ΔιατΕισΠλημΑθ 71/2011

 

Δικαστική εκπροσώπηση ΑΕ - Υποβολή εγκλήσεως -.

 

 

Απόρριψη έγκλησης για λογαριασμό ΑΕ που κατατέθηκε από διευθυντή διεύθυνσής της, ο οποίος δεν είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της, ούτε κατέχει θέση προέδρου ή διευθύνοντος συμβούλου. Αναφορικά με την μεταβίβαση της εξουσίας του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕ για δικαστική εκπροσώπηση σε φυσικά πρόσωπα που μπορεί να μην είναι μέλη του, δεν αρκεί η αναφορά στο καταστατικό της εν λόγω ΑΕ στην ιδιότητα «κάθε προϊσταμένου ή αναπληρωτή προϊσταμένου κεντρικής υπηρεσίας», καθώς δεν ανταποκρίνεται στην προϋπόθεση του νόμου να κατονομάζονται τα πρόσωπα αυτά.

 

 

ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ                                            17/10/2011

ΑΘΗΝΩΝ

 

 

 

                                 ΔΙΑΤΑΞΗ

                            ΑΡΙΘΜΟΣ 71Δ/2011

                    Ο ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

 

 

ΛΑΒΟΝΤΕΣ ΥΠ' ΟΨΙΝ

 

 

Την κατατεθείσα στις 11/02/2010 έγκληση της εδρεύουσας στη Θεσσαλονίκη ανωνύμου εταιρείας υπό την επωνυμία «Μ Ε ΤΡΑΠΕΖΑ», επί των οδών ..., κατά των ..., κατοίκου Ρίου Πατρών, στο ξενοδοχείο «Τ Α» και των νομίμων εκπροσώπων της εδρεύουσας στο Ρίο Πατρών ανώνυμης εταιρείας υπό την επωνυμία «Τ Α Α.Ε.» για την αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης ανωνύμου εταιρείας (άρθρο 364 παρ 1,3 ΠΚ), διαπραχθείσης στις 30/01/2009 στην Αθήνα, δια της υποβολής εγκλήσεως κατά του ..., εκτελεστικού μέλους του Δ.Σ. της εγκαλούσης, το περιεχόμενο της οποίας διαλαμβάνει τις καταγγελίες ότι αυτή χρηματοδότησε κατά αναιτιολόγητο τραπεζικά τρόπο την εταιρεία «Α» λόγω της αφερεγγυότητας της και της ελλείψεως δραστηριοτήτων εκ μέρους της, ότι, ενδεχομένως, μέσω της χρηματοδοτήσεως έχουν νομιμοποιηθεί έσοδα προερχόμενα από εγκληματική δραστηριότητα, ότι το εκτελεστικό μέλος της ... συνέδραμε οικονομικά τον ... κατόπιν πιεστικών υποδείξεων κοινωνικώς ισχυρού προσώπου, έναντι του οποίου δεν ηδύνατο να προβάλλει αντίρρηση, ότι ο ... συνήργησε στα εγκλήματα της απάτης και υπεξαίρεσης, ότι η εγκαλούσα καλύπτει τον ... στις πράξεις αυτές, ότι η εμφανιζόμενη ως θυγατρική αυτής εταιρεία «Μ» απέκτησε με αδιαφανή τρόπο ποσοστό 55% της εταιρείας «Α».

 

 

ΣΚΕΦΘΕΝΤΕΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Από τη συνδυασμένη εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 47 ΚΠΔ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών απορρίπτει με αιτιολογημένη διάταξη του την υποβληθείσα έγκληση εάν αυτή δεν στηρίζεται στο νόμο ή εάν μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την άσκηση ποινικής δίωξης.

