CEDAW
Α.Τ. ΚΑΤΑ
ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εφαρμογή
της Σύμβασης για την Εξάλειψη Ολων των Μορφών
Διάκρισης ενάντια στις Γυναίκες και του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου της (Ν.
1342/1983) - Πρώτη απόφαση ουσίας της Επιτροπής για την
εξάλειψη των διακρίσεων κατά των γυναικών -.
Πρώτη απόφαση ουσίας της Επιτροπής. Εφαρμογή της
Σύμβασης για την Εξάλειψη Ολων των Μορφών Διάκρισης
ενάντια στις Γυναίκες και του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου της (Ν. 1342/1983).
Μορφές οικογενειακής βίας εναντίον γυναίκας, βασισμένης στο φύλο. Το Κράτος
είναι αρμόδιο: α) για τις πράξεις των ατόμων εάν αποτυγχάνει να ενεργήσει με
την αρμόζουσα επιμέλεια ώστε να αποτρέψει τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων ή να
ερευνήσει και να τιμωρήσει τις πράξεις της οικογενειακής βίας, β) για την
καταβολή αποζημίωσης στα θύματα των παραβιάσεων και, γ) για την πρόληψη και
προστασία από τη βία εναντίον των γυναικών. Τα δικαιώματα των γυναικών στη ζωή,
στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα δεν μπορούν να εκτοπιστούν από άλλα
δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και του
δικαιώματος της ιδιωτικής ζωής. Η Επιτροπή διαπιστώνει παραβιάσεις εκ μέρους
της Ουγγαρίας, της Σύμβασης για την Εξάλειψη Ολων των
Μορφών Διάκρισης ενάντια στις Γυναίκες, και συστήνει στην Ουγγαρία μεταξύ άλλων
να αποζημιώσει την Προσφεύγουσα, να της εξασφαλίσει ασφαλή οικία και διατροφή
της ίδιας και των παιδιών της και να εγγυηθεί για την ασφάλεια της.
ΚΕΙΜΕΝΟ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΥΠΟΘΕΣΗ
Α.Τ. ΚΑΤΑ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΤΗΣ 26.1.2005 (ΑΡΙΘΜ. ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ 2/2003
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:
κα Rosario G. Manalo
(Επιμέλεια
Βασίλη Χειρδάρη)
Η Α.Τ.,
είναι Ουγγαρέζα υπήκοος και γεννήθηκε το 1968. Υπέβαλε Αίτηση (Προσφυγή) κατά
της Ουγγαρίας στις 10.10.2003 στην «Επιτροπή Για την Εξάλειψη των Διακρίσεων
κατά των Γυναικών» υποστηρίζοντας ότι είναι θύμα παραβιάσεων της διεθνούς
«Σύμβασης για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεως κατά των γυναικών», και
συγκεκριμένα παραπονέθηκε ότι υπήρξε θύμα παραβίασης των άρθρων 2 (α), (β) και
(ε), 5 (α) και 16 της ανωτέρω Σύμβασης. Επί πλέον η Αιτούσα ζήτησε επειγόντως
αποτελεσματικά, συντηρητικά μέτρα προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος
1, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου, συγχρόνως με την υποβολή της Πορσφυγής της, επειδή φοβόταν για τη ζωή της.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Η Αιτούσα
δηλώνει ότι από το 1998, είχε υποστεί συχνή, σκληρή βία στο σπίτι και είχε
δεχθεί σοβαρές απειλές από τον συντροφό της, L.F., πατέρα
των δύο παιδιών της, ένα από τα οποία έχει σοβαρή εγκεφαλική βλάβη. Αν και ο L.F. σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της έχει ένα όπλο στην
κατοχή του και έχει απειλήσει να
σκοτώσει την Αιτούσα και να βιάσει τα παιδιά, η Αιτούσα δεν έχει βρει κανένα
κέντρο προστασίας, επειδή κανένα στην Ουγγαρία δεν είναι εξοπλισμένο έτσι ώστε
να μπορέσει να δεχθεί ένα ανάπηρο παιδί μαζί με τη μητέρα και την αδελφή του. Η
Αιτούσα επίσης δηλώνει ,ότι δεν υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη στην Ουγγαρία για
προσωρινά ή περιοριστικά μέτρα για περιπτώσεις σαν την δική της .
