ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΣτΕ 2519/2018

 

Δικηγορικοί Σύλλογοι - Περιορισμοί στην επανεκλογή Προέδρου - Συνταγματικότητα ρύθμισης -.

 

Ο περιορισμός στη δυνατότητα επανεκλογής σε θέση προέδρου δικηγορικού συλλόγου για τρίτη συνεχόμενη θητεία ή σε θέση μέλους του διοικητικού του συμβουλίου για τέταρτη συνεχόμενη θητεία, που προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013, δεν αντίκειται στις συνταγματικές διατάξεις 5 παρ. 1 και 12, ούτε στην αρχή της αναλογικότητας. Η εν λόγω διάταξη δεν αντίκειται ούτε στην διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ, διότι, ο επίμαχος περιορισμός στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι παρίσταται εύλογος και αναγκαίος για την επίτευξη των προαναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος.

 

 

Αριθμός 2519/2018

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Γ΄

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Οκτωβρίου 2018, με την εξής σύνθεση: Αικ. Συγγούνα, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος, Γ. Τσιμέκας, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Μ. Τριπολιτσιώτη, Σύμβουλοι, Ι. Παπαγιάννης, Ε. Αργυρός, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Βασιλόπουλος.

 

Για να δικάσει την από 5 Δεκεμβρίου 2017 ένσταση:

 

του ..., κατοίκου Μυτιλήνης Λέσβου (...), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Χαράλαμπο Χρυσανθάκη (Α.Μ. 11855), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του,

 

κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, που εδρεύει στη Μυτιλήνη (Μικράς Ασίας 5), ο οποίος δεν παρέστη.

 

Με την αίτηση αυτή ο ενιστάμενος επιδιώκει να ακυρωθούν:  1. η υπ’ αριθμ. ./1.11.2017 πράξη του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, 2. η από 26.11.2017 πράξη της Εφορευτικής Επιτροπής των αρχαιρεσιών της 26.11.2017 του ως άνω Συλλόγου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

 

Στη δίκη παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων: 1) ο Δικηγορικός Σύλλογος Αλεξανδρούπολης, που εδρεύει στην Αλεξανδρούπολη (Μ. Αλεξάνδρου 28, Δικαστικό Μέγαρο), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Χρήστο Δετσαρίδη (Α.Μ. 115, Δ.Σ. Αλεξανδρούπολης), που τον διόρισε με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του και 2) ο ..., κάτοικος Μυτιλήνης (...), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Ιωάννη Πετρόγλου (Α.Μ. 16124), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

 

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στο Γ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν της από 23 Ιανουαρίου 2018 πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3900/2010 και της από 5 Μαρτίου 2018 πράξεως της Προέδρου του Γ΄ Τμήματος.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Ι. Παπαγιάννη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξουσίους των παρεμβαινόντων, οι οποίοι ζήτησαν να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

 

 

Α φ ο ύ   μ ε λ έ τ η σ ε   τ α   σ χ ε τ ι κ ά   έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο ν   Ν ό μ ο

 

 

1. Επειδή με την./2018 πράξη της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, όπως ισχύει, εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας η από 5/12/2017 ένσταση του ..., υποψηφίου προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης κατά τις εκλογές της 26/11/2017, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα της συμφωνίας με το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων), με το οποίο θεσπίσθηκε περιορισμός του δικαιώματος επανεκλογής στις θέσεις του προέδρου και του μέλους του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) δικηγορικού συλλόγου για περισσότερες από δύο ή τρεις, αντίστοιχα, συνεχόμενες θητείες. Η ως άνω ένσταση, η οποία είχε ασκηθεί ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, εισήχθη στην επταμελή σύνθεση του Γ΄ Τμήματος λόγω σπουδαιότητος με την από 5/3/2018 πράξη της Προέδρου του Τμήματος.

 

2. Επειδή με την υπό κρίση ένσταση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε παράβολο (…/2017), ζητείται η ακύρωση α) της υπ’ αριθμ. 1/2017 (αρ. πρωτ. …/1-11-2017) πράξεως του τότε προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης ..., κατά το μέρος που με αυτήν ανακηρύχθηκε ως υποψήφιος πρόεδρος κατά τις εκλογές της 26/11/2017, εκτός από τον ενιστάμενο ..., και ο ίδιος ο ..., παρά το ότι είχε διατελέσει ήδη πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου για δύο συνεχόμενες θητείες· και β) του από 26/11/2017 πρακτικού της Εφορευτικής Επιτροπής των ανωτέρω εκλογών, με το οποίο ανακηρύχθηκε πρόεδρος ο ..., αφού έλαβε 77 ψήφους έναντι 24 του ενισταμένου.