 

 

Περαιτέρω, από το άρθρο 364 παρ 1 ΠΚ προκύπτει ότι το κατ' έγκλησιν διωκόμενο (άρθρο 368 ΠΚ) έγκλημα της δυσφήμησης ανωνύμου εταιρείας στοιχειοθετείται όταν προσβάλλεται δι' ισχυρισμού ή διαδόσεως η οικονομική και επιχειρηματική οντότητα του νομικού προσώπου της ανώνυμης εταιρείας, κατά τρόπο που μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού σε αυτή και γενικώς τις επιχειρήσεις της.

 

 

Τέλος, από το συνδυασμό των άρθρων 18 παρ 1,2 και 22 παρ. 1, 3 ν. 2190/ 1920 προκύπτει ότι καίτοι η υποβολή εγκλήσεως για λογαριασμό της ανωνύμου εταιρείας προϋποθέτει, κατ' αρχήν, συλλογική ενέργεια όλων των μελών του διοικητικού συμβουλίου αυτής, είναι δυνατή η μεταβίβαση της εξουσίας αυτού για δικαστική εκπροσώπηση σε ένα ή πλείονα του ενός φυσικά πρόσωπα, τα οποία μπορεί να μην είναι μέλη του. Τούτο συμβαίνει αφενός συμφώνως προς το άρθρο 18 παρ. 2 ν.2190/20 και αφετέρου συμφώνως προς το άρθρο 22 παρ 3 ν. 2190/20.

 

 

Ειδικότερα, κατά την πρώτη εκ των αναφερθεισών διατάξεων, όταν το καταστατικό περιέχει ειδική πρόβλεψη και κατονομάζει συγκεκριμένα πρόσωπα, ανεξαρτήτως εάν αυτά είναι ή όχι μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ως προεξετέθη [επ' αυτού: Βλ. Ολομ. Α.Π 4/2006, Π.Χρ ΝΣΤ, σελ. 402 επ, 403], ενώ κατά τη δεύτερη εξ' αυτών όταν το καταστατικό προβλέπει ότι το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας μπορεί να αναθέσει την εξουσία δικαστικής εκπροσώπησης της εταιρείας σε τρίτα πρόσωπα, μη κατονομαζόμενα στο καταστατικό.

 

 

Εν προκειμένω, η κρισιολογούμενη έγκληση κατατέθηκε από τον ..., διευθυντή διεύθυνσης υποστήριξης πιστώσεων και διεθνούς εμπορίου της εγκαλούσης, όπως αναφέρεται στο από 9.2.2010 έγγραφο αυτής, για λογαριασμό της και κατ' εκπροσώπησίν της. Όπως προκύπτει από το καταστατικό της «Μ Ε ΤΡΑΠΕΖΑ» ο ... δεν είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου αυτής, ούτε κατέχει θέση προέδρου ή διευθύνοντος συμβούλου. Στο άρθρο 24 του καταστατικού της εγκαλούσας εταιρείας αναφέρεται ρητώς ότι πλην του προέδρου, του διευθύνοντος συμβούλου και του γενικού διευθυντή, αυτήν εκπροσωπεί στις δικαστικές ενέργειες, μεταξύ των άλλων, «περί δόσεων όρκων εγχείρησης μήνυσης ή έγκλησης, κάθε προϊστάμενος η αναπληρωτής προϊστάμενος Κεντρικής Υπηρεσίας.

 

 

Η ως είρηται καταστατική πρόβλεψη υπάγεται στη ρύθμιση του άρθρου 18 ν.2190/1920, πλην όμως δεν ικανοποιεί την απαίτηση αυτού να κατονομάζονται τα πρόσωπα αυτά (Ολομ Α.Π 4/2006, ε.α) διότι, ασφαλώς, δεν συνιστά πλήρωση της προϋποθέσεως αυτής η αναφορά στην ιδιότητα «κάθε προϊσταμένου ή αναπληρωτή προϊσταμένου κεντρικής υπηρεσίας» πολλώ δε μάλλον καθ' ην περίπτωση που ούτε η έννοια της κεντρικής υπηρεσίας προσδιορίζεται, επαφιόμενη στην ανέλεγκτη, ως μη έδει, αξιολογική εκτίμηση της ιδίας της εγκαλούσης, κατά τρόπο που να μην μπορεί να γίνει δεκτή η παλαιοτέρα εκφρασθείσα, μη επικρατήσασα άποψη ότι αρκεί η αναφορά της ιδιότητας του προσώπου (Α.Π 1564/2005, Π.Λογ. 05, σελ. 1385).

