ΜΠρΘεσ 7466/2005
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Διαζύγιο
- Επικοινωνία τέκνου με απώτερους ανιόντες - Επικοινωνία αδελφών -.
Η παράγραφος 2 του άρθρου 1520 ΑΚ
πρέπει να τύχει ανάλογης εφαρμογής και όσον αφορά την επικοινωνία μεταξύ
αδελφών, αμφιθαλών ή ετεροθαλών. Επιβάλλεται να παρέχεται η δυνατότητα
επικοινωνίας και μεταξύ αδελφών, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον είναι
ανήλικος, όταν για ειδικούς λόγους ζουν χωριστά και η ανάγκη επικοινωνία τους
δεν είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί μέσω της επικοινωνίας τον ανήλικου με τον άλλο
γονέα που δεν διαμένει μαζί του. Δεκτή η αίτηση προσωρινής ρύθμισης του
δικαιώματος επικοινωνίας αδελφής με την ανήλικη ετεροθαλή αδελφή της, η οποία
διαμένει με τον πατέρα της μετά τη λύση του γάμου του με την κοινή τους μητέρα.
ΚΕΙΜΕΝΟ
ΑΠΟΦΑΣΗ
7466/2005
Αριθμός
Κατάθεσης: 44125/22.12.5004)
ΤΟ
ΜΟΝΟΜΕΛΈΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΔΙΚΑΣΤΗΣ:
Ευδοξία Κιουπτσίδου, Πρόεδρος Πρωτοδικών, που
ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου του Πρωτοδικείου.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Δεν ορίσθηκε.
ΔΗΜΟΣΙΑ
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ: Της 15ης Φεβρουαρίου 2005.
ΑΙΤΟΥΣΑ:
Β. Α. του Μ., θεσσαλονίκης που παραστάθηκε μετά του
Δικηγόρου της Παναγιώτη Ζιάκα (A.M.
3973).
ΚΑΘ' ΟΥ Η
ΑΙΤΗΣΗ: Σ. Κ. του Α., κάτοικος θεσσαλονίκης, που
παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου Δικηγόρου του Αντωνίου Mιχαηλίδη
(A.M. 992) .
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ
ΑΙΤΗΣΗΣ: 20 Δεκεμβρίου 2004.
ΑΡΙΘΜΟΣ
ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ: 44125/22.12.2004
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΚΗΣ: Επικοινωνία αδελφής,
Η ΣΥΖΗΤΉΣΗ
έγινε δημοσία στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού.
ΑΦΟΥ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με
το άρθρο 1520 παρ. 1 ΑΚ ο γονέας με τον οποίο δε
διαμένει το τέκνο διατηρεί δικαίωμα επικοινωνίας με αυτό. Κατά τη δεύτερη δε
παράγραφο του ίδιου άρθρου οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την
επικοινωνία του τέκνου με τους απώτερους ανιόντες του, εκτός αν υπάρχει σοβαρός
λόγος. Η τελευταία αυτή παράγραφος αποτελεί εξ ολοκλήρου νέα διάταξη που
προστέθηκε για πρώτη φορά στις σχετικές ρυθμίσεις με το άρθρο 17 του νόμου
1329/1983 και όχι τροποποίηση παλαιότερης, όπως η πρώτη παράγραφος (που
υποκατέστησε το παλαιό άρθρο 1504 ΑΚ). Το δικαίωμα
επικοινωνίας των απώτερων ανιόντων με το παιδί, που καθιερώθηκε με τη δεύτερη
παράγραφο, είναι αυτοτελές και ανεξάρτητο από το δικαίωμα επικοινωνίας των
γονέων (βλ ΑΠ 22/96 ΝοΒ 1998. 205 EA
4339/1993 ΕλλΔνη 35. 441, Κουνουγέρη
- Μανωλεδάκη Οικογενειακό Δίκαιο έκδ,
2003, σελ, 301), Σκοπός της διατάξεως είναι να διατηρηθεί ζωντανός ο δεσμός του
παιδιού με τους απώτερους ανιόντες - τον (βλ. και Εθεσ
1506/1980 ʼρμ 43. 537) με
γνώμονα το συμφέρον του (πρβλ ως προς αυτό το κατ'αρχήν
κριτήριο σε κάθε περίπτωση επικοινωνίας βλ. και Εθεσ
1324/2001 ʼρμ 2003.