 

3. Επειδή η συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο εχώρησε παραδεκτώς, παρά την απουσία του καθού η ένσταση Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, καθόσον, όπως προκύπτει από το από 14/3/2018 αποδεικτικό επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Διοικητικού Πρωτοδικείου Μυτιλήνης ..., αντίγραφα της από 5/3/2018 πράξεως ορισμού δικασίμου και της υπό κρίση ενστάσεως κοινοποιήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως στον ανωτέρω Σύλλογο.

 

4. Επειδή στην δίκη παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων: α) ο ..., ως επανεκλεγείς πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, και β) ο Δικηγορικός Σύλλογος Αλεξανδρουπόλεως. Η δεύτερη από τις ως άνω παρεμβάσεις ασκήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, όπως ισχύει, από τον ανωτέρω Δικηγορικό Σύλλογο με την ιδιότητα του διαδίκου σε εκκρεμή δίκη, στην οποία τίθεται το ίδιο ζήτημα, όπως προκύπτει από την 25/2018 αναβλητική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής.

 

5. Επειδή, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα στοιχεία, ο παρεμβαίνων ... είχε διατελέσει πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης και κατά τις αμέσως προηγούμενες δύο θητείες του οργάνου (από 16/3/2011 έως 15/3/2014 και από 16/3/2014 έως 31/12/2017). Για τον λόγο αυτόν, όπως προβάλλει ο ενιστάμενος, η επανεκλογή του κατά τις εκλογές της 26/11/2017 και για τρίτη συνεχόμενη θητεία (από 1/1/2018 έως 31/12/2021) δεν ήταν επιτρεπτή σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του Κώδικα Δικηγόρων. Οι παρεμβαίνοντες υποστηρίζουν ότι η νομοθετική αυτή απαγόρευση πρέπει να μην εφαρμοσθεί ως αντισυνταγματική και ως αντίθετη στην ΕΣΔΑ. Ειδικότερα προβάλλουν τα εξής: Σύμφωνα με το άρθρο 89 του Κώδικα Δικηγόρων και πάγια νομολογία, οι δικηγορικοί σύλλογοι δεν είναι απλά ΝΠΔΔ, αλλά έχουν και σωματειακή μορφή, η δε ελευθερία ιδρύσεως και λειτουργίας σωματείου προστατεύεται από το άρθρο 12 του Συντάγματος, περιλαμβάνοντας και την “ελεύθερη επιλογή των οργανωτικών μέσων για την επίτευξη του σκοπού του”. Ειδικότερα, η ελευθερία αυτή περιλαμβάνει, κατά τους παρεμβαίνοντες, την αρχή του αυτοδιοικήτου του σωματείου και το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι των μελών του στα όργανα διοικήσεως, ενώ περιορισμός του δικαιώματος αυτού επιτρέπεται μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος και υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται η αρχή της αναλογικότητος. Κατά τους παρεμβαίνοντες, το δημόσιο συμφέρον που ενδεχομένως στηρίζει την επίμαχη νομοθετική ρύθμιση είναι ασαφές, καθώς δεν υφίσταται συγκεκριμένος προσδιορισμός του στην αιτιολογική έκθεση του νόμου και δεν φαίνεται να έχει συνταγματική θεμελίωση. Ακόμη δε και αν θεωρηθεί ότι “έγκειται στην ανάγκη” να αποφευχθεί “η δημιουργία συντεχνιακών σχέσεων”, τούτο προσδιορίζεται αυθαιρέτως και χωρίς ευθεία αναγωγή στο Σύνταγμα και, σε κάθε περίπτωση, παραμένει αμφίβολο αν το επίμαχο μέτρο είναι κατάλληλο για την εξυπηρέτηση του εν λόγω σκοπού. Οι παρεμβαίνοντες προβάλλουν ακόμη ότι τα ανωτέρω ενισχύονται από τα οριζόμενα στο άρθρο 11 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, το οποίο, όπως ισχυρίζονται, δεν ανέχεται περιορισμούς αυτού του είδους. Επίσης προβάλλουν ότι η αντίθετη άποψη θα ήταν ασύμβατη και με την αρχή της ισότητος, καθόσον δεν υφίστανται όμοιες νομοθετικές διατάξεις για άλλες επαγγελματικές ενώσεις που οργανώνονται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Ο ενιστάμενος, αντικρούοντας τα ανωτέρω, προβάλλει με τα από 13/4/2018 και 2/10/2018 υπομνήματά του ότι είναι αμφίβολο αν οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, ως ΝΠΔΔ, ευρίσκουν κατοχύρωση στα άρθρα 12 του Συντάγματος και 11 της ΕΣΔΑ. Επίσης προβάλλει ότι ο επίμαχος περιορισμός στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι δεν είναι διαρκής, αλλά περιορίζεται στην τρίτη (ή τέταρτη) συνεχή θητεία, δικαιολογείται δε υπό το φως της δημοκρατικής αρχής, η οποία επιβάλλει “την εναλλαγή εις το άρχειν και το άρχεσθαι”, ενώ ανάλογες ρυθμίσεις απαντώνται και σε άλλες περιπτώσεις (πρυτάνεις ΑΕΙ, τριμελή συμβούλια διοικήσεως των δικαστηρίων κλπ.).

