ΑΠ. Ολ 5/2017

Επικουρικό Κεφάλαιο - Χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης - Ανώτατο όριο - Δίκαιο ΕΕ - Αρχή αναλογικότητας - Προστασία περιουσίας - Τόκος υπερημερίας - Αρχή ισότητας διαδίκων - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων άρθρ. 4 Ν. 4092/2012 -.

 

Ανίσχυρες οι διατάξεις με τις οποίες καθορίζεται το ποσό των 6.000 ευρώ ως ανώτατο όριο του ποσού της καταβαλλόμενης από το Επικουρικό Κεφάλαιο χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη κάθε δικαιούχου. Οι εν λόγω διατάξεις προσκρούουν στο παράγωγο δίκαιο της ΕΕ, στην αρχή της αναλογικότητας, καθώς και στο σεβασμό της περιουσίας. Οι διατάξεις με τις οποίες ορίζεται το ποσοστό τόκου υπερημερίας που καταβάλλεται από το Επικουρικό Κεφάλαιο σε 6% ετησίως, δηλαδή σε ποσοστό μικρότερο από εκείνο που υποχρεούνται να καταβάλλουν οι οφειλέτες αυτού και το οποίο ισχύει για όλους τους διαδίκους, έρχεται σε αντίθεση με τα άρθρα 4 παρ. 1 του Συντ. και το άρθρο 14 του ΔΣΑΠΔ, αφού με αυτές αναγνωρίζεται υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου ευνοϊκή μεταχείριση ενώ τίθεται σε δυσμενέστερη θέση έναντι αυτού ο άλλος διάδικος καθώς και με το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, δεδομένου ότι με την ανωτέρω ευνοϊκή υπέρ αυτού ρύθμιση επέρχεται βλάβη της περιουσίας του δανειστή του Επικουρικού Κεφαλαίου (στην προκειμένη περίπτωση των αναιρεσιβλήτων) χωρίς να δικαιολογείται τούτο από λόγους δημοσίου συμφέροντος. Η ανωτέρω διάταξη έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας. Απόρριψη αιτημάτων περί υποβολής προδικαστικού ερωτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΕ και περί παραπομπής προς εκδίκαση της υπό κρίση υποθέσεως στην πλήρη Ολομέλεια του ΑΠ.

 

 

Αριθμός 5/2017

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

 

ΣΕ TAKTIKH ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της Α' Σύνθεσης: Βασιλική Θάνου - Χριστοφίλου, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ευφημία Λαμπροπούλου, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου, Αντώνιο Ζευγώλη, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Βασίλειο Πέππα, Χαράλαμπο Μαχαίρα, Χρήστο Βρυνιώτη, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα, Μαρία Νικολακέα - Εισηγήτρια, Ιωάννη Φιοράκη, Αλεξάνδρα Κακκαβά, Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου, Ναυσικά Φράγκου, Μιλτιάδη Χατζηγεωργίου, Μαρία Παπασωτηρίου και Γεώργιο Αποστολάκη, Αρεοπαγίτες (κωλυομένων των λοιπών δικαστών της σύνθεσης).

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 17 Νοεμβρίου 2016, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (κωλυομένης της Εισαγγελέως Ξένης Δημητρίου - Βασιλοπούλου) και της Γραμματέως Aγγελικής Ανυφαντή για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

 

