ΔΕφΑθ (Συμβ) 70/2011

Φορολογικές υποθέσεις - Ανεπανόρθωτη βλάβη -.

 

Μετά την ισχύ του ν. 3900/2010 δηλαδή μετά την 1.1.2011, όταν πρόκειται για φορολογικές υποθέσεις, ανεπανόρθωτη βλάβη δεν συνιστά λόγο αναστολής εκτελέσεως της πρωτόδικης αποφάσεως (Aρθρο 209Α ΚΔΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 38 του ν. 3900/2010).

 

 

 

 

Αριθμός απόφασης: 70/2011

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 3ο

ΩΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

 

 

 

Συνήλθε στις 6 Μαΐου 2011, με δικαστές τους: Γεωργία Πετράκη-Γιαννοπούλου, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Λαμπρινή Πλούμη, (Εισηγήτρια) και Λουκία Σκουρολιάκου, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα τη Μαρίνα Μωρέση, δικαστική υπάλληλο,

 

για να δικάσει την αίτηση αναστολής, με χρονολογία 5 Απριλίου 2011 (αριθμ. καταχ. ABEM 88/7-4-2011),

 

των 1) ..., κατοίκου Αμαλιάδας Ηλείας, 2) ..., κατοίκου Αθηνών (...) και 3) ..., κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής (...),

 

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (ΔΟΥ) Ε΄ Αθηνών.

 

 

Η κρίση του είναι η εξής:

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. 1138460, σειρά Α΄, ειδικό έντυπο παραβόλου) ζητείται παραδεκτώς η αναστολή εκτελέσεως της 10810/2010 οριστικής αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή, απορρίφθηκε η από 17.2.2004 προσφυγή των αιτούντων κατά της 8/1.12.2003 πράξεως προσδιορισμού αποτελεσμάτων οικονομικού έτους 1994 (χρήση 1.1.1993 έως 30.11.1993) του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Ε΄ Αθηνών, με την οποία προσδιορίστηκαν τα φορολογητέα κέρδη της ήδη λυθείσας ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «Αφοί ... Ο.Ε.», της οποίας αυτοί (αιτούντες) διετέλεσαν ομόρρυθμοι εταίροι, στο ποσό των 54.487.185 δραχμών και επιβλήθηκε σε βάρος της διαφορά κυρίου φόρου ποσού 17.965.515 δραχμών, καθώς και πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας της δήλωσης ποσού 51.998.269 δραχμών, πλέον προσαυξήσεων χαρτοσήμου και ΟΓΑ χαρτοσήμου και συνολικά διαφορά φόρου ύψους 72.811.664 δραχμών. Η εν λόγω αναστολή, ζητείται μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της από 3.1.2011 εφέσεως που έχουν ήδη ασκήσει οι αιτούντες κατά της ως άνω αποφάσεως.

 

 

2. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999 ΦΕΚ 97 Α΄) ορίζει στο άρθρο 88 ότι: «Εφόσον στον Κώδικα δεν ορίζεται ειδικώς διαφορετικά, οι προθεσμίες των ένδικων μέσων, καθώς και η άσκηση τους, δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα. Είναι όμως δυνατό να χορηγηθεί, κατά περίπτωση, αναστολή εκτέλεσης της πράξης ή της απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 200 έως και 209», στο άρθρο 206 ότι: «Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση του ενδίκου μέσου δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, μπορεί, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε από τους διαδίκους, να ανασταλεί, με αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της απόφασης αυτής», στο άρθρο 207 ότι: «Αρμόδιο για τη χορήγηση της αναστολής είναι το τριμελές ή μονομελές δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί το ένδικο μέσο, εφόσον αυτό είναι αρμόδιο για την εκδίκαση της κύριας υπόθεσης....», στο άρθρο 208, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 του ν. 3659/2008 (ΦΕΚ Α’ 77), ορίζεται ότι: «1. Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή, όταν κρίνεται ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης του ενδίκου μέσου. Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί αν, κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημοσίου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. 2. Αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο μέσο είναι προδήλως βάσιμο, μπορεί να δεχθεί την αίτηση αναστολής, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης δεν κρίνεται ως ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη. Η αίτηση αναστολής μπορεί να απορριφθεί ακόμη και σε περίπτωση ανεπανόρθωτης ή δυσχερώς επανορθώσιμης βλάβης, αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο μέσο είναι προδήλως απαράδεκτο ή προδήλως αβάσιμο. Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται κατά το μέρος που η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ήδη εκτελεσθεί» και τέλος στο άρθρο 209Α το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 38 του ν. 3900/2010 (ΦΕΚ Α’ 213), ο οποίος σύμφωνα με το άρθρο 70 αυτού ισχύει από 1-11-2011, ότι: «Ειδικώς στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, στις οποίες η προθεσμία ή η άσκηση του ένδικου μέσου δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, μπορεί ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο, να ανασταλεί με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της απόφασης αυτής, μόνο αν το ένδικο μέσο κρίνεται ως προδήλως βάσιμο».