Το Μάρτιο
του 1999, ο L.F. έφυγε από το διαμέρισμα της
οικογένειας . Όταν δε επέστρεφε, ήταν συνηθισμένος μεθυσμένος και οι επισκέψεις
του περιελάμβαναν ξυλοδαρμούς και εξυβρίσεις. Το Μάρτιο του 2000, ο L.F. άρχισε να συζεί με μια άλλη γυναίκα και εγκατέλειψε
πλήρως την οικογενειακή εστία, παίρνοντας μαζί του τα περισσότερα έπιπλα και
αντικείμενα του σπιτιού, δεν πλήρωνε δε διατροφή για τα παιδιά για τρία χρόνια.
Η Αιτούσα δε ισχυρίζεται ότι και η μη καταβολή διατροφής είναι μια μορφή
άσκησης βίας. Ελπίζοντας να προστατεύσει τον εαυτό της και τα παιδιά της, η
Αιτούσα άλλαξε την κλειδαριά στην πόρτα του διαμερίσματος της οικογένειας στις
11 Μαρτίου 2000. Στις 14 και 26 Μαρτίου 2000,ο L.F.
γέμισε την κλειδαριά με κόλλα, για να μην μπορεί η Αιτούσα να την κλείσει και
στις 28 Μαρτίου 2000, όταν η Αιτούσα του αρνήθηκε την είσοδο στο διαμέρισμα
εισήλθε μέσα βίαια και με κλωτσιές προκαλώντας φθορές στην πόρτα της. Το ίδιο
έκανε και άλλες φορές.
Ο L.F. είχε κτυπήσει τη Αιτούσα σοβαρά σε διάφορες
περιπτώσεις αρχίζοντας από τον Μάρτιο του 1998. Από τότε, δέκα ιατρικά πιστοποιητικά εκδόθηκαν σε σχέση με
διαφορετικά επεισόδια σκληρής σωματικής βίας που υποβλήθηκε η Αιτούσα, αυτά δε
τα γεγονότα αποτελούν μια συνέχιση της βίας ακόμα και μετά την αποχώρηση του L.F. από την οικογενειακή εστία. Το πιο πρόσφατο περιστατικό
έλαβε χώρα στις 27 Ιουλίου 2001 - όταν ο L.F.
εισέβαλε δια της βίας στο διαμέρισμα και κτύπησε άγρια τη Αιτούσα με αποτέλεσμα
να απαιτηθεί η εισαγωγή της σε νοσοκομείο.
Η Αιτούσα
με τα παιδιά της έμεναν σε ένα μικρό διαμέρισμα 55 περίπου τετραγωνικά και το
οποίο ανήκε κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου σ' αυτή και 1/2 εξ αδιαιρέτου στον L.F. Ο τελευταίος προσέφυγε στα εθνικά Δικαστήρια και
ζήτησε να του επιτρέψουν να το χρησιμοποιεί. Στις 4 Σεπτεμβρίου 2003, το
Περιφερειακό Δικαστήριο της Βουδαπέστης εξέδωσε μια τελεσίδικη απόφαση,
επιτρέποντας στον L.F. να επιστρέψει και να
χρησιμοποιήσει το διαμέρισμα. Οι δικαστές αιτιολόγησαν την απόφαση τους στους
ακόλουθους λόγους: (1) στην έλλειψη τεκμηρίωσης του ισχυρισμού ότι ο L.F. κτυπούσε τακτικά την Αιτούσα και (2) στο ότι το
δικαίωμα του L.F.
στην ιδιοκτησία, συμπεριλαμβανομένης και της κυριότητας, δεν θα μπορούσε να
περιοριστεί. Από εκείνη την ημερομηνία, η Αιτούσα υποστηρίζει ότι η σωματική
της ακεραιότητα, η σωματική και διανοητική της υγεία, και η ζωή της διατρέχουν
σοβαρό κίνδυνο και ότι ζει με συνεχή φόβο.
Η Αιτούσα
άσκησε Αγωγή διανομής κατά του πρώην συντρόφου της, η οποία εκκρεμεί και Αίτηση
ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα να χρησιμοποιεί η ίδια και τα παιδιά τους
αποκλειστικά το διαμέρισμα, η οποία όμως απερρίφθη. Επίσης υπάρχουν δύο
τρέχουσες ποινικές διαδικασίες εναντίον του L.F., η
πρώτη που άρχισε το 1999 στο Κεντρικό Περιφερειακό Δικαστήριο του Pest, σχετικά με δύο περιστατικά ξυλοδαρμού και επίθεσης,
που της προκάλεσαν σωματικές βλάβες και η δεύτερη που άρχισε τον Ιουλίου 2001
και αφορά ένα περιστατικό ξυλοδαρμού και επίθεσης που την οδήγησε στο
νοσοκομείο για μια εβδομάδα με σοβαρό
τραυματισμό των νεφρών. Να σημειωθεί ότι ο L.F. δεν
είχε συλληφθεί με την αυτόφωρη διαδικασία ούτε είχε τεθεί υπό κράτηση ποτέ επ1
αυτού και ότι κανένα μέτρο δεν έχει ληφθεί από τις Ουγγρικές αρχές για να
προστατεύσει την Αιτούσα από αυτόν.