 

 

Τυχόν επίκληση του άρθρου 22 ν.2190/1920, στην οποία πάντως προβαίνει η εγκαλούσα (βλ. σελ. 4η του υπομνήματος) είναι αλυσιτελής και νομικώς ανεπέρειοτη, διότι η διάταξη αυτή προϋποθέτει τη λήψη απόφασης του διοικητικού συμβουλίου για τη μεταβίβαση σε τρίτο κάποιας εκ των εξουσιών του εις εκτέλεσιν καταστατικής πρόβλεψης και σύμφωνα με αυτή (βλ. και νομ: Ολομ. Α.Π 4/2006, ε.α). Στην περίπτωση αυτή ο τρίτος είναι υποκατάστατος του διοικητικού συμβουλίου και προκειμένου να ενεργήσει νομίμως κατά την υποβολή της εγκλήσεως αρκεί η σχετική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και μόνο, δίχως να απαιτείται η προς αυτόν παροχή ειδικής πληρεξουσιότητας ή εξουσιοδοτήσεως ούτε η θεώρηση της γνησιότητας των υπογραφών των μελών του διοικητικού συμβουλίου. Τέτοια απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εγκαλούσας δεν υφίσταται, ως εκ του νόμου απαιτείται, μη αρκούσης της γενικής και αόριστης προβλέψεως στο άρθρο 24 του καταστατικού αυτής.

 

 

Επομένως, η υποβληθείσα έγκληση τυγχάνει απορριπτέα ως εν μέρει νόμω αστήρικτη ως προς το δι' αυτής καταγγελλόμενο ως διαπραχθέν έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης ανωνύμου εταιρείας λόγω μη νομίμου υποβολής της, κατά τα προεκτεθέντα διερευνουμένης περαιτέρω της βασιμότητας της ως προς το έτερο καταγγελλόμενο έγκλημα της ψευδούς καταμήνυσης κατά συρροή (229 παρ. 1, 94 παρ. 2 ΠΚ) αλλά και της συνδρομής των όρων του άρθρου 59 Κ.Π.Δ. (βλ. και το από 28.5.10 υπ' αρ. πρωτ.  164967 πιστοποιητικό, αρμοδίως εκδοθέν),  δια συνεχίσεως της αρξαμένης προκαταρκτικής εξετάσεως (σχετ. οι από 2.10 και 19.5.11 αρμοδίως απευθυνθείσες παραγγελίες, από το εν αυτής περιεχόμενο), δίχως πάντως να επιβληθούν έξοδα εις βάρος της εγκαλούσης εταιρείας, διότι κατά την υποβολή της εγκλήσεως ενήργησε για την προάσπισιν νομίμων δικαιωμάτων της.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΙΔΟΝΤΕΣ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 47, 48 ΚΠΔ

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΥΜΕ την κατατεθείσα στις 11.2.2010 έγκληση της εδρεύουσας στη Θεσσαλονίκη, οδός ... εταιρείας "Μ Ε ΤΡΑΠΕΖΑ" ως εν μέρει νόμω αστήρικτη.

 

ΠΑΡΑΓΓΕΛΟΥΜΕ την επίδοση της παρούσης διατάξεως στην εγκαλούσα, προς ην

 

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΟΥΜΕ ότι δικαιούται να προσφύγει ενώπιον του κ. Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών εντός 15 ημερών από της επιδόσεως.

 

 

Ο Εισαγγελέας

Νικόλαος Δεληδήμος      

Εισαγγελεύς Πρωτοδικών