Του αναιρεσείοντος - καθού η κλήση: Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία "ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικού διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία "ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ ΑΕ", της οποίας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους Αργυρώ Γρατσία - Πλατή, Γεώργιο Μανουσάκη και Βασίλειο Κούρτη, που κατέθεσαν προτάσεις. Των αναιρεσιβλήτων - καλούντων: 1)E. B. του F., 2)M. B. του H., 3)F. B. του K., 4)T. B. του R., 5)H. B. του T. και 6)L. B. του P., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αντώνιο Ρουπακιώτη, που κατέθεσε προτάσεις.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 9-2-2009 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων και άλλων προσώπων, που δεν είναι διάδικοι στην δίκη αυτή, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο ʼρτας και συνεκδικάστηκε με την από 12-10-2009 αγωγή των Γ. Χ. και Μ. συζ. Β. Χ., οι οποίοι επίσης δεν είναι διάδικοι στην δίκη αυτή. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 99/2010 μη οριστική, 98/2013 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 106/2014 του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε το αναιρεσείον με την από 16-6-2014 αίτησή του, επί της οποίας εκδόθηκε η 1297/2015 απόφαση του Δ' Πολιτικού Τμήματος που παρέπεμψε το ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη των αναφερομένων στο σκεπτικό διατάξεων του Ν. 4092/2012 και τους αντίστοιχους από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. δεύτερο και τρίτο κατά σειρά λόγους της αναίρεσης στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. την από 8/2/2016 κλήση των αναιρεσιβλήτων, η προκειμένη υπόθεση φέρεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων, αφού έλαβαν κατά σειρά το λόγο από την Πρόεδρο, ανέπτυξαν και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς τους, οι οποίοι αναφέρονται και στις προτάσεις τους, οι πληρεξούσιοι δε του αναιρεσείοντος κατέθεσαν έγγραφο με το οποίο ζήτησαν να αναβληθεί η έκδοση απόφασης και να παραπεμφθούν τα ανακύπτοντα ζητήματα ερμηνείας του ενωσιακού δικαίου στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης, ενώ ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.

 

Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, πρότεινε να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι δεύτερος και τρίτος λόγοι της αίτησης αναίρεσης. Κατόπιν αυτών η Πρόεδρος έδωσε εκ νέου το λόγο στους πιο πάνω πληρεξούσιους των διαδίκων, οι οποίοι αναφέρθηκαν σε όσα προηγουμένως είχαν αναπτύξει.

 

Kατά την 16η Μαρτίου 2017, ημέρα που συγκροτήθηκε το Δικαστήριο αυτό προκειμένου να διασκεφθεί για την ανωτέρω υπόθεση, ήταν παρόντες όλοι οι συμμετασχόντες στη συζήτηση την υπόθεσης, κατ' άρθρο 23 παρ.2 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει με την τροποποίηση με το άρθρο 44 του ν. 3659/2008 και συνεπώς το Δικαστήριο είχε την εκ του νόμου απαρτία για διασκεφθεί.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Με την υπ'αριθ.1297/2015 απόφαση του Δ' Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου παραπέμφθηκαν στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 100 παρ.5 του Συντάγματος, 563 παρ.2 εδ.β' του ΚΠολΔ και 23 παρ.2 εδ.γ' και δ' του Ν.1756/1988 οι από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ δεύτερος και τρίτος κατά σειρά λόγοι της από 16-6-2014 αίτησης του ΝΠΙΔ με την επωνυμία "ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ" για αναίρεση της υπ'αριθ. 106/2014 απόφασης του Εφετείου Ιωαννίνων, εκδοθείσας κατά την διαδικασία για ζημίες από αυτοκίνητο, καθώς και από τη σύμβαση της ασφάλισής του (681 Α ΚΠολΔ), αφού απερρίφθησαν οι πρώτος και τέταρτος λόγοι του αναιρετηρίου, διότι το ανωτέρω Τμήμα του Αρείου Πάγου αρνείται να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 4 εδ.γ' του Ν.4092/2012 ως αντισυνταγματικές. Η υπόθεση νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από 8-2-2016 κλήση των αναιρεσιβλήτων.

 