Η Αιτούσα
επίσης ισχυρίσθηκε ότι έχει ζητήσει τη βοήθεια εγγράφως, προσωπικά και
τηλεφωνικώς, από τις τοπικές αρχές παιδικής προστασίας , αλλά τα αιτήματα της
είναι μάταια, δεδομένου ότι οι αρχές ισχυρίζονται ότι είναι αδύνατον να κάνουν
οτιδήποτε σε τέτοιες καταστάσεις.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ
«...3.1. Η
Αιτούσα ισχυρίζεται ότι είναι θύμα παραβιάσεων από την Ουγγαρία των άρθρων 2
(α), (β) και (ε), 5 (α) και 16 της Σύμβασης για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών
Διάκρισης κατά των Γυναικών, για την αποτυχία της να της παράσχει
αποτελεσματική προστασία από τον πρώην σύζυγο της.....Υποστηρίζει ότι το Κράτος
Μέλος παραμέλησε παθητικά τις «θετικές» υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της Σύμβαοης και υποστήριξε τη συνέχιση μιας κατάστασης βίας
στο σπίτι, εναντίον της.
3.2.
Υποστηρίζει ότι οι παράλογα παρατεταμένες ποινικές διαδικασίες εναντίον του L.F., η έλλειψη προστατευτικών ή περιοριστικών μέτρων βάσει
του σύγχρονου Ουγγρικού Νόμου, και το γεγονός ότι ο L.F.
δεν έχει ποτέ τεθεί υπό κράτηση1, αποτελούν παραβιάσεις των δικαιωμάτων της,
στο πλαίσιο της Σύμβασης καθώς επίσης και παραβιάσεις της Γενικής Υπόδειξης 19
της Επιτροπής. Υποστηρίζει ότι αυτές οι ποινικές διαδικασίες, μπορούν μετά βίας
να θεωρηθούν αποτελεσματικές ή και άμεση προστασία.
3.3. Η
Αιτούσα επιδιώκει δικαιοσύνη για αυτήν και τα παιδιά της,
συμπεριλαμβανομένης μιας δίκαιης αποζημίωσης, για αυτά που υπέστη και για την
παραβίαση του γράμματος και του πνεύματος της Σύμβασης από το Κράτος Μέλος.
3.4. Η
Αιτούσα επιδιώκει επίσης την επέμβαση της Επιτροπής στην ανυπόφορη κατάσταση, η
οποία έχει επιπτώσεις σε πολλές γυναίκες από όλα τις τάξεις της Ουγγρικής
κοινωνίας. Συγκεκριμένα, απαιτεί την (ι) εισαγωγή αποτελεσματικής και άμεσης
προστασίας για τα θύματα βίας στο σπίτι
,στο νομικό σύστημα, (ii) διάταξη
για -ευαισθησία ως αναφορά το φύλο στη Σύμβαση. επιμορφωτικά προγράμματα, που
περιλαμβάνουν τους δικαστές, τους εισαγγελείς, την αστυνομία και τους εν
ενεργεία δικηγόρους, και (III) διάταξη
για δωρεάν νομική βοήθεια στα θύματα βίας που βασίζεται στο φύλο ,
συμπεριλαμβανομένης και της βίας στο σπίτι.