1442). Επί διαζυγίου των γονέων είναι βέβαια σύνηθες ο απώτερος ανιών να επικοινωνεί με το ανήλικο παιδί
<μέσω> του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα, με συνέπεια να μην είναι
αναγκαίο να προσφύγει στο δικαστήριο για να τη διασφαλίσει. Σε περίπτωση όμως
απουσίας ή και θανάτου τον ενός γονέως η επικοινωνία με τους απώτερους ανιόντες
της γραμμής του θα μπορούσε να καταστεί αδύνατη εάν δε γινόταν δεκτό σχετικό
ιδιαίτερο δικαίωμα τους (βλ. Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη ό.π. και Δικαίωμα
Επικοινωνίας ʼρμ 1988. 1097 επ).
Δια μέσου
του δικαιώματος της επικοινωνίας οι απώτεροι ανιόντες και τα παιδία μπορούν να
εκφράσουν την αγάπη φροντίδα, ενδιαφέρον και στοργή μεταξύ τους. Αυτή η έκφραση
συντελεί στην ψυχική ολοκλήρωση των παιδιών και στην ισορροπία. αμφοτέρων των
πλευρών (πρβλ και ΜΠρΚαβ 10/1994 Αρμ
1994, 432). Για την ψυχική ολοκλήρωση των παιδιών ειδικότερα πρωταρχική σημασία
έχει η συμβίωση και η δύο γονείς. Για την πολύπλευρη ανάπτυξή τους όμως
αναγκαία είναι, εκτός εάν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, και η
επικοινωνία τους με το στενότερο συγγενικό περιβάλλον τους ,ιδιαίτερα δε με
τους στενούς εξ αίματος συγγενείς τους, πέραν των γονέων τους. Αυτή προσφέρει
δυνατότητα καλλιέργειας και έκφρασης των παραπάνω συναισθημάτων από
διαφορετικές θέσεις, με διαφορετική ένταση και διαφορετικές αποχρώσεις.
Διασφαλίζει ακόμη, όσον αφορά τη διανοητική τους ανάπτυξη, τη μετάδοση
εμπειρικών ή και γενικότερων γνώσεων από περισσότερες κατευθύνσεις με
φυσικότερο τρόπο και σε προγενέστερο στάδιο από αυτό, που προσφέρει η
συστηματική σχολική εκπαίδευση
Οι ίδιοι
λόγοι επιβάλλουν να παρέχεται η δυνατότητα επικοινωνίας και μεταξύ αδελφών, από
τους οποίους ο ένας τουλάχιστον είναι ανήλικος, όταν για ειδικούς λόγους ζουν
χωριστά και η ανάγκη επικοινωνία τους δεν είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί
<μέσω> της επικοινωνίας τον ανήλικου με τον άλλο γονέα που δε διαμένει
μαζί του. Αυτές οι περιπτώσεις ήταν στο παρελθόν τόσο σπάνιες που δεν είχαν
απασχολήσει τη νομολογία, όπως την απασχόλησε η επικοινωνία με τους απώτερους
ανιόντες (βλ. και την παλαιότερη των τροποποιήσεων του οικογενειακού δικαίου ΟλΑΠ 1179/1978 ΝοΒ 1979. 911, η
οποία είχε κατά πλειοψηφία δεχθεί πως δεν υπήρχε μεν δικαίωμα τους για
επικοινωνία, αλλά η άρνηση του γονέα να την επιτρέψει ήταν δυνατό να θεμελιώσει
καταχρηστική άσκηση των δικών του δικαιωμάτων}. Εύλογα συνεπώς ο νομοθέτης δεν
τις συμπεριέλαβε ρητά στις ρυθμίσεις του άρθρου 1520 ΑΚ.
Το πρόβλημα όμως της έλλειψης συγκεκριμένης ρύθμισης μπορεί να εμφανισθεί λόγω
της αύξησης του αριθμού των διαζυγίων κατά τις τελευταίες δεκαετίες σε
συνδυασμό με τη συχνότερη τέλεση νέων γάμων μετά τη λύση των παλαιών και τη
δημιουργία άλλων οικογενειών. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω πρέπει η παράγραφος 2
του άρθρου 1520 ΑΚ να τύχει ανάλογης εφαρμογής και
όσον αφορά την επικοινωνία μεταξύ αδελφών, αμφιθαλών ή ετεροθαλών, όταν
συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις. Με βάση τη διάταξη αυτή
αναγνωρίζεται δικαίωμα επικοινωνίας στους πάππους και τις μάμμες,
που συνδέονται με συγγένεια αίματος δευτέρου βαθμού με το παιδί. Επειδή δε η
διατύπωση της διάταξης είναι γενική και αναφέρεται στους απώτερους ανιόντες
γενικά χωρίς οποιαδήποτε διάκριση/ το ίδιο δικαίωμα παρέχεται ακόμη και στους πρόπαππους και πρόμαμμες εάν
αυτοί είναι cv ζωή, παρόλο που είναι συγγενείς εξ
αίματος τρίτου βαθμού με αυτά. Μετά απ' αυτά θα ήταν ανακόλουθο να θεωρηθεί ότι
το δικαίωμα αυτό αποκλείεται για τους αδελφούς που είναι συγγενείς εξ αίματος
δευτέρου βαθμού με το ανήλικο, ενόψει του ότι η συγγένεια εξ αίματος σε ευθεία,
ή σε πλάγια γραμμή, η οποία αποτελεί κατ' άρθρο 1463 ΑΚ
την ειδοποιό διαφορά μεταξύ αυτών και των απώτερων ανιόντων, δε φαίνεται να
αρκεί για να θεμελιώσει διαφορετική με μεταχείριση στηριζόμενη σε οποιαδήποτε
εύλογη αιτία.
