ΜΠρΘεσ 1936/2005

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Σεξουαλική παρενόχληση σε χώρο εργασίας -.

 

Η υβριστική και ανάρμοστη συμπεριφορά  του εργοδότη, που συνιστά σεξουαλική παρενόχληση, προσβάλλει παράνομα και μειώνει ηθικά την προσωπικότητα της εργαζομένης.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   (Απόσπασμα)... Η ενάγουσα εκθέτει τα ακόλουθα: Την 5.9.2003 προσλήφθηκε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ..., προκειμένου να εργαστεί ως γραμματέας του εναγομένου, ο οποίος είναι ο γενικός προϊστάμενος της συγκεκριμένης εταιρίας, καθώς και της εταιρίας ... για τη Βόρεια Ελλάδα. Από τότε και μέχρι την 16.3.2004 εργάστηκε στο υποκατάστημα της παραπάνω εταιρίας που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη με την παραπάνω ειδικότητα, έχοντας διευθυντή της τον εναγόμενο, ο οποίος από την αρχή της εργασιακής σχέσης και περισσότερο τις ημερομηνίες 11.3.2004 και 12.3.2004, με τον τρόπο που αναλυτικά αναφέρει στην αγωγή και που συνιστά σεξουαλική παρενόχληση, προσέβαλε την τιμή και την αξιοπρέπεια της ίδιας, με αποτέλεσμα αυτή την 16.3.2004 να σταματήσει να εργάζεται γιατί θεώρησε ότι με τη συμπεριφορά του εναγομένου προσβλήθηκε η ηθική και η αξιοπρέπειά της. Την 17.3.2004 και την 19.3.2004 διαμαρτυρήθηκε με εξώδικες δηλώσεις της στον εναγόμενο για τη συμπεριφορά του και την 22.3.2004 έλαβε χώρα η καταγγελία της σύμβασης εργασίας της από την προαναφερθείσα εταιρία, οπότε της καταβλήθηκαν η αποζημίωση απόλυσης και οι δεδουλευμένες αποδοχές της. Τέλος, την 29.3.2004 ο εναγόμενος με εξώδικη δήλωσή του αρνήθηκε κάθε κατηγορία και την προειδοποίησε ότι θα υποβάλει σε βάρος της έγκληση για συκοφαντική δυσφήμηση, εάν δεν του ζητήσει συγγνώμη. Με βάση τους ισχυρισμούς της αυτούς ζητεί να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος με τη συμπεριφορά του προσέβαλε την προσωπικότητά της και της προκάλεσε ηθική βλάβη. Επίσης, ζητεί να καταδικασθεί ο εναγόμενος στη δικαστική της δαπάνη.

   Η αγωγή, για τη συζήτηση της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου, αφού το αίτημά της είναι αναγνωριστικό, παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο να τη δικάσει (άρθρα 16 περ. 3 και 22 του ΚΠΔ) κατά την ειδική διαδικασία που ακολουθείται για την επίλυση των εργατικών διαφορών (άρθρα 663-676 του ΚΠολΔ). Είναι νόμιμη, αφού στηρίζεται στα άρθρα 57, 59 ΑΚ, 70 και 176 του ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσία.