3.5. Ως
αναφορά την αποδοχή της προσφυγής, η Αιτούσα υποστηρίζει ότι έχει εξαντλήσει
όλα τα διαθέσιμα ένδικα μέσα . Αναφέρεται, εντούτοις, σε μια εκκρεμή αίτηση για
αναθεώρηση που υπέβαλε στο Ανώτατο Δικαστήριο ,σχετικά με την απόφαση της 4ης
Σεπτεμβρίου 2003. Η Αιτούσα περιγράφει αυτό το ένδικο μέσο , σαν ένα έκτακτο
μέσο και ένα που χρησιμοποιείται μόνο, σε περιπτώσεις παραβίασης του
νόμου.....,τέτοιες περιπτώσεις παίρνουν ,σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες,
περίπου έξι μήνες για να επιλυθούν. Η Αιτούσα θεωρεί ότι είναι πολύ απίθανο το
Ανώτατο Δικαστήριο να βρει μια παραβίαση
του νόμου, επειδή , όπως ισχυρίζεται, τα Ουγγρικά Δικαστήρια δεν θεωρούν ότι η
Σύμβαση αποτελεί νόμο που πρέπει να εφαρμόζεται από αυτά. Υποστηρίζει, ότι αυτό
δεν πρέπει να σημάνει ότι έχει αποτύχει να εξαντλήσει τα εσωτερικά ένδικα μέσα
,για τους σκοπούς του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου.
3.6 Η
Αιτούσα ισχυρίζεται ότι, αν και τα περισσότερα από τα γεγονότα ,τα οποία
κατήγγειλε έγιναν πριν από τον Μάρτιο του 2001 , οπότε τέθηκε το Προαιρετικό
Πρωτόκολλο σε ισχύ στην Ουγγαρία, αποτελούν στοιχεία μιας σαφούς, διαρκούς
τακτικής βίας στο σπίτι και ότι η ζωή της συνεχίζει να βρίσκεται σε κίνδυνο.
Ισχυρίζεται επίσης ότι μια σοβαρή βίαια πράξη έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2001 -
αυτό έγινε αφού τέθηκε σε εφαρμογή το Προαιρετικό Πρωτόκολλο για την Ουγγαρία.
Υποστηρίζει ,ακόμα ότι η Ουγγαρία έχει δεσμευθεί από τη Σύμβαση αφότου έγινε
μέλος της το 1982. Η Αιτούσα περαιτέρω φέρει ως επιχείρημα ότι, η Ουγγαρία έχει
βοηθήσει ουσιαστικά στη συνέχιση της βίας μέσω των χρονοβόρων νομικών
διαδικασιών , την αδυναμία της να
πάρει προστατευτικά μέτρα,
συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης καταδίκης του δράστη και την έκδοση ενός
περιοριστικού μέτρου και την απόφαση του δικαστηρίου της 4ης Σεπτεμβρίου 2003.
Αίτημα για
συντηρητικά μέτρα προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1 του
Προαιρετικού Πρωτοκόλλου
4.1 Στις 10 Οκτωβρίου 2003, με την αρχική υποβολή
της Αίτησης της , η Αιτούσα επίσης ζήτησε επειγόντως να ληφθούν αποτελεσματικά
συντηρητικά μέτρα, καθώς μπορεί να κρίνεται απαραίτητο σύμφωνα με το άρθρο 5,
παράγραφος 1, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου ,για να αποφύγει μια πιθανή
ανεπανόρθωτη ζημία στο άτομο της, δηλ. για να σώσει τη ζωή της, την οποία
αισθάνεται να απειλείται από τον βίαιο πρώην σύντροφο της.
4.2 Στις
20 Οκτωβρίου 2003 (με μια διόρθωση στις 17 Νοεμβρίου 2003), μια προφορική
παρατήρηση εδόθη στο Κράτος Μέλος προς επείγουσα εξέταση της , ζητώντας από το
Κράτος Μέλος να παράσχει άμεσα, κατάλληλα και συγκεκριμένα, προληπτικά
συντηρητικά μέτρα προστασίας της
Αιτούσας, καθώς μπορεί να είναι απαραίτητα για να αποφευχθεί ανεπανόρθωτη ζημία
σε αυτήν. Το Κράτος Μέλος ενημερώθηκε ότι, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5,
παράγραφος 2, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου, αυτό το αίτημα δεν υποδήλωνε τον
προσδιορισμό της αποδοχής ή της ουσίας
της προσφυγής. Η Επιτροπή ζήτησε από το Κράτος Μέλος , να της παράσχει πληροφορίες μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 2003 , ως
αναφορά το είδος των μέτρων που είχε πάρει ώστε να εφαρμόσει το αίτημα της
Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1 του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου.
4.3 Στη
συμπληρωματική της αίτηση της 2ας Ιανουαρίου 2004 της, η Αιτούσα δηλώνει ότι,
εκτός από το ότι ερωτήθηκε από την τοπική αστυνομία ,στο αστυνομικό τμήμα της
περιοχής της, μια ημέρα πριν από τα Χριστούγεννα, δεν ενημερώθηκε από καμία
αρχή, ως αναφορά τα μέσα και τους τρόπους μετά οποία θα της παρείχαν άμεση και αποτελεσματική προστασία σύμφωνα με το
αίτημα της Επιτροπής.
