μέχρι και τον
παρόντα χρόνο, άνευ δικαιώματος, τα υπό κρίση σήματα - ιδιαίτερα διακριτικά
γνωρίσματα της ενάγουσας, κατά παράβαση της παραγράφου. 1 του άρθρου 125 του ν.
4072/2012 και 13 του ν. 146/1914, καθώς η λεκτική ένδειξη «οίαν»
ομοιάζει σφόδρα με το υπό κρίση λεκτικό μέρος των σημάτων - ιδιαίτερων
διακριτικών γνωρισμάτων της ενάγουσας, διότι περιλαμβάνει αυτούσια την ένδειξη
«ob», η οποία ταυτίζεται με το λεκτικό τμήμα των
σημάτων ιδιαίτερο ν διακριτικών γνωρισμάτων της ενάγουσας, ακολουθείται δε από
την ένδειξη «tv», η οποία, όμως, δεν δύναται να
διαφοροποιήσει ουσιωδώς το οπτικό, ηχητικό και εννοιολογικό αποτέλεσμα που
προκαλεί στο μέσο καταναλωτή η αποτύπωση της ένδειξης που προηγείται, δηλαδή
του «ok», διότι ουδεμία ουσιώδη παράμετρο
διαφοροποίησης προσδίδει, αφού, αφενός μεν είναι κοινότυπη, χρησιμοποιούμενη
κατά κόρον στην καθομιλουμένη και στον χώρο της ενημέρωσης, έντυπης,
τηλεοπτικής και ηλεκτρονικής, αφετέρου είναι απλά περιγραφική του είδους των
παρεχόμενων από τον πρώτο εναγόμενο υπηρεσιών, ενεργώντας, έτσι, προσδιοριστικά
στην προηγηθείσα συμπλεκόμενη ένδειξη «ok»,
συμβάλλοντας, μάλιστα, ώστε να εντυπωθεί στο οικείο κοινό η εικόνα την οποία
φέρνει στο μυαλό το συγκεκριμένο λεκτικό στοιχείο, ήτοι οι πληροφορίες σχετικά
με τα πρόσωπα ύαι τα πράγματα της τηλεόρασης. Έτσι,
συνολικά θεωρούμενη η λεκτική ένδειξη «oktv»
ταυτίζεται μερικώς και τελικώς ομοιάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό, κατά τη συνολική
ηχητική, οπτική και εννοιολογική εντύπωση που δημιουργεί στο μέσο, ενημερωμένο
καταναλωτή με τα επίδικα σήματα-ιδιαίτερα διακριτικά γνωρίσματα της ενάγουσας.
Επιπλέον, οι παρεχόμενες από τον πρώτο εναγόμενο υπηρεσίες μέσω της ανωτέρω
ιστοσελίδας υπό το όνομα χώρου «oktv» ταυτίζονται σε
μεγάλο βαθμό με τις παρεχόμενες από την ενάγουσα, μέσω της έντυπης έκδοσης του
προαναφερόμενου περιοδικού της, καθώς αμφότερες παρέχουν στο κοινό πληροφορίες,
τύπου κουτσομπολιού, για τις «διασημότητες» και τα τηλεοπτικά δρώμενα, μάλιστα,
στο περιοδικό υπό τα επίδικα σήματα-διακριτικά γνωρίσματα της ενάγουσας,
υπάρχει και ειδική στήλη-σελίδα με πληροφορίες για τα τηλεοπτικά προγράμματα, η
οποία τιτλοφορείται «ΟΚ TV». Το γεγονός δε ότι οι παρεχόμενες υπό το ανωτέρω
όνομα χώρου υπηρεσίες του πρώτου εναγόμενου περιλαμβάνουν και άλλες θεματικές
ενότητες, όπως πληροφορίες της επικαιρότητας και πάνω σε θέματα υγείας, είναι,
ως εκ τούτου ευρύτερες από εκείνες του ανωτέρω περιοδικού της ενάγουσας, δεν
αναιρεί την κρίση του Δικαστηρίου περί μερικής ταύτισης και ως εκ τούτου
εγγύτατης ομοιότητας των παρεχόμενων υπ' αυτού υπηρεσιών. Έτσι, το καταναλωτικό
κοινό θα συγκρατήσει στη μνήμη του μιαν ατελή μόνον εικόνα των
αντιπαρατιθέμενων ή ομοιότητα σημάτων, οπότε το κοινό τους στοιχείο «ty» δημιουργεί σημαντική μεταξύ τους, εφόσον οι σχετικές
παρεχόμενες υπηρεσίες είναι είτε πανομοιότυπες, είτε παρόμοιες, και ως εκ
τούτου προκύπτει το συμπέρασμα ότι δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο γα προκληθεί
σύγχυση στους καταναλωτές. Ειδικότερα, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρήσουν οι
καταναλωτές ότι τα δύο σήματα συνδέονται, δηλαδή να εκλάβουν το επίδικο όνομα
χώρου του πρώτον εναγομένου ως μια παραλλαγή των προγενέστερων επίδικων σημάτων
της ενάγουσας, λόγω της αυτούσιας επαναλήψεως του ίδιου λεκτικού στοιχείου και,
ως εκ τούτου, να καταλήξουν ότι αυτά έχουν κοινή εμπορική προέλευση, (βλ.