   Ο εναγόμενος αρνείται την αγωγή.... Την 5.9.2003 η ενάγουσα προσλήφθηκε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ..., για να εργαστεί ως γραμματέας. Ο τόπος εργασίας της ήταν το υποκατάστημα της παραπάνω ανώνυμης εταιρίας, καθώς και της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ... στη Θεσσαλονίκη. Ο εναγόμενος είναι ο γενικός προϊστάμενος για την Βόρεια Ελλάδα των παραπάνω εταιριών. Η επιλογή της ενάγουσας έγινε με βάση το βιογραφικό σημείωμα που έστειλε και μετά από προσωπική συνέντευξη που έδωσε στον αρμόδιο για τις προσλήψεις υπάλληλο της εργοδότριας εταιρίας. Στα καθήκοντα της ενάγουσας περιλαμβάνονταν τόσο η γραμματειακή υποστήριξη του συγκεκριμένου υποκαταστήματος όσο και η γραμματειακή υποστήριξη του εναγομένου, που ήταν ο διευθυντής του. Στο ίδιο υποκατάστημα εργάζονται και πέντε ιατρικοί επισκέπτες, οι οποίοι βρίσκονται στο υποκατάστημα συνήθως κάθε Δευτέρα και Παρασκευή, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες παρέχουν την εργασία τους εκτός εταιρίας. Ο εναγόμενος εργαζόταν κυρίως στο υποκατάστημα. 'Ετσι κατά κανόνα στα γραφεία του υποκαταστήματος τις περισσότερες εργάσιμες ώρες οι διάδικοι ήταν μόνοι. Στην αρχή η συνεργασία των διαδίκων ήταν αρμονική. Με την πάροδο των μηνών ο εναγόμενος άρχισε να κάνει ερωτήσεις στην ενάγουσα που ήταν πολύ προσωπικές της και δεν αφορούσαν τις επαγγελματικές τους σχέσεις, όπως να την ρωτάει για τις συνθήκες υπό τις οποίες χώρισαν οι γονείς της και εάν ο πατέρας της είχε εξωσυζυγικές σχέσεις. Επίσης άρχισε να της τηλεφωνεί πολύ συχνά κατά τις νυκτερινές ώρες στο σπίτι της για επαγγελματικά θέματα. Αυτά είχαν προκαλέσει εκνευρισμό και δυσαρέσκεια στην ενάγουσα, την οποία όμως αυτή δεν είχε εκδηλώσει στον εργασιακό της χώρο. Ακόμη της είχε προτείνει αρκετές φορές να συναντηθούν εκτός χώρου εργασίας, είτε μόνοι τους είτε με συγγενείς τους. Μερικές φορές ο εναγόμενος την καλούσε στο γραφείο του για συγκεκριμένη δουλειά και αντ' αυτού έστρεφε τη συζήτηση σε θέματα που αφορούσαν τις ερωτικές σχέσεις των δύο φύλων και την ακουμπούσε στο μπράτσο. 'Ενα Σαββατοκύριακο του Ιανουαρίου του 2004 πραγματοποιήθηκε συνάντηση των στελεχών των προαναφερθεισών εταιριών στη Λεπτοκαρυά Πιερίας, στην οποία μετείχε και ο εναγόμενος. Αυτός πρότεινε στην ενάγουσα να τον συνοδεύσει και να καλύψει ο ίδιος τα έξοδά της. Το Φεβρουάριο του ίδιου έτους πραγματοποιήθηκε η ετήσια συνάντηση όλων των υπαλλήλων των προαναφερθεισών εταιριών στο Πήλιο για μία εβδομάδα. Στη συνάντηση αυτή μετείχε και η ενάγουσα, διότι ήταν υποχρεωμένη από την εργοδότρια εταιρία της. 'Οταν επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη η ενάγουσα αντιλήφθηκε ότι κανένας από τους ιατρικούς επισκέπτες της εταιρίας δεν της μιλούσε πια, γιατί ο εναγόμενος τους είχε πει να μην την πειράζει κανείς και τους απαγόρευσε να πηγαίνουν στο γραφείο της. Στις αρχές Μαρτίου 2004 ο εναγόμενος άρχισε πάλι να συζητεί στην ενάγουσα για τις σχέσεις των δύο φύλων. Της μίλησε για τη σχέση με τη σύζυγό του, για τις κατά καιρούς ερωτικές του περιπέτειες και τη ρώτησε για τις δικές της σεξουαλικές εμπειρίες, με την αιτιολογία ότι ήθελε να ξέρει, γιατί έχει και ο ίδιος κόρες. Την 12.3.2004 η ενάγουσα είχε την επέτειο των γενεθλίων της. Πρόσφερε γλυκά στους συναδέλφους της-ιατρικούς επισκέπτες και στον εναγόμενο και εκείνοι της πρόσφεραν μια ανθοδέσμη. Την ίδια ημέρα ο εναγόμενος πήγε στο γραφείο της ενάγουσας και άρχισε να της μιλάει για τα εσώρουχα που φορούν οι άντρες, για τις προτιμήσεις του, ποιά εσώρουχα θεωρούσε βολικά και ποια όχι και της ζωγράφισε σε ένα χαρτί σε ποιο σημείο των γεννητικών του οργάνων ερεθίζεται περισσότερο ένας άντρας. Η συζήτηση σταμάτησε όταν μπήκε στο γραφείο μία ιατρική επισκέπτης. Η ενάγουσα είναι 23 ετών και συμπεριφερόταν πρόσχαρα στους συναδέλφους της. Η συμπεριφορά της όμως ήταν αξιοπρεπής και ποτέ δεν προκάλεσε με οποιονδήποτε τρόπο το διευθυντή της, έτσι ώστε να του δώσει με τη στάση της ευκαιρία για σεξουαλική παρενόχληση. Αντίθετα, αισθανόταν δυσαρέσκεια από την παραπάνω προσβλητική συμπεριφορά του εναγομένου, ο οποίος είναι 50 ετών. Συνέχιζε να εργάζεται γιατί είχε οικονομική ανάγκη. 