Στην προκειμένη περίπτωση επί της από 9-2-2009 (αριθ.εκθ.καταθ.223/10-2-2009) αγωγής των ήδη αναιρεσιβλήτων κατά των Γ. Χ., Μ. Χ., οι οποίοι δεν είναι πλέον διάδικοι στην αναιρετική δίκη και της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "Ασπίς Πρόνοια ΑΑΕ", στην δικονομική θέση της οποίας υπεισήλθε ως εκ του νόμου διάδοχος αυτής (αρθ.25 παρ.4 Ν.489/1976) το ήδη αναιρεσείον, εξεδόθη η υπ'αριθ.98/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ʼρτας, με την οποία έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η ανωτέρω αγωγή αποζημίωσης από αδικοπραξία (τροχαίο ατύχημα) των ήδη αναιρεσιβλήτων και επιδικάσθηκαν σ' αυτούς ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από τον θάνατο συγγενούς τους (ανήλικου τέκνου και εγγονού) ποσά 120.000 ευρώ για κάθε ένα από τους πρώτο και δεύτερη (γονείς του ανηλίκου τέκνου) και 30.000 ευρώ για κάθε ένα από τους λοιπούς, τρίτο, τέταρτη, πέμπτο και έκτη (παππούδες και γιαγιάδες από πατρική και μητρική γραμμή αυτού). Κατά της αποφάσεως αυτής του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ασκήθηκε η από 6-6-2013 έφεση των ανωτέρω εναγόντων, η από 12-6-2013 έφεση του ήδη αναιρεσείοντος ΝΠΙΔ "Επικουρικό Κεφάλαιο" και οι δια των προτάσεων αντεφέσεις των διαδίκων, επ'αυτών δε εξεδόθη η προσβαλλόμενη υπ'αριθ.106/2014 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων, η οποία αφού απέρριψε κατ'ουσίαν την έφεση των ήδη αναιρεσιβλήτων και τις ασκηθείσες αντεφέσεις δέχθηκε την έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, εξαφάνισε την εκκαλουμένη κατά το μέρος που αναφέρεται στους δύο πρώτους ενάγοντες της από 9-2-2009 αγωγής και ήδη δύο πρώτους αναιρεσίβλητους και επεδίκασε σ' αυτούς για την προαναφερθείσα αιτία τα ποσά των 100.000 ευρώ για κάθε ένα εξ αυτών, αρνήθηκε δε το ανωτέρω δικαστήριο να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 4 εδ.γ' του Ν.4092/2012 ως αντίθετες στο Σύνταγμα, το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και την ΕΣΔΑ.

 

Με τους δεύτερο και τρίτο λόγους της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, οι οποίοι, όπως προαναφέρθηκε, παραπέμφθηκαν ενώπιον της παρούσης Τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου με την ως άνω απόφαση του Δ' Τμήματος αυτού προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ αιτίαση, συνισταμένη στην από το Εφετείο εσφαλμένη, κατά το αναιρεσείον "Επικουρικό Κεφάλαιο", ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 εδαφ.γ' του Ν.4092/2012, με το οποίο αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 19 του ΠΔ/τος 237/1986 και με το οποίο τέταρτο άρθρο εισάγονται ποσοτικοί περιορισμοί α)ως προς το ύψος του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης το οποίο οφείλεται από το Επικουρικό Κεφάλαιο, το οποίο υπεισέρχεται στη δικονομική θέση της ασφαλιστικής εταιρείας, η οποία πτώχευσε η της οποίας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας, περιορισμός ο οποίος ισχύει και για τις γεγενημένες ήδη μέχρι του χρόνου ισχύος του ως άνω νόμου αξιώσεις, πλην αυτών για τις οποίες έχει ήδη εκδοθεί οριστική απόφαση (2ος λόγος) και β)ως προς το ποσοστό του οφειλόμενου τόκου, τόσο για το πιο πάνω ποσό, όσο και γενικότερα για την οφειλόμενη από αυτό (Επικουρικό Κεφάλαιο) αποζημίωση (3ος λόγος).

 