4.4 Με την
υποβολή της 20ης Απριλίου 2004, το Κράτος Μέλος ενημέρωσε την Επιτροπή ότι το
Κυβερνητικό Γραφείο για Ίσες Ευκαιρίες (εφεξής «Γραφείο») ξεκίνησε επαφή με την
Αιτούσα τον Ιανουάριο 2004, προκειμένου να ερευνήσει για την κατάσταση της.
Αποδείχτηκε ότι τότε , η Αιτούσα δεν είχε κανέναν νομικό αντιπρόσωπο για τις
νομικές διαδικασίες, και έτσι το Γραφείο προσέλαβε έναν δικηγόρο για αυτήν , με
επαγγελματική εμπειρία και πρακτική σε περιπτώσεις βίας στο σπίτι.
4.7 Στις
13 Ιουλίου 2004, εκ μέρους της Ομάδας Εργασίας σχετικά με τις Προσφυγές, μια
προφορική παρατήρηση με μια δεύτερη επιστολή , σχετικά με το αίτημα της
Επιτροπής της 20ης Οκτωβρίου και της 17ης Νοεμβρίου 2003 εστάλη στο Κράτος
Μέλος, μεταφέροντας τη λύπη της Ομάδας Εργασίας γιατί το Κράτος Μέλος είχε
παράσχει λίγες πληροφορίες ,για τα συντηρητικά μέτρα που λήφθηκαν για να
αποφευχθεί ανεπανόρθωτη ζημία στην
Αιτούσα . Η Ομάδα Εργασίας ζήτησε να προσφερθεί αμέσως στην Α.Τ. ένα ασφαλές μέρος για να ζήσει
αυτή και τα παιδιά της και να εξασφαλίσει το Κράτος Μέλος ότι η Αιτούσα λαμβάνει επαρκή
οικονομική ενίσχυση , εάν είναι απαραίτητο. Το Κράτος Μέλος κλήθηκε να
ενημερώσει την Ομάδα Εργασίας το συντομότερο δυνατόν ,για οποιαδήποτε
συγκεκριμένα μέτρα λήφθηκαν σε απάντηση αυτού του αιτήματος.
4.8 Με τη σημείωση του, της 27ης Αυγούστου 2004 ,
το Κράτος Μέλος επανέλαβε ότι είχε καθιερώσει επαφή με την Αιτούσα , είχε
προσλάβει για αυτήν ένα δικηγόρο για τις αστικές διαδικασίες και είχε
καθιερώσει επαφές με τον αρμόδιο συμβολαιογράφο και τις υπηρεσίες παιδικής πρόνοιας.
Εκτίμηση πάνω στην ουσία της υπόθεσης
9.1 Η Επιτροπή έχει εξετάσει την παρούσα προσφυγή
λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πληροφορίες που τέθηκαν στην διάθεση της από την
Αιτούσα και από το Κράτος Μέλος, όπως
προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου.
9.2 Η Επιτροπή υπενθυμίζει τη Γενική της Σύσταση
αριθ. 19 σχετικά με τη βία ενάντια στις γυναίκες, η οποία δηλώνει ότι «... Τον προσδιορισμό της διάκρισης που
περιλαμβάνει τη βασισμένη στο φύλο βία» και ότι « η βασισμένη στο φύλο βία
μπορεί να παραβιάσει συγκεκριμένες διατάξεις της Σύμβασης, ανεξάρτητα από το εάν
εκείνες οι διατάξεις αναφέρονται ρητώς στη βία». Επιπλέον, η γενική σύσταση
εξετάζει το ζήτημα για το εάν τα Κράτη Μέλη μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για
τη συμπεριφορά αυτών που δεν ενεργούν εκ
μέρους του Κράτους δηλώνοντας ότι «... η διάκριση στο πλαίσιο της Σύμβασης δεν
περιορίζεται στην δράση από ή εκ μέρους των κυβερνήσεων...» και σύμφωνα με τον
γενικό διεθνές δίκαιο και τα σύμφωνα των συγκεκριμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
τα Κράτη μπορούν επίσης να είναι αρμόδια για τις πράξεις των ιδιωτών εάν αποτυγχάνουν
να ενεργήσουν με την αρμόζουσα επιμέλεια για να αποτρέψουν τις παραβιάσεις των
δικαιωμάτων ή για να ερευνήσουν και να τιμωρήσουν τις πράξεις της βίας, και για
την παροχή της αποζημίωσης». Ενάντια σε αυτό το σκηνικό, το άμεσο ζήτημα που
απασχολεί την Επιτροπή είναι το εάν η Αιτούσα είναι θύμα της παραβίασης των
άρθρων 2 (α), (β) και (ε), 5 (α) και 16 της Συνθήκης επειδή, όπως ισχυρίζεται,
κατά τα προηγούμενα τέσσερα έτη το Κράτος Μέλος έχει αποτύχει στο καθήκον του
να της παράσχει αποτελεσματική προστασία από το σοβαρό κίνδυνο για την σωματική
της ακεραιότητα, τη φυσική και διανοητική της υγεία, και τη ζωή της από τ
σύντροφο της.