'Ομως μετά το επεισόδιο της 12.2.2004 αποφάσισε να σταματήσει την εργασία της. Εργάσθηκε την 15.3.2004, που ήταν Δευτέρα και που ο εναγόμενος βρισκόταν σε επαγγελματικό ταξίδι και την 16.3.2004 σχεδίαζε να του ανακοινώσει την παραπάνω απόφασή της. Το πρωί εκείνης της ημέρας ο εναγόμενος πήγε στο Κιλκίς για επαγγελματικούς λόγους. Η ενάγουσα αποφάσισε να μην τον περιμένει και έφυγε αφήνοντας μία επιστιλή, με την οποία του ανακοίνωνε ότι αποχωρούσε γιατί ήταν αδύνατο να συνεχίσει να συνεργάζεται μαζί του μετά την τελευταία του συζήτηση. Στην ίδια επιστολή τον παρακαλούσε να μην επικοινωνήσει μαζί της για κανένα λόγο. Επιστρέφοντας το μεσημέρι ο εναγόμενος στο γραφείο του, βρήκε την παραπάνω επιστολή και, θορυβημένος, επανειλημμένα τηλεφώνησε στην ενάγουσα, η οποία δεν απάντησε στις κλήσεις του. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο εναγόμενος είπε σε ένα υφιστάμενό του να ρίξει κάτω από την πόρτα του σπιτιού της ενάγουσας ένα φάκελο, ο οποίος περιείχε το σημείωμά του, στο οποίο έγραφε κατά λέξη τα εξής: "Φ... σέβομαι τον λόγο σου που δεν θέλεις να επικοινωνήσω μαζί σου, αλλά πρέπει όμως να υπογράψεις την παραίτησή σου. Με όλο τον σεβασμό Σ... Πάρε ένα τηλέφωνο και πες μας πότε μπορείς αύριο να υπογράψεις. Ευχαριστώ". 'Οταν η ενάγουσα βρήκε το σημείωμα, συμβουλευόμενη τη μητέρα της, απευθύνθηκε στο δικηγόρο της, ο οποίος αρχικά επικοινώνησε με τον εναγόμενο και στη συνέχεια με το δικηγόρο της εργοδότριας εταιρίας. Την 18.3.2004 επιδόθηκε στον εναγόμενο η από 17.3.2004 εξώδικη επιστολή της ενάγουσας, με την οποία η τελευταία διαμαρτυρόταν για την ανάρμοστη και ανεπιθύμητη (σεξουαλικής φύσης) συμπεριφορά του και ζητούσε την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσής της, διότι η συμπεριφορά του συνιστούσε μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας της. Την 22.3.2004 επιδόθηκε στον εναγόμενο η από 18.3.2004 εξώδικη επιστολή της ενάγουσας, με την οποία του ζητούσε να απέχει στο μέλλον από οποιαδήποτε προσπάθειά του να βλάψει περαιτέρω την τιμή και την υπόληψή της ενώπιον τρίτων αναφορικά με τους λόγους διακοπής της μεταξύ τους συνεργασίας. Η ενάγουσα έστειλε την παραπάνω επιστολή γιατί πληροφορήθηκε από την εταιρία ..., μέσω της οποίας είχε βρει την εργασία της, ότι ο εναγόμενος ζητούσε νέα γραμματέα, ισχυριζόμενος ότι αυτή παραιτήθηκε και αφήνοντας διάφορα υπονοούμενα. Την ίδια ημερομηνία (δηλαδή την 22.3.2004) η εργοδότρια εταιρία κατέβαλε στην ενάγουσα τις δεδουλευμένες αποδοχές της και την αποζημίωση απόλυσης. Τέλος, την 29.3.2004 επιδόθηκε στην ενάγουσα εξώδικη απάντηση του εναγομένου, στην οποία αυτός αρνιόταν κάθε κατηγορία και της δήλωνε ότι δεν θα κατέθετε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση, εάν του ζητούσε συγγνώμη. Η ενάγουσα δεν απάντησε και έτσι ο εναγόμενος κατέθεσε σε βάρος της την από 22.4.2004 μηνυτήρια αναφορά-έγκληση στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, ο οποίος άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος της ενάγουσας για συκοφαντική δυσφήμηση κατ' εξακολούθηση και παρήγγειλε τη διενέργεια προανάκρισης στον Πταισματοδίκη Θεσσαλονίκης...

   Με τα περιστατικά που προαναφέρθηκαν αποδεικνύεται ότι πράγματι από την υβριστική και ανάρμοστη συμπεριφορά του εναγομένου, που συνιστά σεξουαλική παρενόχληση, επήλθε ηθική μείωση και βαριά προσβολή στην προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια της ενάγουσας. Κατά συνέπεια η κρινόμενη αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη. Πρέπει δηλαδή να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος με την ανάρμοστη και υβριστική συμπεριφορά του, που συνιστά σεξουαλική παρενόχληση, προσέβαλε παράνομα και μείωσε ηθικά την προσωπικότητα της ενάγουσας, η οποία υπέστη ηθική βλάβη. Τέλος, η δικαστική δαπάνη της ενάγουσας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εναγομένου που ηττήθηκε (άρθρο 176 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.