 

6. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 και 3 του Συντάγματος, “Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη” και “Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος”. Περαιτέρω, στο άρθρο 12 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι “Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας του νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια” και στο άρθρο 25 παρ. 1 αυτού ότι “Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους ... Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας”. Εξ άλλου, στο άρθρο 11 της ΕΣΔΑ (ν.δ. 53/1974, Α΄ 256) ορίζονται τα εξής: “1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συνεταιρισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ’ άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του. 2. Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων ...”.

 

7. Επειδή ο ν. 4194/2013 “Κώδικας Δικηγόρων” (Α΄ 208) ορίζει τα εξής: ʼρθρο 1: “1. Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημά του αποτελεί θεμέλιο του κράτους δικαίου. 2. Περιεχόμενο του λειτουργήματος είναι η εκπροσώπηση και υπεράσπιση του εντολέα του σε κάθε δικαστήριο, αρχή ή υπηρεσία ή εξωδικαστικό θεσμό, η παροχή νομικών συμβουλών και γνωμοδοτήσεων, όπως επίσης και η συμμετοχή του σε θεσμοθετημένα όργανα ελληνικά ή διεθνή.” ʼρθρο 2: “Ο δικηγόρος είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης. Η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της.” ʼρθρο 3: “1. Ο δικηγόρος ασκεί ελεύθερο επάγγελμα στο οποίο προέχει το στοιχείο της εμπιστοσύνης του εντολέα του προς αυτόν ...”. ʼρθρο 36: “1. Αποκλειστικό έργο του δικηγόρου είναι να αντιπροσωπεύει και να υπερασπίζεται τον εντολέα του σε κάθε δικαστήριο ή αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας, στα δικαστήρια, τις υπηρεσίες και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα διεθνή δικαστήρια, στα πειθαρχικά και υπηρεσιακά συμβούλια, καθώς και η κατάθεση σημάτων και διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Επίσης η παροχή νομικών συμβουλών προς οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο και Αρχή. Στο έργο αυτού περιλαμβάνεται και η διαμεσολάβηση για την αναζήτηση συμβιβαστικής λύσης στο πλαίσιο νόμου ή κοινά αποδεκτής διαδικασίας. Η παράσταση ενώπιον των δικαστηρίων με ή δια δικηγόρου είναι υποχρεωτική για όλες τις υποθέσεις και σε όλες τις διαδικασίες, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από το νόμο ...”. ʼρθρο 87: “Οι δικηγόροι που είναι διορισμένοι στην Περιφέρεια κάθε Πρωτοδικείου και ασκούν το λειτούργημά τους σε οποιοδήποτε Δικαστήριο αποτελούν το Δικηγορικό Σύλλογο, στον οποίο είναι υποχρεωτικά μέλη.” ʼρθρο 89: “1. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, σωματειακής μορφής. 2. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν χρηματοδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Έχουν δική τους περιουσία, οικονομική, διοικητική και διαχειριστική αυτονομία και αυτοτέλεια και διοικούνται από αιρετά Διοικητικά Συμβούλια. 3. Η διαχείριση και η αξιοποίηση της περιουσίας τους, η εποπτεία και ο έλεγχος των οικονομικών και διαχειριστικών πράξεων των Συλλόγων ανήκει αποκλειστικά στα Διοικητικά Συμβούλια και στις Γενικές Συνελεύσεις αυτών ...”. ʼρθρο 90: “Στους Δικηγορικούς Συλλόγους ανήκει: α) Η υπεράσπιση των αρχών και κανόνων του κράτους δικαίου σε μια δημοκρατική πολιτεία. β) Η διασφάλιση της λειτουργίας μίας ανεξάρτητης δικαιοσύνης, η οποία απονέμεται πάντοτε στο όνομα του ελληνικού λαού. γ) Η φροντίδα και μέριμνα για τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την αξιοπρεπή άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. δ) Η μέριμνα για το σεβασμό και την τιμή που οφείλει να απολαμβάνει ο δικηγόρος από τη δικαστική και κάθε άλλη αρχή και εξουσία κατά την άσκηση του λειτουργήματός του. ε) Η διατύπωση γνωμών και προτάσεων που αφορούν στη βελτίωση της νομοθεσίας, την ερμηνεία και την εφαρμογή της. Στο πλαίσιο αυτό οι Δικηγορικοί Σύλλογοι αναγνωρίζονται ως σύμβουλοι της πολιτείας και συμμετέχουν υποχρεωτικά στις σχετικές νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. στ) Η διατύπωση κρίσεων και προτάσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας και της απονομής της δικαιοσύνης. ζ) Η άσκηση παρεμβάσεων ενώπιον δικαστηρίων και κάθε αρχής (στις οποίες περιλαμβάνονται και οι ανεξάρτητες αρχές) για κάθε ζήτημα εθνικού, κοινωνικού, πολιτισμικού, οικονομικού ενδιαφέροντος και περιεχομένου που ενδιαφέρει τα μέλη του συλλόγου ή το δικηγορικό σώμα γενικότερα, καθώς και για κάθε ζήτημα εθνικού, κοινωνικού, πολιτισμικού ή οικονομικού ενδιαφέροντος ... η) Η συνεργασία με άλλους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς σε θέματα κοινού ή ευρύτερου ενδιαφέροντος.” ʼρθρο 91: “Όργανα των Δικηγορικών Συλλόγων είναι: α) Η Γενική Συνέλευση των μελών, β) ο Πρόεδρος, γ) το Διοικητικό Συμβούλιο, δ) Οι Επιτροπές Μητρώου και ε) τα Πειθαρχικά Συμβούλια.” ʼρθρο 97: “1. ... 