Στο άρθρο 3 § 1 της Οδηγίας 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24.4.1972 "περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής" προβλέπεται, ότι κάθε κράτος μέλος λαμβάνει...όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η αστική ευθύνη, σχετική με την κυκλοφορία οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφος του να καλύπτεται από ασφάλιση". Η υποχρέωση αυτή καλύπτεται με την πρόβλεψη της υποχρεωτικής κάλυψης με ασφάλιση του κυρίου ή κατόχου του αυτοκινήτου της έναντι τρίτων αστικής ευθύνης (αρθρ. 2 επ. Ν. 489/1976), καθώς και με την πρόβλεψη ποινικής και διοικητικής ευθύνης των προαναφερομένων κυρίου ή κατόχου σε περίπτωση κυκλοφορίας ανασφάλιστου αυτοκινήτου (αρθρ. 12 του ως άνω νόμου). Περαιτέρω, στο άρθρο 1 § 4 της 84/5/ΕΟΚ δεύτερης Οδηγίας του Συμβουλίου της 30.12.1983 "Για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων οχημάτων", ορίζεται ότι "κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή εγκρίνει οργανισμό, αποστολή του οποίου είναι να αποκαθιστά, τουλάχιστον εντός των ορίων της υποχρέωσης ασφάλισης, τις υλικές ζημίες ή τις σωματικές βλάβες που προκαλούνται από όχημα αγνώστων στοιχείων ή για το οποίο δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης της παραγράφου 1". Στα πλαίσια του ελληνικού δικαίου το ζήτημα τούτο είχε ήδη προβλεφθεί στα άρθρα 16 επ. του προαναφερόμενου Ν. 489/1976, που κωδικοποιήθηκε με το Π.Δ. 237/1986, με την ίδρυση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία "Επικουρικό κεφάλαιο ασφάλισης ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων" και συντετμημένα "ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ", το οποίο τελεί υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του Υπουργού Ανάπτυξης, εδρεύει στην Αθήνα και διέπεται από τις διατάξεις του άνω νόμου.

 

Στη συνέχεια, μέλη του Επικουρικού Κεφαλαίου καθίστανται υποχρεωτικά οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν ασφάλιση αστικής ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων, καθώς και τα Ν.Π.Δ.Δ. ή οι οργανισμοί κοινής ωφέλειας των οποίων τα οχήματα εξαιρούνται της υποχρεωτικής ασφάλισης (αρθρ. 18 Ν. 489/1976), για την εκπλήρωση δε του σκοπού του επιβάλλεται εκ του νόμου εισφορά υπέρ αυτού, το ανώτατο όριο της οποίας καθορίζεται με την εκάστοτε απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, υπολογιζόμενη σε ποσοστό επί των καθαρών ασφαλίστρων (5% κατ' ανώτατο όριο) του κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία οχήματα, η οποία βαρύνει κατά 70% τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και κατά 30% τους ασφαλισμένους (αρθρ. 20 § 1 Ν. 489/1976). Από την νομοθεσία λοιπόν που το διέπει, τον τρόπο λειτουργίας του και τους σκοπούς που εξυπηρετεί, προκύπτει ότι, παρά την ιδιωτικού δικαίου νομική μορφή του, το Επικουρικό Κεφάλαιο επιτελεί κοινωνικό έργο. Με τις διατάξεις των άρθρων 5, 6 §§ 1, 2, 5, 6 και 10 § 1 του ΠΔ/τος 237/1986 καθιερώθηκε η υποχρεωτική ασφάλιση της από αυτοκινητικά ατυχήματα ευθύνης, η οποία καλύπτει την έναντι τρίτων αστική ευθύνη εξαιτίας θανάτωσης ή σωματικής βλάβης ή ζημιών σε πράγματα, στην οποία περιλαμβάνεται και η χρηματική αξίωση για ψυχική οδύνη ή ηθική βλάβη το δε ασφαλιστικό ποσό είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό που καθορίζει κάθε φορά με αποφάσεις της η ΕΠ.Ε.ΙΑ για κάθε είδος κινδύνου που υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση. Εξάλλου, κατά το άρθρο 19 § 1 του ιδίου ως άνω ΠΔ/τος, το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει στα πρόσωπα που ζημιώθηκαν την κατά την παρ.2 του άρθρου αυτού αποζημίωση λόγω θανάτωσης ή σωματικών βλαβών ή υλικών ζημιών από αυτοκινητικά ατυχήματα και σε περίπτωση που αυτά προκαλούνται από ανασφάλιστο όχημα ή από όχημα αγνώστων στοιχείων ή ασφαλισμένο σε ασφαλιστική εταιρία που πτώχευσε ή της οποίας η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε. Κατά την παρ.2 του ίδιου άρθρου, όπως ίσχυε πριν την αντικατάσταση του από το Ν. 4092/2012, η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί τα κατά το άρθρο 6 παρ.5 κατώτατα όρια ασφαλιστικών ποσών του χρόνου ατυχήματος.