απόφαση Τ-10/09 RENV FORMULA ΟF LICENSING BY της
11ης Δεκεμβρίου 2014). Η παράλληλη 6ε απεικονιστική εκφορά της ανωτέρω λεκτικής
ένδειξης ) ίIb^frlffj. εντός του ροζ πλαισίου που
παραπέμπει σε οθόνη τηλεόρασης δεν |ίναι ικανή να
άρει την ανωτέρω συνειρμική διασύνδεση με τα προγενέστερα1 σήματα της
ενάγουσας, καθώς αυτή ενισχύεται από την μερική, αλλά ουσιώδη ταύτιση της
θεματολογίας των δύο περιοδικών, του ενός σε έντυπη και του άλλου σε
ηλεκτρονική μορφή. £ε κάθε πάντως περίπτωση, σημειώνεται, ότι κίνδυνος σύγχυσης
για την κατάφαση της προσβολής των ενδίκων κοινοτικών σημάτων, στην προκειμένη
περίπτωση, ως προς τον πρώτο εναγόμενο δεν απαιτείται, λόγω της συνδρομής του
κανόνα της διπλής ταυτότητας προϊόντων και διακριτικών σημείων του άρθρου 9
παρ. 1 περ. α' του Καν. 207/2009, καθώς, συντρέχει ταύτιση τόσο της λεκτικής
ένδειξης «ok» επί του επίδικου ονόματος χώρου, όσο
και του συναφούς σηματοδότουμενου είδους παροχής
υπηρεσιών περιοδικών σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή, αφού η ενάγουσα
παράγει και πωλεί το ίδιο προϊόν, και τούτο προστατεύεται από τα ως άνω κοινοτικά
σήματα στα πλαίσια των καλυπτόμενων κλάσεων 9 και 16. Η ως άνω πρακτική,
αποτελεί το αποκλειστικό δικαίωμα της δικαιούχου ενάγουσας εταιρείας να
χαρακτηρίζει υπό τα επίδικα σήματα-ιδιαίτερα διακριτικά γνωρίσματα τις
παρεχόμενες από αυτήν υπηρεσίες στον ψηφιακό κόσμο μέσω σχετικής ιστοσελίδας,
δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι είχε δώσει στον πρώτο εναγόμενο την προς
τούτο συγκατάθεση της. Ως εκ τούτου καταφάσκεται η
από αυτόν προσβολή των επίδικων σημάτων και του ομοειδούς ιδιαίτερου
διακριτικού γνωρίσματος, δια της επίθεσης της ένδειξης «oktv»
στις (εν μέρει ταυτόσημες με της ενάγουσας) υπηρεσίες που παρέχει στο
διαδικτυακό χώρο υπό το διακριτικό της τίτλο ή ιδιαίτερο |διακριτικό της
γνώρισμα. Περαιτέρω, ο πρώτος εναγόμενος απολαμβάνει αθέμιτου οφέλους από τον
έντονο διακριτικό τους χαρακτήρα. Ειδικότερα, διαπιστώνεται, ότι η ανωτέρω
πράξη του πρώτου εναγόμενου εμπίπτει και στο πραγματικό του άρθρου 1 του ν.