4. Η θητεία του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τετραετής. 5. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να εκλεγεί για δύο συνεχόμενες θητείες και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου για τρεις.” ʼρθρο 103: “1. Εκλογικό δικαίωμα ασκούν οι δικηγόροι που έχουν εγγραφεί στο μητρώο του συλλόγου τους, μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου του έτους διεξαγωγής των εκλογών. Σε περίπτωση ματαίωσης ή ακύρωσης των εκλογών ..., ασκούν το δικαίωμα όσοι έχουν εγγραφεί στο μητρώο του οικείου Συλλόγου τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών ... 4. Η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος είναι υποχρεωτική και αποτελεί θεμελιώδες καθήκον του δικηγόρου.” ʼρθρο 106: “Η θητεία του Προέδρου και του Διοικητικού Συμβουλίου αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επομένου από αυτό της διενέργειας των αρχαιρεσιών έτους, ανεξάρτητα από την υποβολή ή όχι ένστασης κατά του κύρους τους και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του τέταρτου έτους.” ʼρθρο 112: “1. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου την 1η Νοεμβρίου του έτους διεξαγωγής των εκλογών ανακηρύσσει, με έγγραφη ανακοίνωσή του που αναρτάται στους πίνακες ανακοινώσεων του συλλόγου και στην ιστοσελίδα του, τους υποψηφίους προέδρους και συμβούλους. Με την ίδια ανακοίνωση αιτιολογείται η τυχόν μη ανακήρυξη υποψήφιου ή συνδυασμού ...”. ʼρθρο 114: “1. ... 3. ... Η Εφορευτική Επιτροπή ... μετά το τέλος της ψηφοφορίας συντάσσει το πρακτικό διαλογής των ψήφων, εξάγει τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και ανακηρύσσει τους επιτυχόντες ...”. ʼρθρο 117: “1. Για την εκλογή του Προέδρου απαιτείται να λάβει αυτός το 50% συν ένα των έγκυρων ψηφοδελτίων. ...”. ʼρθρο 121: “1. Κάθε μέλος του Συλλόγου έχει το δικαίωμα να υποβάλει ένσταση κατά του κύρους των εκλογών, εφόσον έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς το Σύλλογο ... 2. Η ένσταση ασκείται εντός δέκα ημερών από τη διενέργεια των εκλογών ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου, στην περιοχή του οποίου υπάγεται ο Δικηγορικός Σύλλογος ... 5. Η υποβολή ένστασης κατά του κύρους των αρχαιρεσιών δεν αναστέλλουν το αποτέλεσμα αυτών.” ʼρθρο 124: “1. Αν ... οι εκλογές ... ακυρωθούν ..., ο κατάλογος των εκλογέων του άρθρου 103 του Κώδικα συντάσσεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από ... την ακύρωσή τους ... Η προθεσμία για την υποβολή υποψηφιοτήτων ορίζεται εικοσαήμερη από την επέλευση των γεγονότων αυτών, οι δε αρχαιρεσίες ενεργούνται την πρώτη Κυριακή ή και Δευτέρα ... μετά την παρέλευση δεκαπέντε ημερών από την ανακήρυξη των υποψηφίων. Οι διατάξεις των άρθρων 103 έως 127 του Κώδικα εφαρμόζονται ανάλογα. 2. Η θητεία του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που εκλέγονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ανεξάρτητα από το χρόνο διενέργειας των εκλογών, δεν παρατείνεται, αλλά λήγει την ίδια ημέρα που θα έληγε η θητεία του Προέδρου και του συμβουλίου, ως εάν είχαν εκλεγεί στις πρώτες αρχαιρεσίες του τετάρτου έτους που θα έληγε η θητεία.” ʼρθρο 153: “1. Η πειθαρχική δίωξη ασκείται ενώπιον του αρμόδιου πειθαρχικού συμβουλίου από τον Πρόεδρο του οικείου δικηγορικού συλλόγου μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης και εφόσον προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης του πειθαρχικού παραπτώματος ...”. Σύμφωνα, τέλος, με την διάταξη του άρθρου 267 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999), στις διατάξεις των άρθρων 267 και επομένων του Κώδικα “υπάγονται οι διαφορές που αναφύονται κατά την εκλογική διαδικασία για την άμεση ανάδειξη των αιρετών οργάνων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίες προβλέπονται από το νόμο ως διοικητικές διαφορές ουσίας”. Κατά το άρθρο 269 του ανωτέρω Κώδικα, όπως ισχύει, “1. Για την επίλυση των διαφορών του άρθρου 267 ασκείται ένσταση. 2. Η, κατά την προηγούμενη παράγραφο, ένσταση ασκείται κατά των πράξεων με τις οποίες, σύμφωνα με την ισχύουσα για τα επί μέρους νομικά πρόσωπα νομοθεσία, εξάγεται το αποτέλεσμα της εκλογής και ανακηρύσσονται οι επιτυχόντες, που αποτελούν ή συγκροτούν το αιρετό όργανο, καθώς και οι επιλαχόντες ...”.