9.3 Όσον
αφορά το άρθρο 2 (α), (β), και (ε), η Επιτροπή σημειώνει ότι το Κράτος Μέλος,
δεν ήταν σε θέση να της παράσχει άμεση προστασία ενάντια στην κακοποίηση από
τον πρώην σύντροφο της και, επιπλέον, ότι οι νομικές και θεσμικές ρυθμίσεις στο
Κράτος Μέλος δεν είναι ακόμα έτοιμες να εξασφαλίσουν τη διεθνώς αναμενόμενη,
συντονισμένη, ενιαία και αποτελεσματική προστασία και υποστήριξη για τα θύματα
της βίας στο σπίτι. Ενώ εκτιμά τις προσπάθειες του Κράτους Μέλους ως προς την
θέσπιση ενός προγράμματος ενιαίας δράσης ενάντια στη βία στο σπίτι και των
νομικών και άλλων προβλεπόμενων μέτρων, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτά πρόκειται να
ωφελήσουν την Αιτούσα να αντιμετωπίσει την επίμονη κατάσταση ανασφάλειας της. Η
Επιτροπή σημειώνει περαιτέρω τη γενική εκτίμηση του Κράτους Μέλους ότι οι
περιπτώσεις βίας στο σπίτι όπως αυτή δεν απολαμβάνουν υψηλής προτεραιότητας
κατά τις δικαστικές διαδικασίες. Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι η περιγραφή
που παρέχεται των διαδικασιών που προσέφυγαν στην παρούσα περίπτωση, και οι
αστικές και οι ποινικές διαδικασίες , συμπίπτουν με αυτήν την γενική εκτίμηση.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών στη ζωή και στη σωματική και ψυχική
ακεραιότητα δεν μπορούν να εκτοπιστούν από άλλα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου
του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και του δικαιώματος της ιδιωτικής ζωής . Η
Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι το Κράτος Μέλος δεν προσφέρει πληροφορίες ως προς
την ύπαρξη των εναλλακτικών δρόμων τους οποίους θα μπορούσε να είχε ακολουθήσει
η Αιτούσα οι οποίοι θα της παρείχαν ικανοποιητική προστασία ή ασφάλεια από τον
κίνδυνο της συνεχούς βίας. Επ' αυτού, η Επιτροπή υπενθυμίζει τα συμπερασματικά
της σχόλια από τον Αύγουστο του 2002 πάνω στην συνδυασμένη τέταρτη και πέμπτη
περιοδική αναφορά του Κράτους Μέλους που δηλώνει ότι «... Η Επιτροπή ανησυχεί
για την επικράτηση της βίας εναντίων των γυναικών και των κοριτσιών,
συμπεριλαμβανομένης της βίας στο σπίτι. Ανησυχεί ιδιαίτερα για το ότι καμία
συγκεκριμένη νομοθεσία δεν έχει θεσπιστεί για την καταπολέμηση της βίας στο
σπίτι και της σεξουαλικής παρενόχλησης και ότι καμία προστασία ή απαγορευτικοί
όροι ή καταλύματα δεν υπάρχουν για την άμεση προστασία των γυναικών θυμάτων της
βίας στο σπίτι». Έχοντας αυτά στο μυαλό, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα
ότι οι υποχρεώσεις του Κράτους Μέλους που καθορίζονται στο άρθρο 2 (α), (β) και
(ε) της Συνθήκης επεκτείνονται στην πρόληψη, και προστασία από τη βία εναντίον
των γυναικών και, στην προκειμένη περίπτωση, παραμένουν ανεκπλήρωτα και
αποτελούν μια παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων της Αιτούσας και των
θεμελιωδών ελευθεριών, ιδιαίτερα του δικαιώματος της στην ασφάλεια του ατόμου.