 

 

3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής : Με την 8/1.12.2003 πράξη προσδιορισμού αποτελεσμάτων, οικονομικού έτους 1994 (1-1-1993 έως 30-11-1993) προσδιορίστηκε, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 32 και 36 του ν. 3323/1955, τα φορολογητέα κέρδη της ήδη λυθείσας ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «Αφοί ... Ο.Ε.» που προέκυψαν μεταξύ της αντικειμενικής αξίας του διανεμηθέντος στα μέλη της ακινήτου που βρίσκεται επί της οδού ... στην Αθήνα και της αξίας κτήσης αυτού, στο ποσό των 54.487.185 δραχμών και επιβλήθηκε σε βάρος του διαφορά κυρίου φόρου ποσού 17.965.515 δραχμών και πρόσθετος φόρος λόγω ανακριβείας της δήλωσης ποσού 52.998.269 δραχμών (πλέον προσαυξήσεων χαρτοσήμου και ΟΓΑ χαρτοσήμου) δηλαδή διαφορά 72.811.664 δραχμών. Κατά της ως άνω πράξης, οι αιτούντες οι οποίοι διετέλεσαν ομόρρυθμοι εταίροι της παραπάνω εταιρείας άσκησαν ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών την από 17.2.2004 προσφυγή τους με την οποία ζήτησαν την ακύρωσή της για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους. Με την 10802/2010 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε ως αβάσιμη. Κατ’ αυτής, οι αιτούντες άσκησαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την από 3-1-2011 έφεσή τους για την εκδίκαση της οποίας δεν έχει οριστεί ακόμη δικάσιμος. Ήδη, αυτοί, με την κρινόμενη αίτησή τους, ζητούν την αναστολή εκτέλεσης της παραπάνω απόφασης έως ότου εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθείσας κατ’ αυτής έφεσής του.

 

 

4. Επειδή, ειδικότερα, οι αιτούντες προβάλλουν, ότι η εκτέλεση της ανωτέρω αποφάσεως θα προκαλέσει σ’ αυτούς ανεπανόρθωτη βλάβη σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της εφέσεώς τους δοθέντος ότι θα τεθεί σε κίνδυνο η διαβίωσή τους, αφού το συνολικό εισόδημά τους το οποίο προέρχεται από τη σύνταξη που λαμβάνουν από το ΤΕΒΕ και τα μισθώματα από την εκμίσθωση της προαναφερόμενης οικοδομής, ανήλθε, κατά το έτος 2010 στο ποσό των 13.751 ευρώ για τον πρώτο, σε 18.279,22 ευρώ για τον δεύτερο και σε 12.131,96 ευρώ για τον τρίτο, δηλαδή δεν επαρκεί ούτε για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών. Ο λόγος, όμως αυτός, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, καθόσον μετά την ισχύ του ν. 3900/2010 δηλαδή μετά την 1.1.2011, όταν πρόκειται για φορολογικές υποθέσεις, όπως η κρινόμενη, η ανεπανόρθωτη βλάβη δεν συνιστά λόγο αναστολής εκτελέσεως της πρωτόδικης αποφάσεως.

 

 

5. Επειδή, εξάλλου, οι αιτούντες επικαλούνται ως λόγο αναστολής την πρόδηλη βασιμότητα του προβαλλόμενου απ’ αυτούς λόγου εφέσεώς τους, κατά τον οποίο, εσφαλμένα έγινε δεκτό με την μνημονευόμενη παραπάνω απόφαση στην προκειμένη περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 3323/1955, καθόσον εν προκειμένω δεν επρόκειτο για πώληση ακινήτου αλλά για διανομή αυτού, λόγω λύσεως της ομόρρυθμης εταιρείας στην οποία συμμετείχαν. Ο λόγος, όμως αυτός, δεν παρίσταται κατά την κρίση του Δικαστηρίου (σε συμβούλιο) προδήλως βάσιμος, καθόσον για την εξέτασή του απαιτείται ενδελεχής έρευνα και εκτίμηση στοιχείων, η οποία ανήκει στην κρίση του Δικαστηρίου που θα δικάσει την έφεση και όχι στην επείγοντος χαρακτήρα κρίση του Δικαστηρίου ως Συμβουλίου επί της αιτήσεως αναστολής. Κατά συνέπεια, δεν δικαιολογείται η χορήγηση της αιτούμενης αναστολής εκτελέσεως και η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί, να διαταχθεί δε η κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.).

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την αίτηση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε και εκδόθηκε στην Αθήνα στις 2 Μαΐου 2011 και εκδόθηκε στην ίδια πόλη στις 6 Μαΐου 2011.

 

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ  Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

 

ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΕΤΡΑΚΗ-ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ  ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΠΛΟΥΜΗ

 

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΜΑΡΙΝΑ ΜΩΡΕΣΗ

 

 Α.Κοκκινάκη