 

8. Επειδή η αναγωγή επαγγελματικών οργανώσεων, όπως είναι και οι δικηγορικοί σύλλογοι, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σωματειακού χαρακτήρα και η υποχρεωτική συμμετοχή σε αυτά των μελών τους είναι, κατ’ αρχήν, σύμφωνη με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 1 και 3 και 12 παρ. 1 του Συντάγματος, εφόσον στις συγκεκριμένες επαγγελματικές οργανώσεις ανατίθεται από τον νόμο η εκπλήρωση γενικότερων σκοπών δημοσίου συμφέροντος, όπως είναι και οι σκοποί των δικηγορικών συλλόγων, σύμφωνα με τις μνημονευθείσες διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 4194/2013. Επιβάλλεται, όμως, στις περιπτώσεις που ο νομοθέτης επιλέγει να αναγάγει επαγγελματική οργάνωση σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και να επιβάλει την υποχρεωτική συμμετοχή των ελευθέρων επαγγελματιών σε αυτό, η πρόβλεψη ορισμένων εγγυήσεων, όπως, ιδίως, ο υποχρεωτικά αιρετός χαρακτήρας της διοικήσεως των εν λόγω νομικών προσώπων, η ανάδειξη δηλαδή των φυσικών προσώπων που ασκούν διοίκηση σε αυτά με ελεύθερη εκλογή τους από τα μέλη του νομικού προσώπου (βλ. ΣτΕ 2691/2009 επτ.). Εν όψει, ειδικότερα, του διφυούς χαρακτήρα των ανωτέρω επαγγελματικών οργανώσεων, ο οποίος συνίσταται αφενός στην εκπλήρωση σκοπών δημοσίου συμφέροντος με μέσα δημόσιας εξουσίας (π.χ. άσκηση πειθαρχικών αρμοδιοτήτων επί των μελών της επαγγελματικής οργανώσεως) και αφετέρου στην προστασία των επαγγελματικών συμφερόντων των μελών τους, το δικαίωμα συμμετοχής των τελευταίων στην διοίκηση των ως άνω οργανώσεων απορρέει, κατά την κρατήσασα γνώμη, τόσο από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο καθένας έχει δικαίωμα να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη, όσο και από το άρθρο 12 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο οι Έλληνες πολίτες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους του κράτους. Η εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 12 παρ. 1 του Συντάγματος επιβάλλεται εν προκειμένω εκ του ότι οι ανωτέρω επαγγελματικές οργανώσεις - παρότι η συμμετοχή των μελών τους σ’ αυτές καθίσταται υποχρεωτική από τον νόμο - έχουν, σε κάθε περίπτωση, και σωματειακό χαρακτήρα, από τον οποίο απορρέει ειδικότερα το δικαίωμα συμμετοχής των μελών τους στην διοίκηση των επαγγελματικών οργανώσεων, ώστε να διασφαλίζεται κατά τρόπο αποτελεσματικό και ο δεύτερος από τους προαναφερθέντες σκοπούς τους, η προστασία δηλαδή των επαγγελματικών συμφερόντων της οικείας επαγγελματικής τάξεως. Στο πλαίσιο, πάντως, της ρυθμίσεως από τον νομοθέτη του τρόπου διοικήσεως των εν λόγω επαγγελματικών οργανώσεων από τα μέλη τους και εν όψει, ακριβώς, του προαναφερθέντος διφυούς χαρακτήρα τους, δεν αποκλείεται η θέσπιση περιορισμών στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα όργανα διοικήσεώς τους. Οι περιορισμοί αυτοί δεν αντίκεινται στις προαναφερθείσες συνταγματικές διατάξεις ούτε στην αρχή της αναλογικότητος (άρθρο 25 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Συντάγματος), υπό την προϋπόθεση ότι εξυπηρετούν σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, συναφείς προς την φύση και την αποστολή των εν λόγω επαγγελματικών οργανώσεων, και δεν παρίστανται προδήλως ακατάλληλοι ή μη αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ο επίμαχος, εν προκειμένω, περιορισμός