9.4 Η
Επιτροπή εξέτασε τα άρθρα 5 και 16 μαζί, στη Γενική της Σύστασης αριθ. 19 περί αντιμετώπισης της
οικογενειακής βίας. Στη Γενική της Σύσταση
αριθ. 21, η Επιτροπή τόνισε ότι «οι διατάξεις της γενικής σύστασης 19...
σχετικά με τη βία κατά των γυναικών έχουν μεγάλη σημασία για τις δυνατότητες
των γυναικών να απολαύσουν δικαιώματα και ελευθερίες πάνω σε ίση βάση με τους
άνδρες». Έχει δηλώσει σε πολλές περιπτώσεις, ότι παραδοσιακές τοποθετήσεις
σύμφωνα με τις οποίες οι γυναίκες θεωρούνται ως κατώτερες από τους άνδρες
συμβάλλουν στη βία ενάντια σε αυτές. Η Επιτροπή αναγνώρισε εκείνες τις
συγκεκριμένες τοποθετήσεις, όταν αυτή εξέτασε στην συνδυασμένη τέταρτη και
πέμπτη περιοδική έκθεση της Ουγγαρίας το 2002, και ανησύχησε για τη «εμμονή των
περιχαρακωμένων παραδοσιακών στερεότυπων σχετικά με το ρόλο και τις ευθύνες των
γυναικών και των ανδρών στην οικογένεια...». Ως αναφορά την συγκεκριμένη
περίπτωση ενώπιον της Επιτροπής, τα γεγονότα της προσφυγής αποκαλύπτουν πτυχές
των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων και στάσεις απέναντι στις γυναίκες που η Επιτροπή
αναγνώρισε έναντι της χώρας συνολικά. Για τέσσερα έτη και κατ' εξακολούθηση
μέχρι σήμερα, η Αιτούσα έχει αισθανθεί να απειλείται από τον πρώην άτυπα σύζυγο
της - και πατέρα των δύο παιδιών της. Η Αιτούσα έχει ξυλοκοπηθεί από τον ίδιο
άνδρα, δηλ. τον πρώην άτυπα σύζυγο της. Δεν κατάφερε, είτε μέσω των αστικών ή
ποινικών διαδικασιών, προσωρινά είτε μόνιμα να απαγορευθεί στον L.F. η χρήση του διαμερίσματος, όπου αυτή και τα παιδιά της
συνεχίζουν να κατοικούν. Η Αιτούσα δεν θα μπορούσε να έχει ζητήσει περιοριστικούς
ή προστατευτικούς όρους δεδομένου ότι καμία τέτοια επιλογή δεν υπάρχει προς το
παρόν στο Κράτος Μέλος. Δεν μπόρεσε να καταφύγει σε ένα κατάλυμα2 επειδή κανένα
δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένο, έτσι ώστε να την δεχθεί αυτή μαζί με τα παιδιά
της, ένα από τα οποία είναι εντελώς ανάπηρο. Κανένα από αυτά τα γεγονότα δεν
έχει αμφισβητηθεί από το Κράτος Μέλος και εξεταζόμενα από κοινού, υποδεικνύουν
ότι τα δικαιώματα της Αιτούσας σύμφωνα με τα άρθρα 5 (α) και 16 της Συνθήκης
έχουν παραβιαστεί.
9.5 Η Επιτροπή
επίσης σημειώνει ότι η έλλειψη αποτελεσματικών νομικών και άλλων μέτρων
εμπόδισε το Κράτος Μέλος ώστε να αντιμετωπίσει με έναν ικανοποιητικό τρόπο με
το αίτημα της Επιτροπής για συντηρητικά μέτρα.