146/1914, καθώς πρόκειται για πράξη ανταγωνισμού, με σκοπό ανταγωνισμού, και
επιπλέον συντρέχουν τα στοιχεία, τα οποία προσδίδουν σ' αυτή τον χαρακτήρα της
αντιθέσεως στα χρηστά ήθη. Και τούτο διότι επωφελείται από την έλξη που τα
σήματα αυτά ασκούν στο ευρύ καταναλωτικό κοινό, καθώς και την αναγνωρισιμότητά τους για να προσελκύσει αναγνώστες χωρίς
αυτός να μοχθήσει προς τούτο ή να καταβάλει το οποιοδήποτε χρηματικό
αντάλλαγμα, αλλά στηριζόμενος στην εμπορική προσπάθεια που έχει καταβάλει η
ενάγουσα για να οικοδομήσει και να εδραιώσει την αναγνωρισιμότητά
αυτών (των σημάτων), όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε κοινοτικό και παγκόσμιο
επίπεδο.
Ακολούθως, αποδεικνύεται η ύπαρξη
ανταγωνιστικής σχέσης του πρώτου εναγομένου προς την ενάγουσα, για την κατάγνωση της οποίας αρκεί και η ύπαρξη δυνητικού
ανταγωνισμού (βλ. ΕφΘες 743/2009, ΔΕΕ 2009,1339, ΕφΑθ 6012/2005, ΔΕΕ 2006, 278 και Ν. Ρόκας, Βιομηχανική
Ιδιοκτησία, 2η έκδοση, σελ. 184 επ.), η οποία, εν προκειμένω προκύπτει,
δεδομένου ότι ουσιαστικά πρόκειται για δραστηριοποίηση του πρώτου εναγόμενου
στον ίδιο επιχειρηματικό τομέα, ήτοι στην προώθηση πληροφοριών με| την
προαναφερόμενη θεματολογία, η οποία εν προκειμένω γίνεται ηλεκτρονικά και
συνδέεται με οικονομικό όφελος υπέρ του τελευταίου, ο οποίος, προϊούσας της επισκεψιμότητας της επίδικης ιστοσελίδας, δύναται να
δημοσιεύει διαφημίσεις τρίτων, εισπράττοντας το αντίστοιχο οικονομικό αντίτιμο.
Και αυτό, επειδή, ως εξάγεται από τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο μέσος Ελληνας επαρκώς προσεκτικός και ενημερωμένος καταναλωτής,
βλέποντας τον επίδικο διακριτικό τίτλο της ιστοσελίδας του πρώτου εναγομένου,
ανακαλεί συνειρμικά στη μνήμη του το όμοιου περιεχομένου περιοδικό υπό τα
προγενέστερα σήματα-επίδικα διακριτικά γνωρίσματα της ενάγουσας, λόγω τής
έντονης διακριτικής δύναμης των τελευταίων και της εγγύτατης ομοιότητας των
τεθέντων ενδείξεων, καθώς και τα θετικά χαρακτηριστικά τους, και μεταφέρει τη
συγκεκριμένη θετική εικόνα ως αποκρυσταλλώνεται στα εν λόγω σήματα και τα
συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που προβάλλει αυτή στις υπηρεσίες του πρώτου
εναγομένου, επιλέγοντας να επισκεφθεί την ιστοσελίδα του, για την οποία μάλιστα
δεν απαιτείται η καταβολή συγκεκριμένου αντιτίμου, σε αντίθεση με το προϊόν της
ενάγουσας, το οποίο πρέπει να αγοράσει έναντι αντιτίμου, άγοντας σε άκοπη και
ανέξοδη διευκόλυνση της εμπορίας αυτόν, με αντίστοιχη μείωση των αγοραστών του προϊόντος
της ενάγουσας. Συνεπώς, δεδομένης
της στοιχειοθέτησης της προσβολής
του αλλοδαπού και των κοινοτικών σημάτων/ιδιαίτερου διακριτικού γνωρίσματος της
ενάγουσας και της συνυφασμένης με αυτή πρακτικής αθέμιτου ανταγωνισμού του
πρώτου εναγομένου εις βάρος της, δια της παράνομης χρήσης του επίδικου ονόματος
χώρου και της κατάφασης της συνέχισης της συγκεκριμένης αντισυναλλακτικής
και παράνομης πρακτικής μέχρι και τον παρόντα χρόνο, συντρέχει έννομο συμφέρον
της εν προκειμένω επιτιθέμενης διαδίκου να διαταχθεί η άρση και η παράλειψη της
στο μέλλον. Εξάλλου, στην επίδικη περίπτωση πρέπει να δημοσιευθεί το διατακτικό
της παρούσας σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών, κατά τα αγωγικώς αιτούμενα, για λόγους ενημέρωσης του καταναλωτικού
κοινού, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Επομένως, η ένδικη
αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη πρέπει να γίνει δεκτή στην ουσία της,
ως προς όλες τις αντικειμενικά προβαλλόμενες βάσεις της προσβολής σήματος,
διακριτικού γνωρίσματος και αθέμιτου ανταγωνισμού κατά τα άρθρα 1 και 13 Του ν.