 

Περαιτέρω, με το τέταρτο άρθρο του Ν. 4092/2012 , ο οποίος σύμφωνα με το έβδομο άρθρο αυτού ισχύει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 220 τ. Α 78.11.2012), εισήχθησαν περιορισμοί στις αποζημιώσεις που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο σε περίπτωση πτώχευσης του ασφαλιστή ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας του, καθώς επίσης και περιορισμοί στο ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Ειδικότερα, με το στοιχείο γ' του άνω άρθρου, αντικαταστάθηκε η παρ.2 του άρθρου 19 του Π.Δ. 237/1986 και προβλέπεται πλέον, μεταξύ άλλων, α) ότι η αποζημίωση που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ για κάθε δικαιούχο και β) ότι η αποζημίωση στην περίπτωση πτώχευσης του ασφαλιστή ή άκαρπης εκτέλεσης σε βάρος του ασφαλιστή ή τέλος ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής εταιρίας δεν καταβάλλεται ολόκληρη, αλλά με βάση τα ποσοστά που η διάταξη αυτή λεπτομερώς καθορίζει, κυμαινόμενα μεταξύ 70% έως 90%, μη δυνάμενη να υπερβεί, κατ' ανώτατο όριο, το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Με την ίδια δε αυτή διάταξη ορίστηκε περαιτέρω ότι η εν λόγω ρύθμιση "καταλαμβάνει και τις ήδη γεγενημένες αξιώσεις κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου, χωρίς πάντως να θίγει αξιώσεις που έχουν επιδικαστεί με οριστική δικαστική απόφαση" και ότι "οι τόκοι που στις περιπτώσεις της προηγουμένης παραγράφου του παρόντος άρθρου υποχρεούται να καταβάλει το Επικουρικό Κεφάλαιο υπολογίζονται σε κάθε περίπτωση με επιτόκιο έξι τοις εκατό (6%) ετησίως." Πρέπει να σημειωθεί ότι με την προεκτεθείσα διάταξη του άρθρου 1 παρ. 4 της δεύτερης Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ κατά την οποία "κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή εγκρίνει οργανισμό, αποστολή του οποίου είναι να αποζημιώνει, τουλάχιστον εντός των ορίων της υποχρέωσης ασφάλισης, τις υλικές ζημίες ή τις σωματικές βλάβες που προκαλούνται από οχήματα αγνώστων στοιχείων ή για τα οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης που προβλέπεται στην παρ. 1" καλύπτεται και η χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (. Α.Π. 9/1993, ΔΕΕ, C-277/12 της 24-10-2013 στην υπόθεση Vitalijs Drozdovs κατά Baltikums AAS). Περαιτέρω, το άρθρο 9 παρ.1 της Κωδικοποιητικής Οδηγίας 2009/103/ΕΚ ορίζει επακριβώς ποια είναι τα ελάχιστα αυτά ποσά ασφαλιστικής κάλυψης, τα οποία θα πρέπει να τηρούνται σε κάθε περίπτωση (ΔΕΚ C-348/98 Fereira thw 14-11-2000.

 

Ακολούθως, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους, ενώ οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν να επιβληθούν κατά το Σύνταγμα στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας.

 