στην δυνατότητα επανεκλογής σε θέση προέδρου δικηγορικού συλλόγου για τρίτη συνεχόμενη θητεία ή σε θέση μέλους του διοικητικού του συμβουλίου για τέταρτη συνεχόμενη θητεία, ο οποίος προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013, δεν αντίκειται στις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις ούτε στην αρχή της αναλογικότητος, δεδομένου ότι: α) Ο περιορισμός αυτός, ο οποίος, όπως προέκυψε από στοιχεία του φακέλου, απαντάται, με διάφορες μορφές, και σε άλλες έννομες τάξεις (όπως η αγγλική και η γαλλική), εξυπηρετεί προφανείς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι ανάγονται, προεχόντως, στην ανάγκη εναλλαγής προσώπων στην διοίκηση επαγγελματικών οργανώσεων με έντονα δημόσιο χαρακτήρα, όπως οι δικηγορικοί σύλλογοι, ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα δημιουργίας ισχυρών προσωπικών δεσμών μεταξύ των ασκούντων διοίκηση και των μελών τους, απότοκα της μακροχρονίου παραμονής των ίδιων προσώπων στην διοίκηση, με συνέπεια να απομειώνεται σοβαρά, κατά την κοινή πείρα, η αποτελεσματικότητα της ασκούμενης διοικήσεως, αλλά και να δημιουργούνται αμφισβητήσεις ως προς τον σύννομο και χρηστό χαρακτήρα της ασκήσεώς της. β) Ο ανωτέρω περιορισμός δεν συνεπάγεται διαρκή αποκλεισμό από την διοίκηση των δικηγορικών συλλόγων, αλλά αφορά την δυνατότητα επανεκλογής του ίδιου προσώπου για τρίτη (ή τέταρτη) συνεχόμενη θητεία, χωρίς να αποκλείεται η επανεκλογή του στο μέλλον, αφού μεσολαβήσει μία περίοδος υποχρεωτικής αποχής του από την διοίκηση. Δεν θίγεται, ως εκ τούτου, στον πυρήνα του το δικαίωμα των μελών των δικηγορικών συλλόγων να συμμετέχουν στην διοίκησή τους, λαμβανομένης μάλιστα υπόψη και της σχετικά μεγάλης διάρκειας (τετραετούς) της θητείας των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων και των μελών των διοικητικών τους συμβουλίων, ούτε, άλλωστε, μπορεί να θεωρηθεί, κατά την κοινή πείρα, ότι το εν λόγω μέτρο είναι προδήλως ακατάλληλο ή μη αναγκαίο για την εξυπηρέτηση των προαναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος, για τον λόγο ότι θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν εξ ίσου αποτελεσματικά με οποιοδήποτε άλλο μέτρο. Υπό τα δεδομένα, εξ άλλου, αυτά, η διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013 δεν αντίκειται ούτε στην διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ, διότι, ανεξαρτήτως αν η τελευταία εφαρμόζεται εν προκειμένω, πάντως ο επίμαχος περιορισμός στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι παρίσταται, κατά τα προεκτεθέντα, εύλογος και αναγκαίος για την επίτευξη των προαναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος. Τέλος, το γεγονός ότι όμοιοι περιορισμοί δεν απαντώνται, ενδεχομένως, στις ρυθμίσεις που διέπουν άλλες επαγγελματικές οργανώσεις, οι οποίες οργανώνονται από τον νομοθέτη ως δημόσιοι σύλλογοι των μελών τους, δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της ισότητος, δεδομένου ότι τόσο οι συνθήκες υπό τις οποίες τελούν οι διάφορες επαγγελματικές ομάδες, όσο και οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν την συγκεκριμένη μορφή οργανώσεώς τους δεν ταυτίζονται, ώστε να παραβιάζεται η αρχή της ισότητος εκ του ότι δεν επιβάλλονται σε όλες τις περιπτώσεις όμοιοι περιορισμοί. Κατά την συγκλίνουσα γνώμη που διατύπωσαν ο Σύμβουλος Γ. Τσιμέκας και ο Πάρεδρος