(Διατακτικό Απόφασης)
9.6
Ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου
της Σύμβασης για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Διάκρισης ενάντια στις Γυναίκες,
η Επιτροπή είναι της άποψης ότι το Κράτος Μέλος έχει αποτύχει να εκπληρώσει τις
υποχρεώσεις του και με αυτόν τον τρόπο έχει παραβιάσει τα δικαιώματα της
Αιτούσας σύμφωνα με το άρθρο 2 (α), (β) και (ε) και το άρθρο 5 (α) από κοινού
με το άρθρο 16 της Σύμβασης σχετικά με την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Διάκρισης
ενάντια στις Γυναίκες, και υποβάλλει τις ακόλουθες συστάσεις στο Κράτος Μέλος:
Ι. Σχετικά
με την Αιτούσα
Ι. να
λάβετε άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα που εγγυώνται την φυσική και ψυχική
ακεραιότητα της Α.Τ. και της οικογένειας της και II. να εξασφαλίσετε να δοθεί στην Α.Τ. ένα
ασφαλές σπίτι στο οποίο θα ζήσει με τα παιδιά της, θα λαμβάνει την κατάλληλη
διατροφή τέκνων και νομική βοήθεια και
ότι θα της δοθεί αποκατάσταση3 ανάλογη με τη σωματική και διανοητική βλάβη που
υπέστη και ως αναφορά την βαρύτητα των παραβιάσεων των δικαιωμάτων της
II γενικά
Ι. σεβασμός,
προστασία, προώθηση και εκπλήρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών,
συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος τους να είναι απαλλαγμένες από όλες τις
μορφές βίας στο σπίτι, συμπεριλαμβανομένου του εκφοβισμού και των απειλών βίας
II να εξασφαλίσετε στα θύματα της βίας στο σπίτι τη μέγιστη
προστασία του νόμου ενεργώντας με την αρμόζουσα επιμέλεια ώστε να αποτραπεί και
να αντιμετωπιστεί μια τέτοια βία ενάντια στις γυναίκες
III να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί
ότι η στρατηγική για την πρόληψη και
την αποτελεσματική αντιμετώπιση της βίας μέσα στην οικογένεια εφαρμόζεται
αμέσως και εκτιμάται.
IV να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να παρασχεθεί η
τακτική εκπαίδευση πάνω στη Συνθήκη σχετικά με την Εξάλειψη Όλων των Μορφών
Διάκρισης ενάντια στις Γυναίκες και το Προαιρετικό Πρωτόκολλο επιπλέον στους
δικαστές, τους δικηγόρους και τους αξιωματούχους επιβολής του νόμου,
β να
εφαρμοστούν γρήγορα και χωρίς καθυστέρηση τα συμπερασματικά Σχόλια της
Επιτροπής του Αυγούστου 2002 στην συνδυασμένη τέταρτη και πέμπτη περιοδική
έκθεση της Ουγγαρίας για τη βία ενάντια στις γυναίκες και τα κορίτσια, και
ιδιαιτέρως η Σύσταση της Επιτροπής ότι ένας συγκεκριμένος νόμος πρέπει να
κατατεθεί απαγορεύοντας τη βία στο σπίτι κατά των γυναικών, ο οποίος θα παρέχει
προστασία και απαγορευτικούς όρους καθώς επίσης και τις υπηρεσίες υποστήριξης,
συμπεριλαμβανομένων και καταλυμάτων,
VI να γίνεται έρευνα άμεσα , λεπτομερής, αμερόληπτη και
σοβαρή ως αναφορά όλους τους ισχυρισμούς σχετικά με την βία στο σπίτι και να
παραπέμπονται οι παραβάτες στη δικαιοσύνη σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα
VII να παρέχεται στα
θύματα της βίας στο σπίτι, ασφαλής και άμεση πρόσβαση στη δικαιοσύνη,
συμπεριλαμβανομένης δωρεάν νομικής βοήθειας όπου είναι απαραίτητο και να τους
εξασφαλιστούν όλα τα διαθέσιμα, αποτελεσματικά και ικανοποιητικό ένδικα μέσα
καθώς επίσης και αποκατάσταση και
VIII. να παρέχονται στους παραβάτες προγράμματα
αποκατάστασης και προγράμματα μη βίαιων μεθόδων επίλυσης συγκρούσεων.
9.7
Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4, του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου, το Κράτος
Μέλος θα πρέπει να δώσει την οφειλόμενη προσοχή στις απόψεις της Επιτροπής,
μαζί με τις συστάσεις της, και να υποβάλει στην Επιτροπή, μέσα σε έξι μήνες, μια
γραπτή απάντηση, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε πληροφοριών για οποιαδήποτε
ενέργεια που έχει γίνει υπό το φως των Διαπιστώσεων και των Συστάσεων της
Επιτροπής4. Το Κρότος Μέλος καλείται επίσης να δημοσιεύσει τις Διαπιστώσεις και
τις Συστάσεις της Επιτροπής και να τις μεταφράσει στην Ουγγρική γλώσσα και να
τις διανέμει ευρέως προκειμένου να φτάσουν σε όλους τους σχετικούς τομείς της
κοινωνίας.»