Τέλος, με το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, το οποίο κυρώθηκε με το Ν.Δ. 53/1974 και έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων ορίσθηκε ότι "παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθεί της ιδιοκτησίας του, ει μη δια λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους προβλεπόμενους υπό του νόμου ή των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουν το δικαίωμα κάθε κράτους να θέτει σε ισχύ νόμους, τους οποίους κρίνει αναγκαίους προς ρύθμιση της χρήσης αγαθών, σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή προς διασφάλιση της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων". Υπό τα δεδομένα αυτά οι προεκτεθείσες διατάξεις του Ν.4092/2012 είναι ανίσχυρες για τους ακόλουθους λόγους. Ο καθορισμός του ποσού των 6.000 ευρώ ως ανωτάτου ορίου για ψυχική οδύνη κάθε δικαιούχου προσκρούει ευθέως στην παρ.4 του άρθρου 1 της δεύτερης Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ, κατά την οποία "κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή εγκρίνει οργανισμό, αποστολή του οποίου είναι να αποζημιώνει, τουλάχιστον εντός των ορίων της υποχρέωσης ασφάλισης, τις υλικές ζημιές ή τις σωματικές βλάβες που προκαλούνται από οχήματα αγνώστων στοιχείων ή για τα οποία δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης που προβλέπεται στην παρ. 1", διάταξη η οποία καλύπτει και την χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, κατά τα προεκτεθέντα. Επίσης, το επιβληθέν ανώτατο όριο των 6.000 ευρώ είναι αντίθετο και προς την αρχή της stricto sensu αναλογικότητας (άρθρο 25 § 1 εδάφ. δ' του Συντάγματος), διότι η παρέμβαση αυτή του νομοθέτη δεν είναι πρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, ήτοι για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του Επικουρικού Κεφαλαίου, αλλά ούτε και αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού αυτού, αφού θα μπορούσε να επιτευχθεί το αποτέλεσμα αυτό με ηπιότερο τρόπο, είτε με το να προβλεφθεί μία έκτακτη επιδότηση του από τον κρατικό προϋπολογισμό, είτε με το να υποχρεωθεί αυτό να εξυγιάνει τα οικονομικά του μέσω της αύξησης των εσόδων του και του περιορισμού των λειτουργικών του δαπανών. Εξ ετέρου, η εφαρμογή της ανωτέρω ρύθμισης, η οποία περιορίζει με το ως άνω όριο την ευθύνη του Επικουρικού Κεφαλαίου και επί των ήδη γεγενημένων αξιώσεων είναι ανίσχυρη, διότι είναι αντίθετη προς το προαναφερθέν άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε (μαζί με τη σύμβαση) με το Ν.Δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος, αυξημένη έναντι των νόμων ισχύ. Με τη διάταξη αυτή κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας του προσώπου, το οποίο μπορεί να τη στερηθεί μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας. Στην έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα δικαιώματα "περιουσιακής φύσεως" και τα κεκτημένα "οικονομικά συμφέροντα". Καλύπτονται έτσι τα ενοχικά περιουσιακά δικαιώματα και ειδικότερα απαιτήσεις, είτε αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση, είτε απλώς γεγενημένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία με βάση το ισχύον έως την προσφυγή στο δικαστήριο δίκαιο, ότι μπορούν να ικανοποιηθούν δικαστικά (Ολ. ΑΠ 6/2007, Ολ. ΑΠ 40/1998). Έτσι, η ανωτέρω διάταξη του Ν. 4092/2012, με το να περιορίσει δραστικά το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης καταργεί ουσιαστικά την αστική αυτή απαίτηση των δικαιούχων, που γεννήθηκε με το θάνατο συγγενικού προσώπου σε τροχαίο ατύχημα. Κατά συνέπεια, είναι ασυμβίβαστη προς τη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αφού τείνει σε αδικαιολόγητη αποστέρηση περιουσιακού στοιχείου των ως άνω προσώπων χωρίς να συντρέχουν λόγοι δημόσιας ωφέλειας. Και τέτοιο λόγο δεν συνιστά το ταμειακό απλώς συμφέρον του Επικουρικού Κεφαλαίου.

 

Ακολούθως, κατά το άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται όχι μόνον η ισότητα των Ελλήνων πολιτών έναντι του νόμου, αλλά και η ισότητα του νόμου έναντι αυτών, με την έννοια ότι ο νομοθέτης, κατά τη ρύθμιση ουσιωδώς ομοίων πραγμάτων, σχέσεων ή καταστάσεων και κατηγοριών ή προσώπων, δεν μπορεί να νομοθετεί κατά διαφορετικό τρόπο εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας διακρίσεις, εκτός αν η διαφορετική ρύθμιση δεν είναι αυθαίρετη, αλλά επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, η συνδρομή δε των ειδικών περιστάσεων ή του κοινωνικού ή δημόσιου συμφέροντος υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων (Ολ. Α.Π. 3/2006, 38/2005, 30/2005, 23/2004, 11/2008).