Στην
προκειμένη περίπτωση η αιτούσα, επικαλούμενη με την αίτησή της επείγουσα
περίπτωση, ζητεί, ως ασφαλιστικό μέτρο, να ρυθμισθεί προσωρινά το δικαίωμα
επικοινωνίας της με την ανήλικη ετεροθαλή αδελφή της Ε. Κ., η οποία διαμένει με
τον πατέρα της καθ' ου η αίτηση μετά τη λύση του γάμου του με την κοινή τους μητέρα.
Η αίτηση
εισάγεται αρμοδίως και παραδεκτώς ενώπιον αυτού του
Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. του ΚΠολΔ).
Αυτή είναι
νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1520 παρ. 2 κατ' ανάλογη εφαρμογή
σύμφωνα με τα προαναφερόμενα και παρ. 3, 1463 ΑΚ, 735
ΚΠολΔ.
Επομένως
πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν
Από τις
ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων Μ. Α. (της αιτούσας) και Ε. Κ. του
καθ' ου) στο ακροατήριο του δικαστηρίου, τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν,
καθώς και από όλη τη διαδικασία γενικά πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: Η Σ. Τ. του
Π. απέκτησε από τον πρώτο της γάμο με τον Μ. Α. εξετασθέντα
ως μάρτυρα, ένα τέκνο, την αιτούσα, ηλικίας 22 ετών σήμερα. Μετά τη λύση του
γάμου της εκείνου τέλεσε νέο γάμο με το Σ. Κ., καθ' ου η αίτηση, από τον οποίο
απέκτησαν την Ε. Κ., ηλικίας 11 και 4 ετών σήμερα. Ο γάμος αυτός λύθηκε επίσης
και η Σ.Τ., μητέρα της αιτούσας και της Ε. Κ.,
παντρεύτηκε για τρίτη φορά, το έτος 1998, με το Χ. Μ. Η αιτούσα και η αδελφή της
διέμεναν μαζί με τη μητέρα τους και το νέο της σύζυγο ο οποίος τις
κακομεταχειριζόταν, μέχρι το 1999, οπότε οι σύζυγοι μετακόμισαν, μαζί με ένα
άλλο τέκνο που απέκτησαν από το δικό τους γάμο, στον Πειραιά. Μετά απ' αυτό τη
μεν επιμέλεια της ανήλικης Ε. Κ. ανέλαβε ο πατέρας της καθ' ου με την
24750/2000 απόφαση αυτού του δικαστηρίου, που δίκασε κατά την ειδική διαδικασία
άρθρον 681 Β ΚΠολΔ και δέχθηκε τη σχετική αγωγή η δε
επίσης ανήλικη κατ' εκείνο το χρόνο αιτούσα πήγε να μείνει με το δικό της
πατέρα, που είχε και αυτός τελέσει νέο γάμο με άλλη γυναίκα. Η Ε. Κ. διέμενε με
τον πατέρα της και τους γονείς τον, που τον βοηθούσαν φροντίζοντας την και
αυτοί μέχρι την τέλεση νέου του γάμου με την εξετασθείσα
ως μάρτυρα Ε. Κ. Μετά το γάμο του διαμένει μαζί με αυτόν και τη σύζυγό του,
καθώς και τις δύο δικές της από προηγούμενο γάμο της, θυγατέρες της. Η μητέρα
της ανήλικης Ε. δεν ασκεί δικαίωμα που έχει να επικοινωνεί μαζί της και γι'
αυτό το λόγο η επικοινωνία της αιτούσας με την αδελφή της δεν είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί
<μέσω> αυτού τον δικαιώματος της κοινής τους μητέρας. Οι δύο αδελφές
είναι στενά συνδεδεμένες και η επικοινωνία μεταξύ τους καλύπτει σημαντικές
ψυχικές και συναισθηματικές ανάγκες αμφοτέρων τους, συμβάλλει δε ιδιαίτερα στην
ολοκλήρωση της προσωπικότητας της μικρότερης. Ενόψει όλων των παραπάνω συνθηκών
επί σειρά ετών η αιτούσα υπήρξε η μόνη στενή συγγενής-εξ αίματος
από τη μητρική γραμμή που διατηρούσε επαφή με την Ελένη Κυριακού, αναπλήρωνε δε
εν μέρει, λόγω και της διαφοράς ηλικίας που τις χωρίζει, την έλλειψη της
μητέρας που απουσιάζει. Πριν από λίγους μήνες ο καθ' ου άρχισε να δημιουργεί προσκόμματα στην επικοινωνία των αδελφών και η