Ι. Παπαγιάννης, το δικαίωμα συμμετοχής των μελών δικηγορικού συλλόγου στην διοίκησή του απορρέει από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν έχει δε εν προκειμένω εφαρμογή ούτε το άρθρο 12 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ, τα οποία κατοχυρώνουν το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Και τούτο διότι οι δικηγορικοί σύλλογοι οργανώνονται μεν σε σωματειακή βάση και περιλαμβάνουν μεταξύ των σκοπών τους και την μέριμνα για τα συμφέροντα των μελών τους ως επαγγελματικής τάξεως, έχουν όμως, ως δημόσιοι οργανισμοί, κύρια αποστολή να διασφαλίζουν, με τα παρεχόμενα σε αυτούς μέσα δημόσιας εξουσίας, την εκπλήρωση των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται και των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στους δικηγόρους, στους οποίους ανήκει, κατά κανόνα, αποκλειστικώς η αντιπροσώπευση και υπεράσπιση των εντολέων τους και στους οποίους έχει αναγνωρισθεί από τον νομοθέτη η ιδιότητα δημοσίου λειτουργού και συλλειτουργού της Δικαιοσύνης, λόγω ακριβώς της αναγκαίας και αποφασιστικής συμμετοχής τους στην αρτιότερη δυνατή απονομή της. Ο ιδιαίτερος αυτός χαρακτήρας του δικηγορικού λειτουργήματος επιβάλλει, αφενός, την υποχρεωτική ένταξη των δικηγόρων σε δημοσίους συλλόγους και, αφετέρου, την ελεύθερη κατ’ αρχήν συμμετοχή τους στην διοίκηση των συλλόγων αυτών, προκειμένου ο διοικητικός έλεγχος του δικηγορικού επαγγέλματος να μην ασκείται από αμιγώς κρατικά όργανα και να μην αποβαίνει υπερμέτρως περιοριστικός τόσο σε σχέση με το ελεύθερο δικηγορικό επάγγελμα καθ’ εαυτό, όσο και με την αποτελεσματική διασφάλιση των δικαιωμάτων και συμφερόντων των εντολέων των δικηγόρων. Εν όψει όμως των ανωτέρω, ούτε η διάταξη του άρθρου 12 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε η διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ μπορούν να τύχουν εφαρμογής στους δικηγορικούς συλλόγους, δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτές αναφέρονται σε συνεταιριστικές οργανώσεις που συνιστώνται με πράξεις ιδιωτικής βουλήσεως, η οποία εκδηλώνεται ελεύθερα και αδέσμευτα, και δεν έχουν εφαρμογή επί νομικών προσώπων τα οποία, ακόμη και όταν λειτουργούν με μορφή σωματείου, δεν έχουν προέλευση από την ιδιωτική βούληση, αλλά έχουν συσταθεί δυνάμει διατάξεων του νόμου ή άλλης πράξεως της πολιτείας, κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, προς εκπλήρωση των πρωτευόντως δημοσίου συμφέροντος σκοπών τους (βλ. ΣτΕ 1466/2016 ολομ., 1438/2005 επτ., 2512/1997 ολομ., 3354/1988 επτ., 2260/1982 ολομ., 1101/1958 ολομ., 1936/1948 ολομ.· βλ. επίσης τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στις υποθέσεις Le Compte, Van Leuven και De Meyere κατά Βελγίου της 23/6/1981, σκέψεις 62-66, Sigurdur A. Sigurjonsson κατά Ισλανδίας της 30/6/1993, σκέψεις 30-32, Bota κατά Ρουμανίας (επί του παραδεκτού) της 12/10/2004, καθώς και την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (επί του παραδεκτού) στην υπόθεση Α. και άλλοι κατά Ισπανίας της 2/7/1990). Κατά τα λοιπά, σύμφωνα με την συγκλίνουσα αυτή γνώμη, η διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013 δεν αντίκειται σε καμία συνταγματική διάταξη και, ιδίως, σε αυτές των άρθρων 5 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Συντάγματος, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα.