 

Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, "όλοι είναι ίσοι ενώπιον Των δικαστηρίων. Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα η υπόθεση του να δικαστεί δίκαια και δημόσια από αρμόδιο, ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο ... για αμφισβητήσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αστικού χαρακτήρα". Το ΔΣΑΠΔ έχει ενσωματωθεί στην Ελληνική έννομη τάξη με το Ν. 2462/1997. Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών η αρχή της ισότητας των διαδίκων, που συνιστά ειδική εκδήλωση της αρχής της ισότητας, επιβάλλει την ίση μεταχείριση τους από τους νόμους που προσδιορίζουν τους όρους της δικαστικής προστασίας. Επομένως, διατάξεις νόμων, με τις οποίες αναγνωρίζεται υπέρ ενός διαδίκου ευνοϊκή μεταχείριση ως προς το ανωτέρω δικαίωμα, με αποτέλεσμα να τίθεται αυτός σε θέση πλεονεκτικότερη από εκείνη του αντιδίκου του, είναι ανίσχυρες (Ολ. Α.Π. 12/2013, Ολ. Α.Π. 4/2012). Κατά συνέπεια, οι διατάξεις με τις οποίες ορίζεται το ποσοστό τόκου υπερημερίας που καταβάλλεται από το Επικουρικό Κεφάλαιο σε 6% ετησίως, δηλαδή σε ποσοστό μικρότερο από εκείνο που υποχρεούνται να καταβάλλουν οι οφειλέτες αυτού και το οποίο ισχύει για όλους τους διαδίκους, έρχεται σε αντίθεση 1) με τα άρθρα 4 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, αφού με αυτές αναγνωρίζεται υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου ευνοϊκή μεταχείριση ενώ τίθεται σε δυσμενέστερη θέση έναντι αυτού ο άλλος διάδικος και 2)με την διάταξη του προαναφερθέντος άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, δεδομένου ότι με την ανωτέρω ευνοϊκή υπέρ αυτού ρύθμιση επέρχεται βλάβη της περιουσίας του δανειστή του Επικουρικού Κεφαλαίου (στην προκειμένη περίπτωση των αναιρεσιβλήτων) χωρίς να δικαιολογείται τούτο από λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενόψει του ότι το απλό ταμειακό συμφέρον του Επικουρικού Κεφαλαίου δεν ταυτίζεται με το δημόσιο ή το γενικό συμφέρον και δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παραβίαση των δικαιωμάτων των παθόντων από τροχαία ατυχήματα να απαιτήσουν και να λάβουν τόκους για τις αξιώσεις τους σε ποσοστό ίδιο με εκείνο που καταβάλουν οι ιδιώτες, ενώ δεν συνιστά τέτοιο λόγο δημοσίου συμφέροντος το γεγονός ότι το Επικουρικό Κεφάλαιο, που είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, τελεί απλώς υπό τον έλεγχο και την εποπτεία του κράτους (Α.Π. 1025/2015), Τέλος, η ανωτέρω διάταξη έρχεται σε αντίθεση με την ήδη και συνταγματικώς κατοχυρωμένη (άρθρο 25 του Συντάγματος) αρχή της αναλογικότητας, κατά τα προεκτεθέντα. Η αρχή αυτή, η οποία υπαγορεύει την τήρηση της αναλογίας ανάμεσα στον επιδιωκόμενο σκοπό και τα μέσα που χρησιμοποιούνται προδήλως προσβάλλεται στην προκειμένη περίπτωση. Και τούτο, διότι και αν θεωρηθεί ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι η προστασία του ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ, το καταβαλλόμενο ποσοστό 6% ως τόκος υπερημερίας, δηλαδή το 1/2 από εκείνο που υποχρεούται να καταβάλλει ο οφειλέτης ιδιώτης, δεν είναι αναλογικό (Ολ.Α.Π. 3/2017, Ολ.ΑΠ 4/2012).