146/1914 και να απαγορευθεί στον πρώτο εναγόμενο η καθ' οιονδήποτε τρόπο χρήση
της ένδειξης «oktv», αυτοτελώς ή και σε συνδυασμό με
απεικονιστικές ενδείξεις, να απειληθεί σε βάρος του πρώτου εναγομένου προσωπική
κράτηση διάρκειας ενός (1) μήνα για κάθε παράβαση της υποχρεώσεως παράλειψης
της προσβολής. Ακόμα, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, εκ της φύσης της
επίδικης προσβολής ως αφορώσας σήμα/διακριτικό
γνώρισμα και αθέμιτο ανταγωνισμό σχετιζόμενο και με απώλεια πελατείας, η
καθυστέρηση στην εκτέλεση των καταψηφιστικών
διατάξεων, θα προκαλέσει ζημία στην ενάγουσα - ως εκ τούτου, συντρέχει
εξαιρετικός λόγος να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η προκείμενη απόφαση ως προς
τις ανωτέρω καταψηφιστικές τις διατάξεις, (άρθρα 907
και 908 παρ. 1 ΚΠολΔ), σύμφωνα με το συναφές
παρεπόμενο αίτημα της ενάγουσας. Επιπλέον δε, λόγω της j ερημοδικίας της ως άνω
δεύτερης εναγόμενης, πρέπει να ορισθεί το προκαταβλητέο παράβολο, για την
περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας (άρθρα 501 και 505 ΚΠολΔ),
κατά τα ειδικώς διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί μέρος
των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας σε βάρος του πρώτου εναγομένου (άρθρα 176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της δεύτερης εναγομένης και
αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Ορίζει παράβολο ερημοδικίας διακοσίων
πενήντα (250) ευρώ για την απολειπομένη δεύτερη
εναγόμενη.
Απορρίπτει την αγωγή ως προς τη δεύτερη
εναγομένη.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο
σκεπτικό της παρούσας.
Δέχεται κατά τα λοιπά την αγωγή ως προς τον
πρώτο εναγόμενο.
Υποχρεώνει τον πρώτο εναγόμενο να παύσει
και να παραλείπει στο μέλλον να χρησιμοποιεί με οποιονδήποτε τρόπο, ιδίως ως
όνομα χώρου με κατάληξη .gr, την ένδειξη «oktv», αυτοτελώς ή και σε συνδυασμό με απεικονιστικές ενδείξεις.
Απειλεί, για κάθε μελλοντική παραβίαση της
ανωτέρω διάταξης, τον πρώτο εναγόμενο με προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1)
μήνα.
Διατάσσει τη δημοσίευση του διατακτικό της
απόφασης, με επιμέλεια της ενάγουσας και με δαπάνες του πρώτου εναγομένου, στις
εκδιδόμενες στην Αθήνα εφημερίδες «ΤΑ ΝΕΑ» και «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ».
Κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή
όσον αφορά τις παραπάνω καταψηφιστικές διατάξεις.
Επιβάλλει στον πρώτο εναγόμενο μέρος της
δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, την οποία προσδιορίζει στα πεντακόσια πενήντα
(550) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 02
Μαρτίου 2016.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια σμνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα, χωρίς να
παρευρίσκεται η ενάγουσα και η πληρεξούσια δικηγόρος της, την 31.03.2016.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