 

9. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η εκλογή του παρεμβαίνοντος ... για τρίτη συνεχόμενη θητεία στο αξίωμα του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης είναι μη νόμιμη. Για τον λόγο αυτόν, η κρινόμενη ένσταση πρέπει να γίνει δεκτή, να απορριφθούν οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, να ακυρωθεί το από 26/11/2017 πρακτικό της Εφορευτικής Επιτροπής, με το οποίο εξήχθη το αποτέλεσμα της εκλογής και ανεδείχθη πρόεδρος ο ανωτέρω, και να αναπεμφθεί η υπόθεση στον Δικηγορικό Σύλλογο Μυτιλήνης, για να ενεργήσει τα νόμιμα, σύμφωνα με το άρθρο 124 του ν. 4194/2013.

 

 

Δ ι ά   τ α ύ τ α

 

 

Δέχεται την ένσταση.

 

Απορρίπτει τις ασκηθείσες παρεμβάσεις.

 

Ακυρώνει το από 26/11/2017 πρακτικό της Εφορευτικής Επιτροπής του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης ως προς την ανακήρυξη του ... ως εκλεγέντος προέδρου και αναπέμπει την υπόθεση στον ανωτέρω Δικηγορικό Σύλλογο, για να ενεργήσει τα νόμιμα κατά το σκεπτικό.

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει, συμμέτρως, σε βάρος του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης και του παρεμβαίνοντος ... την δικαστική δαπάνη του ενισταμένου, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 17 Οκτωβρίου 2018

 

Η Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος             Ο Γραμματέας

 

Αικ. Συγγούνα                           Ν. Βασιλόπουλος

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 29ης Νοεμβρίου 2018.

 

Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος           Ο Γραμματέας

 

Δ. Σκαλτσούνης                                  Α. Γεωργακόπουλος