 

Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση του, δικάζοντας επί της από 12-6-2013 έφεσης του εκκαλούντος ΝΠΙΔ με την επωνυμία "Επικουρικό Κεφάλαιο", της από 6-6-2013 έφεσης των εναγόντων, ήδη αναιρεσιβλήτων και των αντεφέσεων που άσκησαν με τις προτάσεις τους οι διάδικοι κατά της υπ'αριθ.98/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ʼρτας, με την οποία έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η από 9-2- 2009 αγωγή αποζημίωσης από αδικοπραξία (τροχαίο ατύχημα) των αναιρεσιβλήτων και επιδικάσθηκαν σε αυτούς ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο συγγενούς τους (τέκνου και εγγονού) ποσά 120.000 ευρώ για κάθε ένα από τους δύο πρώτους ενάγοντες (γονείς του ανηλίκου) και 30.000 ευρώ για κάθε ένα από τους λοιπούς, απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση των ως άνω εναγόντων και τις ασκηθείσες αντεφέσεις, δέχτηκε την έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, εξαφάνισε την ως άνω πρωτόδικη απόφαση κατά το μέρος που αφορούσε την από 9-2-2009 αγωγή και μόνον ως προς τους δύο πρώτους αναιρεσίβλητους και το τρίτο εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον και αναγνώρισε την υποχρέωση του αναιρεσείοντος να καταβάλει σε κάθε ένα από τους δύο πρώτους αναιρεσίβλητους το ποσό των 100.000 ευρώ για την ίδια αιτία. Αρνήθηκε δε να εφαρμόσει τις ανωτέρω διατάξεις του Ν. 4092/2012 ως αντίθετες στο Σύνταγμα, το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και την ΕΣΔΑ". Με τις κρίσεις του αυτές το Εφετείο δεν παραβίασε το νόμο και πρέπει οι από το άρθρο 559 αριθμ. 1 Κ.Πολ.Δ. αντίθετοι δεύτερος και τρίτος κατά σειρά λόγοι της αναίρεσης να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, επί του δια των προτάσεων της παρούσης συζητήσεως υποβληθέντος εκ μέρους του αναιρεσείοντος αιτήματος περί υποβολής προδικαστικού ερωτήματος προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή, κατά τους ισχυρισμούς του, ανακύπτει εν προκειμένω ζήτημα ερμηνείας του πρωτογενούς και του παραγώγου ενωσιακού δικαίου και συγκεκριμένα ζήτημα ερμηνείας του άρθρου 1 παρ.4 της Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ σε σχέση με το άρθρο 4 παρ.1 του Ν.4092/1912, κρίνεται ότι δεν υφίστανται εν προκειμένω οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος και συγκεκριμένα αμφιβολία ως προς την ερμηνεία του ανωτέρω κανόνα του ενωσιακού δικαίου και αναγκαιότητα της απόφασης του ΔΕΕ και συνεπώς το σχετικό αίτημα είναι απορριπτέο. Τέλος, απορριπτέο είναι και το επίσης εκ μέρους του αναιρεσείοντος υποβληθέν αίτημα περί παραπομπής προς εκδίκαση της υπό κρίση υποθέσεως στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, διότι κρίνεται ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από την διάταξη του άρθρου 563 παρ.2 του ΚΠολΔ σε συνδυασμό με αυτές του άρθρου 23 παρ.2 εδάφ.γ και δ του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων (Ν.1756/1995 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.1 του Ν.2331/1995). Κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθούν οι δεύτερος και τρίτος λόγοι της αίτησης αναίρεσης από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ που παραπέμφθηκαν στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα, γιατί η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (179, 183 ΚΠολΔ).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Απορρίπτει τους δεύτερο και τρίτο λόγους της αίτησης αναίρεσης του ΝΠΙΔ με την επωνυμία "ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ" κατά της υπ'αριθ.106/2014 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων, που παραπέμφθηκαν στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.

 

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 16 Μαρτίου 2017.

 

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 27 Απριλίου 2017.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