αιτούσα αναγκάσθηκε να πηγαίνει έξω από το σχολείο για να δει την Ε. σία
διαλείμματα ή κατά την αναχώρηση της από αυτό. Η αιτούσα διαμένει μόνη της σε
διαμέρισμα από τότε που συμπλήρωσε το 21° έτος της ηλικίας της. Είναι φοιτήτρια
και ταυτοχρόνως τραγουδάει και σε μεγάλα νυκτερινά κέντρα διασκέδασης της θεσσαλονίκης (ΦΙΞ, Γοργόνες και Μάγκες) και μεγάλων
επαρχιακών πόλεων. Επί όλων αυτών κατέθεσε ο μάρτυρας πατέρας της. Η μάρτυρας
του καθ' ου σύζυγος του παραδέχθηκε ότι η αιτούσα δεν έχει εμφανίσει στη ζωή
της στοιχεία ανηθικότητας, διατύπωσε όμως φόβους και αντιρρήσεις ως προς την
επικοινωνία των αδελφών, συνιστάμενα κυρίως στην πιθανότητα να επηρεασθεί
ανήλικη ως προς τις επαγγελματικές της επιλογές και τις επιδόσεις της στο
σχολείο από την ιδιότητα που έχει η αιτούσα ως τραγουδίστρια, καθώς και σε
δυσμενή σχόλια που πιστεύει ότι έχει κάνει η αιτούσα σχετικά με την ίδια (τη
μάρτυρα) στην ανήλικη, τα οποία, έχουν επίπτωση στη συμπεριφορά της. Αυτές όμως
οι αντιρρήσεις και επιφυλάξεις, οι στηριζόμενες στα ανωτέρω πραγματικά
περιστατικά, δεν αρκούν προς θεμελίωση σοβαρού λόγου που να επιβάλλει να εμποδισθεί η επικοινωνία μεταξύ της αιτούσας και της Ε.,
κατά παραδοχή της σχετικής, ερειδόμενης στο άρθρο
1520 παρ. 2 εν τέλει ΑΚ εφαρμοζόμενο αναλόγως,
ένστασης του καθ' ου. Επομένως συντρέχει επείγουσα περίπτωση για τη ρύθμιση της
επικοινωνίας μεταξύ των αδελφών και η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη
και κατ 'ουσίαν. Η επικοινωνία θα γίνεται κάθε
δεύτερο Σάββατο κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Το δικαστήριο
καταλήγει στο συγκεκριμένο τροχό ρύθμισης συν εκτιμώντας τη νεαρή ηλικία της
αιτούσας και το βαθμό υπευθυνότητας της που αυτή συνεπάγεται, τη συγγενική
σχέση που τη συνδέει με την Ε., την ανάγκη διατήρησης ζωντανού του συγγενικού
δεσμού τους με γνώμονα κυρίως το συμφέρον της τελευταίας, αλλά και την
αναγκαιότητα ομαλών σχέσεων της με το σημερινό της περιβάλλον χωρίς συνεχείς
περί σπασμούς. Η δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφισθεί μεταξύ των διαδίκων
επειδή η ερμηνεία του άρθρου 1520 παρ. 2 ΑΚ όσον
αφορά την εφαρμογή του στην υπό κρίση ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (αρθ. 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ
ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ
την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ
προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας της αιτούσας με την ανήλικη αδελφή της Ε. Κ.
και ορίζει ότι αυτή έχει δικαίωμα να επικοινωνεί μαζί της κάθε δεύτερο Σάββατο,
αρχής γενομένη από το πρώτο Σάββατο μετά την κοινοποίηση αυτής της απόφασης
στον καθ' ου, από την 12η το μεσημέρι μέχρι τις 17.00 της ιδίας ημέρας. Την
ανήλικη θα την παραλαμβάνει η αιτούσα από την κατοικία, στην οποία κατοικεί με
τον καθ' ού, και θα την επιστρέφει, στο ίδιο μέρος.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των
διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση
στη θεσσαλονίκη την 16η Μαρτίου 2004, παρουσία και
της Γραμματέως Αικατερίνης Φυσικούδη.